Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον 1
Η γενεαλογία του Ιησού Χριστού
(Λκ. 3:23-38)
1 Η βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, του γιου του Δαβίδ, γιου του Αβραάμ. 2 Ο Αβραάμ γέννησε τον Ισαάκ, και ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του, 3 και ο Ιούδας γέννησε το Φάρες και το Ζάρα από τη Θαμάρ, και ο Φάρες γέννησε τον Εσρώμ, και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ, 4 και ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ, και ο Αμιναδάβ γέννησε το Ναασσών, και ο Ναασσών γέννησε το Σαλμών, 5 και ο Σαλμών γέννησε το Βόες από τη Ραχάβ, και ο Βόες γέννησε τον Ιωβήδ από τη Ρουθ, και ο Ιωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί, 6 και ο Ιεσσαί γέννησε το Δαβίδ το βασιλιά. Και ο Δαβίδ γέννησε το Σολομώντα από τη γυναίκα του Ουρία, 7 και ο Σολομώντας γέννησε το Ροβοάμ, και ο Ροβοάμ γέννησε τον Αβιά, και ο Αβιά γέννησε τον Ασάφ, 8 και ο Ασάφ γέννησε τον Ιωσαφάτ, και ο Ιωσαφάτ γέννησε τον Ιωράμ, και ο Ιωράμ γέννησε τον Οζία, 9 και ο Οζίας γέννησε τον Ιωαθάμ, και ο Ιωαθάμ γέννησε τον Αχάζ, και ο Αχάζ γέννησε τον Εζεκία, 10 και ο Εζεκίας γέννησε το Μανασσή, και ο Μανασσής γέννησε τον Αμώς, και ο Αμώς γέννησε τον Ιωσία, 11 και ο Ιωσίας γέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του κατά τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα. 12 Μετά λοιπόν τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ο Ιεχονίας γέννησε το Σαλαθιήλ, και ο Σαλαθιήλ γέννησε το Ζοροβαβέλ, 13 και ο Ζοροβαβέλ γέννησε τον Αβιούδ, και ο Αβιούδ γέννησε [τον Άβνερ και ο Άβνερ γέννησε] τον Ελιακίμ, και ο Ελιακίμ γέννησε τον Αζώρ, 14 και ο Αζώρ γέννησε το Σαδώκ, και ο Σαδώκ γέννησε τον Αχίμ, και ο Αχίμ γέννησε τον Ελιούδ, 15 και ο Ελιούδ γέννησε τον Ελεάζαρ, και ο Ελεάζαρ γέννησε το Ματθάν, και ο Ματθάν γέννησε τον Ιακώβ, 16 και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας, από την οποία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. 17 Όλες λοιπόν οι γενιές από τον Αβραάμ ως το Δαβίδ είναι δεκατέσσερις γενιές, και από το Δαβίδ ως τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ως το Χριστό είναι δεκατέσσερις γενιές.
Η γέννηση του Ιησού Χριστού
(Λκ. 2:1-7)
18 Και η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο: Όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του η Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν αυτοί να συνευρεθούν, βρέθηκε να έχει παιδί στην κοιλιά της από το Άγιο Πνεύμα. 19 Και ο Ιωσήφ ο άντρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να την αποδιώξει κρυφά. 20 Ενώ λοιπόν σκεφτόταν αυτά, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε σ’ αυτόν στο όνειρό του, λέγοντας: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη φοβηθείς να παραλάβεις τη Μαρία τη γυναίκα σου. Γιατί αυτό που μέσα της γεννήθηκε είναι από Πνεύμα Άγιο. 21 Και θα γεννήσει γιο, και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». 22 Και όλ’ αυτά έχουν γίνει, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: 23 Ιδού, η παρθένος θα έχει παιδί στην κοιλιά και θα γεννήσει γιο και θα καλέσουν το όνομά του Εμμανουήλ, που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: Ο Θεός είναι μαζί μας. 24 Και όταν σηκώθηκε ο Ιωσήφ από τον ύπνο, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και παρέλαβε τη γυναίκα του, 25 και δε γνώριζε αυτήν, ωσότου γέννησε γιο. Και κάλεσε το όνομά του Ιησού.
Κεφάλαιον 2
Η επίσκεψη των μάγων
1 Όταν λοιπόν ο Ιησούς γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας κατά τις ημέρες του βασιλιά Ηρώδη, ιδού μάγοι από τα ανατολικά παρουσιάστηκαν στα Ιεροσόλυμα, 2 λέγοντας: «Πού είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων που γεννήθηκε; Γιατί είδαμε τον αστέρα του στην ανατολή και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε». 3 Όταν όμως το άκουσε ο βασιλιάς Ηρώδης, ταράχτηκε και όλα τα Ιεροσόλυμα μαζί του. 4 Και αφού σύναξε όλους τους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού, ζητούσε να μάθει από αυτούς πού γεννιέται ο Χριστός. 5 Αυτοί του είπαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Γιατί έτσι είναι γραμμένο μέσω του προφήτη: 6 Κι εσύ Βηθλεέμ, γη του Ιούδα, καθόλου ελάχιστη δεν είσαι μεταξύ των ηγεμονικών πόλεων του Ιούδα. Γιατί από σένα θα εξέλθει ηγέτης, που θα ποιμάνει το λαό μου τον Ισραήλ». 7 Τότε ο Ηρώδης κάλεσε κρυφά τους μάγους και εξακρίβωσε από αυτούς το χρόνο που φαινόταν ο αστέρας. 8 Κατόπιν τους έστειλε στη Βηθλεέμ και είπε: «Πορευτείτε και εξετάστε ακριβώς για το παιδί. Και όταν το βρείτε, να μου το αναγγείλετε, για να έρθω κι εγώ να το προσκυνήσω». 9 Αυτοί, αφού άκουσαν το βασιλιά, έφυγαν. Και ιδού, ο αστέρας που είδαν στην ανατολή προχωρούσε μπροστά τους, ωσότου ήρθε και στάθηκε πάνω εκεί όπου ήταν το παιδί. 10 Όταν είδαν λοιπόν τον αστέρα, χάρηκαν με πάρα πολύ μεγάλη χαρά. 11 Και ήρθαν στην οικία και είδαν το παιδί μαζί με τη Μαρία, τη μητέρα του. Και αφού έπεσαν, το προσκύνησαν και άνοιξαν τους θησαυρούς τους και του πρόσφεραν δώρα: χρυσό και λιβάνι και σμύρνα. 12 Και επειδή έλαβαν χρησμό από το Θεό κατά το όνειρο να μην επιστρέψουν προς τον Ηρώδη, αναχώρησαν από άλλη οδό για τη χώρα τους.
Η φυγή στην Αίγυπτο
13 Όταν λοιπόν αυτοί αναχώρησαν, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε κατά το όνειρο στον Ιωσήφ, λέγοντας: «Σήκω, παράλαβε το παιδί και τη μητέρα του και φεύγε για την Αίγυπτο· και να είσαι εκεί ωσότου σου πω. Γιατί μέλλει ο Ηρώδης να ζητά το παιδί, για να το σκοτώσει». 14 Εκείνος αφού σηκώθηκε, παράλαβε νύχτα το παιδί και τη μητέρα του και αναχώρησε για την Αίγυπτο. 15 Και ήταν εκεί ως το θάνατο του Ηρώδη – για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: Από την Αίγυπτο κάλεσα τον Υιό μου.
Η σφαγή των νηπίων
16 Τότε ο Ηρώδης, επειδή είδε ότι εμπαίχτηκε από τους μάγους, θύμωσε πολύ και απέστειλε και σκότωσε όλα τα αρσενικά παιδιά που ήταν στη Βηθλεέμ και σε όλα τα όριά της, όσα ήταν από δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με το χρόνο που εξακρίβωσε από τους μάγους. 17 Τότε εκπληρώθηκε αυτό που ειπώθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, όταν έλεγε: 18 Φωνή στη Ραμά ακούστηκε, κλάμα και οδυρμός πολύς. Η Ραχήλ είναι που κλαίει τα τέκνα της, και δεν ήθελε να παρηγορηθεί, επειδή δεν υπάρχουν.
Eπιστροφή από την Αίγυπτο
19 Και όταν πέθανε ο Ηρώδης, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε κατά τη διάρκεια ενός ονείρου στον Ιωσήφ, 20 λέγοντας: «Σήκω, παράλαβε το παιδί και τη μητέρα του και πήγαινε στη γη Ισραήλ. Γιατί έχουν πεθάνει αυτοί που ζητούν τη ζωή του παιδιού». 21 Εκείνος, αφού σηκώθηκε, παράλαβε το παιδί και τη μητέρα του και εισήλθε στη γη Ισραήλ. 22 Αλλά όταν άκουσε ότι ο Αρχέλαος βασιλεύει στην Ιουδαία αντί για τον πατέρα του τον Ηρώδη, φοβήθηκε να πάει εκεί. Και επειδή έλαβε χρησμό από το Θεό κατά τη διάρκεια ενός ονείρου, αναχώρησε για τα μέρη της Γαλιλαίας, 23 και ήρθε και κατοίκησε σε μια πόλη που λέγεται Ναζαρέτ – για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε μέσω των προφητών, ότι θα κληθεί Ναζωραίος.
Κεφάλαιον 3
Το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μκ. 1:1-8, Λκ. 3:1-9, 15-17, Ιν. 1:19-28)
1 Τις ημέρες λοιπόν εκείνες, παρουσιάζεται ο Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύττοντας στην έρημο της Ιουδαίας 2 και λέγοντας: «Μετανοείτε· γιατί έχει πλησιάσει η βασιλεία των ουρανών». 3 Γιατί γι’ αυτόν είναι που ειπώθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, όταν έλεγε: Φωνή ενός που φωνάζει δυνατά στην έρημο : «Ετοιμάστε την οδό του Κυρίου, ίσια κάνετε τα μονοπάτια του». 4 Αυτός λοιπόν ο Ιωάννης είχε το ένδυμά του από τρίχες καμήλας και ζώνη δερμάτινη γύρω από τη μέση του, ενώ η τροφή του ήταν ακρίδες και μέλι άγριο. 5 Τότε πορεύονταν έξω προς αυτόν τα Ιεροσόλυμα και όλη η Ιουδαία και όλα τα περίχωρα του Ιορδάνη, 6 και βαφτίζονταν στον Ιορδάνη ποταμό από αυτόν, αφού εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. 7 Και επειδή είδε πολλούς από τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους να έρχονται για το βάφτισμά του, τους είπε: «Γεννήματα εχιδνών, ποιος σας υπέδειξε, για να ξεφύγετε από τη μελλοντική οργή; 8 Κάντε λοιπόν καρπό άξιο της μετάνοιας 9 και μη νομίσετε ότι μπορείτε να λέτε μέσα σας: “Πατέρα έχουμε τον Αβραάμ”. Γιατί σας λέω ότι δύναται ο Θεός από τους λίθους τούτους να εγείρει τέκνα στον Αβραάμ. 10 Ήδη, λοιπόν, το πελέκι βρίσκεται κοντά στη ρίζα των δέντρων. Επομένως, κάθε δέντρο που δεν κάνει καρπό καλό κόβεται εντελώς και ρίχνεται στη φωτιά. 11 Εγώ, βέβαια, σας βαφτίζω μέσα σε νερό για μετάνοια, αλλά αυτός που έρχεται ύστερα από εμένα είναι ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι ικανός να βαστάξω τα υποδήματα. Αυτός θα σας βαφτίσει μέσα σε Πνεύμα Άγιο και σε φωτιά. 12 Αυτού το φτυάρι είναι στο χέρι του, για να λιχνίσει, και θα καθαρίσει εντελώς το αλώνι του και θα συνάξει το σιτάρι του στην αποθήκη, ενώ το άχυρο θα το κατακάψει με φωτιά άσβεστη».
Το βάπτισμα του Ιησού
(Μκ. 1:9-11, Λκ. 3:21-22)
13 Τότε παρουσιάζεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη προς τον Ιωάννη, για να βαφτιστεί από αυτόν. 14 Αλλά ο Ιωάννης τον εμπόδιζε επίμονα λέγοντας: «Εγώ έχω ανάγκη από σένα να βαφτιστώ, κι εσύ έρχεσαι προς εμένα;» 15 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε προς αυτόν: «Άφησε τώρα αυτά, γιατί έτσι πρέπει, για να εκπληρώσουμε όλη τη δικαιοσύνη». Τότε ο Ιωάννης τον αφήνει. 16 Και μόλις βαφτίστηκε ο Ιησούς, ευθύς ανέβηκε από το νερό. Και ιδού, ανοίχτηκαν σ’ αυτόν οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται πάνω του. 17 Και ιδού, φωνή από τους ουρανούς που λέει: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο ευαρεστήθηκα».
Κεφάλαιον 4
Oι πειρασμοί του Ιησού
(Μκ. 1:12-13, Λκ. 4:1-13)
1 Τότε ο Ιησούς φέρθηκε πάνω στην έρημο από το Πνεύμα, για να πειραχτεί από το Διάβολο. 2 Και αφού νήστεψε σαράντα ημέρες και σαράντα νύχτες, ύστερα πείνασε. 3 Τότε προσήλθε ο Πειραχτής και του είπε: «Αν Υιός είσαι του Θεού, πες ώστε οι λίθοι αυτοί να γίνουν άρτοι». 4 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Είναι γραμμένο: Με άρτο μόνο δε θα ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού». 5 Τότε τον παραλαβαίνει ο Διάβολος και τον μεταφέρει στην άγια πόλη και τον έστησε πάνω στο πτερύγιο του ναού 6 και του λέει: «Αν είσαι Υιός του Θεού, ρίξε τον εαυτό σου κάτω. Γιατί είναι γραμμένο: Στους αγγέλους του θα δώσει εντολή για σένα και πάνω στα χέρια τους θα σε σηκώσουν, μην τυχόν σκοντάψεις σε λίθο το πόδι σου». 7 Του είπε ο Ιησούς: «Πάλι είναι γραμμένο: Δε θα πειράξεις τον Κύριο το Θεό σου». 8 Πάλι τον παραλαβαίνει ο Διάβολος σε όρος πολύ ψηλό και του δείχνει όλες τις βασιλείες του κόσμου και τη δόξα τους, 9 και του είπε: «Αυτά όλα θα σου τα δώσω, αν πέσεις και με προσκυνήσεις». 10 Τότε του λέει ο Ιησούς: «Πήγαινε Σατανά. Γιατί είναι γραμμένο: Κύριο το Θεό σου να προσκυνήσεις και αυτόν μόνο να λατρέψεις». 11 Τότε τον αφήνει ο Διάβολος, και ιδού άγγελοι πλησίασαν και τον υπηρετούσαν.
Η αρχή της διακονίας στη Γαλιλαία
(Μκ. 1:14-15, Λκ. 4:14-15)
12 Όταν άκουσε λοιπόν ο Ιησούς ότι ο Ιωάννης παραδόθηκε στη φυλακή, αναχώρησε για τη Γαλιλαία. 13 Και αφού εγκατέλειψε τη Ναζαρέτ, ήρθε και κατοίκησε στην Καπερναούμ, την παραθαλάσσια, μέσα στα όρια της γης των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλίμ. 14 Για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, όταν έλεγε: 15 Γη του Ζαβουλών και γη του Νεφθαλίμ, η οδός δίπλα στη θάλασσα, πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαία των εθνικών – 16 ο λαός που κάθεται στο σκοτάδι, είδε μεγάλο φως, και σ’ αυτούς που κάθονται σε χώρα και σε σκιά θανάτου φως ανάτειλε γι’ αυτούς. 17 Από τότε άρχισε ο Ιησούς να κηρύττει και να λέει: «Μετανοείτε· γιατί έχει πλησιάσει η βασιλεία των ουρανών».
Το κάλεσμα των τεσσάρων ψαράδων
(Μκ. 1:16-20, Λκ. 5:1-11)
18 Περπατώντας λοιπόν δίπλα στη λίμνη της Γαλιλαίας, είδε δύο αδελφούς, το Σίμωνα, το λεγόμενο Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του να ρίχνουν το δίχτυ στη λίμνη· γιατί ήταν ψαράδες. 19 Και τους λέει: «Ελάτε πίσω μου, και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». 20 Εκείνοι αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν. 21 Και αφού προχώρησε από εκεί, είδε άλλους δύο αδελφούς, τον Ιάκωβο το γιο του Ζεβεδαίου και τον Ιωάννη τον αδελφό του, να διορθώνουν τα δίχτυα τους μέσα στο πλοίο μαζί με το Ζεβεδαίο τον πατέρα τους, και τους κάλεσε. 22 Εκείνοι αμέσως άφησαν το πλοίο και τον πατέρα τους, και τον ακολούθησαν.
Η περιοδεία στη Γαλιλαία
(Λκ. 6:17-19)
23 Και περιόδευε σε όλη τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις συναγωγές τους και κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας και θεραπεύοντας κάθε νόσο και κάθε αδυναμία στο λαό. 24 Και ήρθε μακριά η φήμη του σε όλη τη Συρία. Και έφεραν προς αυτόν όλους όσοι ήταν σε κακή κατάσταση από ποικίλες νόσους και υπέφεραν από βασανιστικές ασθένειες και δαιμονισμένους και σεληνιασμένους και παράλυτους, και τους θεράπευσε. 25 Και τον ακολούθησαν πολλά πλήθη από τη Γαλιλαία και τη Δεκάπολη και τα Ιεροσόλυμα και την Ιουδαία και πέρα από τον Ιορδάνη.
Κεφάλαιον 5
Η επί του Όρους Ομιλία
(Ματθαίος 5-7)
1 Και όταν είδε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος και, αφού κάθισε, τον πλησίασαν οι μαθητές του. 2 Και τότε άνοιξε το στόμα του και τους δίδασκε λέγοντας:
Οι Μακαρισμοί
(Λκ. 6:20-23)
3 «Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα, γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών. 4 Μακάριοι όσοι πενθούν, γιατί αυτοί θα παρηγορηθούν. 5 Μακάριοι οι πράοι, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη . 6 Μακάριοι όσοι πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη, γιατί αυτοί θα χορταστούν. 7 Μακάριοι οι ελεήμονες, γιατί αυτοί θα ελεηθούν. 8 Μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό. 9 Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, γιατί αυτοί θα κληθούν γιοι Θεού. 10 Μακάριοι οι καταδιωγμένοι εξαιτίας δικαιοσύνης, γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών. 11 Μακάριοι είστε, όταν σας βρίσουν και σας καταδιώξουν και πούνε κάθε κακό πράγμα εναντίον σας, λέγοντας ψέματα εξαιτίας μου. 12 Χαίρετε και αγαλλιάζετε, γιατί ο μισθός σας είναι πολύς στους ουρανούς. Γιατί έτσι καταδίωξαν τους προφήτες που ήταν πριν από εσάς».
Το αλάτι και το φως
(Μκ. 9:50, Λκ. 14:34-35)
13 «Εσείς είστε το αλάτι της γης. Αν όμως το αλάτι αλλοιωθεί, με τι θα ξαναγίνει αλμυρό; Σε τίποτα δεν αξίζει πια παρά μόνο, αφού πεταχτεί έξω, να καταπατιέται από τους ανθρώπους. 14 Εσείς είστε το φως του κόσμου. Δε δύναται πόλη να κρυφτεί, όταν βρίσκεται πάνω σε όρος. 15 Ούτε ανάβουν λύχνο και τον θέτουν κάτω από το μόδι, αλλά πάνω στο λυχνοστάτη και έτσι λάμπει σε όλους όσοι είναι μέσα στην οικία. 16 Έτσι ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς».
Ο Νόμος
17 «Μη νομίσετε ότι ήρθα να καταλύσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα να καταλύσω, αλλά να συμπληρώσω. 18 Γιατί αλήθεια σας λέω: ωσότου παρέλθει ο ουρανός και η γη, ένα γιώτα ή μια κεραία δε θα παρέλθει από το νόμο, ωσότου όλα γίνουν. 19 Όποιος λοιπόν παραβεί μία από τις πολύ μικρές αυτές εντολές και διδάξει έτσι τους ανθρώπους, πολύ μικρός θα κληθεί στη βασιλεία των ουρανών. Όποιος όμως τις εφαρμόσει και τις διδάξει, αυτός μεγάλος θα κληθεί στη βασιλεία των ουρανών. 20 Γιατί σας λέω ότι αν δεν περισσέψει η δικαιοσύνη σας περισσότερο εκείνης των γραμματέων και των Φαρισαίων, δε θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών».
Η οργή
21 «Ακούσατε ότι ειπώθηκε στους αρχαίους: Μη φονεύσεις, και, “όποιος φονεύσει θα είναι ένοχος στο δικαστήριο”. 22 Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που οργίζεται με τον αδελφό του ένοχος θα είναι στο δικαστήριο. Και όποιος πει στον αδελφό του: “Ρακά”, ένοχος θα είναι στο συνέδριο. Όποιος όμως πει: “Μωρέ”, ένοχος θα είναι για τη γέεννα της φωτιάς. 23 Αν προσφέρεις, λοιπόν, το δώρο σου πάνω στο θυσιαστήριο κι εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου, 24 άφησε εκεί το δώρο σου μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε, πρώτα συμφιλιώσου με τον αδελφό σου, και τότε έλα και πρόσφερε το δώρο σου. 25 Να είσαι ευνοϊκός με τον αντίδικό σου γρήγορα, ωσότου είσαι μαζί του στο δρόμο, μην τυχόν σε παραδώσει ο αντίδικος στον κριτή και ο κριτής στο δεσμοφύλακα και ριχτείς στη φυλακή. 26 Αλήθεια σου λέω, δε θα εξέλθεις από εκεί, ωσότου αποδώσεις τον τελευταίο κοδράντη».
Η μοιχεία
27 «Ακούσατε ότι ειπώθηκε: Μη μοιχέψεις. 28 Εγώ όμως σας λέω ότι καθένας που βλέπει γυναίκα, με σκοπό να επιθυμήσει αυτήν, ήδη μοίχεψε με αυτή μέσα στην καρδιά του. 29 Και αν ο οφθαλμός σου ο δεξιός σε σκανδαλίζει, βγάλε τον και ρίξε τον μακριά από εσένα. Γιατί σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μη ριχτεί όλο το σώμα σου στη γέεννα. 30 Και αν το δεξί σου χέρι σε σκανδαλίζει, κόψε το εντελώς και ρίξε το μακριά από εσένα. Γιατί σε συμφέρει να χαθεί ένα από τα μέλη σου και να μην πάει όλο το σώμα σου στη γέεννα».
Το διαζύγιο
(Μτ. 19:9, Μκ. 10:11-12, Λκ. 16:18)
31 «Ειπώθηκε επίσης: Όποιος αποδιώξει τη γυναίκα του ας της δώσει έγγραφο διαζυγίου. 32 Κι εγώ σας λέω ότι καθένας που αποδιώχνει τη γυναίκα του εκτός από λόγο πορνείας την κάνει να μοιχευτεί. Και όποιος νυμφευτεί αποδιωγμένη, μοιχεύεται».
Οι όρκοι
33 «Πάλι ακούσατε ότι ειπώθηκε στους αρχαίους: Μην επιορκήσεις, αλλά να αποδώσεις στον Κύριο τους όρκους σου. 34 Εγώ όμως σας λέω να μην ορκιστείτε καθόλου. Μήτε στον ουρανό, γιατί είναι θρόνος του Θεού· 35 μήτε στη γη, γιατί είναι υποπόδιο των ποδιών του· μήτε στα Ιεροσόλυμα, γιατί είναι πόλη του μεγάλου βασιλιά· 36 μήτε στο κεφάλι σου να ορκιστείς, γιατί δε δύνασαι μία τρίχα να κάνεις λευκή ή μαύρη. 37 Ας είναι λοιπόν ο λόγος σας, ναι και να εννοεί ναι, όχι και να εννοεί όχι. Ενώ ό,τι είναι περισσότερο από αυτά προέρχεται από τον Πονηρό».
Τα αντίποινα
(Λκ. 6:29-30)
38 «Ακούσατε ότι ειπώθηκε: Οφθαλμός αντί για οφθαλμό και δόντι αντί για δόντι. 39 Εγώ όμως σας λέω να μην αντισταθείτε στον κακό άνθρωπο· αλλά σε όποιον σε χαστουκίζει στο δεξί μέρος του σαγονιού σου στρέψε του και το άλλο. 40 Και σ’ αυτόν που θέλει να δικαστεί μ’ εσένα και να πάρει το πουκάμισό σου άσε του και το πανωφόρι. 41 Και με όποιον σε αγγαρέψει ένα μίλι, πήγαινε μαζί του δύο. 42 Σ’ όποιον σου ζητάει δώσε, και αυτόν που θέλει από εσένα να δανειστεί μην τον αποστραφείς».
Αγάπη για τους εχθρούς
(Λκ. 6:27-28, 32-36)
43 «Ακούσατε ότι ειπώθηκε: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου και να μισήσεις τον εχθρό σου. 44 Εγώ όμως σας λέω, αγαπάτε τους εχθρούς σας και προσεύχεστε για όσους σας καταδιώκουν, 45 για να γίνετε γιοι του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς, γιατί τον ήλιο του τον ανατέλλει πάνω σε κακούς και καλούς και βρέχει πάνω σε δίκαιους και άδικους. 46 Γιατί αν αγαπήσετε όσους σας αγαπούν, ποιο μισθό θέλετε να έχετε; Και οι τελώνες το ίδιο δεν κάνουν; 47 Και αν χαιρετήσετε τους αδελφούς σας μόνο, τι περισσότερο κάνετε; Και οι εθνικοί το ίδιο δεν κάνουν; 48 Να είστε λοιπόν εσείς τέλειοι όπως ο Πατέρας σας ο ουράνιος είναι τέλειος».
Κεφάλαιον 6
Η ελεημοσύνη
1 «Προσέχετε μάλιστα τη δικαιοσύνη σας να μην την κάνετε μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν με θαυμασμό. Ειδεμή, βέβαια, μισθό δεν έχετε από τον Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς. 2 Όταν λοιπόν κάνεις ελεημοσύνη, μη σαλπίσεις μπροστά σου όπως ακριβώς κάνουν οι υποκριτές στις συναγωγές και στα δρομάκια, για να δοξαστούν από τους ανθρώπους. Αλήθεια σας λέω, έχουν πάρει πλήρως το μισθό τους. 3 Εσύ, όμως, όταν κάνεις ελεημοσύνη, ας μη γνωρίζει το αριστερό σου τι κάνει το δεξί σου χέρι, 4 για να γίνεται η ελεημοσύνη σου στα κρυφά. Και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά θα σου αποδώσει».
Η προσευχή
(Λκ. 11:2-4)
5 «Και όταν προσεύχεστε, μην είστε όπως οι υποκριτές. Επειδή τους αρέσει να προσεύχονται στημένοι όρθιοι στις συναγωγές και στις γωνίες των πλατειών, για να φανούν στους ανθρώπους. Αλήθεια σας λέω, έχουν πάρει πλήρως το μισθό τους. 6 Εσύ όμως, όταν προσεύχεσαι, είσελθε στο απόμερό σου δωμάτιο και, αφού κλείσεις τη θύρα σου, προσευχήσου στον Πατέρα σου που είναι στα κρυφά. Και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά θα σου αποδώσει. 7 Και όταν προσεύχεστε, μην περιττολογήσετε όπως ακριβώς οι εθνικοί, γιατί αυτοί νομίζουν ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν. 8 Μη λοιπόν ομοιωθείτε με αυτούς. Γιατί ξέρει ο Πατέρας σας αυτά που έχετε ανάγκη, προτού εσείς τα ζητήσετε από αυτόν. 9 Έτσι, λοιπόν, εσείς να προσεύχεστε: Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου· 10 ας έρθει η βασιλεία σου, ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό έτσι και πάνω στη γη. 11 Τον άρτο μας για την ερχόμενη ημέρα, δώσε μας σήμερα. 12 Και άφησε από εμάς τις οφειλές μας, όπως κι εμείς αφήσαμε από τους οφειλέτες μας. 13 Και μη μας φέρεις μέσα σε πειρασμό, αλλά σώσε μας από τον Πονηρό. [Γιατί δική σου είναι η βασιλεία και η δύναμη και η δόξα στους αιώνες. Αμήν.] 14 Γιατί αν αφήσετε στους ανθρώπους παραπτώματα αυτών, θα τα αφήσει και σ’ εσάς ο Πατέρας σας ο ουράνιος. 15 Αν όμως δεν τα αφήσετε στους ανθρώπους, ούτε ο Πατέρας σας θα αφήσει τα δικά σας παραπτώματα».
Η νηστεία
16 «Και όταν νηστεύετε, μη γίνεστε όπως οι υποκριτές σκυθρωποί· γιατί αφήνουν άπλυτα τα πρόσωπά τους, για να φανούν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Αλήθεια σας λέω, έχουν πάρει πλήρως το μισθό τους. 17 Εσύ, όμως, όταν νηστεύεις, άλειψε σαπουνίζοντας το κεφάλι σου και νίψε το πρόσωπό σου, 18 για να μη φανείς στους ανθρώπους πως νηστεύεις, αλλά στον Πατέρα σου που είναι στα κρυφά. Και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά θα σου αποδώσει».
Θησαυρός στον ουρανό
(Λκ. 12:33-34)
19 «Μη θησαυρίζετε για σας θησαυρούς πάνω στη γη, όπου σκόρος και σκουριά τους αφανίζουν και όπου κλέφτες κάνουν διάρρηξη και τους κλέβουν. 20 Αλλά θησαυρίζετε για σας θησαυρούς στον ουρανό, όπου ούτε σκόρος ούτε σκουριά τους αφανίζουν και όπου κλέφτες δεν κάνουν διάρρηξη ούτε τους κλέβουν. 21 Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σου, εκεί θα είναι και η καρδιά σου».
Το φως του σώματος
(Λκ. 11:34-36)
22 «Ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός. Αν λοιπόν είναι ο οφθαλμός σου είναι γενναιόδωρος, όλο το σώμα σου θα είναι φωτεινό. 23 Αν όμως ο οφθαλμός σου είναι φιλάργυρος, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό. Αν λοιπόν το φως που βρίσκεται μέσα σου είναι σκοτάδι, πόσο μεγάλο θα είναι το σκοτάδι!»
Θεός και Μαμμωνάς
(Λκ. 16:13)
24 «Κανείς δε δύναται σε δύο κυρίους να υπηρετεί ως δούλος. Γιατί ή τον ένα θα μισήσει και τον άλλο θα αγαπήσει, ή στον ένα θα προσκολληθεί και τον άλλο θα καταφρονήσει. Δε δύναστε να υπηρετείτε ως δούλοι στο Θεό και στο Μαμμωνά».
Μέριμνες και άγχος
(Λκ. 12:22-34)
25 «Γι’ αυτό σας λέω: μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, μήτε για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι πιο πολύ από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα; 26 Παρατηρήστε τα πετεινά του ουρανού, γιατί δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάγουν σε αποθήκες, και όμως ο Πατέρας σας ο ουράνιος τα τρέφει. Εσείς δε διαφέρετε περισσότερο από αυτά; 27 Και ποιος από εσάς μεριμνώντας δύναται να προσθέσει στο ανάστημά του έναν πήχη; 28 Και για ένδυμα τι μεριμνάτε; Μάθετε ακριβώς πώς αυξάνουν τα κρίνα του αγρού: δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν. 29 Σας λέω όμως ότι ούτε ο Σολομώντας με όλη τη δόξα του δεν ντύθηκε όπως ένα από αυτά. 30 Αν λοιπόν το χορτάρι του αγρού, που σήμερα υπάρχει και αύριο ρίχνεται στο φούρνο, ο Θεός έτσι το ντύνει, δε θα ντύσει πολύ περισσότερο εσάς ολιγόπιστοι; 31 Μη λοιπόν μεριμνήσετε λέγοντας: “Τι θα φάμε”; ή “Τι θα πιούμε”; ή “Τι θα ντυθούμε”; 32 Γιατί όλα αυτά τα επιζητούν οι εθνικοί. Ξέρει βέβαια ο Πατέρας σας ο ουράνιος ότι χρειάζεστε όλα αυτά. 33 Αλλά ζητάτε πρώτα τη βασιλεία του Θεού και τη δικαιοσύνη του και όλα αυτά θα σας προστεθούν. 34 Μη λοιπόν μεριμνήσετε για το αύριο, γιατί το αύριο θα μεριμνήσει για τον εαυτό του· αρκετή για την ημέρα η κακοπάθειά της».
Κεφάλαιον 7
Περί κατακρίσεως του πλησίον
(Λκ. 6:37-38, 41-42)
1 «Μην κρίνετε, για να μην κριθείτε. 2 Γιατί με όποια κρίση κρίνετε θα κριθείτε, και με όποιο μέτρο μετράτε, θα μετρηθεί σ’ εσάς. 3 Και γιατί βλέπεις την αγκίδα που είναι μέσα στο μάτι του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι μέσα στο δικό σου μάτι δεν παρατηρείς; 4 Ή πώς θα πεις στον αδελφό σου: “Άφησε να βγάλω την αγκίδα από το μάτι σου”, ενώ ιδού, το δοκάρι είναι μέσα στο μάτι το δικό σου; 5 Υποκριτή, βγάλε πρώτα από το μάτι το δικό σου το δοκάρι, και τότε θα δεις καθαρά, για να βγάλεις την αγκίδα από το μάτι του αδελφού σου. 6 Μη δώσετε το άγιο στα σκυλιά, μήτε να ρίξετε τα μαργαριτάρια σας μπροστά στους χοίρους, μην τυχόν τα καταπατήσουν με τα πόδια τους και μετά στραφούν και σας ξεσκίσουν».
Ζητάτε, ερευνάτε, χτυπάτε τη θύρα
(Λκ. 11:9-13)
7 «Ζητάτε και θα σας δοθεί, ερευνάτε και θα βρείτε, κρούετε και θα σας ανοιχτεί. 8 Γιατί καθένας που ζητά λαβαίνει και όποιος ερευνά βρίσκει και σ’ όποιον κρούει θα του ανοιχτεί. 9 Ή ποιος άνθρωπος είναι από εσάς, που αν του ζητήσει ο γιος του άρτο, μήπως θα του δώσει ένα λίθο; 10 Ή και αν ζητήσει ψάρι, μήπως θα του δώσει ένα φίδι; 11 Αν λοιπόν εσείς που είστε κακοί ξέρετε δοσίματα αγαθά να δίνετε στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα δώσει αγαθά σε όσους του ζητούν!»
Ο χρυσός κανόνας
12 «Όλα όσα θέλετε, λοιπόν, να κάνουν σ’ εσάς οι άνθρωποι, έτσι κι εσείς να κάνετε σ’ αυτούς· γιατί αυτός είναι ο νόμος και οι προφήτες».
Η στενή πύλη
(Λκ. 13:24)
13 «Εισέλθετε από τη στενή πύλη· γιατί πλατιά η πύλη και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην απώλεια και πολλοί είναι που εισέρχονται από αυτή. 14 Τι στενή που είναι η πύλη και θλιμμένη η οδός που οδηγεί στη ζωή, και λίγοι είναι εκείνοι που τη βρίσκουν!»
Το δέντρο αναγνωρίζεται από τους καρπούς του
(Λκ. 6:43-44)
15 «Προσέχετε από τους ψευδοπροφήτες, οι οποίοι έρχονται προς εσάς με ενδύματα προβάτων, ενώ από μέσα είναι λύκοι άρπαγες. 16 Από τους καρπούς τους θα τους αναγνωρίσετε. Μήπως μαζεύουν από αγκάθια σταφύλια ή από τριβόλια σύκα; 17 Έτσι, κάθε δέντρο αγαθό κάνει καρπούς καλούς, ενώ το σάπιο δέντρο κάνει καρπούς κακούς. 18 Δε δύναται δέντρο αγαθό να κάνει καρπούς κακούς ούτε δέντρο σάπιο να κάνει καρπούς καλούς. 19 Κάθε δέντρο που δεν κάνει καλό καρπό κόβεται εντελώς και ρίχνεται στη φωτιά. 20 Άρα, βεβαίως, από τους καρπούς τους θα τους αναγνωρίσετε».
«Ποτέ δε σας γνώρισα»
(Λκ. 13:25-27)
21 «Καθένας που μου λέει “Κύριε, Κύριε” δε θα εισέλθει στη βασιλεία των ουρανών, αλλά αυτός που κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. 22 Πολλοί θα μου πουν εκείνη την ημέρα: “Κύριε, Κύριε, στο δικό σου όνομα δεν προφητέψαμε και στο δικό σου όνομα δε βγάλαμε δαιμόνια και στο δικό σου όνομα δεν κάναμε πολλές θαυματουργικές δυνάμεις”; 23 Και τότε θα τους ομολογήσω: “Ποτέ δε σας γνώρισα· αποχωρείτε από εμένα οι εργαζόμενοι την ανομία”».
Τα δύο θεμέλια
(Λκ. 6:47-49)
24 «Καθένας λοιπόν που ακούει τούτους τους λόγους μου και τους εφαρμόζει θα ομοιωθεί με φρόνιμο άνθρωπο, ο οποίος οικοδόμησε την οικία του πάνω στο βράχο. 25 Και κατέβηκε η βροχή και ήρθαν οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και έπεσαν πάνω στην οικία εκείνη, αλλά δεν έπεσε, γιατί είχε θεμελιωθεί πάνω στο βράχο. 26 Και καθένας που ακούει τους λόγους μου τούτους και δεν τους εφαρμόζει θα ομοιωθεί με άνθρωπο μωρό, ο οποίος οικοδόμησε την οικία του πάνω στην άμμο. 27 Και κατέβηκε η βροχή και ήρθαν οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και χτύπησαν πάνω στην οικία εκείνη· και έπεσε, και η πτώση της ήταν μεγάλη». 28 Και συνέβηκε, όταν τελείωσε ο Ιησούς τους λόγους αυτούς, να εκπλήττονται τα πλήθη για τη διδαχή του. 29 Γιατί τους δίδασκε συνεχώς όπως ένας που έχει εξουσία, και όχι όπως οι γραμματείς τους.
Κεφάλαιον 8
Ο καθαρισμός του λεπρού
(Μκ. 1:40-45, Λκ. 5:12-16)
1 Και όταν αυτός κατέβηκε από το όρος, τον ακολούθησαν πλήθη πολλά. 2 Και ιδού, ένας λεπρός πλησίασε και τον προσκυνούσε λέγοντας: «Κύριε, αν θέλεις δύνασαι να με καθαρίσεις». 3 Και αυτός εξέτεινε το χέρι του και τον άγγιξε λέγοντας: «Θέλω, καθαρίσου». Και αμέσως καθαρίστηκε η λέπρα του. 4 Και τότε του λέει ο Ιησούς: «Κοίτα να μην το πεις σε κανέναν, αλλά πήγαινε, δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο που πρόσταξε ο Μωυσής, ως μαρτυρία σ’ αυτούς».
Η θεραπεία του δούλου ενός εκατόνταρχου
(Λκ. 7:1-10, Ιν. 4:43-54)
5 Και όταν αυτός εισήλθε στην Καπερναούμ, πλησίασε σ’ αυτόν ένας εκατόνταρχος παρακαλώντας τον 6 και λέγοντας: «Κύριε, ο δούλος μου έχει πέσει παράλυτος στην οικία μου και βασανίζεται φοβερά». 7 Τότε ο Ιησούς τού λέει: «Εγώ, αφού έρθω, θα τον θεραπεύσω». 8 Αλλά αποκρίθηκε ο εκατόνταρχος και είπε: «Κύριε, δεν είμαι ικανός να εισέλθεις κάτω από τη στέγη μου. Αλλά πες το μόνο με λόγια, και θα γιατρευτεί ο δούλος μου. 9 Γιατί κι εγώ είμαι άνθρωπος κάτω από εξουσία, έχοντας κάτω από τον εαυτό μου στρατιώτες, και λέω σε τούτον: “Πήγαινε”, και πηγαίνει. Και στον άλλο: “Έλα”, και έρχεται. Και στο δούλο μου: “Κάνε αυτό”, και το κάνει». 10 Όταν το άκουσε τότε ο Ιησούς, θαύμασε και είπε σ’ όσους τον ακολουθούσαν: «Αλήθεια σας λέω, σε κανέναν δε βρήκα τόσο πολλή πίστη μέσα στο λαό Ισραήλ. 11 Σας λέω μάλιστα ότι πολλοί από ανατολικά και δυτικά θα έρθουν και θα καθίσουν, για να φάνε μαζί με τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ μέσα στη βασιλεία των ουρανών, 12 ενώ οι γιοι της βασιλείας θα πεταχτούν έξω στο σκότος το εξώτερο. Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών». 13 Και μετά είπε ο Ιησούς στον εκατόνταρχο: «Πήγαινε, ας γίνει σ’ εσένα όπως πίστεψες». Και ο δούλος του γιατρεύτηκε εκείνη την ώρα.
Θεραπεία πολλών ανθρώπων
(Μκ. 1:29-34, Λκ. 4:38-41)
14 Και όταν ο Ιησούς ήρθε στην οικία του Πέτρου, είδε την πεθερά του πεσμένη στο κρεβάτι και με πυρετό. 15 Και τότε άγγιξε το χέρι της και την άφησε ο πυρετός, και σηκώθηκε και τον διακονούσε. 16 Όταν λοιπόν βράδιασε, έφεραν προς αυτόν πολλούς δαιμονισμένους. Και έβγαλε τα πνεύματα με το λόγο του και θεράπευσε όλους όσοι ήταν σε κακή κατάσταση, 17 για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε μέσω του προφήτη Ησαΐα, όταν έλεγε: Αυτός έλαβε τις ασθένειές μας και βάσταξε τις νόσους μας.
Προϋποθέσεις της μαθητείας
(Λκ. 9:57-62)
18 Όταν λοιπόν ο Ιησούς είδε πλήθος γύρω του, διέταξε να πάνε αντίπερα στη λίμνη. 19 Τότε πλησίασε ένας γραμματέας και του είπε: «Δάσκαλε, θα σε ακολουθήσω όπου κι αν πηγαίνεις». 20 Και ο Ιησούς του λέει: «Οι αλεπούδες έχουν φωλιές και τα πετεινά του ουρανού προσωρινές κατοικίες, αλλά ο Υιός του ανθρώπου δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι του». 21 Και άλλος από τους μαθητές του του είπε: «Κύριε, επίτρεψέ μου πρώτα να πάω και να θάψω τον πατέρα μου». 22 Αλλά ο Ιησούς του λέει: «Ακολούθα με και άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς».
Η κατάπαυση της τρικυμίας
(Μκ. 4:35-41, Λκ. 8:22-25)
23 Και όταν αυτός μπήκε στο πλοίο, τον ακολούθησαν οι μαθητές του. 24 Και ιδού, έγινε μεγάλη τρικυμία στη λίμνη, ώστε το πλοίο να καλύπτεται από τα κύματα· αυτός όμως κοιμότανε. 25 Και πλησίασαν και τον ξύπνησαν λέγοντας: «Κύριε, σώσε μας, χανόμαστε». 26 Και τους λέει: «Γιατί είστε δειλοί, ολιγόπιστοι;» Τότε, αφού σηκώθηκε, επιτίμησε τους ανέμους και τη θάλασσα, και έγινε γαλήνη μεγάλη. 27 Οι άνθρωποι τότε θαύμασαν λέγοντας: «Τι είδους είναι αυτός που και οι άνεμοι και η θάλασσα τον υπακούνε;»
Η θεραπεία των δαιμονισμένων Γαδαρηνών
(Μκ. 5:1-20, Λκ. 8:26-39)
28 Και όταν αυτός ήρθε αντίπερα στη λίμνη, στη χώρα των Γαδαρηνών, τον συνάντησαν δύο δαιμονισμένοι που εξέρχονταν από τα μνήματα, πολύ επικίνδυνοι, ώστε να μην μπορεί κανείς να περάσει από εκείνη την οδό. 29 Και ιδού, έκραξαν λέγοντας: «Τι σχέση έχουμε εμείς κι εσύ, Υιέ του Θεού; Ήρθες εδώ πριν από τον καθορισμένο καιρό, για να μας βασανίσεις;» 30 Ήταν λοιπόν μακριά από αυτούς μια αγέλη πολλών χοίρων που έβοσκε. 31 Και οι δαίμονες τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Αν μας βγάλεις, απόστειλέ μας στην αγέλη των χοίρων». 32 Και τους είπε: «Πηγαίνετε». Εκείνοι, αφού εξήλθαν, πήγαν στους χοίρους. Και ιδού, όρμησε όλη η αγέλη κάτω στον γκρεμό, στη λίμνη, και πέθαναν μέσα στα νερά. 33 Και αυτοί που τους έβοσκαν έφυγαν και, όταν πήγαν στην πόλη, τα ανάγγειλαν όλα, και όσα συνέβηκαν με τους δαιμονισμένους. 34 Και ιδού, όλη η πόλη εξήλθε για να συναντήσει τον Ιησού και, όταν τον είδαν, τον παρακάλεσαν να φύγει από τα όριά τους.
Κεφάλαιον 9
Η θεραπεία ενός παράλυτου
(Μκ. 2:1-12, Λκ. 5:17-26)
1 Και αφού μπήκε σε πλοίο, διαπέρασε τη λίμνη και ήρθε στη δική του πόλη. 2 Και ιδού, έφεραν προς αυτόν έναν παράλυτο βαλμένο πάνω σ’ ένα κρεβάτι. Και όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Έχε θάρρος, τέκνο μου, σου αφήνονται οι αμαρτίες». 3 Και ιδού, μερικοί από τους γραμματείς είπαν μέσα τους: «Αυτός βλαστημά». 4 Και επειδή είδε ο Ιησούς τις σκέψεις τους, είπε: «Γιατί σκέφτεστε κακά μέσα στις καρδιές σας; 5 Γιατί, τι είναι ευκολότερο, να πω: “Σου αφήνονται οι αμαρτίες”, ή να πω: “Σήκω και περπάτα”; 6 Αλλά για να μάθετε ότι εξουσία έχει ο Υιός του ανθρώπου πάνω στη γη να αφήνει αμαρτίες» – τότε λέει στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στον οίκο σου». 7 Και εκείνος σηκώθηκε και έφυγε για τον οίκο του. 8 Και όταν το είδαν τα πλήθη, φοβήθηκαν και δόξασαν το Θεό που έδωσε τέτοια εξουσία στους ανθρώπους.
Η κλήση του Ματθαίου
(Μκ. 2:13-17, Λκ. 5:27-32)
9 Και περνώντας ο Ιησούς εκεί κοντά, είδε έναν άνθρωπο να κάθεται στο τελωνείο, που τον έλεγαν Ματθαίο, και του λέει: «Ακολούθα με». Και σηκώθηκε και τον ακολούθησε. 10 Και τότε ιδού, συνέβηκε, ενώ αυτός ξάπλωνε, για να φάει μέσα στην οικία, να έρθουν πολλοί τελώνες και αμαρτωλοί και να ξαπλώσουν, για να φάνε μαζί με τον Ιησού και τους μαθητές του. 11 Και όταν το είδαν οι Φαρισαίοι, έλεγαν στους μαθητές του: «Γιατί μαζί με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς τρώει ο δάσκαλός σας;» 12 Εκείνος, επειδή το άκουσε, είπε: «Δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς από γιατρό, αλλά οι ασθενείς. 13 Πηγαίνετε, λοιπόν, και μάθετε τι σημαίνει: Έλεος θέλω και όχι θυσία. Γιατί δεν ήρθα να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς».
Το θέμα της νηστείας
(Μκ. 2:18-22, Λκ. 5:33-39)
14 Τότε πλησιάζουν σ’ αυτόν οι μαθητές του Ιωάννη λέγοντας: «Γιατί εμείς και οι Φαρισαίοι νηστεύουμε πολύ, ενώ οι μαθητές σου δε νηστεύουν;» 15 Και τους είπε ο Ιησούς: «Μήπως δύνανται οι καλεσμένοι στο γάμο να πενθούν, εφόσον μαζί τους είναι ο γαμπρός; Θα έρθουν όμως ημέρες, όταν αφαιρεθεί από αυτούς ο γαμπρός, και τότε θα νηστέψουν. 16 Και κανείς δε βάζει μπάλωμα από ασυρρίκνωτο καινούργιο ύφασμα πάνω σε ρούχο παλιό. Γιατί τραβάει το συμπλήρωμά του το ρούχο, και χειρότερο σχίσιμο γίνεται. 17 Ούτε βάζουν κρασί νέο σε ασκιά παλιά. Ειδεμή, σπάζουν βέβαια τα ασκιά, και το κρασί χύνεται έξω και τα ασκιά χάνονται. Αλλά κρασί νέο βάζουν σε ασκιά καινούργια, και έτσι και τα δύο συντηρούνται».
Η θυγατέρα του άρχοντα και η γυναίκα με την αιμορραγία
(Μκ. 5:21-43, Λκ. 8:40-56)
18 Αυτά ενώ τους έλεγε, ιδού, ένας άρχοντας ήρθε και τον προσκυνούσε λέγοντας: «Η θυγατέρα μου πριν από λίγο πέθανε. Αλλά έλα και θέσε το χέρι σου πάνω της και θα ζήσει». 19 Τότε σηκώθηκε ο Ιησούς και τον ακολούθησε και μαζί οι μαθητές του. 20 Και ιδού, μια γυναίκα που αιμορραγούσε δώδεκα έτη, αφού πλησίασε από πίσω του, άγγιξε το κράσπεδο του ρούχου του. 21 Γιατί έλεγε μέσα της: «Αν μόνο αγγίξω το ρούχο του, θα σωθώ». 22 Και ο Ιησούς, αφού στράφηκε και την είδε, είπε: «Έχε θάρρος θυγατέρα μου· η πίστη σου σε έχει σώσει». Και σώθηκε η γυναίκα από την ώρα εκείνη. 23 Και ο Ιησούς ήρθε στην οικία του άρχοντα και, όταν είδε τους αυλητές και το πλήθος να θορυβεί, 24 έλεγε: «Αναχωρείτε, γιατί δεν πέθανε το κοριτσάκι αλλά κοιμάται». Και τον περιγελούσαν. 25 Όταν λοιπόν βγήκε έξω το πλήθος, εισήλθε και κράτησε το χέρι της, και σηκώθηκε το κοριτσάκι. 26 Και εξήλθε η φήμη αυτή σε όλη εκείνη την περιοχή.
Η θεραπεία των δύο τυφλών
27 Και καθώς περνούσε από εκεί ο Ιησούς, τον ακολούθησαν δύο τυφλοί κράζοντας και λέγοντας: «Ελέησέ μας, γιε του Δαβίδ». 28 Και όταν ήρθε στην οικία, πλησίασαν σε αυτόν οι τυφλοί και τους λέει ο Ιησούς: «Πιστεύετε ότι δύναμαι αυτό να το κάνω;» Του λένε: «Ναι, Κύριε». 29 Τότε άγγιξε τους οφθαλμούς τους λέγοντας: «Κατά την πίστη σας ας γίνει σ’ εσάς». 30 Και ανοίχτηκαν οι οφθαλμοί τους. Τότε τους μίλησε αυστηρά ο Ιησούς λέγοντας: «Κοιτάτε κανείς να μην το μάθει». 31 Αυτοί, όταν εξήλθαν από την οικία, τον διαφήμισαν σε όλη την περιοχή εκείνη.
Η θεραπεία του κωφάλαλου
32 Και ενώ αυτοί εξέρχονταν, ιδού, έφεραν προς αυτόν έναν άνθρωπο κωφάλαλο δαιμονισμένο. 33 Και όταν βγήκε το δαιμόνιο, μίλησε ο κωφάλαλος. Και θαύμασαν τα πλήθη λέγοντας: «Ποτέ δε φάνηκε έτσι, στο λαό Ισραήλ!» 34 Αλλά οι Φαρισαίοι έλεγαν: «Μέσω του άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια».
Η ευσπλαχνία του Ιησού
35 Και ο Ιησούς περιήλθε όλες τις πόλεις και τα χωριά, διδάσκοντας στις συναγωγές τους και κηρύττοντας το ευαγγέλιο της βασιλείας και θεραπεύοντας κάθε νόσο και κάθε αδυναμία. 36 Και όταν είδε τα πλήθη, σπλαχνίστηκε αυτά, γιατί ήταν τυραννισμένα και σκορπισμένα σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα. 37 Τότε λέει στους μαθητές του: «Αφενός ο θερισμός είναι πολύς, αφετέρου οι εργάτες λίγοι. 38 Δεηθείτε, λοιπόν, στον Κύριο του θερισμού, για να βγάλει εργάτες στο θερισμό του».
Κεφάλαιον 10
Οι δώδεκα απόστολοι
(Μκ. 3:13-19, Λκ. 6:12-16)
1 Και αφού προσκάλεσε τους δώδεκα μαθητές του, τους έδωσε εξουσία στα ακάθαρτα πνεύματα, ώστε να τα βγάζουν, και να θεραπεύουν κάθε νόσο και κάθε αδυναμία. 2 Τα ονόματα, λοιπόν, των δώδεκα αποστόλων είναι αυτά: πρώτος ο Σίμωνας, ο λεγόμενος Πέτρος, και ο Ανδρέας ο αδελφός του, και ο Ιάκωβος ο γιος του Ζεβεδαίου και ο Ιωάννης ο αδελφός του, 3 ο Φίλιππος και ο Βαρθολομαίος, ο Θωμάς και ο Ματθαίος ο τελώνης, ο Ιάκωβος ο γιος του Αλφαίου και ο Θαδδαίος, 4 ο Σίμωνας ο Καναναίος και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο οποίος και τον παράδωσε.
Οδηγίες για την αποστολή
(Μκ. 6:7-13, Λκ. 9:1-6)
5 Τούτους τους δώδεκα απέστειλε ο Ιησούς και τους παράγγειλε λέγοντας: «Σε οδό εθνών μην πηγαίνετε και σε πόλη Σαμαρειτών μην εισέλθετε. 6 Αλλά πορεύεστε μάλλον προς τα πρόβατα τα χαμένα του οίκου Ισραήλ. 7 Και καθώς πορεύεστε, να κηρύττετε λέγοντας: “Έχει πλησιάσει η βασιλεία των ουρανών”. 8 Ασθενείς θεραπεύετε, νεκρούς εγείρετε, λεπρούς καθαρίζετε, δαιμόνια βγάζετε· δωρεάν λάβατε, δωρεάν δώστε. 9 Μην κατέχετε χρυσά νομίσματα μήτε αργυρά μήτε χάλκινα στις ζώνες σας· 10 μην έχετε σακίδιο στο δρόμο μήτε δυο πουκάμισα μήτε υποδήματα μήτε ραβδί. Γιατί ο εργάτης είναι άξιος της τροφής του. 11 Σ’ όποια λοιπόν πόλη ή χωριό εισέλθετε, εξετάστε ποιος μέσα σ’ αυτήν είναι άξιος· κι εκεί μείνετε, ωσότου εξέλθετε για να φύγετε. 12 Και όταν εισέρχεστε σ’ εκείνη την οικία, χαιρετήστε την. 13 Και αφενός, αν είναι άξια η οικία, ας έρθει η ειρήνη σας σ’ αυτήν· αφετέρου, αν δεν είναι άξια, η ειρήνη σας προς εσάς ας επιστρέψει. 14 Και σε όποιον δε σας δεχτεί μήτε ακούσει τα λόγια σας, όταν βγαίνετε έξω από την οικία ή την πόλη εκείνη, τινάξτε του μακριά τη σκόνη των ποδιών σας. 15 Αλήθεια σας λέω, περισσότερη ανεκτικότητα θα υπάρχει για τη χώρα των Σοδόμων και των Γομόρρων κατά την ημέρα της κρίσης παρά για την πόλη εκείνη».
Οι επερχόμενοι διωγμοί
(Μκ. 13:9-13, Λκ. 21:12-17)
16 «Ιδού, εγώ σας αποστέλλω σαν πρόβατα στο μέσο λύκων. Να γίνεστε λοιπόν φρόνιμοι σαν τα φίδια και άκακοι σαν τα περιστέρια. 17 Προσέχετε μάλιστα από τους ανθρώπους· γιατί θα σας παραδώσουν σε συνέδρια, και θα σας μαστιγώσουν στις συναγωγές τους. 18 Αλλά και μπροστά σε ηγεμόνες και σε βασιλιάδες θα οδηγηθείτε εξαιτίας μου, για να δώσετε μαρτυρία σ’ αυτούς και στα έθνη. 19 Όταν λοιπόν σας παραδώσουν, μη μεριμνήσετε πώς ή τι θα μιλήσετε. Γιατί θα σας δοθεί εκείνη την ώρα τι να μιλήσετε. 20 Γιατί δεν είστε εσείς που θα μιλάτε, αλλά το Πνεύμα του Πατέρα σας, που θα μιλάει μέσα από εσάς. 21 Θα παραδώσει, λοιπόν, ο αδελφός τον αδελφό σε θάνατο και ο πατέρας το παιδί, και θα επαναστατήσουν παιδιά ενάντια σε γονείς και θα τους θανατώσουν. 22 Και θα είστε μισούμενοι από όλους για το όνομά μου. Αλλά όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί. 23 Και όταν σας καταδιώκουν στη μια πόλη, φεύγετε στην άλλη. Γιατί αλήθεια σας λέω, δε θα τελειώσετε τις πόλεις του Ισραήλ, ωσότου έρθει ο Υιός του ανθρώπου. 24 Δεν υπάρχει μαθητής πάνω από το δάσκαλό του ούτε δούλος πάνω από τον κύριό του. 25 Αρκετό είναι στο μαθητή να γίνει όπως ο δάσκαλός του και ο δούλος όπως ο κύριός του. Αν τον οικοδεσπότη αποκάλεσαν Βεελζεβούλ, πόσο μάλλον τους οικιακούς του!»
«Ποιον να φοβάστε»
(Λκ. 12:2-7)
26 «Μη λοιπόν τους φοβηθείτε· γιατί τίποτα δεν υπάρχει καλυμμένο που δε θα αποκαλυφτεί και κρυφό που δε θα γνωριστεί. 27 Ό,τι σας λέω στο σκοτάδι πέστε το στο φως· και ό,τι ακούτε στο αυτί κηρύξτε το από τα δώματα επάνω. 28 Και μη φοβάστε από εκείνους που σκοτώνουν το σώμα, ενώ την ψυχή δε δύνανται να σκοτώσουν. Αλλά να φοβάστε μάλλον εκείνον που δύναται και ψυχή και σώμα να καταστρέψει μέσα στη γέεννα. 29 Δυο σπουργίτια δεν πουλιούνται για ένα ασσάριο; Και όμως ένα από αυτά δε θα πέσει στη γη χωρίς τη θέληση του Πατέρα σας. 30 Σ’ εσάς, όμως, και οι τρίχες της κεφαλής σας όλες είναι αριθμημένες. 31 Μη λοιπόν φοβάστε· από πολλά σπουργίτια διαφέρετε εσείς».
Να ομολογούμε το Χριστό στους ανθρώπους
(Λκ. 12:8-9)
32 «Καθέναν, λοιπόν, που θα με ομολογήσει ζώντας μέσα σ’ εμένα μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω κι εγώ ζώντας μέσα σ’ αυτόν μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. 33 Όποιον όμως με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα αρνηθώ κι εγώ αυτόν μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς».
Όχι ειρήνη, αλλά μάχαιρα
(Λκ. 12:51-53, 14:26-27)
34 «Μη νομίσετε ότι ήρθα να βάλω ειρήνη πάνω στη γη. Δεν ήρθα να βάλω ειρήνη αλλά μάχαιρα. 35 Γιατί ήρθα να διχάσω άνθρωπο κατά του πατέρα του και θυγατέρα κατά της μητέρας της και νύφη κατά της πεθεράς της. 36 Και εχθροί του ανθρώπου θα είναι οι οικιακοί του. 37 Όποιος αγαπάει πατέρα ή μητέρα περισσότερο από εμένα δεν μου είναι άξιος, και όποιος αγαπάει γιο ή θυγατέρα περισσότερο από εμένα δεν μου είναι άξιος. 38 Και όποιος δε λαβαίνει το σταυρό του και ακολουθεί πίσω μου δεν μου είναι άξιος. 39 Όποιος βρει τη ζωή του θα τη χάσει, και όποιος χάσει τη ζωή του για χάρη μου θα τη βρει».
Ο μισθός
(Μκ. 9:41)
40 «Όποιος δέχεται εσάς δέχεται εμένα· και όποιος δέχεται εμένα, δέχεται αυτόν που με απέστειλε. 41 Όποιος δέχεται προφήτη, γιατί είναι προφήτης, θα λάβει μισθό προφήτη· και όποιος δέχεται δίκαιο, γιατί είναι δίκαιος, θα λάβει μισθό δικαίου. 42 Και όποιος δώσει να πιει σε έναν από τους μικρούς αυτούς μόνο ένα ποτήρι κρύο νερό γιατί είναι μαθητής μου, αλήθεια σας λέω, δε θα χάσει το μισθό του».
Κεφάλαιον 11
1 Και όταν τελείωσε ο Ιησούς να διατάζει τους δώδεκα μαθητές του, συνέβηκε να φύγει από εκεί και πήγε για να διδάσκει και να κηρύττει στις πόλεις τους.
Οι απεσταλμένοι του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Λκ. 7:18-35)
2 Και ο Ιωάννης, όταν άκουσε μέσα στη φυλακή τα έργα του Χριστού, έστειλε μήνυμα με τους μαθητές του 3 και του είπε: «Εσύ είσαι ο ερχόμενος ή άλλον να προσδοκούμε;» 4 Τότε αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους είπε: «Πηγαίνετε και αναγγείλετε στον Ιωάννη αυτά που ακούτε και βλέπετε: 5 τυφλοί αποκτούν το φως τους και χωλοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και κουφοί ακούν, και νεκροί εγείρονται και φτωχοί ευαγγελίζονται. 6 Και μακάριος είναι αυτός που δε θα σκανδαλιστεί με εμένα». 7 Και ενώ αυτοί πορεύονταν, άρχισε ο Ιησούς να λέει στα πλήθη για τον Ιωάννη: «Τι εξήλθατε στην έρημο να δείτε με θαυμασμό; Καλάμι που σαλεύεται από άνεμο; 8 Όχι, βέβαια. Αλλά τι εξήλθατε να δείτε; Άνθρωπο με μαλακά ρούχα ντυμένο; Ιδού, αυτοί που φορούν τα μαλακά είναι στους οίκους των βασιλιάδων. 9 Αλλά τι εξήλθατε να δείτε; Προφήτη; Ναι, σας λέω, και περισσότερο από προφήτη. 10 Αυτός είναι για τον οποίο έχει γραφτεί: Ιδού, εγώ αποστέλλω τον αγγελιοφόρο μου πριν από το πρόσωπό σου, ο οποίος θα παρασκευάσει την οδό σου μπροστά σου. 11 Αλήθεια σας λέω: δεν έχει εγερθεί μεταξύ των γεννημένων από γυναίκες μεγαλύτερος από τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Αλλά ο μικρότερος στη βασιλεία των ουρανών είναι μεγαλύτερος από αυτόν. 12 Και από τις ημέρες του Ιωάννη του Βαπτιστή ως τώρα η βασιλεία των ουρανών παραβιάζεται και βίαιοι την αρπάζουν. 13 Γιατί όλοι οι προφήτες και ο νόμος ως τον Ιωάννη προφήτεψαν. 14 Και αν θέλετε, δεχτείτε το: αυτός είναι ο Ηλίας που μέλλει να έρχεται. 15 Όποιος έχει αυτιά ας ακούει. 16 Με τι λοιπόν να παρομοιάσω τη γενιά αυτή; Είναι όμοια με παιδιά που κάθονται στις αγορές, τα οποία παίζοντας φωνάζουν στα άλλα 17 και λένε: “Σας παίξαμε αυλό και δε χορέψατε, θρηνήσαμε και δε χτυπήσατε τα στήθη σας”. 18 Γιατί ήρθε ο Ιωάννης που μήτε τρώει μήτε πίνει, και λένε: “Δαιμόνιο έχει”. 19 Ήρθε ο Υιός του ανθρώπου που τρώει και πίνει, και λένε: “Ιδού άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος τελωνών και αμαρτωλών”. Και δικαιώθηκε η σοφία από τα έργα της».
Αλίμονο στις αμετανόητες πόλεις
(Λκ. 10:13-15)
20 Τότε άρχισε να επιτιμά τις πόλεις στις οποίες έγιναν οι περισσότερες θαυματουργικές δυνάμεις του, επειδή δε μετανόησαν: 21 «Αλίμονο σ’ εσένα Χοραζίν· αλίμονο σ’ εσένα Βηθσαϊδά. Γιατί αν μέσα στην Τύρο και στη Σιδώνα γίνονταν οι θαυματουργικές δυνάμεις που έγιναν σ’ εσάς, από καιρό θα είχαν μετανοήσει με σάκο και στάχτη. 22 Όμως σας λέω: για την Τύρο και για τη Σιδώνα θα υπάρχει περισσότερη ανεκτικότητα κατά την ημέρα της κρίσης παρά για σας. 23 Κι εσύ Καπερναούμ, μήπως ως τον ουρανό θα υψωθείς; Ως τον άδη θα κατεβείς! Γιατί αν στα Σόδομα γίνονταν οι θαυματουργικές δυνάμεις που έγιναν σ’ εσένα, θα έμεναν μέχρι σήμερα. 24 Όμως σας λέω ότι για τη χώρα των Σοδόμων περισσότερη ανεκτικότητα θα υπάρχει κατά την ημέρα της κρίσης παρά για σένα».
«Ελάτε προς εμένα να βρείτε ανάπαυση»
(Λκ. 10:21-22)
25 Κατ’ εκείνον τον καιρό έλαβε το λόγο ο Ιησούς και είπε: «Ομολογώ τη δόξα σου, Πατέρα, Κύριε του ουρανού και της γης, γιατί έκρυψες αυτά από σοφούς και συνετούς και τα αποκάλυψες σε νήπια. 26 Ναι, Πατέρα, γιατί έτσι ευαρεστήθηκες. 27 Όλα μου παραδόθηκαν από τον Πατέρα μου, και κανείς δε γνωρίζει καλά τον Υιό παρά μόνο ο Πατέρας, ούτε τον Πατέρα γνωρίζει κανείς καλά παρά μόνο ο Υιός και αυτός στον οποίο θέλει ο Υιός να τον αποκαλύψει. 28 Ελάτε προς εμένα όλοι όσοι κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι, κι εγώ θα σας αναπαύσω. 29 Σηκώστε το ζυγό μου πάνω σας και μάθετε από εμένα, γιατί πράος είμαι και ταπεινός στην καρδιά, και θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας. 30 Γιατί ο ζυγός μου είναι απαλός και το φορτίο μου ελαφρό».
Κεφάλαιον 12
Η τήρηση του Σαββάτου
(Μκ. 2:23-28, Λκ. 6:1-5)
1 Κατ’ εκείνον τον καιρό πορεύτηκε ο Ιησούς το Σάββατο μέσα από τα σπαρτά. Οι μαθητές του, λοιπόν, πείνασαν και άρχισαν να μαδούν στάχυα και να τα τρώνε. 2 Αλλά οι Φαρισαίοι, όταν τους είδαν, του είπαν: «Ιδού, οι μαθητές σου κάνουν αυτό που δεν επιτρέπεται να κάνουν το Σάββατο». 3 Εκείνος τους είπε: «Δε διαβάσατε τι έκανε ο Δαβίδ, όταν πείνασε αυτός και όσοι ήταν μαζί του; 4 Πώς εισήλθε στον οίκο του Θεού και τους άρτους της προθέσεως έφαγαν, που δεν επιτρεπόταν σ’ αυτόν να φάει ούτε σ’ όσους ήταν μαζί του παρά μόνο στους ιερείς; 5 Ή δε διαβάσατε μέσα στο νόμο ότι τα Σάββατα οι ιερείς μέσα στο ναό βεβηλώνουν το Σάββατο και είναι αθώοι; 6 Σας λέω, λοιπόν, ότι κάτι μεγαλύτερο από το ναό είναι εδώ. 7 Και αν είχατε γνωρίσει τι σημαίνει: Έλεος θέλω και όχι θυσία, δε θα καταδικάζατε τους αθώους. 8 Γιατί ο Υιός του ανθρώπου είναι Κύριος του Σαββάτου».
Ο άνθρωπος με το ξερό χέρι
(Μκ. 3:1-6, Λκ. 6:6-11)
9 Και αφού έφυγε από εκεί, ήρθε στη συναγωγή τους. 10 Και ιδού ένας άνθρωπος που είχε ξερό χέρι. Τότε τον επερώτησαν λέγοντας: «Άραγε επιτρέπεται να θεραπεύσει κανείς τα Σάββατα;» – για να τον κατηγορήσουν. 11 Εκείνος είπε σ’ αυτούς: «Ποιος άνθρωπος είναι από εσάς που θα έχει ένα πρόβατο και, αν αυτό πέσει το Σάββατο μέσα σε βόθρο, δε θα το κρατήσει και δε θα το σηκώσει; 12 Πόσο λοιπόν διαφέρει ο άνθρωπος από το πρόβατο! Ώστε επιτρέπεται το Σάββατο να κάνει κανείς καλό». 13 Τότε λέει στον άνθρωπο: «Έκτεινε το χέρι σου». Και το εξέτεινε και αποκαταστάθηκε υγιές όπως το άλλο. 14 Και όταν εξήλθαν οι Φαρισαίοι, έκαναν συμβούλιο αποφασίζοντας εναντίον του, για να τον σκοτώσουν.
Ο εκλεκτός δούλος
15 Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή το γνώρισε, αναχώρησε από εκεί. Και τον ακολούθησαν πλήθη πολλά, και τους θεράπευσε όλους, 16 αλλά τους επιτίμησε να μην τον κάνουν φανερό, 17 για να εκπληρωθεί εκείνο που ειπώθηκε μέσω του Ησαΐα του προφήτη, όταν έλεγε: 18 Ιδού ο δούλος μου που διάλεξα, ο αγαπητός μου στον οποίο ευαρεστήθηκε η ψυχή μου. Θα θέσω το Πνεύμα μου πάνω του και δίκαιη κρίση στα έθνη θ’ αναγγείλει. 19 Δε θα φιλονικήσει ούτε θα κραυγάσει, ούτε θ’ ακούσει κανείς στους πλατιούς δρόμους τη φωνή του. 20 Καλάμι συντριμμένο δε θα σπάσει και φιτίλι που καπνίζει δε θα σβήσει, ωσότου κάνει τη δίκαιη κρίση να νικήσει. 21 Και στο όνομά του έθνη θα ελπίζουν.
Ο Ιησούς και ο Βεελζεβούλ
(Μκ. 3:20-30, Λκ. 11:14-23, 12:10)
22 Τότε έφεραν προς αυτόν ένα δαιμονισμένο τυφλό και κωφάλαλο. Και τον θεράπευσε, ώστε ο κωφάλαλος να μιλάει και να βλέπει. 23 Και έμεναν εκστατικά όλα τα πλήθη και έλεγαν: «Μήπως αυτός είναι ο γιος του Δαβίδ;» 24 Αλλά οι Φαρισαίοι, όταν το άκουσαν, είπαν: «Αυτός δε βγάζει τα δαιμόνια παρά μόνο μέσω του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων». 25 Και ο Ιησούς, επειδή ήξερε τις σκέψεις τους, τους είπε: «Κάθε βασιλεία, όταν χωριστεί κατά του εαυτού της, ερημώνεται· και κάθε πόλη ή οικία, όταν χωριστεί κατά του εαυτού της, δε θα σταθεί. 26 Και αν ο Σατανάς βγάζει το Σατανά, χωρίστηκε κατά του εαυτού του. Πώς λοιπόν θα σταθεί η βασιλεία του; 27 Και αν εγώ μέσω του Βεελζεβούλ βγάζω τα δαιμόνια, οι πνευματικοί γιοι σας μέσω ποιανού τα βγάζουν; Γι’ αυτό, αυτοί θα είναι κριτές σας. 28 Αν όμως με Πνεύμα Θεού εγώ βγάζω τα δαιμόνια, άρα έφτασε σ’ εσάς η βασιλεία του Θεού. 29 Ή πώς δύναται κάποιος να εισέλθει στην οικία του ισχυρού και να αρπάξει τα σκεύη του, αν δε δέσει πρώτα τον ισχυρό; Και τότε την οικία του θα λεηλατήσει. 30 Όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου, και όποιος δε συνάζει μαζί μου σκορπίζει. 31 Γι’ αυτό σας λέω, κάθε αμαρτία και βλαστήμια θα αφεθεί στους ανθρώπους, αλλά η βλαστήμια στο Πνεύμα δε θα αφεθεί. 32 Και σ’ όποιον πει λόγια κατά του Υιού του ανθρώπου θα του αφεθεί. Σ’ όποιον όμως πει κατά του Πνεύματος του Αγίου, δεν θα του αφεθεί ούτε σε τούτον τον αιώνα ούτε στο μελλοντικό».
Το δέντρο και οι καρποί του
(Λκ. 6:43-45)
33 «Ή κάμετε το δέντρο καλό και τον καρπό του καλό, ή κάμετε το δέντρο σάπιο και τον καρπό του σάπιο. Γιατί το δέντρο γνωρίζεται από τον καρπό. 34 Γεννήματα εχιδνών, πώς δύναστε να μιλάτε καλά, ενώ είστε κακοί; Γιατί το στόμα μιλά από το περίσσευμα της καρδιάς. 35 Ο αγαθός άνθρωπος βγάζει αγαθά από τον αγαθό θησαυρό του, και ο κακός άνθρωπος βγάζει κακά από τον κακό θησαυρό του. 36 Σας λέω, λοιπόν, ότι για κάθε ανωφελή λόγο που θα μιλήσουν οι άνθρωποι θα αποδώσουν λόγο γι’ αυτόν κατά την ημέρα της κρίσης. 37 Γιατί από τα λόγια σου θα δικαιωθείς και από τα λόγια σου θα καταδικαστείς».
Ζητούν σημείο
(Μκ. 8:11-12, Λκ. 11:29-32)
38 Τότε έλαβαν το λόγο μερικοί από τους γραμματείς και από τους Φαρισαίους, λέγοντας: «Δάσκαλε, θέλουμε κάποιο σημείο να δούμε από εσένα». 39 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Μια γενιά κακή και μοιχαλίδα επιζητά σημείο, αλλά σημείο δε θα της δοθεί παρά μόνο το σημείο του Ιωνά του προφήτη. 40 Γιατί όπως ακριβώς ήταν ο Ιωνάς μέσα στην κοιλιά του κήτους τρεις ημέρες και τρεις νύχτες, έτσι θα είναι ο Υιός του ανθρώπου μέσα στην καρδιά της γης τρεις ημέρες και τρεις νύχτες. 41 Άντρες Νινευίτες θα αναστηθούν κατά την κρίση μαζί με αυτήν τη γενιά και θα την κατακρίνουν, γιατί μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά, και ιδού, περισσότερο του Ιωνά είναι εδώ. 42 Η βασίλισσα του νότου θα εγερθεί κατά την κρίση μαζί με αυτήν τη γενιά και θα την κατακρίνει, γιατί ήρθε από τα πέρατα της γης, για να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα, και ιδού, περισσότερο του Σολομώντα είναι εδώ».
Η επιστροφή του ακάθαρτου πνεύματος
(Λκ. 11:24-26)
43 «Όταν λοιπόν το ακάθαρτο πνεύμα εξέλθει από τον άνθρωπο, περνά μέσα από άνυδρους τόπους, ζητώντας ανάπαυση, αλλά δε βρίσκει. 44 Τότε λέει: “θα επιστρέψω Στον οίκο μου απ’ όπου εξήλθα”. Και όταν έρθει, τον βρίσκει αδειανό, σκουπισμένο και κοσμημένο. 45 Τότε πορεύεται και παραλαβαίνει μαζί του εφτά άλλα πνεύματα χειρότερα από τον εαυτό του και, αφού εισέλθουν, κατοικούν εκεί. Και γίνεται η τελευταία κατάσταση του ανθρώπου εκείνου χειρότερη από την πρώτη. Έτσι θα συμβεί και στη γενιά αυτήν την κακή».
Η μητέρα και οι αδελφοί του Ιησού
(Μκ. 3:31-35, Λκ. 8:19-211)
46 Ενώ ακόμη αυτός μιλούσε στα πλήθη, ιδού, η μητέρα και οι αδελφοί του είχαν σταθεί έξω, ζητώντας να του μιλήσουν. 47 Είπε τότε κάποιος σ’ αυτόν: «Ιδού, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου έξω έχουν σταθεί ζητώντας να σου μιλήσουν». 48 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε σ’ αυτόν που του το έλεγε: «Ποια είναι η μητέρα μου και ποιοι είναι οι αδελφοί μου;» 49 Και αφού εξέτεινε το χέρι του πάνω στους μαθητές του, είπε: «Ιδού η μητέρα μου και οι αδελφοί μου. 50 Γιατί όποιος κι αν κάνει το θέλημα του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς, αυτός μου είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα».
Κεφάλαιον 13
Η παραβολή του σπορέα
(Μκ. 4:1-9, Λκ. 8:4-8)
1 Εκείνη την ημέρα εξήλθε ο Ιησούς από την οικία και καθόταν δίπλα στη λίμνη. 2 Τότε συνάχτηκαν κοντά του πλήθη πολλά, ώστε αυτός αναγκάστηκε να μπει σε πλοίο και να καθίσει, και όλο το πλήθος είχε σταθεί στο γιαλό. 3 Και τους μίλησε πολλά με παραβολές, λέγοντας: «Ιδού, εξήλθε ο σπορέας για να σπείρει. 4 Και ενώ έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν δίπλα στην οδό και, αφού ήρθαν τα πετεινά, τους κατάφαγαν. 5 Άλλοι όμως έπεσαν πάνω στα πετρώδη εδάφη όπου δεν είχε γη πολλή, και αμέσως φύτρωσαν επειδή δεν είχε βάθος η γη. 6 Και όταν ο ήλιος ανάτειλε, κάηκαν και, επειδή δεν είχαν ρίζα, ξεράθηκαν. 7 Και άλλοι έπεσαν στα αγκάθια, και μεγάλωσαν τα αγκάθια και τους έπνιξαν. 8 Άλλοι όμως έπεσαν στη γη την καλή και έδιναν καρπό, ο ένας εκατό, ο άλλος εξήντα και ο άλλος τριάντα. 9 Όποιος έχει αυτιά ας ακούει».
Ο σκοπός των παραβολών
(Μκ. 4:10-12, Λκ. 8:9-10)
10 Και τότε πλησίασαν οι μαθητές και του είπαν: «Γιατί τους μιλάς με παραβολές;» 11 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Επειδή σ’ εσάς έχει δοθεί να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, αλλά σ’ εκείνους δεν έχει δοθεί. 12 Γιατί σ’ όποιον έχει θα του δοθεί και θα του περισσέψει· σ’ όποιον όμως δεν έχει, και αυτό που έχει θα αφαιρεθεί από αυτόν. 13 Γι’ αυτό με παραβολές τους μιλάω, επειδή ενώ βλέπουν, δε βλέπουν, και ενώ ακούν, δεν ακούν ούτε καταλαβαίνουν. 14 Και έτσι εκπληρώνεται σ’ αυτούς η προφητεία του Ησαΐα που λέει: Με την ακοή θ’ ακούτε αλλά δε θα καταλάβετε, και βλέποντας θα βλέπετε αλλά δε θα δείτε. 15 Γιατί πάχυνε η καρδιά του λαού τούτου και με τ’ αυτιά τους βαριάκουσαν και τους οφθαλμούς τους έκλεισαν, μην τυχόν δουν με τους οφθαλμούς και με τ’ αυτιά ακούσουν, και με την καρδιά καταλάβουν και επιστρέψουν και τους γιατρέψω. 16 Όμως οι δικοί σας οφθαλμοί είναι μακάριοι γιατί βλέπουν και τα αυτιά σας γιατί ακούνε. 17 Γιατί αλήθεια σας λέω ότι πολλοί προφήτες και δίκαιοι επιθύμησαν να δουν αυτά που βλέπετε, αλλά δεν τα είδαν· και να ακούσουν αυτά που ακούτε, αλλά δεν τα άκουσαν».
Η εξήγηση της παραβολής του σπορέα
(Μκ. 4:13-20, Λκ. 8:11-15)
18 «Εσείς λοιπόν ακούστε την παραβολή εκείνου που έσπειρε: 19 Σε καθέναν που ακούει το λόγο της βασιλείας και δεν καταλαβαίνει έρχεται ο Πονηρός και αρπάζει το σπαρμένο μέσα στην καρδιά του: αυτός είναι που σπάρθηκε δίπλα στην οδό. 20 Εκείνος που σπάρθηκε στα πετρώδη εδάφη, αυτός είναι που ακούει το λόγο και ευθύς τον λαβαίνει με χαρά. 21 Δεν έχει όμως ρίζα μέσα του αλλά είναι πρόσκαιρος και, όταν γίνει θλίψη ή διωγμός εξαιτίας του λόγου, ευθύς σκανδαλίζεται. 22 Εκείνος που σπάρθηκε στα αγκάθια, είναι αυτός που ακούει το λόγο, αλλά η μέριμνα του αιώνα και η απάτη του πλούτου συμπνίγουν το λόγο και γίνεται άκαρπος. 23 Εκείνος που σπάρθηκε στην καλή γη, είναι αυτός που ακούει το λόγο και τον καταλαβαίνει, ο οποίος πράγματι καρποφορεί και κάνει ο ένας εκατό, ο άλλος εξήντα και ο άλλος τριάντα».
Η παραβολή των ζιζανίων
24 Άλλη παραβολή τους παρέθεσε λέγοντας: «Η βασιλεία των ουρανών ομοιώθηκε με άνθρωπο που έσπειρε καλό σπόρο στον αγρό του. 25 Ενώ όμως οι άνθρωποι κοιμούνταν, ήρθε ο εχθρός του και έσπειρε από πάνω ζιζάνια ανάμεσα στο σιτάρι και έφυγε. 26 Όταν λοιπόν βλάστησαν τα φυτά και έκαναν καρπό, τότε φάνηκαν και τα ζιζάνια. 27 Πλησίασαν τότε οι δούλοι του οικοδεσπότη και του είπαν: “Κύριε, δεν έσπειρες καλό σπόρο στον αγρό σου; Από πού λοιπόν έχει ζιζάνια”; 28 Εκείνος τους είπε: “Κάποιος άνθρωπος εχθρός το έκανε αυτό”. Και οι δούλοι τού λένε: “Θέλεις λοιπόν να πάμε και να τα μαζέψουμε”; 29 Εκείνος τους λέει: “Όχι, μην τυχόν μαζεύοντας τα ζιζάνια ξεριζώσετε συγχρόνως μαζί με αυτά και το σιτάρι. 30 Αφήστε να αυξάνουν μαζί και τα δύο ως το θερισμό, και κατά τον καιρό του θερισμού θα πω στους θεριστές: ‘Μαζέψτε πρώτα τα ζιζάνια και δέστε τα σε δέσμες, για να τα κατακάψετε, αλλά το σιτάρι να το συνάξετε στη αποθήκη μου’ ”».
Oι παραβολές του κόκκου του σιναπιού και του προζυμιού
(Μκ. 4:30-32, Λκ. 15:18-21)
31 Άλλη παραβολή τους παρέθεσε, λέγοντας: «Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με κόκκο σιναπιού, που έλαβε ένας άνθρωπος και τον έσπειρε στον αγρό του. 32 Ο οποίος, βέβαια, είναι μικρότερος από όλους τους σπόρους, όταν όμως αυξηθεί, είναι το μεγαλύτερο από τα λάχανα και γίνεται δέντρο, ώστε να έρθουν τα πετεινά του ουρανού και να φωλιάζουν στα κλαδιά του». 33 Τους είπε και άλλη παραβολή: «Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με προζύμι που έλαβε μια γυναίκα και το έκρυψε μέσα σε είκοσι πέντε κιλά αλεύρι, ωσότου ζυμώθηκε όλο».
Η χρήση των παραβολών
(Μκ. 4:33-34)
34 Όλα αυτά τα μίλησε ο Ιησούς με παραβολές στα πλήθη και χωρίς παραβολή δεν τους μιλούσε τίποτα. 35 Για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: Θα ανοίξω με παραβολές το στόμα μου, θα μιλήσω δυνατά για πράγματα κρυμμένα από τη δημιουργία του κόσμου.
Η εξήγηση της παραβολής των ζιζανίων
36 Τότε άφησε τα πλήθη και ήρθε στην οικία. Και τον πλησίασαν οι μαθητές του λέγοντας: «Διασαφήνισέ μας την παραβολή των ζιζανίων του αγρού». 37 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Αυτός που σπέρνει τον καλό σπόρο είναι ο Υιός του ανθρώπου, 38 και ο αγρός είναι ο κόσμος, και ο καλός σπόρος, αυτοί είναι οι γιοι της βασιλείας. Ενώ τα ζιζάνια είναι οι γιοι του Πονηρού, 39 και ο εχθρός που τα έσπειρε είναι ο Διάβολος, και ο θερισμός είναι η συντέλεια του αιώνα και οι θεριστές είναι άγγελοι. 40 Όπως ακριβώς, λοιπόν, μαζεύονται τα ζιζάνια και κατακαίγονται σε φωτιά, έτσι θα είναι κατά τη συντέλεια του αιώνα. 41 Θα αποστείλει ο Υιός του ανθρώπου τους αγγέλους του, και θα μαζέψουν από τη βασιλεία του όλα τα σκάνδαλα και όσους πράττουν την ανομία 42 και θα τους ρίξουν στο καμίνι της φωτιάς. Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών. 43 Τότε οι δίκαιοι θα ακτινοβολήσουν σαν τον ήλιο μέσα στη βασιλεία του Πατέρα τους. Όποιος έχει αυτιά ας ακούει».
Ο θησαυρός, το μαργαριτάρι και το δίχτυ
44 «Η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με θησαυρό κρυμμένο μέσα στον αγρό, που τον βρήκε ένας άνθρωπος και τον έκρυψε, και από τη χαρά του πηγαίνει και πουλά όλα όσα έχει και αγοράζει εκείνο τον αγρό. 45 Πάλι, η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια μ’ έναν άνθρωπο έμπορο που ζητά καλά μαργαριτάρια. 46 Και όταν βρήκε ένα πολύτιμο μαργαριτάρι, έφυγε και πούλησε όλα όσα είχε και το αγόρασε. 47 Πάλι, η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με δίχτυ που ρίχτηκε στη θάλασσα και σύναξε ψάρια από κάθε γένος. 48 Το οποίο, όταν γέμισε, το ανέβασαν στο γιαλό και, αφού κάθισαν, μάζεψαν τα καλά σε αγγεία, ενώ τα άχρηστα τα έριξαν έξω. 49 Έτσι θα γίνει κατά τη συντέλεια του αιώνα: θα εξέλθουν οι άγγελοι και θα ξεχωρίσουν τους κακούς μέσα από τους δίκαιους 50 και θα τους ρίξουν στο καμίνι της φωτιάς. Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών».
Παλιοί και νέοι θησαυροί
51 «Έχετε καταλάβει όλα αυτά;» Του λένε: «Ναι». 52 Εκείνος τους είπε: «Γι’ αυτό κάθε γραμματέας που μαθήτεψε στη βασιλεία των ουρανών είναι όμοιος με άνθρωπο οικοδεσπότη, ο οποίος βγάζει από το θησαυρό του καινούργια και παλιά».
Η απόρριψη του Ιησού στη Ναζαρέτ
(Μκ. 6:1-6, Λκ. 4:16-30)
53 Και συνέβηκε, όταν τέλειωσε ο Ιησούς αυτές τις παραβολές, να αναχωρήσει από εκεί. 54 Και αφού ήρθε στην πατρίδα του, τους δίδασκε στη συναγωγή τους, ώστε αυτοί να εκπλήσσονται και να λένε: «Από πού έρχονται σε τούτον αυτή η σοφία και οι θαυματουργικές δυνάμεις; 55 Δεν είναι αυτός ο γιος του ξυλουργού; Δε λέγεται η μητέρα του Μαριάμ και οι αδελφοί του Ιάκωβος και Ιωσήφ και Σίμωνας και Ιούδας; 56 Και οι αδελφές του δεν είναι όλες κοντά μας; Από πού λοιπόν ήρθαν σε τούτον όλα αυτά;» 57 Και σκανδαλίζονταν με αυτόν. Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Δεν υπάρχει προφήτης ατίμητος παρά μόνο στην πατρίδα του και στην οικία του». 58 Και δεν έκανε εκεί πολλές θαυματουργικές δυνάμεις εξαιτίας της απιστίας τους.
Κεφάλαιον 14
Ο θάνατος του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μκ. 6:14-29, Λκ. 9:7-9)
1 Εκείνον τον καιρό άκουσε ο Ηρώδης ο τετράρχης τη φήμη του Ιησού 2 και είπε στους δούλους του: «Αυτός είναι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Αυτός αναστήθηκε από τους νεκρούς, και γι’ αυτό οι θαυματουργικές δυνάμεις ενεργούν μέσω αυτού». 3 Γιατί ο Ηρώδης, αφού συνέλαβε τον Ιωάννη, τον έδεσε και τον έβαλε μέσα στη φυλακή εξαιτίας της Ηρωδιάδας, της γυναίκας του Φιλίππου του αδελφού του. 4 Γιατί ο Ιωάννης του έλεγε: «Δεν σου επιτρέπεται να την έχεις». 5 Και ενώ ήθελε να τον σκοτώσει, φοβήθηκε το πλήθος, επειδή τον θεωρούσαν προφήτη. 6 Όταν λοιπόν έγιναν τα γενέθλια του Ηρώδη, χόρεψε η θυγατέρα της Ηρωδιάδας στο μέσο και άρεσε στον Ηρώδη. 7 Γι’ αυτό της υποσχέθηκε με όρκο να της δώσει ό,τι κι αν ζητήσει. 8 Εκείνη, αφού καθοδηγήθηκε από τη μητέρα της, είπε: «Δώσε μου εδώ, πάνω σε ένα πιάτο το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή». 9 Και παρόλο που λυπήθηκε ο βασιλιάς, όμως εξαιτίας των όρκων και γι’ αυτούς που κάθονταν μαζί στο τραπέζι, διέταξε να της δοθεί. 10 Και έστειλε και αποκεφάλισε τον Ιωάννη μέσα στη φυλακή. 11 Και έφεραν το κεφάλι του πάνω σε ένα πιάτο και δόθηκε στο κορίτσι, και το έφερε στη μητέρα της. 12 Και αφού πλησίασαν οι μαθητές του, σήκωσαν το πτώμα και το έθαψαν, και μετά ήρθαν και το ανάγγειλαν στον Ιησού.
Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων
(Μκ. 6:30-44, Λκ. 9:10-17, Ιν. 6:1-14)
13 Όταν λοιπόν το άκουσε ο Ιησούς, αναχώρησε από εκεί με πλοίο σε έρημο τόπο ιδιαιτέρως. Και μόλις το άκουσαν τα πλήθη, τον ακολούθησαν πεζή από τις πόλεις. 14 Και όταν εξήλθε, είδε πολύ πλήθος και τους σπλαχνίστηκε και θεράπευσε τους αρρώστους τους. 15 Όταν λοιπόν βράδιασε, τον πλησίασαν οι μαθητές λέγοντας: « Ο τόπος είναι έρημος και η ώρα ήδη πέρασε. Απόλυσε τα πλήθη, για να πάνε στα χωριά και να αγοράσουν τρόφιμα για τους εαυτούς τους». 16 Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Δεν έχουν ανάγκη να φύγουν· δώστε τους εσείς να φάνε». 17 Εκείνοι του λένε: «Δεν έχουμε εδώ παρά μόνο πέντε άρτους και δύο ψάρια». 18 Αυτός είπε: «Φέρτε μου εδώ αυτά». 19 Και διέταξε τα πλήθη να καθίσουν πάνω στο χορτάρι, έλαβε τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια, σήκωσε πάνω το βλέμμα στον ουρανό και ευλόγησε το Θεό και, αφού τα έκοψε με τα χέρια, έδωσε στους μαθητές τούς άρτους και οι μαθητές στα πλήθη. 20 Και έφαγαν όλοι και χόρτασαν, και σήκωσαν το περίσσευμα των κομματιών, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. 21 Και αυτοί που έτρωγαν ήταν περίπου πέντε χιλιάδες άντρες, χωρίς να μετρηθούν γυναίκες και παιδιά.
Ο Ιησούς περπατά στα νερά
(Μκ. 6:45-52, Ιν. 6:15-21)
22 Και αμέσως ανάγκασε τους μαθητές να μπουν στο πλοίο και να πάνε πριν από αυτόν στην όχθη αντίπερα, ωσότου να απολύσει τα πλήθη. 23 Και αφού απόλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος ιδιαιτέρως για να προσευχηθεί. Και όταν βράδιασε, ήταν μόνος εκεί. 24 Και το πλοίο ήδη απείχε πολλά χιλιόμετρα από την ξηρά και βασανιζόταν από κύματα, γιατί ο άνεμος ήταν αντίθετος. 25 Κατά τα ξημερώματα, λοιπόν, ήρθε προς αυτούς περπατώντας πάνω στη λίμνη. 26 Και οι μαθητές, επειδή τον είδαν να περπατάει πάνω στη λίμνη, ταράχτηκαν λέγοντας ότι είναι φάντασμα, και έκραξαν από το φόβο. 27 Ευθύς όμως τους μίλησε ο Ιησούς λέγοντας: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβάστε». 28 Του αποκρίθηκε τότε ο Πέτρος και είπε: «Κύριε, αν είσαι εσύ, διάταξέ με να έρθω προς εσένα πάνω στα νερά». 29 Εκείνος είπε: «Έλα». Και αφού ο Πέτρος κατέβηκε από το πλοίο, περπάτησε πάνω στα νερά και ήρθε προς τον Ιησού. 30 Βλέποντας όμως τον άνεμο ισχυρό, φοβήθηκε και, επειδή άρχισε να καταποντίζεται, φώναξε λέγοντας: «Κύριε, σώσε με». 31 Αμέσως τότε ο Ιησούς, αφού έκτεινε το χέρι, τον έπιασε και του λέει: «Ολιγόπιστε, γιατί δίστασες;» 32 Και μόλις αυτοί ανέβηκαν στο πλοίο, κόπασε ο άνεμος. 33 Εκείνοι μέσα στο πλοίο τον προσκύνησαν λέγοντας: «Αληθινά είσαι Υιός Θεού».
Η θεραπεία των ασθενών στη Γεννησαρέτ
(Μκ. 6:53-56)
34 Και αφού διαπέρασαν τη λίμνη, ήρθαν στην ξηρά, στη Γεννησαρέτ. 35 Και μόλις τον αναγνώρισαν οι άνθρωποι του τόπου εκείνου, απέστειλαν μηνυτές σ’ όλα εκείνα τα περίχωρα, και έφεραν προς αυτόν όλους όσοι ήταν σε κακή κατάσταση 36 και τον παρακαλούσαν μόνο να αγγίξουν το κράσπεδο του ρούχου του. Και όσοι άγγιξαν διασώθηκαν.
Κεφάλαιον 15
Η παράδοση των πρεσβυτέρων
(Μκ. 7:1-23)
1 Τότε πλησιάζουν στον Ιησού Φαρισαίοι και γραμματείς από τα Ιεροσόλυμα, λέγοντας: 2 «Γιατί οι μαθητές σου παραβαίνουν την παράδοση των πρεσβυτέρων; Επειδή δε νίβουν τα χέρια τους όταν τρώνε άρτο». 3 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Γιατί κι εσείς παραβαίνετε την εντολή του Θεού για τη δική σας παράδοση; 4 Γιατί ο Θεός είπε: Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, και: Όποιος κακολογεί πατέρα ή μητέρα οπωσδήποτε να θανατώνεται. 5 Εσείς όμως λέτε: “Όποιος πει στον πατέρα του ή στη μητέρα του: Δίνω δώρο στο ναό ό,τι είχες να ωφεληθείς από εμένα, 6 μπορεί να μην τιμήσει τον πατέρα του”. Και έτσι ακυρώσατε το λόγο του Θεού για τη δική σας παράδοση. 7 Υποκριτές, καλά προφήτεψε για σας ο Ησαΐας όταν έλεγε: 8 Ο λαός αυτός με τα χείλη με τιμά, αλλά η καρδιά τους μακριά απέχει από μένα. 9 Και μάταια με σέβονται, διδάσκοντας διδασκαλίες, που είναι εντολές ανθρώπων». 10 Και αφού προσκάλεσε το πλήθος, τους είπε: «Ακούτε και να καταλαβαίνετε: 11 αυτό που εισέρχεται στο στόμα δεν κάνει ακάθαρτο τον άνθρωπο, αλλά αυτό που βγαίνει από το στόμα, τούτο κάνει ακάθαρτο τον άνθρωπο». 12 Τότε πλησίασαν οι μαθητές και του λένε: «Ξέρεις ότι οι Φαρισαίοι σκανδαλίστηκαν, όταν άκουσαν αυτόν το λόγο;» 13 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Κάθε φυτεία που δε φύτεψε ο Πατέρας μου ο ουράνιος θα ξεριζωθεί. 14 Αφήστε τους· είναι τυφλοί, οδηγοί τυφλών. Και αν τυφλός οδηγεί τυφλό, και οι δύο θα πέσουν σε λάκκο». 15 Αποκρίθηκε τότε ο Πέτρος και του είπε: «Εξήγησέ μας αυτήν την παραβολή». 16 Εκείνος είπε: «Ακόμα τώρα κι εσείς είστε ασύνετοι; 17 Δε νοείτε ότι καθετί που μπαίνει στο στόμα προχωρεί στην κοιλιά και ρίχνεται έξω στο αποχωρητήριο; 18 Αλλά εκείνα που βγαίνουν από το στόμα εξέρχονται από την καρδιά, και εκείνα κάνουν ακάθαρτο τον άνθρωπο. 19 Γιατί από την καρδιά εξέρχονται διαλογισμοί κακοί, φόνοι, μοιχείες, πορνείες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες, βλαστήμιες. 20 Αυτά είναι που κάνουν ακάθαρτο τον άνθρωπο, αλλά το να φάει κανείς με άνιφτα χέρια δεν κάνει ακάθαρτο τον άνθρωπο».
Η πίστη της Χαναναίας
(Μκ. 7:24-30)
21 Και αφού ο Ιησούς εξήλθε από εκεί, αναχώρησε για τα μέρη της Τύρου και της Σιδώνας. 22 Και ιδού, μια γυναίκα Χαναναία από τα όρια εκείνα εξήλθε και έκραζε λέγοντας: «Ελέησέ με, Κύριε, γιε του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου υποφέρει βαριά από δαιμόνιο». 23 Εκείνος δεν της αποκρίθηκε λέξη. Τότε πλησίασαν οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Διώξε την, γιατί κράζει από πίσω μας». 24 Αυτός αποκρίθηκε και είπε: «Δεν αποστάλθηκα παρά μόνο στα πρόβατα τα χαμένα του οίκου Ισραήλ». 25 Εκείνη ήρθε και τον προσκυνούσε λέγοντας: «Κύριε, βοήθα με». 26 Αυτός αποκρίθηκε και είπε: «Δεν είναι καλό να λάβει κανείς τον άρτο των παιδιών και να τον ρίξει στα σκυλάκια». 27 Εκείνη είπε: «Ναι, Κύριε, γιατί και τα σκυλάκια τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». 28 Τότε ο Ιησούς αποκρίθηκε και της είπε: «Ω γυναίκα, μεγάλη η πίστη σου· ας γίνει σ’ εσένα όπως θέλεις». Και γιατρεύτηκε η θυγατέρα της από την ώρα εκείνη.
Ο Ιησούς θεραπεύει πολύ κόσμο
29 Και όταν ο Ιησούς έφυγε από εκεί, ήρθε δίπλα στη λίμνη της Γαλιλαίας και, αφού ανέβηκε στο όρος, καθόταν εκεί. 30 Τότε τον πλησίασαν πλήθη πολλά, έχοντας μαζί τους χωλούς, τυφλούς, κουλούς, κωφάλαλους και άλλους πολλούς, και τους έριξαν κοντά στα πόδια του και τους θεράπευσε. 31 Ώστε το πλήθος θαύμασε, βλέποντας κωφάλαλους να μιλούν, κουλούς υγιείς και χωλούς να περπατούν και τυφλούς να βλέπουν. Και δόξασαν το Θεό του Ισραήλ.
Ο χορτασμός των τεσσάρων χιλιάδων
(Μκ. 8:1-10)
32 Τότε ο Ιησούς προσκάλεσε τους μαθητές του και είπε: «Σπλαχνίζομαι το πλήθος, γιατί ήδη τρεις ημέρες μένουν κοντά μου και δεν έχουν τι να φάνε. Και δε θέλω να τους απολύσω νηστικούς, μήπως εξαντληθούν στο δρόμο». 33 Και του λένε οι μαθητές: «Από πού να βρεθούν στην ερημιά άρτοι τόσο πολλοί για μας, ώστε να χορτάσει τόσο πολύ πλήθος;» 34 Και λέει σ’ αυτούς ο Ιησούς: «Πόσους άρτους έχετε;» Εκείνοι είπαν: «Εφτά, και λίγα ψαράκια». 35 Τότε παράγγειλε στο πλήθος να ξαπλώσει πάνω στη γη 36 και έλαβε τους εφτά άρτους και τα ψάρια και, αφού ευχαρίστησε το Θεό, τους έκοψε με τα χέρια και έδινε στους μαθητές, και οι μαθητές στα πλήθη. 37 Και έφαγαν όλοι και χόρτασαν. Και σήκωσαν το περίσσευμα των κομματιών, εφτά μεγάλα καλάθια γεμάτα. 38 Και εκείνοι που έτρωγαν ήταν τέσσερις χιλιάδες άντρες, χωρίς να μετρηθούν γυναίκες και παιδιά. 39 Και αφού απόλυσε τα πλήθη, μπήκε στο πλοίο και ήρθε στα όρια της περιοχής Μαγαδάν.
Κεφάλαιον 16
Ζητούν σημείο
(Μκ. 8:11-13, Λκ. 12:54-56)
1 Και τότε πλησίασαν οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι, για να τον πειράξουν, και του ζήτησαν να τους επιδείξει κάποιο σημείο από τον ουρανό. 2 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Όταν βραδιάζει λέτε: “Ο καιρός θα είναι καλός, γιατί ο ουρανός είναι φλογοκόκκινος”. 3 Και το πρωί λέτε: “Σήμερα θα έχουμε κακοκαιρία, γιατί ο ουρανός είναι φλογοκόκκινος και συννεφιασμένος”. Πράγματι, την όψη του ουρανού γνωρίζετε να τη διακρίνετε, τα σημεία όμως των καιρών δε δύναστε; 4 Μια γενιά κακή και μοιχαλίδα επιζητά σημείο, αλλά δε θα της δοθεί σημείο παρά μόνο το σημείο του Ιωνά». Και αφού τους εγκατέλειψε, έφυγε.
Το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδουκκαίων
(Μκ. 8:14-21)
5 Και όταν ήρθαν οι μαθητές στην αντίπερα όχθη, ξέχασαν να λάβουν άρτους. 6 Και ο Ιησούς τους είπε: «Κοιτάτε και προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων». 7 Εκείνοι διαλογίζονταν μέσα τους λέγοντας: «Άρτους δε λάβαμε». 8 Επειδή το κατάλαβε τότε ο Ιησούς, είπε: «Τι διαλογίζεστε μέσα σας, ολιγόπιστοι, ότι άρτους δεν έχετε; 9 Ακόμα δε νοείτε ούτε θυμάστε τους πέντε άρτους των πέντε χιλιάδων και πόσα κοφίνια λάβατε; 10 Ούτε τους εφτά άρτους των τεσσάρων χιλιάδων και πόσα μεγάλα καλάθια λάβατε; 11 Πώς δε νοείτε ότι δε σας είπα για άρτους; Αλλά να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων». 12 Τότε αντιλήφτηκαν ότι δεν είπε να προσέχουν από το προζύμι των άρτων, αλλά από τη διδαχή των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων.
Η διακήρυξη του Πέτρου για τον Ιησού
(Μκ. 8:27-30, Λκ. 9:18-21)
13 Και όταν ήρθε ο Ιησούς στα μέρη της Καισάρειας του Φιλίππου, ρωτούσε τους μαθητές του λέγοντας: «Ποιος λένε οι άνθρωποι πως είναι ο Υιός του ανθρώπου;» 14 Εκείνοι είπαν: «Μερικοί λένε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, και άλλοι ο Ηλίας, άλλοι πάλι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες». 15 Τους λέει: «Κι εσείς ποιος λέτε πως είμαι;» 16 Αποκρίθηκε λοιπόν ο Σίμωνας Πέτρος και είπε: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζωντανού». 17 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και του είπε: «Μακάριος είσαι, Σίμωνα Βαριωνά, γιατί σάρκα και αίμα δεν σου το αποκάλυψε, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς. 18 Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και πάνω σ’ αυτήν την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου και οι πύλες του άδη δε θα υπερισχύσουν εναντίον της. 19 Θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, και ό,τι δέσεις πάνω στη γη θα είναι δεμένο στους ουρανούς και ό,τι λύσεις πάνω στη γη θα είναι λυμένο στους ουρανούς». 20 Τότε διέταξε αυστηρά στους μαθητές να μην πουν σε κανέναν ότι αυτός είναι ο Χριστός.
Ο Ιησούς προλέγει το θάνατο και την ανάστασή του
(Μκ. 8:31-9:1, Λκ. 9:22-27)
21 Από τότε άρχισε ο Ιησούς να δείχνει στους μαθητές του ότι πρέπει αυτός να πάει στα Ιεροσόλυμα και να πάθει πολλά από τους πρεσβυτέρους και από τους αρχιερείς και από τους γραμματείς, και να σκοτωθεί και την τρίτη ημέρα να εγερθεί. 22 Και αφού τον πήρε κατά μέρος ο Πέτρος, άρχισε να τον επιτιμά λέγοντας: «Ευμένεια σ’ εσένα, Κύριε· καθόλου να μη σου γίνει αυτό». 23 Εκείνος, αφού στράφηκε, είπε στον Πέτρο: «Πήγαινε πίσω μου, Σατανά. Σκάνδαλο είσαι για μένα, γιατί δε φρονείς τα πράγματα του Θεού, αλλά τα πράγματα των ανθρώπων». 24 Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αν κάποιος θέλει πίσω μου να έρθει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθεί. 25 Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει. Όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου θα τη βρει. 26 Γιατί τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος αν όλο τον κόσμο κερδίσει, αλλά την ψυχή του ζημιωθεί; Ή τι θα δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για την ψυχή του; 27 Γιατί μέλλει ο Υιός του ανθρώπου να έρχεται μέσα στη δόξα του Πατέρα του μαζί με τους αγγέλους του, και τότε θα αποδώσει σε καθέναν κατά τις πράξεις του. 28 Αλήθεια σας λέω ότι είναι μερικοί από αυτούς που έχουν σταθεί εδώ οι οποίοι δε θα γευτούν θάνατο, ωσότου δουν τον Υιό του ανθρώπου να έρχεται μέσα στη βασιλεία του».
Κεφάλαιον 17
Η μεταμόρφωση του Ιησού
(Μκ. 9:2-13, Λκ. 9:28-36)
1 Και μετά έξι ημέρες παραλαβαίνει ο Ιησούς τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη τον αδελφό του και τους φέρνει πάνω σ’ ένα όρος ψηλό ιδιαιτέρως. 2 Και μεταμορφώθηκε μπροστά τους, και έλαμψε το πρόσωπό του όπως ο ήλιος, και τα ρούχα του έγιναν λευκά όπως το φως. 3 Και ιδού, φανερώθηκαν σ’ αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας συνομιλώντας μαζί του. 4 Έλαβε τότε το λόγο ο Πέτρος και είπε στον Ιησού: «Κύριε, είναι καλό για μας εδώ να είμαστε. Αν θέλεις, θα κάνω εδώ τρεις σκηνές, μία για σένα και μία για το Μωυσή και μία για τον Ηλία». 5 Ενώ ακόμα αυτός μιλούσε, ιδού, νεφέλη φωτεινή τους επισκίασε, και ιδού φωνή από τη νεφέλη που έλεγε: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο ευαρεστήθηκα· ακούτε αυτόν». 6 Και όταν το άκουσαν οι μαθητές, έπεσαν με το πρόσωπό τους στη γη και φοβήθηκαν πάρα πολύ. 7 Τότε πλησίασε ο Ιησούς και, αφού τους άγγιξε, είπε: «Σηκωθείτε και μη φοβάστε». 8 Όταν λοιπόν σήκωσαν πάνω τα μάτια τους, δεν είδαν κανέναν παρά μόνο τον ίδιο τον Ιησού. 9 Και ενώ αυτοί κατέβαιναν από το όρος, τους έδωσε εντολή ο Ιησούς λέγοντας: «Σε κανέναν να μην πείτε το όραμα, ωσότου ο Υιός του ανθρώπου να εγερθεί από τους νεκρούς». 10 Και τον ρώτησαν οι μαθητές: «Γιατί λοιπόν οι γραμματείς λένε ότι ο Ηλίας πρέπει να έρθει πρώτα;» 11 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Ο Ηλίας βέβαια έρχεται και θα τα αποκαταστήσει όλα. 12 Σας λέω, όμως, ότι ο Ηλίας ήδη ήρθε και δεν τον αναγνώρισαν, αλλά έκαναν σ’ αυτόν όσα θέλησαν. Έτσι και ο Υιός του ανθρώπου μέλλει να πάσχει από αυτούς». 13 Τότε κατάλαβαν οι μαθητές ότι τους μίλησε για τον Ιωάννη το Βαπτιστή.
Η θεραπεία του δαιμονισμένου παιδιού
(Μκ. 9:14-29, Λκ. 9:37-43α)
14 Και όταν ήρθαν προς το πλήθος, πλησίασε σ’ αυτόν ένας άνθρωπος γονατίζοντας μπροστά του 15 και λέγοντας: «Κύριε, ελέησέ μου το γιο, γιατί σεληνιάζεται και υποφέρει άσχημα. Γιατί πολλές φορές πέφτει στη φωτιά και πολλές φορές στο νερό. 16 Και τον έφερα προς τους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν. 17 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε: «Ω γενιά άπιστη και διεστραμμένη, ως πότε μαζί σας θα είμαι; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε μου αυτόν εδώ». 18 Και επιτίμησε αυτό ο Ιησούς και εξήλθε από αυτόν το δαιμόνιο και θεραπεύτηκε το παιδί από την ώρα εκείνη. 19 Τότε πλησίασαν οι μαθητές στον Ιησού ιδιαιτέρως και του είπαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;» 20 Εκείνος λέει σ’ αυτούς: «Εξαιτίας της ολιγοπιστίας σας. Γιατί αλήθεια σας λέω, αν έχετε πίστη σαν κόκκο σιναπιού, θα πείτε στο όρος ετούτο: “Μετακινήσου από εδώ εκεί”, και θα μετακινηθεί· και τίποτε δε θα σας είναι αδύνατο. 21 [Αλλά τούτο το γένος δε βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία]».
Ο Ιησούς προλέγει ξανά το θάνατο και την ανάστασή του
(Μκ. 9:30-32, Λκ. 9:43β-45)
22 Όταν λοιπόν αυτοί συγκεντρώθηκαν στη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: «Ο Υιός του ανθρώπου μέλλει να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων, 23 και θα τον σκοτώσουν, και την τρίτη ημέρα θα εγερθεί». Και οι μαθητές λυπήθηκαν πάρα πολύ.
Η πληρωμή του φόρου για το ναό
24 Όταν λοιπόν ήρθαν στην Καπερναούμ, πλησίασαν αυτοί που λαβαίνουν τα δίδραχμα στον Πέτρο και τον ρώτησαν: «Ο δάσκαλός σας δεν πληρώνει φόρο τα δίδραχμα;» 25 Εκείνος λέει: «Ναι». Και όταν ήρθε στην οικία, τον πρόφτασε ο Ιησούς λέγοντας: «Τι νομίζεις Σίμωνα; Οι βασιλιάδες της γης από ποιους λαβαίνουν τέλη ή φόρο; Από τους γιους τους ή από τους ξένους;» 26 Και όταν απάντησε: «Από τους ξένους», του είπε ο Ιησούς: «Άρα, βεβαίως, ελεύθεροι είναι οι γιοι. 27 Για να μην τους σκανδαλίσουμε, όμως, πήγαινε στη θάλασσα, ρίξε αγκίστρι, και σήκωσε το πρώτο ψάρι που θα ανεβεί και, αφού ανοίξεις το στόμα του, θα βρεις ένα τετράδραχμο. Εκείνο λάβε το και δώσε το σ’ αυτούς για μένα και για σένα».
Κεφάλαιον 18
Ο μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών
(Μκ. 9:33-37, Λκ. 9:46-48)
1 Εκείνη την ώρα πλησίασαν οι μαθητές στον Ιησού λέγοντας: «Ποιος είναι άραγε μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών;» 2 Και αυτός, αφού προσκάλεσε ένα παιδί, το έστησε στο μέσο τους 3 και είπε: «Αλήθεια σας λέω, αν δε στραφείτε και δε γίνετε σαν τα παιδιά, δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών. 4 Όποιος, λοιπόν, ταπεινώσει τον εαυτό του σαν τούτο το παιδί, αυτός είναι ο μεγαλύτερος στη βασιλεία των ουρανών. 5 Και όποιος δεχτεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου δέχεται εμένα».
Τα σκάνδαλα
(Μκ. 9:42-48, Λκ. 17:1-2)
6 «Όποιος όμως σκανδαλίσει έναν από τους μικρούς αυτούς που πιστεύουν σ’ εμένα, τον συμφέρει να κρεμαστεί μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του και να καταποντιστεί στο πέλαγος της θάλασσας. 7 Αλίμονο στον κόσμο από τα σκάνδαλα. Γιατί είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα, όμως αλίμονο στον άνθρωπο μέσω του οποίου έρχεται το σκάνδαλο. 8 Και αν το χέρι σου ή το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψε το εντελώς και ρίξε το μακριά από εσένα. Είναι καλό για σένα να εισέλθεις στη ζωή κουλός ή χωλός, παρά να έχεις δύο χέρια ή δύο πόδια και να ριχτείς στη φωτιά την αιώνια. 9 Και αν ο οφθαλμός σου σε σκανδαλίζει, βγάλε τον και ρίξε τον μακριά από εσένα. Είναι καλό για σένα να εισέλθεις μονόφθαλμος στη ζωή παρά να έχεις δύο οφθαλμούς και να ριχτείς στη γέεννα της φωτιάς».
Η παραβολή του χαμένου προβάτου
(Λκ. 15:3-7)
10 «Κοιτάτε να μην καταφρονήσετε έναν από τους μικρούς αυτούς. Γιατί σας λέω ότι οι άγγελοί τους στους ουρανούς διαπαντός βλέπουν το πρόσωπο του Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. 11 [Γιατί ήρθε ο Υιός του ανθρώπου να σώσει το χαμένο.] 12 Τι νομίζετε; Αν κάποιος άνθρωπος έχει εκατό πρόβατα και πλανηθεί ένα από αυτά, δε θα αφήσει τα ενενήντα εννέα πάνω στα όρη και δε θα πάει να ζητά το πλανεμένο; 13 Και αν συμβεί να το βρει, αλήθεια σας λέω ότι χαίρει γι’ αυτό περισσότερο παρά για τα ενενήντα εννέα που δεν έχουν πλανηθεί. 14 Έτσι δεν είναι θέλημα του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς να χαθεί ένα από τα μικρά αυτά».
Ο αδελφός που αμαρτάνει
(Λκ. 17:3)
15 «Και αν αμαρτήσει [σ’ εσένα] ο αδελφός σου, πήγαινε και έλεγξέ τον όταν θα είστε μεταξύ σας εσύ και αυτός μόνοι. Αν σε ακούσει, κέρδισες τον αδελφό σου. 16 Και αν δεν ακούσει, παράλαβε μαζί σου ακόμα έναν ή δύο, για να σταθεί κάθε λόγος από το στόμα δύο ή τριών μαρτύρων. 17 Αν όμως τους παρακούσει, πες το στην εκκλησία· αν τότε και την εκκλησία παρακούσει, ας είναι για σένα όπως ακριβώς ο εθνικός και ο τελώνης. 18 Αλήθεια σας λέω: όσα δέσετε πάνω στη γη θα είναι δεμένα στον ουρανό, και όσα λύσετε πάνω στη γη θα είναι λυμένα στον ουρανό. 19 Πάλι αλήθεια σας λέω ότι, αν δύο από εσάς συμφωνήσουν πάνω στη γη για κάθε πράγμα που θα ζητήσουν, θα τους γίνει από τον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. 20 Γιατί όπου είναι δύο ή τρεις συναγμένοι στο δικό μου όνομα, εκεί είμαι, στο μέσο αυτών».
Η παραβολή του δούλου που δε συγχωρούσε
21 Τότε τον πλησίασε ο Πέτρος και του είπε: «Κύριε, πόσες φορές θα αμαρτήσει σ’ εμένα ο αδελφός μου και θα του αφήσω; Ως εφτά φορές;» 22 Του λέει ο Ιησούς: «Δε σου λέω ως εφτά φορές, αλλά ως εβδομήντα φορές εφτά. 23 Γι’ αυτό ομοιώθηκε η βασιλεία των ουρανών με έναν άνθρωπο βασιλιά, ο οποίος θέλησε να λογαριαστεί με τους δούλους του. 24 Και όταν αυτός άρχισε να το κάνει, έφεραν προς αυτόν έναν οφειλέτη δέκα χιλιάδων ταλάντων. 25 Μην έχοντας όμως αυτός να τα αποδώσει, διέταξε ο κύριος να πουληθεί αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του και όλα όσα έχει, και να αποδοθούν τα χρήματα. 26 Έπεσε λοιπόν ο δούλος και τον προσκυνούσε λέγοντας: “Μακροθύμησε προς εμένα, και όλα θα σου τα αποδώσω”. 27 Τον σπλαχνίστηκε τότε ο κύριος εκείνου του δούλου και τον απόλυσε και του άφησε το δάνειο. 28 Όταν όμως εξήλθε εκείνος ο δούλος, βρήκε έναν από τους σύνδουλούς του που του όφειλε εκατό δηνάρια και, αφού τον κράτησε, τον έπνιγε λέγοντας: “Απόδωσε ό,τι μου οφείλεις”. 29 Έπεσε, λοιπόν, στα πόδια του ο σύνδουλός του και τον παρακαλούσε λέγοντας: “Μακροθύμησε προς εμένα, και θα σου τα αποδώσω”. 30 Εκείνος δεν ήθελε, αλλά πήγε και τον έριξε στη φυλακή, ωσότου αποδώσει το οφειλόμενο. 31 Όταν είδαν λοιπόν οι σύνδουλοί του αυτά που έγιναν, λυπήθηκαν πάρα πολύ και ήρθαν και εξήγησαν λεπτομερώς στον κύριό τους όλα όσα έγιναν. 32 Τότε, τον προσκάλεσε ο κύριός του και του λέει: “Δούλε κακέ, όλη την οφειλή εκείνη σου άφησα, επειδή με παρακάλεσες. 33 Δεν έπρεπε κι εσύ να ελεήσεις το σύνδουλό σου όπως κι εγώ σε ελέησα”; 34 Και επειδή οργίστηκε ο κύριός του, τον παράδωσε στους βασανιστές, ωσότου αποδώσει όλο το οφειλόμενο χρέος. 35 Έτσι και ο Πατέρας μου ο ουράνιος θα κάνει σ’ εσάς, αν δεν αφήσετε τις αμαρτίες καθένας σας στον αδελφό του μέσα από τις καρδιές σας».
Κεφάλαιον 19
Περί διαζυγίου
(Μκ. 10:1-12)
1 Και όταν τέλειωσε ο Ιησούς αυτά τα λόγια, αναχώρησε από τη Γαλιλαία και ήρθε στα όρια της Ιουδαίας πέρα από τον Ιορδάνη. 2 Και τον ακολούθησαν πολλά πλήθη και τους θεράπευσε εκεί. 3 Και τότε τον πλησίασαν Φαρισαίοι, για να τον πειράξουν, και έλεγαν: «Άραγε επιτρέπεται σ’ έναν άνθρωπο να αποδιώξει τη γυναίκα του για οποιαδήποτε αιτία;» 4 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Δε διαβάσατε ότι ο Κτίστης από την αρχή τούς έκανε αρσενικό και θηλυκό; 5 Και είπε: Γι’ αυτό θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα κολληθεί στη γυναίκα του, και θα είναι οι δύο μία σάρκα. 6 Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. Ό,τι λοιπόν ο Θεός συνέζευξε ο άνθρωπος ας μην το χωρίζει». 7 Του λένε: «Γιατί τότε ο Μωυσής έδωσε εντολή να δώσει έγγραφο διαζυγίου και να την αποδιώξει;» 8 Τους απαντά: «Ο Μωυσής σύμφωνα με τη σκληροκαρδία σας σας επέτρεψε να αποδιώξετε τις γυναίκες σας· από την αρχή όμως δεν έχει γίνει έτσι. 9 Σας λέω μάλιστα ότι όποιος αποδιώξει τη γυναίκα του, όχι εξαιτίας πορνείας, και νυμφευτεί άλλη μοιχεύεται». 10 Του λένε οι μαθητές του: «Αν είναι έτσι η αιτία διαζυγίου τού άντρα με τη γυναίκα, δε συμφέρει σε κάποιον να νυμφευτεί». 11 Εκείνος τους είπε: «Σε όλους δε χωρά αυτός ο λόγος, αλλά μόνο σ’ αυτούς στους οποίους έχει δοθεί. 12 Γιατί είναι ευνούχοι που από την κοιλιά της μητέρας τους γεννήθηκαν έτσι, και είναι ευνούχοι που ευνουχίστηκαν από τους ανθρώπους, και είναι ευνούχοι που ευνούχισαν τους εαυτούς τους για τη βασιλεία των ουρανών. Σ’ όποιον δύναται να χωρά ο λόγος, ας χωρά».
Ο Ιησούς ευλογεί τα μικρά παιδιά
(Μκ. 10:13-16, Λκ. 18:15-17)
13 Τότε προσφέρθηκαν σ’ αυτόν παιδιά, για να επιθέσει σ’ αυτά τα χέρια και να προσευχηθεί· αλλά οι μαθητές τούς επιτίμησαν. 14 Ο Ιησούς όμως είπε: «Αφήστε τα παιδιά και μην τα εμποδίζετε να έρθουν προς εμένα, γιατί για τέτοιους είναι η βασιλεία των ουρανών». 15 Και αφού επέθεσε τα χέρια σ’ αυτά, έφυγε από εκεί.
Ο πλούσιος νεαρός
(Μκ. 10:17-31, Λκ. 18:18-30)
16 Και ιδού, ένας τον πλησίασε και του είπε: «Δάσκαλε, τι αγαθό να κάνω, για να έχω ζωή αιώνια;» 17 Εκείνος του είπε: «Τι με ρωτάς για το αγαθό; Ένας είναι ο Αγαθός. Αν όμως θέλεις να εισέλθεις στη ζωή, τήρησε τις εντολές». 18 Του λέει: «Ποιες;» Και ο Ιησούς είπε: «Το μη φονεύσεις, μη μοιχέψεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, και να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». 20 Του λέει ο νεαρός: «Όλα αυτά τα φύλαξα. Σε τι ακόμα υστερώ;» 21 Του είπε ο Ιησούς: «Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς, και έλα ακολούθα με». 22 Όταν άκουσε όμως ο νεαρός αυτόν το λόγο, έφυγε λυπημένος· γιατί είχε κτήματα πολλά. 23 Ο Ιησούς, τότε, είπε στους μαθητές του: «Αλήθεια σας λέω ότι πλούσιος θα εισέλθει δύσκολα στη βασιλεία των ουρανών. 24 Και πάλι σας λέω, ευκολότερο είναι μια καμήλα να περάσει από τρύπα βελόνας παρά πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού». 25 Και όταν το άκουσαν οι μαθητές, εκπλήττονταν πάρα πολύ, λέγοντας: «Ποιος άραγε δύναται να σωθεί;» 26 Αφού τους κοίταξε τότε μέσα στα μάτια ο Ιησούς, τους είπε: «Για τους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, αλλά για το Θεό όλα είναι δυνατά». 27 Τότε έλαβε το λόγο ο Πέτρος και του είπε: «Ιδού, εμείς τα αφήσαμε όλα και σε ακολουθήσαμε· τι άραγε θα συμβεί σ’ εμάς;» 28 Και ο Ιησούς τους είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι εσείς που με ακολουθήσατε, κατά την παλιγγενεσία, όταν καθίσει ο Υιός του ανθρώπου πάνω στο θρόνο της δόξας του, θα καθίσετε κι εσείς πάνω σε δώδεκα θρόνους, κρίνοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. 29 Και καθένας που άφησε οικίες ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή παιδιά ή αγρούς, εξαιτίας του ονόματός μου, εκατονταπλάσια θα λάβει και θα κληρονομήσει ζωή αιώνια. 30 Πολλοί όμως πρώτοι θα είναι τελευταίοι και τελευταίοι πρώτοι».
Κεφάλαιον 20
Η παραβολή των εργατών του αμπελώνα
1 «Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με άνθρωπο οικοδεσπότη, που εξήλθε μόλις ήρθε το πρωί, για να μισθώσει εργάτες για τον αμπελώνα του. 2 Και αφού συμφώνησε με τους εργάτες από ένα δηνάριο την ημέρα, τους απέστειλε στον αμπελώνα του. 3 Και όταν εξήλθε γύρω στις εννιά η ώρα το πρωί, είδε άλλους να έχουν σταθεί στην αγορά αργοί 4 και σ’ εκείνους είπε: “Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και ό,τι είναι δίκαιο θα σας δώσω”. 5 Εκείνοι έφυγαν. Πάλι, λοιπόν, όταν εξήλθε γύρω στις δώδεκα, και κατά τις τρεις η ώρα, έκανε ομοίως. 6 Και κατά τις πέντε, όταν εξήλθε, βρήκε άλλους να έχουν σταθεί και τους λέει: “Γιατί έχετε σταθεί εδώ όλη την ημέρα αργοί”; 7 Του λένε: “Γιατί κανείς δε μας μίσθωσε”. Τους λέει: “Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα”. 8 Και όταν έγινε βράδυ, λέει ο κύριος του αμπελώνα στον επίτροπό του: “Κάλεσε τους εργάτες και απόδωσε σ’ αυτούς το μισθό, αφού αρχίσεις από τους τελευταίους έως τους πρώτους”. 9 Τότε ήρθαν οι εργαζόμενοι γύρω στις πέντε η ώρα και έλαβαν από ένα δηνάριο. 10 Και όταν ήρθαν οι πρώτοι, νόμισαν ότι θα λάβουν περισσότερο· αλλά έλαβαν από ένα δηνάριο και αυτοί. 11 Και όταν το έλαβαν, γόγγυζαν κατά του οικοδεσπότη, 12 λέγοντας: “Αυτοί οι τελευταίοι μια ώρα έκαναν, και τους έκανες ίσους μ’ εμάς, που βαστάξαμε το βάρος της ημέρας και τον καύσωνα”. 13 Εκείνος αποκρίθηκε σ’ έναν από αυτούς και είπε: “Σύντροφε, δε σε αδικώ. Δε συμφώνησες με εμένα για ένα δηνάριο; 14 Πάρε το δικό σου και πήγαινε. Θέλω όμως σ’ αυτόν τον τελευταίο να δώσω όπως και σ’ εσένα. 15 Ή δε μου επιτρέπεται να κάνω ό,τι θέλω με τα δικά μου χρήματα;Ή ο οφθαλμός σου είναι κακός, επειδή εγώ είμαι αγαθός”; 16 Έτσι θα γίνουν οι τελευταίοι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι».
Τρίτη πρόρρηση του θανάτου και της ανάστασής του
(Μκ. 10:32-34, Λκ. 18:31-34)
17 Και ανεβαίνοντας ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, παράλαβε τους δώδεκα μαθητές ιδιαιτέρως και κατά το δρόμο τούς είπε: 18 «Ιδού, ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, και θα τον καταδικάσουν σε θάνατο 19 και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς, για να τον εμπαίξουν και να τον μαστιγώσουν και να τον σταυρώσουν· και την τρίτη ημέρα θα εγερθεί».
Το αίτημα της μητέρας των γιων του Ζεβεδαίου
(Μκ. 10:35-45)
20 Τότε τον πλησίασε η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου μαζί με τους γιους της, προσκυνώντας και ζητώντας κάτι από αυτόν. 21 Εκείνος της είπε: «Τι θέλεις;» Του λέει: «Πες ώστε να καθίσουν αυτοί οι δύο γιοι μου ένας από τα δεξιά σου και ένας από τα αριστερά σου κατά τη βασιλεία σου». 22 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι που εγώ μέλλω να πιω;» Του λένε: «Μπορούμε». 23 Τους λέει: «Το ποτήρι μου βέβαια θα το πιείτε, αλλά το να καθίσετε από τα δεξιά μου και από τα αριστερά μου δεν ανήκει σ’ εμένα να δώσω αυτό, αλλά θα δοθεί σ’ αυτούς που έχει ετοιμαστεί από τον Πατέρα μου». 24 Και όταν το άκουσαν οι δέκα, αγανάκτησαν για τους δύο αδελφούς. 25 Αλλά ο Ιησούς τους προσκάλεσε και είπε: «Ξέρετε ότι οι άρχοντες των εθνών κατακυριαρχούν σ’ αυτά και οι μεγάλοι τα κατεξουσιάζουν. 26 Δεν θα είναι έτσι μεταξύ σας, αλλά όποιος θέλει μεταξύ σας να γίνει μεγάλος θα είναι διάκονός σας, 27 και όποιος θέλει μεταξύ σας να είναι πρώτος θα είναι δούλος σας. 28 Όπως ακριβώς ο Υιός του ανθρώπου δεν ήρθε για να διακονηθεί, αλλά για να διακονήσει και να δώσει τη ζωή του λύτρο στη θέση πολλών».
Η θεραπεία των δύο τυφλών
(Μκ. 10:46-52, Λκ. 18:35-43)
29 Και ενώ αυτοί έβγαιναν από την Ιεριχώ, τον ακολούθησε πλήθος πολύ. 30 Και ιδού, δύο τυφλοί που κάθονταν δίπλα στην οδό, όταν άκουσαν ότι ο Ιησούς περνάει από εκεί, έκραξαν λέγοντας: «Ελέησέ μας, Κύριε, γιε του Δαβίδ». 31 Το πλήθος τότε τους επιτίμησε για να σωπάσουν. Εκείνοι περισσότερο έκραξαν λέγοντας: «Ελέησέ μας, Κύριε, γιε του Δαβίδ». 32 Και στάθηκε ο Ιησούς, τους φώναξε και είπε: «Τι θέλετε να σας κάνω;» 33 Του λένε: «Κύριε, να ανοιχτούν οι οφθαλμοί μας». 34 Τους σπλαχνίστηκε τότε ο Ιησούς και άγγιξε τα μάτια τους, και αμέσως ξαναείδαν και τον ακολούθησαν.
Κεφάλαιον 21
Η θριαμβευτική είσοδος στην Ιερουσαλήμ
(Μκ. 11:1-11, Λκ. 19:28-38, Ιν. 12:12-19)
1 Και όταν πλησίασαν στα Ιεροσόλυμα και ήρθαν στη Βηθφαγή, στο Όρος των Ελαιών, τότε ο Ιησούς απέστειλε δύο μαθητές, 2 λέγοντάς τους: «Πηγαίνετε στο χωριό που είναι απέναντί σας, και αμέσως θα βρείτε μια όνο δεμένη και ένα πουλάρι μαζί της· αφού τα λύσετε, να μου τα φέρετε. 3 Και αν κάποιος σας πει κάτι, θα πείτε: “Ο Κύριος έχει ανάγκη αυτά”. Και ευθύς θα τα αποστείλει». 4 Και αυτό έχει γίνει, για να εκπληρωθεί εκείνο που ειπώθηκε μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: 5 Πέστε στη θυγατέρα Σιών, Ιδού, ο βασιλιάς σου έρχεται σ’ εσένα πράος και ανεβασμένος πάνω σε όνο και πάνω σε πουλάρι γέννημα υποζυγίου. 6 Αφού πήγαν, λοιπόν, οι μαθητές και έκαναν καθώς τους διέταξε ο Ιησούς, 7 έφεραν την όνο και το πουλάρι, και έθεσαν πάνω τους τα ρούχα και εκείνος κάθισε πάνω τους. 8 Και το μεγαλύτερο μέρος του πλήθους έστρωσαν τα δικά τους ρούχα στην οδό, ενώ άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δέντρα και τα έστρωναν στην οδό. 9 Και τα πλήθη που προπορεύονταν από αυτόν και αυτά που τον ακολουθούσαν φώναζαν λέγοντας: «Ωσαννά στο γιο του Δαβίδ. Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου.Ωσαννά στους ύψιστους ουρανούς». 10 Και όταν αυτός εισήλθε στα Ιεροσόλυμα, σείστηκε όλη η πόλη λέγοντας: «Ποιος είναι αυτός;» 11 Και τα πλήθη έλεγαν: «Αυτός είναι ο προφήτης Ιησούς που κατάγεται από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας».
Ο καθαρισμός του ναού
(Μκ. 11:15-19, Λκ. 19:45-48, Ιν. 2:13-22)
12 Και εισήλθε ο Ιησούς στο ναό και έβγαλε όλους όσοι πουλούσαν και αγόραζαν μέσα στο ναό, και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών όπως και τα καθίσματα αυτών που πουλούσαν τα περιστέρια, 13 και τους λέει: «Είναι γραμμένο: Ο οίκος μου θα κληθεί οίκος προσευχής, εσείς όμως τον κάνετε σπήλαιο ληστών». 14 Τότε τον πλησίασαν τυφλοί και χωλοί μέσα στο ναό, και τους θεράπευσε. 15 Και όταν είδαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς τα θαυμάσια που έκανε και τα παιδιά που φώναζαν μέσα στο ναό και έλεγαν: «Ωσαννά στο γιο του Δαβίδ», αγανάκτησαν 16 και του είπαν: «Ακούς τι λένε αυτοί;» Και ο Ιησούς τους λέει: «Ναι. Ποτέ δε διαβάσατε ότι από στόμα νηπίων και βρεφών που θηλάζουν κατάρτισες αίνο;» 17 Και αφού τους εγκατέλειψε, βγήκε έξω από την πόλη, στη Βηθανία, και διανυχτέρευε εκεί.
Η άκαρπη συκιά
(Μκ. 11:12-14, 20-24)
18 Και το πρωί, επιστρέφοντας στην πόλη, πείνασε. 19 Και όταν είδε μια συκιά στο δρόμο, ήρθε κοντά της, αλλά τίποτα δε βρήκε σ’ αυτήν παρά φύλλα μόνο, και της λέει: «Ποτέ πια από εσένα καρπός να μη γίνει στον αιώνα». Και ξεράθηκε αμέσως η συκιά. 20 Και όταν το είδαν οι μαθητές, θαύμασαν λέγοντας: «Πώς αμέσως ξεράθηκε η συκιά;» 21 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και τους είπε: «Αλήθεια σας λέω, αν έχετε πίστη και δεν αμφιβάλλετε, όχι μόνο το θαύμα της συκιάς θα κάνετε, αλλά και αν στο όρος ετούτο πείτε: “Σήκω και πέσε στη θάλασσα”, θα γίνει. 22 Και όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή πιστεύοντας, θα τα λάβετε».
Η εξουσία του Ιησού αμφισβητείται
(Μκ. 11:27-33, Λκ. 20:1-8)
23 Και όταν ήρθε αυτός στο ναό, τον πλησίασαν, ενώ δίδασκε, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού, λέγοντας: «Με ποια εξουσία αυτά τα κάνεις; Και ποιος σου έδωσε την εξουσία αυτή;» 24 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και τους είπε: «Θα σας ρωτήσω κι εγώ ένα λόγο, που αν μου απαντήσετε, θα σας πω κι εγώ με ποια εξουσία αυτά τα κάνω: 25 Το βάφτισμα του Ιωάννη από πού ήταν; Από τον ουρανό ή από τους ανθρώπους;» Εκείνοι διαλογίζονταν μεταξύ τους και έλεγαν: «Αν πούμε: “Από τον ουρανό”, θα μας πει: “Γιατί λοιπόν δεν πιστέψατε σ’ αυτόν”; 26 Αν όμως πούμε: “Από τους ανθρώπους”, φοβόμαστε το πλήθος, γιατί όλοι ως προφήτη έχουν τον Ιωάννη». 27 Και αποκρίθηκαν στον Ιησού και του είπαν: «Δεν ξέρουμε». Και αυτός τους είπε: «Ούτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία αυτά τα κάνω».
Η παραβολή των δύο γιων
28 «Τι λοιπόν νομίζετε; Ένας άνθρωπος είχε δύο παιδιά. Και πλησίασε στο πρώτο και είπε: “Παιδί μου, πήγαινε σήμερα, εργάζου στον αμπελώνα”. 29 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: “Δε θέλω”. Ύστερα, όμως, μεταμελήθηκε και πήγε. 30 Πλησίασε τότε στον άλλο και του είπε όμοια. Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: “Εγώ θα πάω, κύριε”. Αλλά δεν πήγε. 31 Ποιος από τους δύο έκανε το θέλημα του πατέρα;» Του λένε: «Ο πρώτος». Τους λέει ο Ιησούς: «Αλήθεια σας λέω ότι οι τελώνες και οι πόρνες προηγούνται από εσάς στη βασιλεία του Θεού. 32 Γιατί ήρθε ο Ιωάννης προς εσάς βαδίζοντας σε οδό δικαιοσύνης και δεν τον πιστέψατε· αλλά οι τελώνες και οι πόρνες πίστεψαν σ’ αυτόν. Εσείς, όμως, παρόλο που το είδατε, ούτε ύστερα μεταμεληθήκατε, για να πιστέψετε σ’ αυτόν».
Η παραβολή του αμπελώνα και των γεωργών
(Μκ. 12:1-12, Λκ. 20:9-19)
33 «Άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν ένας άνθρωπος οικοδεσπότης, ο οποίος φύτεψε αμπελώνα και τον περιέβαλε με φράχτη και έσκαψε σ’ αυτόν πατητήρι και οικοδόμησε πύργο και τον νοίκιασε σε γεωργούς και αποδήμησε. 34 Όταν λοιπόν πλησίασε ο καιρός των καρπών, απέστειλε τους δούλους του προς τους γεωργούς να λάβουν τους καρπούς του. 35 Και αφού έπιασαν οι γεωργοί τους δούλους του, έναν έδειραν, άλλον σκότωσαν, άλλον λιθοβόλησαν. 36 Πάλι απέστειλε άλλους δούλους περισσότερους από τους πρώτους και έκαναν σ’ αυτούς ομοίως. 37 Ύστερα, λοιπόν, απέστειλε προς αυτούς το γιο του λέγοντας: “Θα ντραπούν το γιο μου”. 38 Οι γεωργοί, όμως, όταν είδαν το γιο, είπαν μεταξύ τους: “Αυτός είναι ο κληρονόμος. Ελάτε να τον σκοτώσουμε και να έχουμε την κληρονομιά του”. 39 Και αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από τον αμπελώνα και τον σκότωσαν. 40 Όταν λοιπόν έρθει ο κύριος του αμπελώνα, τι θα κάνει στους γεωργούς εκείνους;» 41 Του λένε: «Τους κακούς, κακώς θα τους εξολοθρέψει και τον αμπελώνα θα τον νοικιάσει σε άλλους γεωργούς, που θα του αποδώσουν τους καρπούς στους καιρούς τους». 42 Τους λέει ο Ιησούς: «Ποτέ δε διαβάσατε στις Γραφές, Λίθο που αποδοκίμασαν οι οικοδόμοι, αυτός έγινε ακρογωνιαίος λίθος. Από τον Κύριο έγινε αυτός και είναι θαυμαστός στα μάτια μας; 43 Γι’ αυτό σας λέω ότι θα αφαιρεθεί από εσάς η βασιλεία του Θεού και θα δοθεί σε έθνος που θα κάνει τους καρπούς της. 44 Και όποιος πέσει πάνω στο λίθο αυτό θα συντριφτεί· ενώ πάνω σ’ όποιον πέσει θα τον θρυμματίσει». 45 Και όταν άκουσαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι τις παραβολές του, κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς τις λέει. 46 Και ενώ ζητούσαν να τον συλλάβουν, φοβήθηκαν τα πλήθη, επειδή τον είχαν για προφήτη.
Κεφάλαιον 22
Η παραβολή των γάμων
(Λκ. 14:15-24)
1 Τότε έλαβε πάλι το λόγο ο Ιησούς και τους είπε με παραβολές λέγοντας: 2 «Η βασιλεία των ουρανών ομοιώθηκε μ’ έναν άνθρωπο βασιλιά, ο οποίος έκανε γάμους στο γιο του. 3 Και απέστειλε τους δούλους του να καλέσουν τους καλεσμένους στους γάμους, αλλά δεν ήθελαν να έρθουν. 4 Πάλι απέστειλε άλλους δούλους λέγοντας: “Πείτε στους καλεσμένους: Ιδού, έχω ετοιμάσει το γεύμα μου, οι ταύροι μου και τα θρεφτάρια είναι σφαγμένα και είναι όλα έτοιμα· ελάτε στους γάμους”. 5 Εκείνοι αμέλησαν και έφυγαν, ο ένας στο δικό του αγρό, ο άλλος στο εμπόριό του. 6 Και οι υπόλοιποι, αφού συνέλαβαν τους δούλους του, τους κακομεταχειρίστηκαν και τους σκότωσαν. 7 Τότε ο βασιλιάς οργίστηκε και, αφού έστειλε τα στρατεύματά του, εξολόθρεψε τους φονιάδες εκείνους και την πόλη τους έκαψε. 8 Τότε λέει στους δούλους του: “Ο γάμος βέβαια είναι έτοιμος, αλλά οι καλεσμένοι δεν ήταν άξιοι. 9 Πηγαίνετε, λοιπόν, στις διακλαδώσεις των οδών και όσους βρείτε καλέστε τους στους γάμους”. 10 Και αφού εξήλθαν οι δούλοι εκείνοι στους δρόμους, σύναξαν όλους όσους βρήκαν, κακούς και καλούς. Και γέμισε ο γάμος από ξαπλωμένους, για να φάνε. 11 Όταν εισήλθε όμως ο βασιλιάς, για να δει εκείνους που κάθονταν, για να φάνε, είδε εκεί έναν άνθρωπο που δεν ήταν ντυμένος με ένδυμα γάμου, 12 και του λέει: “Σύντροφε, πώς εισήλθες εδώ μην έχοντας ένδυμα γάμου”; Εκείνος αποστομώθηκε. 13 Τότε ο βασιλιάς είπε στους διακόνους: “Δέστε του πόδια και χέρια και πετάξτε τον έξω στο σκότος το εξώτερο” – εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών. 14 Γιατί πολλοί είναι κλητοί, αλλά λίγοι εκλεκτοί».
Η πληρωμή των φόρων στον Καίσαρα
(Μκ. 12:13-17, Λκ. 20:20-26)
15 Τότε πήγαν οι Φαρισαίοι και έκαναν συμβούλιο, για να τον παγιδέψουν με λόγια. 16 Και αποστέλλουν σ’ αυτόν τους μαθητές τους μαζί με τους Ηρωδιανούς, λέγοντας: «Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι ειλικρινής και διδάσκεις την οδό του Θεού με αλήθεια και δε σε μέλει για κανέναν· γιατί δε βλέπεις σε πρόσωπο ανθρώπων. 17 Πες μας, λοιπόν, τι νομίζεις; επιτρέπεται να δώσει κανείς φόρο στον Καίσαρα ή όχι»; 18 Επειδή όμως ο Ιησούς κατάλαβε την πονηριά τους, είπε: «Τι με πειράζετε, υποκριτές; 19 Επιδείξτε μου το νόμισμα του φόρου». Εκείνοι έφεραν προς αυτόν ένα δηνάριο. 20 Και τους λέει: «Ποιανού είναι η εικόνα αυτή και η επιγραφή;» 21 Του λένε: «Του Καίσαρα». Τότε τους λέει: «Αποδώστε λοιπόν τα πράγματα του Καίσαρα στον Καίσαρα, και τα πράγματα του Θεού στο Θεό». 22 Και όταν άκουσαν αυτό, θαύμασαν και, αφού τον άφησαν, έφυγαν.
Το θέμα της ανάστασης
(Μκ. 12:18-27, Λκ. 20:27-40)
23 Εκείνη την ημέρα τον πλησίασαν Σαδδουκαίοι, οι οποίοι λένε πως δεν υπάρχει ανάσταση, και τον επερώτησαν: 24 «Δάσκαλε, ο Μωυσής είπε: Αν κάποιος πεθάνει μην έχοντας παιδιά, να νυμφευτεί ο αδελφός του τη γυναίκα του και να φέρει απογόνους στον αδελφό του. 25 Ήταν λοιπόν μεταξύ μας εφτά αδελφοί. Και ο πρώτος, αφού νυμφεύτηκε, πέθανε, και μην έχοντας απογόνους άφησε τη γυναίκα του στον αδελφό του. 26 Όμοια και ο δεύτερος και ο τρίτος, ως τους εφτά. 27 Και ύστερα απ’ όλους πέθανε η γυναίκα. 28 Κατά την ανάσταση, λοιπόν, ποιανού από τους εφτά θα είναι γυναίκα; Γιατί όλοι την είχαν». 29 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και τους είπε: «Πλανάστε, επειδή δεν ξέρετε τις Γραφές μήτε τη δύναμη του Θεού. 30 Γιατί κατά την ανάσταση ούτε νυμφεύονται ούτε παντρεύονται, αλλά είναι σαν άγγελοι στον ουρανό. 31 Όσον αφορά όμως την ανάσταση των νεκρών, δε διαβάσατε αυτό που ειπώθηκε σ’ εσάς από το Θεό, όταν έλεγε: 32 Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ; Δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών». 33 Και όταν άκουσαν τα πλήθη, εκπλήσσονταν για τη διδαχή του.
Η μεγάλη εντολή
(Μκ. 12:28-34, Λκ. 10:25-28)
34 Όταν λοιπόν οι Φαρισαίοι άκουσαν ότι αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, συνάχτηκαν στο ίδιο μέρος, 35 και τον επερώτησε ένας από αυτούς, νομικός, για να τον πειράξει: 36 «Δάσκαλε, ποια εντολή είναι μεγάλη μέσα στο νόμο;» 37 Εκείνος του είπε: «Να αγαπήσεις Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. 38 Αυτή είναι η μεγάλη και πρώτη εντολή. 39 Και δεύτερη, όμοια με αυτή: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου. 40 Σε αυτές τις δύο εντολές κρέμεται όλος ο νόμος και οι προφήτες».
Το θέμα αν ο Χριστός είναι γιος του Δαβίδ
(Μκ. 12:35-37, Λκ. 20:41-44)
41 Και ενώ ήταν συναγμένοι οι Φαρισαίοι, τους επερώτησε ο Ιησούς: 42 «Τι νομίζετε για το Χριστό; Ποιανού είναι γιος;» Του απαντούν: «Του Δαβίδ». 43 Τους λέει: «Πώς λοιπόν ο Δαβίδ μέσω του Πνεύματος τον καλεί Κύριο, λέγοντας: 44 Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου: “Κάθου από τα δεξιά μου, ωσότου θέσω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου”; 45 Αν λοιπόν ο Δαβίδ τον καλεί “Κύριο”, πώς είναι γιος του;» 46 Και κανείς δεν μπορούσε να του αποκριθεί λόγο, ούτε τόλμησε κανείς από εκείνη την ημέρα να τον επερωτήσει πια.
Κεφάλαιον 23
O Ιησούς κατακρίνει τους γραμματείς και τους Φαρισαίους
(Μκ. 12:38-40, Λκ. 11:37-52, 20:45-47)
1 Τότε ο Ιησούς μίλησε στα πλήθη και στους μαθητές του, 2 λέγοντας: «Πάνω στην καθέδρα του Μωυσή κάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. 3 Όλα όσα σας πουν, λοιπόν, κάντε και τηρείτε, αλλά κατά τα έργα τους μην κάνετε· γιατί λένε και δεν κάνουν. 4 Δένουν, μάλιστα, βαριά και δυσβάστακτα φορτία, και τα θέτουν πάνω στους ώμους των ανθρώπων, αλλά αυτοί με το δάχτυλό τους δε θέλουν να τα κουνήσουν. 5 Και όλα τα έργα τους τα κάνουν, για να τους δουν με θαυμασμό οι άνθρωποι. Γιατί πλαταίνουν τα φυλαχτά τους και μεγαλώνουν τα κράσπεδα, 6 και αγαπούν το πρώτο κάθισμα στα δείπνα και τις πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές 7 και τους χαιρετισμούς στις αγορές και να καλούνται από τους ανθρώπους: “Ραβί”. 8 Εσείς όμως μην κληθείτε “Ραβί” – γιατί ένας είναι ο δικός σας δάσκαλος, ενώ εσείς όλοι είστε αδελφοί. 9 Και “πατέρα” σας μην καλέσετε κάποιον πάνω στη γη, γιατί ένας είναι ο δικός σας ο Πατέρας, ο ουράνιος. 10 Μήτε κληθείτε “καθοδηγητές”, γιατί καθοδηγητής σας είναι ένας, ο Χριστός. 11 Αλλά ο μεγαλύτερός σας να είναι διάκονός σας. 12 Όποιος, λοιπόν, υψώσει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και όποιος ταπεινώσει τον εαυτό του θα υψωθεί. 13 [Αλίμονο όμως σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί κατατρώτε τις οικίες των χηρών και για πρόφαση κάνετε μακριές προσευχές· γι’ αυτό θα λάβετε περισσότερη καταδίκη.] 14 Και αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί κλείνετε τη βασιλεία των ουρανών μπροστά στους ανθρώπους. Γιατί εσείς δεν εισέρχεστε ούτε εκείνους που θέλουν να εισέλθουν τους αφήνετε να εισέλθουν. 15 Αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί γυρνάτε τη θάλασσα και την ξηρά για να κάνετε έναν προσήλυτο και, όταν γίνει, τον κάνετε γιο της γέεννας διπλά από εσάς. 16 Αλίμονο σ’ εσάς, οδηγοί τυφλοί, που λέτε: “Όποιος ορκιστεί στο ναό δεν είναι τίποτα. Όποιος όμως ορκιστεί στον χρυσό του ναού οφείλει να εκτελέσει”. 17 Μωροί και τυφλοί, γιατί ποιος είναι μεγαλύτερος, ο χρυσός ή ο ναός που αγίασε τον χρυσό; 18 Και λέτε επίσης: “Όποιος ορκιστεί στο θυσιαστήριο δεν είναι τίποτα. Όποιος όμως ορκιστεί στο δώρο που είναι πάνω σ’ αυτό οφείλει να εκτελέσει”. 19 Τυφλοί, γιατί ποιο είναι μεγαλύτερο, το δώρο ή το θυσιαστήριο που αγιάζει το δώρο; 20 Όποιος λοιπόν ορκίστηκε στο θυσιαστήριο ορκίζεται σ’ αυτό και σε όλα όσα είναι πάνω του. 21 Και όποιος ορκίστηκε στο ναό ορκίζεται σ’ αυτόν και σ’ Εκείνον που τον κατοικεί. 22 Και όποιος ορκίστηκε στον ουρανό ορκίζεται στο θρόνο του Θεού και σ’ Εκείνον που κάθεται πάνω του. 23 Αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί δίνετε τα δέκατα το δυόσμο και τον άνηθο και το κύμινο και αφήσατε τα σπουδαιότερα του νόμου: τη δίκαιη κρίση και το έλεος και την πίστη. Αυτά λοιπόν έπρεπε να κάνετε, κι εκείνα να μην αφήνετε. 24 Οδηγοί τυφλοί, που διυλίζετε το κουνούπι, αλλά καταπίνετε την καμήλα. 25 Αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί καθαρίζετε το απέξω του ποτηριού και του πιάτου, ενώ από μέσα είναι γεμάτα από αρπαγή και ακράτεια. 26 Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισε πρώτα το εντός του ποτηριού, για να γίνει και το έξω του καθαρό. 27 Αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οι οποίοι απέξω βέβαια φαίνονται ωραίοι, αλλά από μέσα είναι γεμάτοι από οστά νεκρών και από κάθε ακαθαρσία. 28 Έτσι κι εσείς απέξω βέβαια φαίνεστε στους ανθρώπους δίκαιοι, αλλά από μέσα είστε γεμάτοι υποκρισία και ανομία. 29 Αλίμονο σ’ εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί οικοδομείτε τους τάφους των προφητών και κοσμείτε τα μνήματα των δικαίων, 30 και λέτε: “Αν ήμασταν στις ημέρες των πατέρων μας, δε θα ήμασταν με αυτούς συμμέτοχοι στο αίμα των προφητών που έχυσαν”. 31 Ώστε μαρτυρείτε για τους εαυτούς σας ότι είστε γιοι εκείνων που φόνευσαν τους προφήτες. 32 Και εσείς συμπληρώστε το μέτρο της ανομίας των πατέρων σας. 33 Φίδια, γεννήματα εχιδνών, πώς θα αποφύγετε την κρίση της γέεννας; 34 Γι’ αυτό, ιδού, εγώ αποστέλλω προς εσάς προφήτες και σοφούς και γραμματείς. Από αυτούς άλλους θα σκοτώσετε και θα σταυρώσετε, και από αυτούς άλλους θα μαστιγώσετε στις συναγωγές σας και θα καταδιώξετε από πόλη σε πόλη· 35 για να έρθει πάνω σας κάθε αίμα δίκαιο που χύνεται πάνω στη γη, από το αίμα του Άβελ του δίκαιου ως το αίμα του Ζαχαρία, του γιου του Βαραχία, που φονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου. 36 Αλήθεια σας λέω, θα έρθουν όλα αυτά πάνω στη γενιά αυτή».
Θρήνος για την Ιερουσαλήμ
(Λκ. 13:34-35)
37 «Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ – που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους προς αυτήν – πόσες φορές θέλησα να συνάξω στο ίδιο μέρος τα τέκνα σου με τον τρόπο που η όρνιθα συνάζει στο ίδιο μέρος τους νεοσσούς της κάτω από τις φτερούγες της, αλλά δεν το θελήσατε. 38 Ιδού, αφήνεται σ’ εσάς ο οίκος σας έρημος. 39 Γιατί σας λέω, δε θα με δείτε από τώρα, ωσότου πείτε: Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου».
Κεφάλαιον 24
Προλέγεται η καταστροφή του ναού
(Μκ. 13:1-2, Λκ. 21:5-6)
1 Και όταν εξήλθε ο Ιησούς από το ναό, πορευόταν, και πλησίασαν οι μαθητές του, για να του επιδείξουν τα οικοδομήματα του ναού. 2 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Δε βλέπετε όλα αυτά; Αλήθεια σας λέω, δε θα αφεθεί εδώ λίθος πάνω σε λίθο που δε θα καταστραφεί».
Αρχή ωδίνων
(Μκ. 13:3-13, Λκ. 21:7-19)
3 Ενώ, λοιπόν, αυτός καθόταν πάνω στο Όρος των Ελαιών, τον πλησίασαν οι μαθητές ιδιαιτέρως, λέγοντας: «Πες μας, πότε θα γίνουν αυτά και ποιο το σημείο της δικής σου παρουσίας και της συντέλειας του αιώνα;» 4 Τότε αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους είπε: «Προσέχετε μη σας πλανήσει κανείς. 5 Γιατί πολλοί θα έρθουν με το όνομά μου, λέγοντας: “Εγώ είμαι ο Χριστός”, και πολλούς θα πλανήσουν. 6 Θα μέλλετε, λοιπόν, να ακούτε πολέμους και φήμες πολέμων. Κοιτάτε, μη θορυβείστε· γιατί πρέπει να γίνουν, αλλά ακόμα δεν είναι το τέλος. 7 Γιατί θα εγερθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας, και θα γίνουν πείνες και σεισμοί κατά τόπους. 8 Αλλά όλα αυτά είναι αρχή ωδίνων. 9 Τότε θα σας παραδώσουν σε θλίψη και θα σας σκοτώσουν, και θα είστε μισούμενοι από όλα τα έθνη για το όνομά μου. 10 Και τότε θα σκανδαλιστούν πολλοί, και θα προδώσουν ο ένας τον άλλο, και θα μισήσουν ο ένας τον άλλο. 11 Και πολλοί ψευδοπροφήτες θα εγερθούν και θα πλανήσουν πολλούς. 12 Και επειδή θα πληθυνθεί η ανομία, θα ψυχραθεί η αγάπη των πολλών. 13 Αλλά εκείνος που θα υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί. 14 Και θα κηρυχτεί αυτό το ευαγγέλιο της βασιλείας σε όλη την οικουμένη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη, και τότε θα έρθει το τέλος».
Η μεγάλη θλίψη
(Μκ. 13:14-23, Λκ. 21:20-24)
15 «Όταν λοιπόν δείτε το βδέλυγμα της ερημώσεως, που ειπώθηκε μέσω του Δανιήλ του προφήτη, να έχει σταθεί σε τόπο άγιο – ο αναγνώστης ας εννοήσει – 16 τότε όσοι είναι στην Ιουδαία ας φεύγουν στα όρη, 17 όποιος είναι πάνω στο δώμα ας μην κατεβεί, για να πάρει τα πράγματα από την οικία του. 18 Και όποιος είναι στον αγρό ας μην επιστρέψει πίσω, για να πάρει το πανωφόρι του. 19 Αλίμονο όμως σε όσες έχουν παιδιά στην κοιλιά και σε όσες θηλάζουν εκείνες τις ημέρες. 20 Προσεύχεστε μάλιστα να μη γίνει η φυγή σας το χειμώνα μήτε το Σάββατο. 21 Γιατί θα γίνει τότε θλίψη μεγάλη, τέτοια που δεν έχει γίνει από την αρχή του κόσμου ως τώρα, ούτε θα γίνει ξανά. 22 Και αν δε συντομεύονταν οι ημέρες εκείνες, δε θα σωζόταν καμιά σάρκα. Για τους εκλεκτούς, όμως, θα συντομευτούν οι ημέρες εκείνες. 23 Τότε, αν κάποιος σας πει: “Ιδού, εδώ ο Χριστός” ή “εδώ”, μην το πιστέψετε. 24 Γιατί θα εγερθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες και θα δώσουν σημεία μεγάλα και τέρατα, ώστε να πλανήσουν, αν είναι δυνατό, και τους εκλεκτούς. 25 Ιδού, σας τα έχω προείπει. 26 Αν λοιπόν σας πουν: “Ιδού, στην έρημο είναι”, μην εξέλθετε. “Ιδού, στα απόμερα δωμάτια”, μην το πιστέψετε. 27 Γιατί όπως ακριβώς η αστραπή εξέρχεται από τα ανατολικά και φαίνεται ως τα δυτικά, έτσι θα είναι η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. 28 Όπου είναι το πτώμα, εκεί θα συναχτούν οι αετοί».
Ο ερχομός του Υιού του ανθρώπου
(Μκ. 13:24-27, Λκ. 21:25-28)
29 «Και αμέσως μετά τη θλίψη των ημερών εκείνων ο ήλιος θα σκοτεινιάσει και η σελήνη δε θα δώσει το φεγγοβόλημά της, και οι αστέρες θα πέσουν από τον ουρανό και οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευτούν. 30 Και τότε θα φανεί το σημείο του Υιού του ανθρώπου στον ουρανό, και τότε θα θρηνήσουν όλες οι φυλές της γης του Ισραήλ και θα δουν τον Υιό του ανθρώπου ερχόμενο πάνω στις νεφέλες του ουρανού με δύναμη και δόξα πολλή. 31 Και θα αποστείλει τους αγγέλους του με σάλπιγγα μεγάλη, και θα συνάξουν στο ίδιο μέρος τους εκλεκτούς του από τους τέσσερις ανέμους, από τα άκρα των ουρανών ως τα άλλα άκρα αυτών».
Μάθημα από τη συκιά
(Μκ. 13:28-31, Λκ. 21:29-33)
32 «Από τη συκιά, λοιπόν, μάθετε την παραβολή. Όταν ήδη το κλαδί της γίνει απαλό και τα φύλλα ξεφυτρώνουν, γνωρίζετε ότι είναι κοντά το θέρος. 33 Έτσι κι εσείς, όταν τα δείτε όλα αυτά, να γνωρίζετε ότι είναι κοντά, στις θύρες. 34 Αλήθεια σας λέω ότι δε θα παρέλθει η γενιά αυτή, ωσότου γίνουν όλα αυτά. 35 Ο ουρανός οι η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δε θα παρέλθουν».
Άγνωστη η ημέρα και η ώρα
(Μκ. 13:32-37, Λκ. 17:26-30, 34-36)
36 «Όσον αφορά όμως εκείνη την ημέρα και την ώρα κανείς δεν τις ξέρει, ούτε οι άγγελοι των ουρανών ούτε ο Υιός παρά ο Πατέρας μόνος. 37 Γιατί όπως ακριβώς ήταν οι ημέρες του Νώε, έτσι θα είναι η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. 38 Γιατί όπως ήταν κατά τις ημέρες εκείνες πριν από τον κατακλυσμό, που έτρωγαν και έπιναν, που νυμφεύονταν και πάντρευαν, μέχρι την ημέρα που εισήλθε ο Νώε στην κιβωτό, 39 και δεν κατάλαβαν, ωσότου ήρθε ο κατακλυσμός και τους πήρε όλους, έτσι θα είναι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. 40 Τότε δύο άντρες θα είναι στον αγρό, ένας παραλαμβάνεται και ένας αφήνεται. 41 Δύο γυναίκες που θα αλέθουν στο μύλο, μία παραλαμβάνεται και μία αφήνεται. 42 Αγρυπνείτε, λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε ποια ημέρα ο Κύριός σας έρχεται. 43 Και εκείνο ας γνωρίζετε: ότι αν ήξερε ο οικοδεσπότης ποια ώρα της νύχτας έρχεται ο κλέφτης, θα αγρυπνούσε και δε θα άφηνε να διαρρήξουν την οικία του. 44 Γι’ αυτό κι εσείς να είστε έτοιμοι, γιατί την ώρα που δε νομίζετε έρχεται ο Υιός του ανθρώπου».
Ο πιστός και ο κακός δούλος
(Λκ. 12:41-48)
45 «Ποιος είναι άραγε ο πιστός και φρόνιμος δούλος, τον οποίο κατάστησε ο κύριος επιστάτη πάνω στο υπηρετικό προσωπικό του, για να δώσει σ’ αυτούς την τροφή στον κατάλληλο καιρό; 46 Μακάριος εκείνος ο δούλος που, όταν έρθει ο κύριός του, θα τον βρει να κάνει έτσι. 47 Αλήθεια σας λέω ότι πάνω σε όλα τα υπάρχοντά του θα τον καταστήσει επιστάτη. 48 Αν όμως πει εκείνος ο κακός δούλος μέσα στην καρδιά του: “Αργεί ο κύριός μου”, 49 και αρχίσει να χτυπάει τους σύνδουλούς του, και να τρώει και να πίνει μαζί μ’ εκείνους που μεθούν, 50 θα έρθει ο κύριος εκείνου του δούλου την ημέρα που δεν προσδοκά και την ώρα που δε γνωρίζει, 51 και θα τον κόψει στα δύο και το μερίδιό του θα το θέσει μαζί με τους υποκριτές. Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών».
Κεφάλαιον 25
Η παραβολή των δέκα παρθένων
1 «Τότε θα ομοιωθεί η βασιλεία των ουρανών με δέκα παρθένες που, αφού έλαβαν τις δικές τους λαμπάδες, εξήλθαν σε προϋπάντηση του νυμφίου. 2 Πέντε λοιπόν από αυτές ήταν μωρές και πέντε φρόνιμες. 3 Γιατί οι μωρές, ενώ έλαβαν τις λαμπάδες τους, δεν έλαβαν μαζί τους λάδι. 4 Οι φρόνιμες, όμως, έλαβαν λάδι μέσα στα αγγεία μαζί με τις δικές τους λαμπάδες. 5 Επειδή λοιπόν αργούσε ο νυμφίος, νύσταξαν όλες και κοιμούνταν. 6 Αλλά στο μέσο της νύχτας έχει γίνει μια κραυγή: “Ιδού ο νυμφίος, εξέρχεστε προς συνάντησή του”. 7 Τότε σηκώθηκαν όλες οι παρθένες εκείνες και κόσμησαν τις δικές τους λαμπάδες. 8 Και οι μωρές είπαν στις φρόνιμες: “Δώστε σ’ εμάς από το λάδι σας, γιατί οι λαμπάδες μας σβήνουν”. 9 Αποκρίθηκαν τότε οι φρόνιμες λέγοντας: “Όχι, μήπως δεν αρκέσει για μας και για σας. Πηγαίνετε μάλλον προς αυτούς που πουλούν και αγοράστε για τους εαυτούς σας”. 10 Ενώ όμως αυτές έφευγαν, για να αγοράσουν, ήρθε ο νυμφίος, και οι έτοιμες εισήλθαν μαζί του στους γάμους και κλείστηκε η θύρα. 11 Ύστερα, λοιπόν, έρχονται και οι υπόλοιπες παρθένες λέγοντας: “Κύριε, κύριε, άνοιξέ μας”. 12 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: “Αλήθεια σας λέω, δεν σας ξέρω”. 13 Αγρυπνείτε, λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε την ημέρα ούτε την ώρα».
Η παραβολή των ταλάντων
(Λκ. 19:11-27)
14 «Γιατί θα συμβεί όπως ακριβώς σ’ έναν άνθρωπο που αποδημούσε και κάλεσε τους δικούς του δούλους και τους παράδωσε τα υπάρχοντά του. 15 Και στον έναν έδωσε πέντε τάλαντα και στον άλλο δύο και στον άλλο ένα, σε καθέναν κατά τη δική του ικανότητα, και μετά αποδήμησε. Αμέσως 16 πήγε αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα, εργάστηκε με αυτά και κέρδισε άλλα πέντε. 17 Ομοίως αυτός που έλαβε τα δύο κέρδισε άλλα δύο. 18 Αλλά εκείνος που έλαβε το ένα, πήγε, έσκαψε στη γη και έκρυψε το χρήμα του κυρίου του. 19 Μετά λοιπόν από πολύ χρόνο, έρχεται ο κύριος εκείνων των δούλων και κάνει λογαριασμό μαζί τους. 20 Τότε πλησίασε αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα και πρόσφερε άλλα πέντε τάλαντα, λέγοντας: “Κύριε, πέντε τάλαντα μου παράδωσες. Δες, άλλα πέντε τάλαντα κέρδισα”. 21 Του είπε ο Κύριός του: “Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ· σε λίγα ήσουν πιστός, πάνω σε πολλά θα σε καταστήσω. Είσελθε στη χαρά του Κυρίου σου”. 22 Πλησίασε τότε και αυτός που έλαβε τα δύο τάλαντα και είπε: “Κύριε, δύο τάλαντα μου παράδωσες. Δες, άλλα δύο τάλαντα κέρδισα”. 23 Του είπε ο κύριός του: “Εύγε, δούλε αγαθέ και πιστέ· σε λίγα ήσουν πιστός, πάνω σε πολλά θα σε καταστήσω. Είσελθε στη χαρά του Κυρίου σου”. 24 Πλησίασε τότε κι εκείνος που είχε λάβει το ένα τάλαντο και είπε: “Κύριε, σε γνώρισα ότι είσαι σκληρός άνθρωπος, που θερίζεις όπου δεν έσπειρες και συνάζεις απ’ όπου δε σκόρπισες. 25 Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου στη γη. Δες, έχεις το δικό σου”. 26 Αποκρίθηκε τότε ο κύριός του και του είπε: “Πονηρέ δούλε και οκνηρέ, ήξερες ότι θερίζω όπου δεν έσπειρα και συνάζω απ’ όπου δε σκόρπισα; 27 Έπρεπε λοιπόν να βάλεις τα χρήματά μου στους τραπεζίτες και, όταν θα ερχόμουν, εγώ θα έπαιρνα το δικό μου χρήμα μαζί με τόκο. 28 Πάρτε λοιπόν από αυτόν το τάλαντο και δώστε το σ’ εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα. 29 Γιατί σε καθέναν που έχει θα του δοθεί και θα του περισσέψει. Αλλά σε όποιον δεν έχει, και αυτό που έχει θα αφαιρεθεί από αυτόν. 30 Και τον άχρηστο δούλο πετάξτε τον έξω στο σκότος το εξώτερο. Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών”».
Η κρίση των εθνών
31 «Όταν λοιπόν έρθει ο Υιός του ανθρώπου μέσα στη δόξα του και όλοι οι άγγελοι μαζί του, τότε θα καθίσει πάνω στο θρόνο της δόξας του. 32 Και όλα τα έθνη θα συναχτούν μπροστά του, και θα τους ξεχωρίσει μεταξύ τους όπως ακριβώς ο ποιμένας ξεχωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια. 33 Και θα στήσει αφενός τα πρόβατα από τα δεξιά του, αφετέρου τα κατσίκια από τα αριστερά του. 34 Τότε θα πει ο βασιλιάς σ’ αυτούς που είναι από τα δεξιά του: “Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε την ετοιμασμένη για σας βασιλεία από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου. 35 Γιατί πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, 36 γυμνός και με ντύσατε, ασθένησα και με επισκεφτήκατε, ήμουν σε φυλακή και ήρθατε προς εμένα”. 37 Τότε θα του αποκριθούν οι δίκαιοι λέγοντας: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε, ή να διψάς και σου δώσαμε να πιεις; 38 Και πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε, ή γυμνό και σε ντύσαμε; 39 Και πότε σε είδαμε να είσαι ασθενής ή σε φυλακή και ήρθαμε προς εσένα”; 40 Και αφού αποκριθεί ο βασιλιάς, θα τους πει: “Αλήθεια σας λέω, εφόσον το κάνατε σε έναν από αυτούς τους αδελφούς μου τους ασήμαντους, σ’ εμένα το κάνατε”. 41 Τότε θα πει και σ’ αυτούς που θα είναι από τα αριστερά του: “Φύγετε από εμένα οι καταραμένοι, στη φωτιά την αιώνια, την ετοιμασμένη για το Διάβολο και τους αγγέλους του. 42 Γιατί πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, 43 ήμουν ξένος και δε με περιμαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, ασθενής και σε φυλακή και δε μ’ επισκεφτήκατε”. 44 Τότε θα αποκριθούν και αυτοί λέγοντας: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή ασθενή ή σε φυλακή και δε σε διακονήσαμε”; 45 Τότε θα αποκριθεί σ’ αυτούς λέγοντας: “Αλήθεια σας λέω, εφόσον δεν το κάνατε σε έναν από αυτούς τους ασήμαντους, ούτε σ’ εμένα το κάνατε”. 46 Και θα πάνε αυτοί σε κόλαση αιώνια, ενώ οι δίκαιοι σε ζωή αιώνια».
Κεφάλαιον 26
Συνωμοσία για να σκοτώσουν τον Ιησού
(Μκ. 14:1-2, Λκ. 22:1-2, Ιν. 11:45-53)
1 Και όταν τελείωσε ο Ιησούς όλα τα λόγια αυτά, είπε στους μαθητές του: 2 «Ξέρετε ότι μετά δύο ημέρες είναι το Πάσχα, και ο Υιός του ανθρώπου παραδίνεται για να σταυρωθεί». 3 Τότε συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού στην αυλή του αρχιερέα του λεγόμενου Καϊάφα 4 και έκαναν συμβούλιο, αποφασίζοντας να συλλάβουν τον Ιησού με δόλο και να τον σκοτώσουν. 5 Και έλεγαν: «Όχι κατά την εορτή, για να μη γίνει θόρυβος στο λαό».
Το μύρωμα στη Βηθανία
(Μκ. 14:3-9, Ιν. 12:1-8)
6 Και όταν ο Ιησούς ήταν στη Βηθανία, στην οικία του Σίμωνα του λεπρού, 7 τον πλησίασε μια γυναίκα έχοντας αλαβάστρινο δοχείο με μύρο πολύτιμο και το κατάχυσε πάνω στο κεφάλι του, ενώ αυτός ξάπλωνε, για να φάει. 8 Όταν το είδαν όμως οι μαθητές, αγανάκτησαν λέγοντας: «Γιατί αυτή η σπατάλη; 9 Επειδή μπορούσε τούτο το μύρο να πουληθεί για πολλά χρήματα και να δοθούν στους φτωχούς». 10 Αλλά επειδή το κατάλαβε ο Ιησούς, τους είπε: «Τι ενοχλείτε τη γυναίκα; Διότι έκανε σ’ εμένα ένα καλό έργο. 11 Γιατί πάντοτε τους φτωχούς τους έχετε μαζί σας, εμένα όμως δε με έχετε πάντοτε. 12 Επειδή, όταν αυτή έβαλε το μύρο τούτο πάνω στο σώμα μου, το έκανε για τον ενταφιασμό μου. 13 Αλήθεια σας λέω, όπου κι αν κηρυχτεί το ευαγγέλιο αυτό, σε όλο τον κόσμο, θα διαλαληθεί στη μνήμη της και ό,τι έκανε αυτή».
Ο Ιούδας συμφωνεί να προδώσει τον Ιησού
(Μκ. 14:10-11, Λκ. 22:3-6)
14 Τότε πήγε ένας από τους δώδεκα προς τους αρχιερείς, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, 15 και είπε: «Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ να σας τον παραδώσω;» Εκείνοι του ζύγισαν τριάντα αργύρια. 16 Και από τότε ζητούσε ευκαιρία για να τον παραδώσει.
Το Πάσχα με τους μαθητές
(Μκ. 14:12-21, Λκ. 22:7-14, 21-23, Ιν. 13:21-30)
17 Και την πρώτη ημέρα της εορτής των Αζύμων πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: «Πού θέλεις να σου ετοιμάσουμε να φας το Πάσχα;» 18 Εκείνος είπε: «Πηγαίνετε στην πόλη προς τον δείνα και πείτε του: “Ο δάσκαλος λέει: ‘Ο καιρός μου είναι κοντά· σ’ εσένα θα κάνω το Πάσχα μαζί με τους μαθητές μου’”». 19 Και έκαναν οι μαθητές όπως τους πρόσταξε ο Ιησούς και ετοίμασαν το Πάσχα. 20 Και όταν βράδιασε, ξάπλωνε, για να φάει μαζί με τους δώδεκα. 21 Και ενώ αυτοί έτρωγαν, είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι ένας από εσάς θα με προδώσει». 22 Τότε λυπήθηκαν πάρα πολύ και άρχισαν να του λένε καθένας ξεχωριστά: «Μήπως εγώ είμαι, Κύριε;» 23 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Αυτός που βούτηξε μαζί μου το χέρι στο βαθύ πιάτο, αυτός θα με προδώσει. 24 Ο Υιός του ανθρώπου, βέβαια, πηγαίνει καθώς είναι γραμμένο γι’ αυτόν, αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο μέσω του οποίου ο Υιός του ανθρώπου προδίνεται. Θα ήταν καλό γι’ αυτόν αν ο εκείνος άνθρωπος δεν είχε γεννηθεί». 25 Έλαβε τότε το λόγο ο Ιούδας, που τον πρόδωσε, και είπε: «Μήπως εγώ είμαι, ραβί;» Του λέει: «Εσύ το είπες».
Η καθιέρωση της Θείας Ευχαριστίας
(Μκ. 14:22-26, Λκ. 22:15-20, Α΄ Κορ. 11:23-25)
26 Ενώ λοιπόν αυτοί έτρωγαν, έλαβε ο Ιησούς άρτο και ευλόγησε το Θεό, τον έκοψε με τα χέρια και, αφού τον έδωσε στους μαθητές, είπε: «Λάβετε, φάτε, τούτο είναι το σώμα μου». 27 Και αφού έλαβε ποτήρι και ευχαρίστησε το Θεό, τους το έδωσε λέγοντας: «Πιείτε όλοι από αυτό, 28 γιατί τούτο είναι το αίμα μου της διαθήκης, που χύνεται χάρη πολλών για άφεση αμαρτιών. 29 Και σας λέω: δε θα πιω από τώρα από τούτο το γέννημα της αμπέλου ως την ημέρα εκείνη, όταν θα το πίνω μαζί σας καινούργιο μέσα στη βασιλεία του Πατέρα μου». 30 Και αφού ύμνησαν, εξήλθαν στο Όρος των Ελαιών.
Προλέγεται η άρνηση του Πέτρου
(Μκ. 14:27-31, Λκ. 22:31-34, Ιν. 13:36-38)
31 Τότε τους λέει ο Ιησούς: «Όλοι εσείς θα σκανδαλιστείτε με εμένα τη νύχτα αυτή, γιατί είναι γραμμένο: Θα χτυπήσω τον ποιμένα και θα διασκορπιστούν τα πρόβατα του ποιμνίου. 32 Αλλά μετά την έγερσή μου θα πάω πριν από εσάς στη Γαλιλαία». 33 Έλαβε το λόγο τότε ο Πέτρος και του είπε: «Ακόμα κι αν όλοι σκανδαλιστούν με εσένα, εγώ ποτέ δε θα σκανδαλιστώ». 34 Του είπε ο Ιησούς: «Αλήθεια σου λέω ότι αυτήν τη νύχτα, πριν ο πετεινός λαλήσει, τρεις φορές θα με απαρνηθείς». 35 Του λέει ο Πέτρος: «Κι αν χρειαστεί μαζί σου να πεθάνω, δεν θα σε απαρνηθώ». Όμοια είπαν και όλοι οι μαθητές.
Η προσευχή στη Γεθσημανή
(Μκ. 14:32-42, Λκ. 22:39-46)
36 Τότε έρχεται μαζί τους ο Ιησούς σε μια περιοχή που λέγεται Γεθσημανή και λέει στους μαθητές: «Καθίστε εδώ, ωσότου πάω εκεί και προσευχηθώ». 37 Και αφού παράλαβε τον Πέτρο και τους δυο γιους του Ζεβεδαίου, άρχισε να λυπάται και να αδημονεί. 38 Τότε τους λέει: «Περίλυπη είναι η ψυχή μου, ως το θάνατο. Μείνετε εδώ και αγρυπνείτε μαζί μου». 39 Και αφού προχώρησε σε μικρή απόσταση, έπεσε κάτω με το πρόσωπό του προσευχόμενος και λέγοντας: «Πατέρα μου, αν είναι δυνατό, ας παρέλθει από εμένα το ποτήρι αυτό. Όμως, όχι όπως εγώ θέλω, αλλά όπως εσύ». 40 Και έρχεται προς τους μαθητές και τους βρίσκει να κοιμούνται, και λέει στον Πέτρο: «Έτσι, δεν μπορέσατε μία ώρα να αγρυπνήσετε μαζί μου; 41 Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μην εισέλθετε σε πειρασμό. Το πνεύμα είναι βεβαίως πρόθυμο, αλλά η σάρκα ασθενής». 42 Πάλι για δεύτερη φορά έφυγε και προσευχήθηκε λέγοντας: «Πατέρα μου, αν δε δύναται αυτό να παρέλθει αν δεν το πιω, ας γίνει το θέλημά σου». 43 Και ήρθε πάλι και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί ήταν τα μάτια τους βαριά από τη νύστα. 44 Και αφού τους άφησε, πάλι έφυγε και προσευχήθηκε για τρίτη φορά και είπε πάλι τα ίδια λόγια. 45 Τότε έρχεται προς τους μαθητές και τους λέει: «Κοιμάστε λοιπόν και αναπαύεστε! Ιδού, έχει πλησιάσει η ώρα και ο Υιός του ανθρώπου παραδίνεται σε χέρια αμαρτωλών. 46 Σηκώνεστε, ας πηγαίνουμε. Ιδού, έχει πλησιάσει αυτός που με παραδίνει».
Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού
(Μκ. 14:43-50, Λκ. 22:47-53, Ιν. 18:3-12)
47 Και ενώ αυτός ακόμα μιλούσε, ιδού, ήρθε ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, και μαζί του όχλος πολύς με μάχαιρες και ξύλα από μέρους των αρχιερέων και των πρεσβυτέρων του λαού. 48 Εκείνος μάλιστα που θα τον παράδινε τους έδωσε σημείο λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· κρατήστε τον». 49 Και αμέσως πλησίασε τον Ιησού και είπε: «Χαίρε, ραβί», και τον καταφίλησε. 50 Ο Ιησούς τότε του είπε: «Σύντροφε, γι’ αυτό παρευρίσκεσαι;» Τότε πλησίασαν και έβαλαν τα χέρια πάνω στον Ιησού και τον συνέλαβαν. 51 Και ιδού, ένας από αυτούς που ήταν μαζί με τον Ιησού έκτεινε το χέρι και τράβηξε τη μάχαιρά του και, αφού χτύπησε το δούλο τού αρχιερέα, του αφαίρεσε το αυτί. 52 Τότε του λέει ο Ιησούς: «Γύρισε πίσω τη μάχαιρά σου στο μέρος της· γιατί όλοι όσοι έλαβαν μάχαιρα θα χαθούν με μάχαιρα. 53 Ή νομίζεις ότι δε δύναμαι να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και θα μου παρατάξει τώρα περισσότερες από δώδεκα λεγεώνες αγγέλων; 54 Πώς λοιπόν θα εκπληρωθούν οι Γραφές ότι έτσι πρέπει να γίνει;» 55 Εκείνη την ώρα είπε ο Ιησούς στους όχλους: «Σαν ενάντια σε ληστή εξήλθατε με μάχαιρες και ξύλα για να με συλλάβετε; Κάθε ημέρα μέσα στο ναό καθόμουν διδάσκοντας, και δε με κρατήσατε. 56 Αλλά όλα αυτά έχουν γίνει, για να εκπληρωθούν οι Γραφές των προφητών». Τότε όλοι οι μαθητές τον άφησαν και έφυγαν.
Ο Ιησούς μπροστά στο μεγάλο συνέδριο
(Μκ. 14:53-65, Λκ. 22:54-55, 63-71, Ιν. 18:13-14, 19-24)
57 Εκείνοι, αφού κράτησαν τον Ιησού, τον οδήγησαν προς τον Καϊάφα τον αρχιερέα όπου συνάχτηκαν οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι. 58 Και ο Πέτρος τον ακολουθούσε από μακριά ως την αυλή του αρχιερέα και, αφού εισήλθε μέσα, καθόταν μαζί με τους υπηρέτες, για να δει το τέλος. 59 Οι αρχιερείς, λοιπόν, και όλο το συνέδριο ζητούσαν ψευδομαρτυρία κατά του Ιησού, για να τον θανατώσουν. 60 Αλλά δε βρήκαν, αν και προσήλθαν πολλοί ψευδομάρτυρες. Ύστερα, λοιπόν, προσήλθαν δύο 61 και είπαν: «Αυτός είπε: “Δύναμαι να καταστρέψω το ναό του Θεού και μέσα σε τρεις ημέρες να τον οικοδομήσω”». 62 Και τότε σηκώθηκε ο αρχιερέας και του είπε: «Τίποτα δεν αποκρίνεσαι; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;» 63 Αλλά ο Ιησούς σιωπούσε. Και ο αρχιερέας είπε σ’ αυτόν: «Σ’ εξορκίζω απέναντι στο Θεό το ζωντανό, για να μας πεις αν εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού». 64 Του λέει ο Ιησούς: «Εσύ το είπες. Όμως σας λέω: από τώρα θα δείτε τον Υιό του ανθρώπου να κάθεται από τα δεξιά της Δύναμης και να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού». 65 Τότε ο αρχιερέας ξέσχισε τα ρούχα του λέγοντας: «Βλαστήμησε· τι ανάγκη έχουμε ακόμη από μάρτυρες; Να, τώρα ακούσατε τη βλαστήμια· 66 τι νομίζετε;» Εκείνοι αποκρίθηκαν και είπαν: « Είναι ένοχος θανάτου ». 67 Τότε έφτυσαν στο πρόσωπό του και τον κολάφισαν, άλλοι τον ράπισαν, 68 λέγοντας: «Προφήτεψέ μας, Χριστέ, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;»
Ο Πέτρος απαρνείται τον Ιησού
(Μκ. 14:66-72, Λκ. 22:56-62, Ιν. 18:15-18, 25-27)
69 Και ο Πέτρος καθόταν έξω στην αυλή. Και τον πλησίασε μία μικρή δούλη λέγοντας: «Και εσύ ήσουν μαζί με τον Ιησού το Γαλιλαίο». 70 Εκείνος το αρνήθηκε μπροστά σε όλους λέγοντας: «Δεν ξέρω τι λες». 71 Και όταν εξήλθε στο προαύλιο, τον είδε μια άλλη και λέει σ’ εκείνους που ήταν εκεί: «Αυτός ήταν μαζί με τον Ιησού το Ναζωραίο». 72 Και πάλι αρνήθηκε με όρκο: «Δεν ξέρω τον άνθρωπο». 73 Μετά από λίγο, λοιπόν, πλησίασαν εκείνοι που είχαν σταθεί εκεί και είπαν στον Πέτρο: «Αλήθεια, κι εσύ είσαι από αυτούς, γιατί και η λαλιά σου σε φανερώνει». 74 Τότε άρχισε να αναθεματίζει και να ορκίζεται: «Δεν ξέρω τον άνθρωπο». Και αμέσως ένας πετεινός λάλησε. 75 Και τότε θυμήθηκε ο Πέτρος το λόγο του Ιησού, που του είχε πει: «Πριν ο πετεινός λαλήσει, τρεις φορές θα με απαρνηθείς». Και αφού βγήκε έξω, έκλαψε πικρά.
Κεφάλαιον 27
Ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο
(Μκ. 15:1, Λκ. 23:1-2, Ιν. 18:28-32)
1 Και όταν έγινε πρωί, έκαναν συμβούλιο αποφασίζοντας όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού, ώστε να τον θανατώσουν. 2 Και αφού τον έδεσαν, τον οδήγησαν και τον παράδωσαν στον Πιλάτο, τον ηγεμόνα.
Ο θάνατος του Ιούδα
(Πρ. 1:18-19)
3 Τότε, όταν είδε ο Ιούδας, που τον παράδωσε, ότι καταδικάστηκε, μεταμελήθηκε και επέστρεψε τα τριάντα αργύρια στους αρχιερείς και στους πρεσβυτέρους, 4 λέγοντας: «Αμάρτησα, γιατί παράδωσα αίμα αθώο». Εκείνοι του είπαν: «Τι σχέση έχει αυτό μ’ εμάς; Εσένα θα αφορά». 5 Και αφού έριξε τα αργύρια στο ναό, αναχώρησε και πήγε και κρεμάστηκε. 6 Οι αρχιερείς, τότε, έλαβαν τα αργύρια και είπαν: «Δεν επιτρέπεται να τα βάλουμε στο θησαυροφυλάκιο του ναού, επειδή είναι τιμή αίματος». 7 Και αφού έκαναν συμβούλιο, αποφάσισαν και αγόρασαν από αυτά τον αγρό του κεραμέα για ταφή των ξένων. 8 Γι’ αυτό καλέστηκε ο αγρός εκείνος, “Αγρός Αίματος”, ως τη σημερινή ημέρα. 9 Τότε εκπληρώθηκε εκείνο που ειπώθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, όταν έλεγε: Και έλαβαν τα τριάντα αργύρια, την τιμή εκείνου που είχαν εκτιμήσει, του οποίου την τιμή καθόρισαν μερικοί από τους γιους Ισραήλ, 10 και τα έδωσαν στον αγρό του κεραμέα, καθώς με πρόσταξε ο Κύριος.
Ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο
(Μκ. 15:2-5, Λκ. 23:3-5, Ιν. 18:33-38)
11 Τότε ο Ιησούς στάθηκε μπροστά στον ηγεμόνα. Και τον επερώτησε ο ηγεμόνας λέγοντας: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Και ο Ιησούς είπε: «Εσύ το λες». 12 Και ενώ τον κατηγορούσαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι, τίποτα δεν αποκρίθηκε. 13 Τότε του λέει ο Πιλάτος: «Δεν ακούς πόσα μαρτυρούν εναντίον σου;» 14 Και δεν του αποκρίθηκε ούτε σε ένα λόγο, ώστε θαύμαζε ο ηγεμόνας πολύ.
Ο Ιησούς καταδικάζεται σε θάνατο
(Μκ. 15:6-15, Λκ. 23:13-25, Ιν. 18:39-19:16)
15 Κατά την εορτή, λοιπόν, συνήθιζε ο ηγεμόνας να απολύει ένα φυλακισμένο για το πλήθος, όποιον ήθελαν. 16 Και είχαν τότε ένα διαβόητο φυλακισμένο, που λεγόταν [Ιησούς] Βαραββάς. 17 Ενώ, λοιπόν, αυτοί ήταν συναγμένοι, τους είπε ο Πιλάτος: «Ποιον θέλετε να σας απολύσω, τον [Ιησού το] Βαραββά ή τον Ιησού το λεγόμενο Χριστό;» 18 Γιατί ήξερε ότι τον παράδωσαν από φθόνο. 19 Και ενώ αυτός καθόταν πάνω στο βήμα, απέστειλε μήνυμα προς αυτόν η γυναίκα του λέγοντας: «Τίποτε να μην υπάρχει ανάμεσα σ’ εσένα και στον δίκαιο εκείνο· γιατί πολλά έπαθα σήμερα στο όνειρό μου εξαιτίας του». 20 Αλλά οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τους όχλους να ζητήσουν το Βαραββά, ενώ τον Ιησού να τον θανατώσουν. 21 Έλαβε τότε το λόγο ο ηγεμόνας και τους είπε: «Ποιον από τους δύο θέλετε να σας απολύσω;» Εκείνοι είπαν: «Το Βαραββά». 22 Τους λέει ο Πιλάτος: «Τι λοιπόν να κάνω τον Ιησού, το λεγόμενο Χριστό;» Λένε όλοι: «Να σταυρωθεί». 23 Εκείνος είπε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Εκείνοι περισσότερο έκραζαν λέγοντας: «Να σταυρωθεί». 24 Όταν είδε λοιπόν ο Πιλάτος ότι τίποτα δεν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, αφού έλαβε νερό, ένιψε τα χέρια του απέναντι στον όχλο λέγοντας: «Αθώος είμαι από το αίμα τούτου· εσάς θα αφορά». 25 Και αποκρίθηκε όλος ο λαός και είπε: «Το αίμα αυτού πάνω σ’ εμάς και πάνω στα παιδιά μας». 26 Τότε τους απόλυσε το Βαραββά, ενώ τον Ιησού, αφού τον μαστίγωσε, τον παράδωσε για να σταυρωθεί.
Οι στρατιώτες εμπαίζουν τον Ιησού
(Μκ. 15:16-20, Ιν. 19:2-3)
27 Τότε οι στρατιώτες του ηγεμόνα παραλάβανε τον Ιησού στο πραιτώριο και σύναξαν γύρω του όλη τη στρατιωτική μονάδα. 28 Και αφού τον έγδυσαν, τον περιέβαλαν με κόκκινη χλαμύδα. 29 Και έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έθεσαν πάνω στο κεφάλι του και του έδωσαν καλάμι στο δεξί του χέρι. Και γονάτισαν μπροστά του και τον ενέπαιξαν λέγοντας: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων». 30 Και αφού έφτυσαν σ’ αυτόν, έλαβαν το καλάμι και χτυπούσαν στο κεφάλι του. 31 Και όταν τον ενέπαιξαν, τον έγδυσαν από τη χλαμύδα και τον έντυσαν τα ρούχα του και τον οδήγησαν για να τον σταυρώσουν.
Η σταύρωση του Ιησού
(Μκ. 15:21-32, Λκ. 23:26-43, Ιν. 19:17-27)
32 Καθώς εξέρχονταν, τότε, βρήκαν έναν άνθρωπο Κυρηναίο με το όνομα Σίμωνας. Τούτον αγγάρεψαν, για να σηκώσει το σταυρό του. 33 Και όταν ήρθαν σ’ έναν τόπο λεγόμενο Γολγοθά, που σημαίνει “Κρανίου Τόπος”, 34 του έδωσαν να πιει κρασί ανακατεμένο με χολή. Και όταν γεύτηκε, δε θέλησε να πιει. 35 Τον σταύρωσαν, τότε, και διαμοιράστηκαν τα ιμάτιά του ρίχνοντας κλήρο, 36 και καθισμένοι τον φύλαγαν εκεί. 37 Και έθεσαν πάνω από το κεφάλι του την αιτία της καταδίκης του γραμμένη: “Αυτός είναι ο Ιησούς, ο βασιλιάς των Ιουδαίων”. 38 Τότε σταυρώνονται μαζί του δύο ληστές, ένας από τα δεξιά και ένας από τα αριστερά του. 39 Εκείνοι που πορεύονταν δίπλα του τον βλαστημούσαν κουνώντας τα κεφάλια τους 40 και λέγοντας: «Εσύ που καταστρέφεις το ναό και σε τρεις ημέρες τον οικοδομείς, σώσε τον εαυτό σου, αν είσαι Υιός του Θεού, και κατέβα από το σταυρό». 41 Όμοια και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και έλεγαν: 42 «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δε δύναται να σώσει. Είναι βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί τώρα από το σταυρό και θα πιστέψουμε σε αυτόν. 43 Έχει πεποίθηση στο Θεό· ας τον σώσει τώρα αν τον θέλει. Γιατί είπε: “Είμαι Υιός του Θεού”». 44 Το ίδιο μάλιστα τον έβριζαν και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του.
Ο θάνατος του Ιησού
(Μκ. 15:33-41, Λκ. 23:44-49, Ιν. 19:28-30)
45 Από τις δώδεκα η ώρα το μεσημέρι έγινε λοιπόν σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα. 46 Και γύρω στις τρεις η ώρα αναβόησε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη λέγοντας: «Ηλι Ηλι λεμα σαβαχθανι;», τουτέστι: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» 47 Τότε μερικοί από εκείνους που είχαν σταθεί εκεί, όταν άκουσαν, έλεγαν: «Αυτός φωνάζει τον Ηλία». 48 Και αμέσως έτρεξε ένας από αυτούς και έλαβε ένα σφουγγάρι και το γέμισε με ξίδι και το έθεσε γύρω από ένα καλάμι και του έδινε να πιει. 49 Αλλά οι υπόλοιποι έλεγαν: «Άφησε, ας δούμε αν έρχεται ο Ηλίας να τον σώσει». 50 Και ο Ιησούς, αφού πάλι έκραξε με φωνή μεγάλη, άφησε το πνεύμα. 51 Και ιδού, το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε από πάνω ως κάτω στα δύο, και η γη σείστηκε και οι βράχοι σχίστηκαν, 52 και τα μνήματα ανοίχτηκαν και πολλά σώματα κοιμισμένων αγίων εγέρθηκαν 53 και, αφού εξήλθαν από τα μνήματα, μετά την έγερσή του εισήλθαν στην άγια πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς. 54 Ο εκατόνταρχος τότε και αυτοί που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν το σεισμό και όσα έγιναν, φοβήθηκαν πάρα πολύ, λέγοντας: «Αλήθεια, Υιός Θεού ήταν αυτός». 55 Και ήταν εκεί πολλές γυναίκες από μακριά που έβλεπαν, οι οποίες ακολούθησαν τον Ιησού από τη Γαλιλαία και τον διακονούσαν. 56 Μεταξύ των οποίων ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσήφ, και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου.
Ο ενταφιασμός του Ιησού
(Μκ. 15:42-47, Λκ. 23:50-56, Ιν. 19:38-42)
57 Όταν λοιπόν βράδιασε, ήρθε ένας άνθρωπος πλούσιος από την Αριμαθαία με το όνομα Ιωσήφ, που και αυτός μαθήτεψε στον Ιησού. 58 Αυτός πλησίασε τον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του αποδοθεί. 59 Και όταν έλαβε το σώμα ο Ιωσήφ, το τύλιξε μέσα σ’ ένα σεντόνι καθαρό 60 και το έθεσε μέσα στο καινούργιο μνήμα του που λατόμησε στο βράχο. Και αφού κύλησε ένα λίθο μεγάλο στη θύρα του μνήματος, έφυγε. 61 Ήταν τότε εκεί η Μαριάμ η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία καθισμένες απέναντι στον τάφο.
Η φρούρηση του τάφου
62 Και την επόμενη ημέρα, που είναι μετά την ημέρα της παρασκευής, συνάχτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι μπροστά στον Πιλάτο 63 λέγοντας: «Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ακόμα ζούσε: “Θα εγερθώ μετά τρεις ημέρες”. 64 Διάταξε λοιπόν να ασφαλιστεί ο τάφος ως την τρίτη ημέρα, μην τυχόν έρθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν και πουν στο λαό: “Εγέρθηκε από τους νεκρούς” – και θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη από την πρώτη». 65 Τους είπε ο Πιλάτος: «Έχετε φρουρά· πηγαίνετε, ασφαλίστε όπως ξέρετε». 66 Εκείνοι πορεύτηκαν και ασφάλισαν τον τάφο, αφού σφράγισαν το λίθο μαζί με τη φρουρά.
Κεφάλαιον 28
Η ανάσταση του Ιησού
(Μκ. 16:1-8, Λκ. 24:1-12, Ιν. 20:1-10)
1 Και αργά τη νύχτα το Σάββατο, ενώ φώτιζε η πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, ήρθε η Μαριάμ η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, για να δουν τον τάφο. 2 Και ιδού, έγινε σεισμός μεγάλος. Γιατί άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε από τον ουρανό και πλησίασε, κύλησε μακριά το λίθο και καθόταν επάνω του. 3 Και ήταν η όψη του σαν αστραπή και το ένδυμά του λευκό σαν χιόνι. 4 Και από το φόβο του ταράχτηκαν οι φύλακες και έγιναν σαν νεκροί. 5 Έλαβε το λόγο τότε ο άγγελος και είπε στις γυναίκες: «Μη φοβάστε εσείς, γιατί ξέρω ότι ζητάτε τον Ιησού το σταυρωμένο. 6 Δεν είναι εδώ, γιατί εγέρθηκε καθώς είπε. Ελάτε, δείτε τον τόπο όπου βρισκόταν ξαπλωμένος. 7 Και γρήγορα πηγαίνετε και πείτε στους μαθητές του ότι εγέρθηκε από τους νεκρούς. Και ιδού, πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε. Ιδού, σας το είπα». 8 Τότε έφυγαν γρήγορα από το μνήμα με φόβο και χαρά μεγάλη και έτρεξαν να το αναγγείλουν στους μαθητές του. 9 Και ιδού, ο Ιησούς τις προϋπάντησε λέγοντας: «Χαίρετε». Εκείνες πλησίασαν και του κράτησαν τα πόδια και τον προσκύνησαν. 10 Τότε ο Ιησούς τους λέει: «Μη φοβάστε· πηγαίνετε, αναγγείλετε στους αδελφούς μου να φύγουν για τη Γαλιλαία, κι εκεί θα με δουν».
Η αναφορά των φρουρών
11 Και ενώ αυτές πορεύονταν, ιδού, μερικοί στρατιώτες της φρουράς ήρθαν στην πόλη και ανάγγειλαν στους αρχιερείς όλα όσα έγιναν. 12 Και αφού συνάχτηκαν μαζί με τους πρεσβυτέρους και έκαναν συμβούλιο, έλαβαν αργύρια αρκετά και τα έδωσαν στους στρατιώτες, 13 λέγοντας: «Πείτε: “Οι μαθητές του ήρθαν νύχτα και τον έκλεψαν, ενώ εμείς κοιμόμασταν”. 14 Και αν ακουστεί αυτό μπροστά στον ηγεμόνα, εμείς θα τον καθησυχάσουμε και εσάς θα κάνουμε αμέριμνους». 15 Εκείνοι, αφού έλαβαν τα αργύρια, έκαναν όπως τους δασκάλεψαν. Και διαδόθηκε η φήμη αυτού του λόγου σε Ιουδαίους μέχρι τη σημερινή ημέρα.
Η αποστολή των μαθητών
(Μκ. 16:14-18, Λκ. 24:36-49, Ιν. 20:19-23, Πρ. 1:6-8)
16 Και οι έντεκα μαθητές πορεύτηκαν στη Γαλιλαία, στο όρος που τους διέταξε ο Ιησούς 17 και, όταν τον είδαν, τον προσκύνησαν· άλλοι δίστασαν. 18 Τότε πλησίασε ο Ιησούς και τους μίλησε, λέγοντας: «Μου δόθηκε κάθε εξουσία στον ουρανό και πάνω στη γη. 19 Πορευτείτε, λοιπόν, και μαθητέψτε όλα τα έθνη, βαφτίζοντας αυτούς στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, 20 διδάσκοντας αυτούς να τηρούν όλα όσα σας έδωσα εντολή. Και ιδού, εγώ είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες ως τη συντέλεια του αιώνα».
ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον 1
Το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ. 3:1-12, Λκ. 3:1-9, 15-17, Ιν. 1:19-28)
1 Αρχή του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού. 2 Καθώς είναι γραμμένο στον Ησαΐα τον προφήτη: Ιδού, αποστέλλω τον αγγελιοφόρο μου πριν από το πρόσωπό σου ο οποίος θα παρασκευάσει την οδό σου. 3 Φωνή ενός που φωνάζει δυνατά στην έρημο: «Ετοιμάστε την οδό του Κυρίου, ίσια κάνετε τα μονοπάτια του», 4 παρουσιάστηκε ο Ιωάννης που βάφτιζε στην έρημο και κήρυττε βάφτισμα μετάνοιας σε άφεση αμαρτιών. 5 Και πορευόταν έξω προς αυτόν όλη η χώρα της Ιουδαίας και οι Ιεροσολυμίτες όλοι, και βαφτίζονταν από αυτόν στον Ιορδάνη ποταμό, αφού εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. 6 Και ήταν ο Ιωάννης ντυμένος με ρούχο από τρίχες καμήλας και με ζώνη δερμάτινη γύρω από τη μέση του και έτρωγε ακρίδες και μέλι από αγριομέλισσες. 7 Και κήρυττε λέγοντας: «Έρχεται ο ισχυρότερός μου ύστερα από εμένα, του οποίου δεν είμαι ικανός να σκύψω και να λύσω το λουρί των υποδημάτων του. 8 Εγώ σας βάφτισα σε νερό, αυτός όμως θα σας βαφτίσει μέσα σε Πνεύμα Άγιο».
Η βάπτιση του Ιησού
(Μτ. 3:13-17, Λκ. 3:21-22)
9 Και κατ’ εκείνες τις ημέρες ήρθε ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και βαφτίστηκε στον Ιορδάνη από τον Ιωάννη. 10 Και ευθύς, ανεβαίνοντας από το νερό, είδε να σχίζονται οι ουρανοί και το Πνεύμα σαν περιστέρι να κατεβαίνει σ’ αυτόν. 11 Και μια φωνή έγινε από τους ουρανούς: «Εσύ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, σ’ εσένα ευαρεστήθηκα».
Οι πειρασμοί του Ιησού
(Μτ. 4:1-11, Λκ. 4:1-13)
12 Και ευθύς το Πνεύμα τον βγάζει στην έρημο. 13 Και πειραζόταν συνεχώς στην έρημο σαράντα ημέρες από το Σατανά. Και ήταν μαζί με τα θηρία και οι άγγελοι τον διακονούσαν.
Η αρχή της διακονίας στη Γαλιλαία
(Μτ. 4:12-17, Λκ. 4:14-15)
14 Μετά λοιπόν την παράδοση του Ιωάννη στη φυλακή, ήρθε ο Ιησούς στη Γαλιλαία κηρύττοντας το ευαγγέλιο του Θεού 15 και λέγοντας: «Έχει συμπληρωθεί ο καιρός και έχει πλησιάσει η βασιλεία του Θεού. Μετανοείτε και πιστεύετε στο ευαγγέλιο».
Το κάλεσμα των τεσσάρων ψαράδων
(Μτ. 4:18-22, Λκ. 5:1-11)
16 Και βαδίζοντας δίπλα στη λίμνη της Γαλιλαίας, είδε το Σίμωνα και τον Ανδρέα, τον αδελφό του Σίμωνα, να ρίχνουν δίχτυα μέσα στη λίμνη· γιατί ήταν ψαράδες. 17 Και τους είπε ο Ιησούς: «Ελάτε πίσω μου, και θα σας κάνω να γίνετε ψαράδες ανθρώπων». 18 Και ευθύς άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν. 19 Και αφού προχώρησε λίγο, είδε τον Ιάκωβο, το γιο του Ζεβεδαίου, και τον Ιωάννη τον αδελφό του, και αυτούς μέσα στο πλοίο να διορθώνουν τα δίχτυα, 20 και ευθύς τους κάλεσε. Και άφησαν τον πατέρα τους το Ζεβεδαίο μέσα στο πλοίο μαζί με τους μισθωτούς και έφυγαν ακολουθώντας πίσω του.
Ο άνθρωπος με το ακάθαρτο πνεύμα
(Λκ. 4:31-37)
21 Και μπαίνουν στην Καπερναούμ. Και ευθύς τα Σάββατα εισήλθε στη συναγωγή και δίδασκε. 22 Και εκπλήττονταν για τη διδαχή του· γιατί τους δίδασκε συνεχώς όπως ένας που έχει εξουσία, και όχι όπως οι γραμματείς. 23 Και ευθύς ήταν στη συναγωγή τους ένας άνθρωπος με πνεύμα ακάθαρτο και έκραξε δυνατά 24 λέγοντας: «Τι σχέση έχουμε εμείς κι εσύ, Ιησού Ναζαρηνέ; Ήρθες για να μας καταστρέψεις; Σε ξέρω ποιος είσαι: ο Άγιος του Θεού». 25 Και επιτίμησε αυτό ο Ιησούς λέγοντας: «Φιμώσου και έξελθε από αυτόν». 26 Και αφού τον σπάραξε το πνεύμα το ακάθαρτο και φώναξε με φωνή μεγάλη, εξήλθε από αυτόν. 27 Και θαμπώθηκαν από θαυμασμό όλοι, ώστε να συζητούν μεταξύ τους, λέγοντας: «Τι είναι αυτό; Διδαχή καινούργια με εξουσία! Και τα πνεύματα τα ακάθαρτα διατάζει, και τον υπακούν». 28 Και εξήλθε η φήμη του ευθύς παντού σε όλα τα περίχωρα της Γαλιλαίας.
Θεραπεία πολλών αρρώστων
(Μτ. 8:14-17, Λκ. 4:38-41)
29 Και ευθύς από τη συναγωγή μόλις εξήλθαν, ήρθαν στην οικία του Σίμωνα και του Ανδρέα, μαζί με τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. 30 Η πεθερά, όμως, του Σίμωνα ήταν κατάκοιτη με πυρετό· και ευθύς του λένε γι’ αυτήν. 31 Και πλησίασε και τη σήκωσε, αφού την κράτησε από το χέρι· και την άφησε ο πυρετός και τους διακονούσε. 32 Όταν λοιπόν βράδιασε, όταν έδυσε ο ήλιος, έφεραν προς αυτόν όλους όσοι ήταν σε κακή κατάσταση και τους δαιμονισμένους. 33 Και ήταν όλη η πόλη συναγμένη στο ίδιο μέρος μπροστά στη θύρα. 34 Και θεράπευσε πολλούς που ήταν σε κακή κατάσταση από ποικίλες νόσους, και έβγαλε πολλά δαιμόνια, και δεν άφηνε να μιλούν τα δαιμόνια, γιατί τον ήξεραν.
Ο Ιησούς περιοδεύει κηρύττοντας
(Λκ. 4:42-44)
35 Και το πρωί, μέσα σε πολύ βαθιά νύχτα, αφού σηκώθηκε, εξήλθε και πήγε σε έρημο τόπο, κι εκεί προσευχόταν. 36 Και έτρεξε πίσω του ο Σίμωνας και όσοι ήταν μαζί του, 37 και τον βρήκαν και του λένε: «Όλοι σε ζητούν». 38 Και τους λέει: «Ας πηγαίνουμε αλλού, στις γειτονικές κωμοπόλεις, για να κηρύξω και εκεί· γιατί γι’ αυτό εξήλθα». 39 Και ήρθε κηρύττοντας στις συναγωγές τους σε όλη τη Γαλιλαία και βγάζοντας τα δαιμόνια.
Ο καθαρισμός ενός λεπρού
( Μτ. 8:1-4, Λκ. 5:12-16)
40 Και έρχεται προς αυτόν ένας λεπρός, παρακαλώντας τον γονατιστός και λέγοντάς του: «Αν θέλεις, δύνασαι να με καθαρίσεις». 41 Και επειδή τον σπλαχνίστηκε, εξέτεινε το χέρι του, τον άγγιξε και του λέει: «Θέλω, καθαρίσου». 42 Και ευθύς έφυγε από αυτόν η λέπρα και καθαρίστηκε. 43 Και τότε του μίλησε αυστηρά και ευθύς τον έβγαλε έξω 44 και του λέει: «Κοίτα να μην πεις τίποτα σε κανέναν, αλλά πήγαινε, δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου αυτά που πρόσταξε ο Μωυσής, ως μαρτυρία σ’ αυτούς». 45 Εκείνος, όταν εξήλθε, άρχισε να διακηρύττει πολλά και να διαφημίζει το γεγονός, ώστε αυτός να μη δύναται πια να εισέλθει σε καμιά πόλη φανερά, αλλά ήταν έξω σε έρημους τόπους· και έρχονταν προς αυτόν από παντού.
Κεφάλαιον 2
Η θεραπεία ενός παράλυτου
(Μτ. 9:1-8, Λκ. 5:17-26)
1 Και όταν εισήλθε πάλι στην Καπερναούμ ύστερα από μερικές ημέρες, ακούστηκε ότι είναι μέσα σ’ έναν οίκο. 2 Και συνάχτηκαν πολλοί, ώστε να μη χωρούν πια μήτε στα μέρη μπροστά στη θύρα· και τους μιλούσε το λόγο του Θεού. 3 Και έρχονται φέρνοντας προς αυτόν έναν παράλυτο που τον σήκωναν τέσσερις. 4 Και επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν προς αυτόν εξαιτίας του πλήθους, αφαίρεσαν τη στέγη της οικίας όπου ήταν και, αφού έκαναν άνοιγμα, κατεβάζουν το κρεβάτι όπου ο παράλυτος ήταν κατάκοιτος. 5 Και όταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, λέει στον παράλυτο: «Τέκνο μου, σου αφήνονται οι αμαρτίες». 6 Ήταν τότε μερικοί από τους γραμματείς εκεί, που κάθονταν και διαλογίζονταν μέσα στις καρδιές τους: 7 «Γιατί αυτός έτσι μιλάει; Βλαστημά. Ποιος δύναται να αφήνει αμαρτίες παρά μόνο ένας, ο Θεός;» 8 Και ευθύς, επειδή κατάλαβε καλά ο Ιησούς στο πνεύμα του ότι έτσι διαλογίζονται μέσα τους, τους λέει: «Γιατί διαλογίζεστε αυτά μέσα στις καρδιές σας; 9 Τι είναι ευκολότερο, να πω στον παράλυτο: “Σου αφήνονται οι αμαρτίες”, ή να πω: “Σήκω και πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”; 10 Αλλά για να μάθετε ότι εξουσία έχει ο Υιός του ανθρώπου να αφήνει αμαρτίες πάνω στη γη» – λέει στον παράλυτο: 11 «Σου λέω, σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στον οίκο σου». 12 Και εκείνος σηκώθηκε και ευθύς πήρε το κρεβάτι του και εξήλθε από την οικία μπροστά σε όλους, ώστε να μένουν εκστατικοί όλοι και να δοξάζουν το Θεό λέγοντας: «Έτσι δεν είδαμε ποτέ!»
Η κλήση του Λευί
(Μτ. 9:9-13, Λκ. 5:27-32)
13 Και εξήλθε πάλι δίπλα στη λίμνη. Και όλο το πλήθος ερχόταν προς αυτόν και τους δίδασκε. 14 Και προχωρώντας εκεί κοντά είδε το Λευί, το γιο του Αλφαίου, να κάθεται στο τελωνείο και του λέει: «Ακολούθα με». Και σηκώθηκε και τον ακολούθησε. 15 Και αυτός κάθεται, για να φάει μέσα στην οικία του, και πολλοί τελώνες και αμαρτωλοί κάθισαν, για να φάνε μαζί με τον Ιησού και τους μαθητές του. Ήταν πράγματι πολλοί και τον ακολουθούσαν. 16 Και οι γραμματείς των Φαρισαίων, όταν είδαν ότι τρώει μαζί με τους αμαρτωλούς και τους τελώνες, έλεγαν στους μαθητές του: «Τρώει μαζί με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς;» 17 Και επειδή το άκουσε ο Ιησούς, τους λέει: «Δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς από γιατρό, αλλά οι ασθενείς. Δεν ήρθα να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς».
Το θέμα της νηστείας
(Μτ. 9:14-17, Λκ. 5:33-39)
18 Και οι μαθητές του Ιωάννη και οι Φαρισαίοι νήστευαν. Και έρχονται και του λένε: «Γιατί οι μαθητές του Ιωάννη και οι μαθητές των Φαρισαίων νηστεύουν, ενώ οι δικοί σου μαθητές δε νηστεύουν;» 19 Και τους είπε ο Ιησούς: «Μήπως δύνανται οι καλεσμένοι στο γάμο, ενώ ο γαμπρός είναι μαζί τους, να νηστεύουν; Όσο χρόνο έχουν το γαμπρό μαζί τους δε δύνανται να νηστεύουν. 20 Θα έρθουν όμως ημέρες, όταν αφαιρεθεί από αυτούς ο γαμπρός, και τότε θα νηστέψουν κατ’ εκείνη την ημέρα. 21 Κανείς δε ράβει μπάλωμα από ασυρρίκνωτο καινούργιο ύφασμα πάνω σε ρούχο παλιό. Ειδεμή, τραβάει το συμπλήρωμα από αυτό, το καινούργιο από το παλιό, και γίνεται χειρότερο σχίσιμο. 22 Και κανείς δε βάζει κρασί νέο σε ασκιά παλιά. Ειδεμή, το κρασί θα σπάσει τα ασκιά, και χάνεται το κρασί και τα ασκιά. Αλλά κρασί νέο βάζουν σε ασκιά καινούργια».
Η τήρηση του Σαββάτου
(Μτ. 12:1-8, Λκ. 6:1-5)
23 Και το Σάββατο αυτός προχωρούσε μέσα από τα σπαρτά, και οι μαθητές του άρχισαν να κάνουν δρόμο μαδώντας τα στάχυα. 24 Και οι Φαρισαίοι του έλεγαν: «Δες τι κάνουν το Σάββατο, πράγμα που δεν επιτρέπεται!» 25 Και τους λέει: «Ποτέ δε διαβάσατε τι έκανε ο Δαβίδ, όταν είχε ανάγκη και πείνασε αυτός και όσοι ήταν μαζί του; 26 Πώς εισήλθε στον οίκο του Θεού επί Αβιάθαρ του αρχιερέα και έφαγε τους άρτους της προθέσεως, τους οποίους δεν επιτρέπεται να φάνε παρά μόνο οι ιερείς, και έδωσε και σ’ όσους ήταν μαζί του;» 27 Και τους έλεγε: «Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. 28 Ώστε Κύριος είναι ο Υιός του ανθρώπου και του Σαββάτου».
Κεφάλαιον 3
Ο άνθρωπος με το ξερό χέρι
(Μτ. 12:9-14, Λκ. 6:6-11)
1 Και εισήλθε πάλι στη συναγωγή. Και ήταν εκεί ένας άνθρωπος έχοντας ξεραμένο το χέρι. 2 Και τον παρατηρούσαν αν θα τον θεραπεύσει το Σάββατο, για να τον κατηγορήσουν. 3 Και λέει στον άνθρωπο που είχε το ξερό χέρι: «Σήκω στο μέσο». 4 Και τους ρωτά: «Επιτρέπεται κανείς το Σάββατο να κάνει αγαθό ή να κακοποιήσει, να σώσει ζωή ή να σκοτώσει;» Εκείνοι σιωπούσαν. 5 Και αφού τους κοίταξε γύρω με οργή, λυπημένος συγχρόνως για την πώρωση της καρδιάς τους, λέει στον άνθρωπο: «Έκτεινε το χέρι σου». Και το εξέτεινε και αποκαταστάθηκε το χέρι του. 6 Και όταν εξήλθαν οι Φαρισαίοι, ευθύς έκαναν συμβούλιο μαζί με τους Ηρωδιανούς αποφασίζοντας εναντίον του, για να τον σκοτώσουν.
Ένα μεγάλο πλήθος στην ακρογιαλιά
7 Και ο Ιησούς αναχώρησε προς τη λίμνη μαζί με τους μαθητές του, και πολύ πλήθος τους ακολούθησε από τη Γαλιλαία και από την Ιουδαία 8 και από τα Ιεροσόλυμα και από την Ιδουμαία και πέρα από τον Ιορδάνη, και πολύ πλήθος που κατοικούσε γύρω από την Τύρο και τη Σιδώνα ήρθε προς αυτόν, επειδή άκουγαν όσα έκανε. 9 Και είπε στους μαθητές του να παραμένει κοντά του ένα πλοιάριο, εξαιτίας του πλήθους, για να μην τον συνθλίβουν. 10 Γιατί πολλούς θεράπευσε, ώστε έπεφταν πάνω του για να τον αγγίξουν όσοι είχαν μάστιγες. 11 Και τα πνεύματα τα ακάθαρτα, όταν τον έβλεπαν, έπεφταν μπροστά του και έκραζαν λέγοντας: «Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού». 12 Και πολύ τα επιτιμούσε, για να μην τον κάνουν φανερό.
Η εκλογή των δώδεκα μαθητών
(Μτ. 10:1-4, Λκ. 6:12-16)
13 Και ανεβαίνει στο όρος και προσκαλεί όσους ήθελε αυτός, και πήγαν προς αυτόν. 14 Και διόρισε δώδεκα, τους οποίους και ονόμασε “αποστόλους”, για να είναι μαζί του και για να τους αποστέλλει να κηρύττουν 15 και να έχουν εξουσία να βγάζουν τα δαιμόνια. 16 Και διόρισε τους δώδεκα, και επέθεσε στο Σίμωνα το όνομα Πέτρος, 17 και στον Ιάκωβο, το γιο του Ζεβεδαίου, και στον Ιωάννη τον αδελφό του Ιακώβου τους επέθεσε τότε τα ονόματα Βοανηργές, που σημαίνει “Γιοι Βροντής”. 18 Και διάλεξε επίσης τον Ανδρέα και το Φίλιππο και το Βαρθολομαίο και το Ματθαίο και το Θωμά και τον Ιάκωβο, το γιο του Αλφαίου, και το Θαδδαίο και το Σίμωνα τον Καναναίο 19 και τον Ιούδα Ισκαριώτη, ο οποίος και τον παράδωσε.
Ο Ιησούς και ο Βεελζεβούλ
(Μτ. 12:22-32, Λκ. 11:14-23, 12:10)
20 Και έρχεται σ’ έναν οίκο· και συνέρχεται πάλι το πλήθος, ώστε αυτοί να μη δύνανται μήτε άρτο να φάνε. 21 Και όταν το άκουσαν οι δικοί του, εξήλθαν για να τον κρατήσουν· γιατί έλεγαν ότι ήταν εκτός εαυτού. 22 Και οι γραμματείς που κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα έλεγαν ότι έχει το Βεελζεβούλ, και ότι μέσω του άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια. 23 Και τους προσκάλεσε και τους έλεγε με παραβολές: «Πώς δύναται Σατανάς να βγάζει Σατανά; 24 Και αν μια βασιλεία χωριστεί κατά του εαυτού της, εκείνη η βασιλεία δε δύναται να σταθεί. 25 Και αν μια οικία χωριστεί κατά του εαυτού της, εκείνη η οικία δε θα δυνηθεί να σταθεί. 26 Και αν ο Σατανάς σηκώθηκε κατά του εαυτού του και χωρίστηκε, δε δύναται να σταθεί, αλλά έχει τέλος. 27 Αλλά δε δύναται κανείς να εισέλθει στην οικία του ισχυρού και να λεηλατήσει τα σκεύη του, αν πρώτα δε δέσει τον ισχυρό, και τότε την οικία του θα τη λεηλατήσει. 28 Αλήθεια σας λέω ότι όλα τα αμαρτήματα και οι βλαστήμιες θα αφεθούν στους γιους των ανθρώπων, όσα κι αν βλαστημήσουν. 29 Όποιος όμως βλαστημήσει ενάντια στο Πνεύμα το Άγιο, δεν έχει άφεση στον αιώνα, αλλά είναι ένοχος αιώνιου αμαρτήματος». 30 Γιατί έλεγαν: «Έχει πνεύμα ακάθαρτο».
Η μητέρα και οι αδελφοί του Ιησού
(Μτ. 12:46-50, Λκ. 8:19-21)
31 Και έρχεται η μητέρα του και οι αδελφοί του και, αφού στάθηκαν έξω, απέστειλαν μήνυμα προς αυτόν καλώντας τον. 32 Και γύρω του καθόταν πλήθος, και του λένε: «Ιδού, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου και οι αδελφές σου σε ζητούν έξω». 33 Και τότε αποκρίθηκε και τους λέει: «Ποια είναι η μητέρα μου και ποιοι οι αδελφοί μου;» 34 Και αφού κοίταξε ολόγυρα προς αυτούς που κάθονταν γύρω του κυκλικά, λέει: «Να η μητέρα μου και οι αδελφοί μου. 35 Γιατί όποιος κι αν κάνει το θέλημα του Θεού, αυτός είναι αδελφός μου και αδελφή και μητέρα».
Κεφάλαιον 4
Η παραβολή του σπορέα
(Μτ. 13:1-9, Λκ. 8:4-8)
1 Και άρχισε πάλι να διδάσκει δίπλα στη λίμνη. Και συνάζεται κοντά του πλήθος πάρα πολύ, ώστε αυτός αναγκάστηκε να μπει σ’ ένα πλοίο και να καθίσει στη λίμνη, και όλο το πλήθος ήταν κοντά στη λίμνη, στην ξηρά. 2 Και τους δίδασκε πολλά με παραβολές και τους έλεγε στη διδαχή του: 3 «Ακούτε: ιδού, εξήλθε ο σπορέας για να σπείρει. 4 Και συνέβηκε, ενώ έσπερνε, ένας σπόρος να πέσει δίπλα στην οδό και ήρθαν τα πετεινά και τον κατάφαγαν. 5 Και άλλος έπεσε πάνω στο πετρώδες έδαφος όπου δεν είχε γη πολλή και ευθύς φύτρωσε, επειδή δεν είχε βάθος η γη. 6 Και όταν ανάτειλε ο ήλιος, κάηκε και, επειδή δεν είχε ρίζα, ξεράθηκε. 7 Και άλλος έπεσε στα αγκάθια, και μεγάλωσαν τα αγκάθια και τον συνέπνιξαν, και δεν έδωσε καρπό. 8 Και άλλοι έπεσαν στη γη την καλή και έδιναν καρπό που μεγάλωνε, και οι σπόροι αυξάνονταν και έφερε ο ένας τριάντα και ο άλλος εξήντα και ο άλλος εκατό». 9 Και έλεγε: «Αυτός που έχει αυτιά για να ακούει ας ακούει».
Ο σκοπός των παραβολών
(Μτ. 13:10-17, Λκ. 8:9-10)
10 Και όταν έμεινε μόνος, τον ρωτούσαν εκείνοι που ήταν γύρω του μαζί με τους δώδεκα για τις παραβολές. 11 Και τους έλεγε: «Σ’ εσάς έχει δοθεί το μυστήριο της βασιλείας του Θεού. Αλλά σ’ εκείνους, τους έξω, τα πάντα γίνονται με παραβολές, 12 για να βλέπουν συνεχώς αλλά να μη δουν, και ν’ ακούν συνεχώς αλλά να μην καταλαβαίνουν, μην τυχόν επιστρέψουν στο Θεό και αφεθεί σ’ αυτούς η αμαρτία».
Η εξήγηση της παραβολής του σπορέα
(Μτ. 13:18-23, Λκ. 8:11-15)
13 Και τους λέει: «Δεν καταλαβαίνετε την παραβολή αυτή, και τότε πώς όλες τις παραβολές θα καταλάβετε; 14 Ο σπορέας σπέρνει το λόγο. 15 Και αυτοί είναι όσοι έπεσαν δίπλα στην οδό: είναι οι άνθρωποι όπου σπέρνεται ο λόγος, αλλά όταν τον ακούσουν, ευθύς έρχεται ο Σατανάς και αφαιρεί το λόγο τον σπαρμένο σ’ αυτούς. 16 Και όσοι σπέρνονται στα πετρώδη εδάφη είναι αυτοί που, όταν ακούσουν το λόγο, ευθύς με χαρά τον λαβαίνουν, 17 όμως δεν έχουν ρίζα μέσα τους αλλά είναι πρόσκαιροι. Έπειτα, όταν γίνει θλίψη ή διωγμός εξαιτίας του λόγου, ευθύς σκανδαλίζονται. 18 Και άλλοι είναι που σπέρνονται στα αγκάθια: αυτοί είναι όσοι το λόγο τον άκουσαν, 19 αλλά οι μέριμνες του αιώνα και η απάτη του πλούτου και οι επιθυμίες που μπαίνουν μέσα τους για τα λοιπά πράγματα συμπνίγουν το λόγο και γίνεται άκαρπος. 20 Και όσοι σπάρθηκαν στη γη την καλή είναι εκείνοι οι οποίοι ακούνε το λόγο και τον παραδέχονται και καρποφορούν, ο ένας τριάντα και ο άλλος εξήντα και ο άλλος εκατό».
Το φως κάτω από το μόδι
(Μτ. 5:15, Λκ. 8:16-18)
21 Και τους έλεγε: «Μήπως φέρεται ο λύχνος για να τεθεί κάτω από το μόδι ή κάτω από το κρεβάτι; Δε φέρεται για να τεθεί πάνω στο λυχνοστάτη; 22 Γιατί δεν υπάρχει κρυφό που να μη φανερωθεί, ούτε έγινε απόκρυφο παρά για να έρθει στο φανερό. 23 Αν κάποιος έχει αυτιά για να ακούει ας ακούει». 24 Και τους έλεγε: «Προσέχετε τι ακούτε. Με όποιο μέτρο μετράτε θα μετρηθεί σ’ εσάς και θα σας προστεθεί. 25 Γιατί σ’ όποιον έχει θα του δοθεί· αλλά σ’ όποιον δεν έχει, και αυτό που έχει θα αφαιρεθεί από αυτόν».
Η παραβολή του σπόρου που αυξάνεται
26 Και έλεγε: «Έτσι είναι η βασιλεία του Θεού: όπως ένας άνθρωπος που έριξε το σπόρο στη γη 27 και κοιμάται και σηκώνεται νύχτα και ημέρα, και ο σπόρος βλασταίνει και μεγαλώνει με τρόπο που αυτός δεν ξέρει. 28 Αυτόματα η γη καρποφορεί, πρώτα χορτάρι, έπειτα στάχυ, έπειτα πλήρες σιτάρι μέσα στο στάχυ. 29 Όταν λοιπόν παραδοθεί ο καρπός ώριμος, ευθύς αποστέλλει το δρεπάνι, γιατί έχει έρθει ο θερισμός».
Η παραβολή του κόκκου του σιναπιού
(Μτ. 13:31-32, Λκ. 13:18-19)
30 Και έλεγε: «Πώς να παρομοιάσουμε τη βασιλεία του Θεού ή με ποια παραβολή να την παραθέσουμε; 31 Είναι σαν κόκκος σιναπιού που, όταν σπαρθεί στη γη, είναι μικρότερος από όλους τους σπόρους που βρίσκονται στη γη. 32 Και όταν σπαρθεί, αυξάνει και γίνεται το μεγαλύτερο από όλα τα λάχανα, και κάνει μεγάλα κλαδιά, ώστε τα πετεινά του ουρανού να δύνανται να φωλιάζουν κάτω από τη σκιά του».
Ο τρόπος χρήσεως των παραβολών
(Μτ. 13:34-35)
33 Και με τέτοιες πολλές παραβολές τους μιλούσε το λόγο του Θεού, καθώς μπορούσαν να ακούνε. 34 Και χωρίς παραβολή δεν τους μιλούσε, αλλά ιδιαιτέρως στους δικούς του μαθητές τα επέλυε όλα.
Η κατάπαυση της τρικυμίας
(Μτ. 8:23, Λκ. 8:22-25)
35 Και τους λέει εκείνη την ημέρα, όταν βράδιασε: «Ας περάσουμε αντίπερα στη λίμνη». 36 Και αφού άφησαν το πλήθος, παραλαβαίνουν αυτόν όπως ήταν μέσα στο πλοίο· και άλλα πλοία ήταν μαζί του. 37 Και γίνεται λαίλαπα μεγάλη από άνεμο και τα κύματα ρίχνονταν πάνω στο πλοίο, ώστε ήδη το πλοίο να γεμίζει νερά. 38 Αλλά αυτός ήταν στην πρύμη πάνω στο προσκεφάλι και κοιμόταν. Και τον ξυπνούν και του λένε: «Δάσκαλε, δε σε μέλει που χανόμαστε;» 39 Και αφού σηκώθηκε, επιτίμησε τον άνεμο και είπε στη θάλασσα: «Σώπα, φιμώσου». Και κόπασε ο άνεμος και έγινε μεγάλη γαλήνη. 40 Και τους είπε: «Γιατί είστε δειλοί; Ακόμα δεν έχετε πίστη;» 41 Και φοβήθηκαν με φόβο μεγάλο και έλεγαν ο ένας προς τον άλλο: «Ποιος άραγε είναι αυτός που και ο άνεμος και η θάλασσα τον υπακούνε;»
Κεφάλαιον 5
Η θεραπεία του δαιμονισμένου Γερασηνού
(Μτ. 8:28-34, Λκ. 8:26-39)
1 Και ήρθαν αντίπερα στη λίμνη, στη χώρα των Γερασηνών. 2 Και όταν αυτός εξήλθε από το πλοίο, ευθύς ένας άνθρωπος με πνεύμα ακάθαρτο τον συνάντησε από τα μνήματα, 3 που την κατοίκησή του την είχε στα μνήματα. Και εκτός από αυτό, κανείς δεν μπορούσε να τον δέσει ούτε με αλυσίδα, 4 γιατί πολλές φορές τον είχαν δέσει με ποδόδεσμα και με αλυσίδες, αλλά οι αλυσίδες διασπάστηκαν από αυτόν και τα ποδόδεσμα είχαν συντριφτεί, και κανείς δεν μπορούσε να τον δαμάσει. 5 Και διαπαντός, νύχτα και ημέρα έκραζε συνεχώς στα μνήματα και στα όρη, και κατάκοβε τον εαυτό του με λίθους. 6 Και όταν είδε τον Ιησού από μακριά, έτρεξε και τον προσκύνησε 7 και, αφού έκραξε με φωνή μεγάλη, του λέει: «Τι σχέση έχουμε εγώ κι εσύ, Ιησού, Υιέ του Θεού του ύψιστου; Σε ορκίζω στο Θεό, μη με βασανίσεις». 8 Γιατί ο Ιησούς του έλεγε: « Πνεύμα ακάθαρτο, έξελθε από τον άνθρωπο». 9 Και τον επερωτούσε: «Τι όνομα έχεις;» Και του λέει: «Λεγεώνα είναι το όνομά μου, γιατί είμαστε πολλοί». 10 Και τον παρακαλούσε πολύ να μην τα αποστείλει έξω από τη χώρα. 11 Ήταν λοιπόν εκεί κοντά στο όρος μια μεγάλη αγέλη χοίρων που έβοσκε. 12 Και τον παρακάλεσαν λέγοντας: «Στείλε μας στους χοίρους, για να εισέλθουμε σ’ αυτούς». 13 Και τους το επέτρεψε. Και αφού εξήλθαν τα πνεύματα τα ακάθαρτα, εισήλθαν στους χοίρους και όρμησε η αγέλη κάτω στον γκρεμό, στη λίμνη, ήταν περίπου δύο χιλιάδες, και πνίγονταν μέσα στη λίμνη. 14 Και αυτοί που τους έβοσκαν έφυγαν και το ανάγγειλαν στην πόλη και στους αγρούς. Και ήρθαν, για να δουν τι είναι το γεγονός, 15 και έρχονται προς τον Ιησού και βλέπουν τον δαιμονισμένο να κάθεται ντυμένος και σώφρονας, αυτός που είχε τον Λεγεώνα, και φοβήθηκαν. 16 Και εκείνοι που το είδαν τους διηγήθηκαν πώς έγινε στο δαιμονισμένο και αναφορικά με τους χοίρους. 17 Και άρχισαν να τον παρακαλούν να φύγει από τα όριά τους. 18 Και καθώς αυτός έμπαινε στο πλοίο, τον παρακαλούσε ο πρώην δαιμονισμένος να μένει μαζί του. 19 Όμως δεν τον άφησε, αλλά του λέει: «Πήγαινε στον οίκο σου, προς τους δικούς σου, και ανάγγειλέ τους όσα ο Κύριος σου έχει κάνει και πώς σε ελέησε». 20 Και εκείνος έφυγε και άρχισε να κηρύττει στη Δεκάπολη όσα του έκανε ο Ιησούς, και όλοι θαύμαζαν.
Η θυγατέρα του Ιάιρου και η γυναίκα με την αιμορραγία
(Μτ. 9:18-26, Λκ. 8:40-56)
21 Και αφού διαπέρασε ο Ιησούς τη λίμνη αντίπερα με το πλοίο πάλι, συνάχτηκε πλήθος πολύ κοντά του, και ήταν δίπλα στη λίμνη. 22 Και έρχεται ένας από τους αρχισυνάγωγους με το όνομα Ιάιρος και, όταν τον είδε, πέφτει μπροστά στα πόδια του 23 και τον παρακαλεί πολύ λέγοντας: «Η μικρή θυγατέρα μου είναι στα τελευταία της· να έρθεις και να επιθέσεις σε αυτήν τα χέρια, για να σωθεί και να ζήσει». 24 Και ο Ιησούς έφυγε μαζί του. Και τον ακολουθούσε πλήθος πολύ και τον συνέθλιβαν. 25 Και μια γυναίκα που είχε ροή αίματος δώδεκα έτη, 26 και που έπαθε πολλά από πολλούς γιατρούς, και που δαπάνησε όλα τα υπάρχοντά της, και που τίποτα δεν ωφελήθηκε, αλλά μάλλον ήρθε στο χειρότερο, 27 όταν άκουσε για τον Ιησού, ήρθε μέσα στο πλήθος από πίσω του και άγγιξε το ρούχο του. 28 Γιατί έλεγε: «Αν αγγίξω και μόνο τα ρούχα του, θα σωθώ». 29 Και ευθύς ξεράθηκε η πηγή του αίματός της και κατάλαβε στο σώμα της ότι έχει γιατρευτεί από τη μάστιγά της. 30 Και ευθύς ο Ιησούς, επειδή κατανόησε μέσα του τη δύναμη που εξήλθε από αυτόν, στράφηκε πίσω στο πλήθος και έλεγε: «Ποιος μου άγγιξε τα ρούχα;» 31 Και του έλεγαν οι μαθητές του: «Βλέπεις το πλήθος να σε συνθλίβει και λες: “Ποιος με άγγιξε”;» 32 Και έβλεπε γύρω, για να δει εκείνη που έκανε αυτό. 33 Τότε η γυναίκα, που φοβήθηκε και έτρεμε, επειδή ήξερε αυτό που είχε γίνει σ’ αυτήν, ήρθε και έπεσε μπροστά στα πόδια του και του είπε όλη την αλήθεια. 34 Εκείνος της είπε: «Θυγατέρα μου, η πίστη σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνη και να είσαι υγιής από τη μάστιγά σου». 35 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, έρχονται από την οικία του αρχισυνάγωγου λέγοντας: «Η θυγατέρα σου πέθανε· τι ενοχλείς ακόμα το δάσκαλο;» 36 Αλλά ο Ιησούς παραμέλησε τα λόγια που λέγονταν και λέει στον αρχισυνάγωγο: «Μη φοβάσαι, μόνο πίστευε». 37 Και δεν άφησε κανέναν να ακολουθήσει μαζί του παρά μόνο τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον αδελφό του Ιακώβου. 38 Και έρχονται στον οίκο του αρχισυνάγωγου, και βλέπει το θόρυβο και αυτούς που έκλαιγαν και αλάλαζαν πολύ 39 και, όταν εισήλθε, τους λέει: «Τι θορυβείστε και κλαίτε; Το παιδί δεν πέθανε αλλά κοιμάται». 40 Και τον περιγελούσαν. Αυτός, όμως, αφού τους έβγαλε όλους, παραλαβαίνει τον πατέρα του παιδιού και τη μητέρα κι εκείνους που ήταν μαζί του, και μπαίνει εκεί όπου ήταν το παιδί. 41 Και αφού κράτησε το χέρι του παιδιού, της λέει: «Ταλιθα κουμ», που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: «Κοριτσάκι, σου λέω, σήκω». 42 Και ευθύς σηκώθηκε το κοριτσάκι και περπατούσε· γιατί ήταν δώδεκα ετών. Και έμειναν εκστατικοί ευθύς από μεγάλη κατάπληξη. 43 Και τους διέταξε αυστηρά να μη μάθει κανείς αυτό, και είπε να της δώσουν να φάει.
Κεφάλαιον 6
Η απόρριψη του Ιησού στη Ναζαρέτ
(Μτ. 13:53-58, Λκ. 4:16-30)
1 Και εξήλθε από εκεί και έρχεται στην πατρίδα του, και τον ακολουθούν οι μαθητές του. 2 Και όταν ήρθε το Σάββατο, άρχισε να διδάσκει στη συναγωγή. Και πολλοί, καθώς άκουγαν, εκπλήσσονταν και έλεγαν: «Από πού έρχονται σε τούτον αυτά, και τι σοφία είναι αυτή που δόθηκε σε τούτον, και από πού έρχονται οι δυνάμεις τέτοιου είδους που γίνονται με τα χέρια του; 3 Δεν είναι αυτός ο ξυλουργός, ο γιος της Μαρίας και ο αδελφός του Ιακώβου και του Ιωσή και του Ιούδα και του Σίμωνα; Και δεν είναι οι αδελφές του εδώ κοντά μας;» Και σκανδαλίζονταν σ’ αυτόν. 4 Και τους έλεγε ο Ιησούς: «Δεν υπάρχει προφήτης ατίμητος παρά μόνο στην πατρίδα του και στους συγγενείς του και στην οικία του». 5 Και δεν μπορούσε εκεί να κάνει καμιά θαυματουργική δύναμη παρά μόνο επέθεσε τα χέρια σε λίγους αρρώστους και τους θεράπευσε. 6 Και θαύμαζε για την απιστία τους.
Η αποστολή των δώδεκα
(Μτ. 10:1,5-15, Λκ. 9:1-6)
Και περιερχόταν γύρω τα χωριά διδάσκοντας. 7 Και προσκαλεί τους δώδεκα και άρχισε να τους αποστέλλει δύο-δύο, και τους έδινε εξουσία στα πνεύματα τα ακάθαρτα 8 και τους παράγγειλε να μην παίρνουν τίποτα στο δρόμο παρά μόνο ραβδί, μήτε άρτο, μήτε σακίδιο, μήτε χαλκό στη ζώνη, 9 «αλλά να έχετε δεμένα κάτω από τα πόδια σας σανδάλια και να μην ντυθείτε δύο πουκάμισα». 10 Και τους έλεγε: «Όπου εισέλθετε σε οικία, εκεί μένετε, ωσότου εξέλθετε για να φύγετε από εκεί. 11 Και όποιος τόπος δε σας δεχτεί μήτε σας ακούσουν, όταν βγαίνετε από εκεί, τινάξτε μακριά το χώμα που είναι κάτω από τα πόδια σας ως μαρτυρία σ’ αυτούς». 12 Και εκείνοι, όταν εξήλθαν, κήρυξαν να μετανοούν, 13 και έβγαζαν πολλά δαιμόνια, και άλειφαν με λάδι πολλούς αρρώστους και τους θεράπευαν.
Ο θάνατος του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ. 14:1-12, Λκ. 9:7-9)
14 Και άκουσε ο βασιλιάς Ηρώδης, γιατί έγινε φανερό το όνομά του. Και έλεγαν ότι ο Ιωάννης που βαφτίζει έχει εγερθεί από τους νεκρούς και γι’ αυτό ενεργούν οι θαυματουργικές δυνάμεις μέσω αυτού. 15 Άλλοι όμως έλεγαν ότι είναι ο Ηλίας. Και άλλοι έλεγαν ότι είναι προφήτης όπως ένας από τους προφήτες. 16 Όταν το άκουσε λοιπόν ο Ηρώδης έλεγε: «Αυτός που εγώ αποκεφάλισα, ο Ιωάννης, αυτός εγέρθηκε». 17 Γιατί ο ίδιος ο Ηρώδης, αφού απέστειλε στρατιώτες, κράτησε τον Ιωάννη και τον έδεσε μέσα στη φυλακή εξαιτίας της Ηρωδιάδας, της γυναίκας του Φιλίππου του αδελφού του, επειδή την νυμφεύτηκε. 18 Γιατί έλεγε ο Ιωάννης στον Ηρώδη: «Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου». 19 Και η Ηρωδιάδα το κρατούσε μέσα της εναντίον του και ήθελε να τον σκοτώσει, αλλά δεν μπορούσε. 20 Γιατί ο Ηρώδης φοβόταν τον Ιωάννη, επειδή ήξερε πως αυτός είναι άντρας δίκαιος και άγιος, και τον συντηρούσε· και όταν κάποτε τον άκουσε, απορούσε πολύ, αλλά τον άκουγε ευχάριστα. 21 Και ήρθε η κατάλληλη ημέρα για την Ηρωδιάδα όταν ο Ηρώδης στα γενέθλιά του έκανε δείπνο στους μεγιστάνες του και στους χιλίαρχους και στους πρώτους της Γαλιλαίας. 22 Και αφού εισήλθε η θυγατέρα αυτής της Ηρωδιάδας και χόρεψε, άρεσε στον Ηρώδη και σ’ αυτούς που κάθονταν μαζί, για να φάνε. Είπε τότε ο βασιλιάς στο κορίτσι: «Ζήτησέ μου ό,τι κι αν θέλεις και θα σου το δώσω». 23 Και της ορκίστηκε πολλά: «Ό,τι κι αν μου ζητήσεις θα σου το δώσω, έως το μισό του βασιλείου μου». 24 Και αυτή εξήλθε και είπε στη μητέρα της: «Τι να ζητήσω;» Εκείνη απάντησε: «Το κεφάλι του Ιωάννη που βαφτίζει». 25 Και το κορίτσι εισήλθε ευθύς βιαστικά προς το βασιλιά και ζήτησε λέγοντας: «Θέλω τώρα αμέσως να μου δώσεις πάνω σε ένα πιάτο το κεφάλι του Ιωάννη του Βαπτιστή». 26 Και παρόλο που έγινε περίλυπος ο βασιλιάς, εξαιτίας των όρκων και εξαιτίας των ξαπλωμένων για να φάνε, δε θέλησε να αθετήσει το λόγο του σ’ αυτήν. 27 Και ευθύς απέστειλε ο βασιλιάς ένα δήμιο και διέταξε να φέρουν το κεφάλι του. Και εκείνος πήγε και τον αποκεφάλισε μέσα στη φυλακή 28 και έφερε το κεφάλι του πάνω σε ένα πιάτο και το έδωσε στο κορίτσι, και το κορίτσι το έδωσε στη μητέρα της. 29 Και όταν το άκουσαν οι μαθητές του, ήρθαν και σήκωσαν το πτώμα του και το έθεσαν σ’ ένα μνήμα.
Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων
(Μτ. 14:13-21, Λκ. 9:10-17, Ιν. 6:1-14)
30 Και συνάζονται οι απόστολοι κοντά στον Ιησού και του ανάγγειλαν όλα όσα έκαναν και όσα δίδαξαν. 31 Και τους λέει: «Ελάτε εσείς οι ίδιοι ιδιαιτέρως σε έρημο τόπο και αναπαυτείτε λίγο». Γιατί ήταν πολλοί αυτοί που πηγαινοέρχονταν, και ούτε να φάνε δεν ευκαιρούσαν. 32 Και έφυγαν με το πλοίο σε έρημο τόπο ιδιαιτέρως. 33 Και τους είδαν να πηγαίνουν και τους αναγνώρισαν πολλοί, και μαζί έτρεξαν εκεί πεζή από όλες τις πόλεις, και ήρθαν πριν από αυτούς. 34 Και όταν εξήλθε, είδε πολύ πλήθος και τους σπλαχνίστηκε, γιατί ήταν σαν πρόβατα που δεν έχουν ποιμένα, και άρχισε να τους διδάσκει πολλά. 35 Και όταν ήδη είχε περάσει πολλή ώρα, αφού τον πλησίασαν οι μαθητές του, έλεγαν: «Ο τόπος είναι έρημος και ήδη πολλή ώρα έχει περάσει. 36 Απόλυσέ τους, για να πάνε στους γύρω αγρούς και στα χωριά και να αγοράσουν για τους εαυτούς τους κάτι να φάνε». 37 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Δώστε τους εσείς να φάνε». Και του λένε: «Να φύγουμε και να αγοράσουμε άρτους αξίας διακοσίων δηναρίων και να τους δώσουμε να φάνε;» 38 Εκείνος τους απαντάει: «Πόσους άρτους έχετε; Πηγαίνετε να δείτε». Και αφού το έμαθαν, του λένε: «Πέντε, και δύο ψάρια». 39 Και τους διέταξε να ξαπλώσουν όλοι ομάδες ομάδες πάνω στο χλωρό χορτάρι. 40 Και ξάπλωσαν παρέες παρέες από εκατό και από πενήντα άτομα. 41 Και αφού έλαβε τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια, σήκωσε πάνω το βλέμμα στον ουρανό, ευλόγησε το Θεό και κατέκοψε τους άρτους με τα χέρια και τα έδινε στους μαθητές του, για να τα παραθέσουν σ’ αυτούς· και τα δύο ψάρια τα μοίρασε σε όλους. 42 Και έφαγαν όλοι και χόρτασαν, 43 και σήκωσαν δώδεκα κοφίνια γεμάτα από κομμάτια, και από τα ψάρια. 44 Και αυτοί που έφαγαν τους άρτους ήταν πέντε χιλιάδες άντρες.
Ο Ιησούς περπατά στο νερό
(Μτ. 14:22-33, Ιν. 6:15-21)
45 Και ευθύς ανάγκασε τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να πάνε πριν από αυτόν στην όχθη αντίπερα, στη Βηθσαϊδά, ωσότου αυτός να απολύσει το πλήθος. 46 Και αφού τους αποχαιρέτησε, έφυγε στο όρος για να προσευχηθεί. 47 Και όταν βράδιασε, ήταν το πλοίο στο μέσο της λίμνης και αυτός μόνος του στην ξηρά. 48 Και όταν τους είδε να βασανίζονται, ενώ κωπηλατούσαν, γιατί ήταν ο άνεμος ενάντιος σε αυτούς, έρχεται προς αυτούς κατά τα ξημερώματα περπατώντας πάνω στη λίμνη και ήθελε να τους προσπεράσει. 49 Εκείνοι, επειδή τον είδαν πάνω στη λίμνη να περπατάει, νόμισαν ότι είναι φάντασμα και έκραξαν δυνατά. 50 Γιατί όλοι τον είδαν και ταράχτηκαν. Εκείνος ευθύς μίλησε μαζί τους και τους λέει: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβάστε». 51 Και ανέβηκε κοντά τους στο πλοίο και κόπασε ο άνεμος· και πολύ περισσότερο μέσα τους έμεναν εκστατικοί. 52 Γιατί δεν είχαν καταλάβει ό,τι έγινε με τους άρτους, αλλά ήταν η καρδιά τους πωρωμένη.
Η θεραπεία των αρρώστων στη Γεννησαρέτ
(Μτ. 14:34-36)
53 Και αφού διαπέρασαν τη λίμνη, ήρθαν στην ξηρά, στη Γεννησαρέτ, και προσορμίστηκαν. 54 Και όταν αυτοί εξήλθαν από το πλοίο, ευθύς μόλις οι άνθρωποι τον αναγνώρισαν, 55 έτρεξαν γύρω σ’ όλη την περιοχή εκείνη και άρχισαν να μεταφέρουν πάνω στα κρεβάτια εκείνους που ήταν σε κακή κατάσταση, εκεί όπου άκουγαν ότι βρίσκεται. 56 Και όπου και αν έμπαινε, σε χωριά ή σε πόλεις ή σε αγρούς, έθεταν στις αγορές τούς ασθενείς και τον παρακαλούσαν να αγγίξουν έστω και το κράσπεδο του ρούχου του. Και όσοι τον άγγιξαν σώζονταν.
Κεφάλαιον 7
Η παράδοση των πατέρων
(Μτ. 15:1-20)
1 Και συνάζονται κοντά του οι Φαρισαίοι και μερικοί από τους γραμματείς που ήρθαν από τα Ιεροσόλυμα. 2 Και όταν είδαν μερικούς από τους μαθητές του ότι με ακάθαρτα χέρια, τουτέστι άνιφτα, τρώνε τους άρτους 3 – γιατί οι Φαρισαίοι και όλοι οι Ιουδαίοι αν δε νίψουν τα χέρια με πυγμή, δεν τρώνε, κρατώντας την παράδοση των πρεσβυτέρων· 4 και γυρνώντας από την αγορά, αν δε λουστούν, δεν τρώνε. Και άλλα πολλά είναι που παράλαβαν να κρατούν, πλύσεις ποτηριών και σκευών και χάλκινων αντικειμένων και κρεβατιών – 5 τότε τον ρωτούν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς: «Γιατί δεν περπατούν οι μαθητές σου κατά την παράδοση των πρεσβυτέρων, αλλά με ακάθαρτα χέρια τρώνε τον άρτο;» 6 Εκείνος τους είπε: «Καλά προφήτεψε ο Ησαΐας για σας τους υποκριτές, όπως είναι γραμμένο: Αυτός ο λαός με τα χείλη με τιμά, αλλά η καρδιά τους απέχει μακριά από εμένα. 7 Και μάταια με σέβονται, διδάσκοντας διδασκαλίες, που είναι εντολές ανθρώπων. 8 Αφήσατε την εντολή του Θεού και κρατάτε την παράδοση των ανθρώπων». 9 Και τους έλεγε: «Καλώς αθετείτε την εντολή του Θεού, για να στήσετε την παράδοσή σας. 10 Γιατί ο Μωυσής είπε: Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, και, Όποιος κακολογεί πατέρα ή μητέρα οπωσδήποτε να θανατώνεται. 11 Εσείς όμως λέτε: “Αν ένας άνθρωπος πει στον πατέρα του ή στη μητέρα του: ‘Κορβάν’ – που σημαίνει δώρο – ‘στο ναό δίνω ό,τι είχες από εμένα να ωφεληθείς’ ”, 12 δεν τον αφήνετε πια τίποτα να κάνει στον πατέρα του ή στη μητέρα του, 13 ακυρώνοντας το λόγο του Θεού για τη δική σας παράδοση που παραδώσατε. Και παρόμοια τέτοια πολλά κάνετε». 14 Και αφού προσκάλεσε πάλι το πλήθος, τους έλεγε: «Ακούστε με όλοι και καταλάβετε: 15 Τίποτα δεν υπάρχει έξω από τον άνθρωπο που μπαίνει σ’ αυτόν, το οποίο δύναται να τον κάνει ακάθαρτο. Αλλά εκείνα που βγαίνουν από τον άνθρωπο είναι που κάνουν ακάθαρτο τον άνθρωπο. 16 [Αν κάποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.]» 17 Και όταν εισήλθε σ’ έναν οίκο μακριά από το πλήθος, τον ρωτούσαν οι μαθητές του για την παραβολή. 18 Και τους λέει, δηλώνοντας καθαρά όλα τα φαγητά: «Έτσι κι εσείς είστε ασύνετοι; Δε νοείτε ότι καθετί που απέξω μπαίνει στον άνθρωπο δε δύναται να τον κάνει ακάθαρτο, 19 γιατί δεν μπαίνει στην καρδιά του αλλά στην κοιλιά, και βγαίνει στο αποχωρητήριο;» 20 Έλεγε μάλιστα: «Ό,τι βγαίνει από τον άνθρωπο, εκείνο κάνει ακάθαρτο τον άνθρωπο. 21 Γιατί μέσα από την καρδιά των ανθρώπων βγαίνουν οι διαλογισμοί οι κακοί, πορνείες, κλοπές, φόνοι, 22 μοιχείες, πλεονεξίες, κακίες, δόλος, ασέλγεια, οφθαλμός κακός, βλαστήμια, υπερηφάνεια, αφροσύνη. 23 Όλα αυτά τα κακά βγαίνουν από μέσα και κάνουν ακάθαρτο τον άνθρωπο».
Η πίστη της Συροφοινίκισσας
(Μτ. 15:21-28)
24 Και αφού σηκώθηκε από εκεί, πήγε στα όρια της Τύρου. Και όταν εισήλθε σε μια οικία, δεν ήθελε να γνωρίσει κανέναν, όμως δεν μπόρεσε να διαφύγει την προσοχή. 25 Αλλά ευθύς μόλις άκουσε μια γυναίκα γι’ αυτόν, της οποίας η μικρή θυγατέρα της είχε πνεύμα ακάθαρτο, ήρθε και έπεσε μπροστά στα πόδια του. 26 Και η γυναίκα ήταν Ελληνίδα, Συροφοινίκισσα στο γένος. Και τον παρακαλούσε να βγάλει το δαιμόνιο από τη θυγατέρα της. 27 Και εκείνος της έλεγε: «Άφησε πρώτα να χορτάσουν τα παιδιά, γιατί δεν είναι καλό να λάβει κανείς τον άρτο των παιδιών και να τον ρίξει στα σκυλάκια». 28 Εκείνη αποκρίθηκε και του λέει: «Κύριε, και τα σκυλάκια κάτω από το τραπέζι τρώνε από τα ψίχουλα των παιδιών». 29 Και τότε της είπε: «Γι’ αυτόν το λόγο που είπες, πήγαινε· το δαιμόνιο έχει εξέλθει από τη θυγατέρα σου». 30 Και εκείνη έφυγε για τον οίκο της και βρήκε το παιδί πεσμένο στο κρεβάτι και το δαιμόνιο να έχει εξέλθει.
Η θεραπεία του κωφάλαλου
31 Και πάλι εξήλθε από τα όρια της Τύρου και ήρθε διαμέσου της Σιδώνας στη λίμνη της Γαλιλαίας, περνώντας μέσα από τα όρια της Δεκάπολης. 32 Και του φέρνουν έναν κουφό και που με δυσκολία μιλούσε και τον παρακαλούν να επιθέσει σ’ αυτόν το χέρι. 33 Και τον πήρε κατά μέρος, μακριά από το πλήθος ιδιαιτέρως, έβαλε τα δάχτυλά του στα αυτιά του και, αφού έφτυσε, άγγιξε τη γλώσσα του. 34 Και αφού σήκωσε το βλέμμα στον ουρανό, στέναξε και του λέει: «Εφφαθα», που σημαίνει: “Ανοίξου εντελώς”. 35 Και αμέσως ανοίχτηκαν τα αυτιά του και λύθηκε το δέσιμο της γλώσσας του και μιλούσε ορθά. 36 Και τους παράγγειλε να μην το λένε σε κανέναν. Αλλά όσο τους το παράγγελλε, τόσο αυτοί το διακήρυτταν περισσότερο. 37 Και εκπλήττονταν υπερβολικά, λέγοντας: «Όλα καλά τα έχει κάνει· και τους κουφούς τους κάνει να ακούν και τους άλαλους να λαλούν».
Κεφάλαιον 8
Ο χορτασμός των τεσσάρων χιλιάδων
(Μτ. 15:32-39)
1 Εκείνες τις ημέρες, επειδή πάλι ήταν πολύ πλήθος και δεν είχαν τι να φάνε, προσκάλεσε τους μαθητές και τους λέει: 2 «Σπλαχνίζομαι το πλήθος, γιατί ήδη τρεις ημέρες μένουν κοντά μου και δεν έχουν τι να φάνε. 3 Και αν τους απολύσω νηστικούς για τον οίκο τους, θα εξαντληθούν κατά το δρόμο. Και μάλιστα μερικοί από αυτούς έχουν έρθει από μακριά». 4 Και του αποκρίθηκαν οι μαθητές του: «Από πού θα δυνηθεί κανείς να χορτάσει με άρτους τούτους εδώ στην ερημιά;» 5 Και τους ρωτούσε: «Πόσους άρτους έχετε;» Εκείνοι είπαν: «Εφτά». 6 Και παραγγέλλει στο πλήθος να ξαπλώσει πάνω στη γη. Και αφού έλαβε τους εφτά άρτους και ευχαρίστησε το Θεό, τους έκοψε με τα χέρια και έδινε στους μαθητές του για να τους παραθέτουν, και τους παράθεσαν στο πλήθος. 7 Και είχαν λίγα ψαράκια. Και αφού τα ευλόγησε, είπε και αυτά να παραθέσουν. 8 Και έφαγαν και χόρτασαν, και σήκωσαν περισσεύματα κομματιών, εφτά μεγάλα καλάθια. 9 Και ήταν περίπου τέσσερις χιλιάδες. Και μετά τους απόλυσε. 10 Και ευθύς μπήκε στο πλοίο μαζί με τους μαθητές του και ήρθε στα μέρη Δαλμανουθά.
Ζητούν σημείο
(Μτ. 16:1-4)
11 Και εξήλθαν οι Φαρισαίοι και άρχισαν να συζητούν με αυτόν, ζητώντας από αυτόν κάποιο σημείο από τον ουρανό, για να τον πειράξουν. 12 Και αφού αναστέναξε με το πνεύμα του, λέει: «Γιατί η γενιά αυτή ζητά σημείο; Αλήθεια σας λέω, δε θα δοθεί στη γενιά αυτή σημείο». 13 Και τους άφησε, πάλι μπήκε στο πλοίο και έφυγε στην αντίπερα όχθη.
Το προζύμι των Φαρισαίων και του Ηρώδη
(Μτ. 16:5-12)
14 Και ξέχασαν να λάβουν άρτους, και δεν είχαν μαζί τους παρά μόνο έναν άρτο στο πλοίο. 15 Και τους παράγγελλε λέγοντας: «Κοιτάτε, προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και από το προζύμι του Ηρώδη». 16 Και αυτοί διαλογίζονταν μεταξύ τους ότι δεν έχουν άρτους. 17 Και επειδή το κατάλαβε, τους λέει: «Τι διαλογίζεστε ότι δεν έχετε άρτους; Ακόμα δε νοείτε ούτε καταλαβαίνετε; Πωρωμένη έχετε την καρδιά σας; 18 Οφθαλμούς αν και έχετε δε βλέπετε, και αυτιά αν και έχετε δεν ακούτε; Και δε θυμάστε, 19 όταν τους πέντε άρτους έκοψα με τα χέρια στους πέντε χιλιάδες, πόσα κοφίνια σηκώσατε γεμάτα με κομμάτια;» Του λένε: «Δώδεκα». 20 «Όταν έκοψα τους εφτά άρτους στους τέσσερις χιλιάδες, πόσα μεγάλα καλάθια σηκώσατε γεμάτα κομμάτια;» Και του λένε: «Εφτά». 21 Και τους έλεγε: «Ακόμα δεν καταλαβαίνετε;»
Η θεραπεία του τυφλού στη Βηθσαϊδά
22 Και έρχονται στη Βηθσαϊδά. Και του φέρνουν έναν τυφλό και τον παρακαλούν να τον αγγίξει. 23 Και έπιασε το χέρι του τυφλού και τον έφερε έξω από το χωριό και, αφού έφτυσε στα μάτια του, επέθεσε τα χέρια σ’ αυτόν και τον ρωτούσε: «Βλέπεις τίποτα;» 24 Κι εκείνος είδε προς τα πάνω και έλεγε: «Βλέπω τους ανθρώπους· σαν δέντρα τους βλέπω να περπατούν». 25 Έπειτα πάλι έθεσε τα χέρια του πάνω στους οφθαλμούς του, και είδε καθαρά και η όρασή του αποκαταστάθηκε και τα έβλεπε όλα με ευκρίνεια μακριά. 26 Και τον απέστειλε στον οίκο του λέγοντας: «Μήτε στο χωριό να μην εισέλθεις».
Η διακήρυξη του Πέτρου για τον Ιησού
(Μτ. 16:13-20, Λκ. 9:18-21)
27 Και εξήλθαν ο Ιησούς και οι μαθητές του στα χωριά της Καισάρειας του Φιλίππου. Και στο δρόμο ρωτούσε τους μαθητές του και τους έλεγε: «Ποιος λένε οι άνθρωποι πως είμαι;» 28 Εκείνοι του απάντησαν: «Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, και άλλοι ο Ηλίας, άλλοι πάλι ότι είσαι ένας από τους προφήτες». 29 Και αυτός τους ρωτούσε: «Κι εσείς ποιος λέτε πως είμαι;» Αποκρίθηκε ο Πέτρος και του λέει: «Εσύ είσαι ο Χριστός». 30 Και τότε τους επιτίμησε, για να μη λένε σε κανέναν γι’ αυτό.
Ο Ιησούς προλέγει το θάνατο και την ανάστασή του
(Μτ. 16:21-28, Λκ. 9:22-27)
31 Και άρχισε να τους διδάσκει ότι ο Υιός του ανθρώπου πρέπει να πάθει πολλά και να αποδοκιμαστεί από τους πρεσβυτέρους και από τους αρχιερείς και από τους γραμματείς, και να σκοτωθεί και μετά τρεις ημέρες να αναστηθεί. 32 Και με παρρησία μιλούσε το λόγο. Και αφού ο Πέτρος τον πήρε κατά μέρος, άρχισε να τον επιτιμά. 33 Εκείνος, αφού στράφηκε πίσω και είδε τους μαθητές του, επιτίμησε τον Πέτρο και λέει: «Πήγαινε πίσω μου, Σατανά, γιατί δε φρονείς τα πράγματα του Θεού, αλλά τα πράγματα των ανθρώπων». 34 Και τότε προσκάλεσε το πλήθος μαζί με τους μαθητές του και τους είπε: «Αν κάποιος θέλει να με ακολουθεί πίσω μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθεί. 35 Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει. Όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου θα τη σώσει. 36 Γιατί τι ωφελεί τον άνθρωπο να κερδίσει όλο τον κόσμο αλλά να ζημιωθεί την ψυχή του; 37 Γιατί τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για την ψυχή του; 38 Γιατί όποιος ντραπεί εμένα και τους δικούς μου λόγους μέσα σ’ αυτήν τη γενιά τη μοιχαλίδα και αμαρτωλή, και ο Υιός του ανθρώπου θα ντραπεί γι’ αυτόν, όταν έρθει μέσα στη δόξα του Πατέρα του μαζί με τους άγιους αγγέλους».
Κεφάλαιον 9
1 Και τους έλεγε: «Αλήθεια σας λέω ότι υπάρχουν μερικοί εδώ από αυτούς που έχουν σταθεί οι οποίοι δε θα γευτούν θάνατο, ωσότου δουν τη βασιλεία του Θεού να έχει έρθει με δύναμη».
Η μεταμόρφωση του Ιησού
(Μτ. 17:1-13, Λκ. 9:28-36)
2 Και μετά έξι ημέρες παραλαβαίνει ο Ιησούς τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και τους φέρνει μόνους ιδιαιτέρως πάνω σ’ ένα όρος ψηλό. Και μεταμορφώθηκε μπροστά τους, 3 και τα ρούχα του έγιναν αστραφτερά, πάρα πολύ λευκά, τέτοια που βαφέας πάνω στη γη δε δύναται να τα λευκάνει έτσι. 4 Και φανερώθηκε σ’ αυτούς ο Ηλίας μαζί με το Μωυσή και συνομιλούσαν με τον Ιησού. 5 Και έλαβε το λόγο ο Πέτρος και λέει στον Ιησού: «Ραβί, είναι καλό για μας να είμαστε εδώ· ας κάνουμε λοιπόν τρεις σκηνές, μία για σένα και μία για το Μωυσή και μία για τον Ηλία». 6 Γιατί δεν ήξερε τι να μιλήσει, επειδή ήταν καταφοβισμένοι. 7 Τότε ήρθε μια νεφέλη που τους επισκίαζε, και ήρθε μια φωνή από τη νεφέλη: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, ακούτε αυτόν». 8 Και ξαφνικά, όταν είδαν τριγύρω, δεν είδαν πια κανέναν, αλλά μόνο τον Ιησού μαζί τους. 9 Και ενώ αυτοί κατέβαιναν από το όρος, τους διέταξε να μη διηγηθούν σε κανέναν όσα είδαν, παρά μόνο όταν ο Υιός του ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς. 10 Και αυτόν το λόγο τον κράτησαν μεταξύ τους, συζητώντας τι σημαίνει το να αναστηθεί κανείς από τους νεκρούς. 11 Και τον επερωτούσαν λέγοντας: «Γιατί λένε οι γραμματείς ότι ο Ηλίας πρέπει να έρθει πρώτα;» 12 Εκείνος τους είπε: «Ο Ηλίας, βέβαια, αφού έρθει πρώτα, θα τα αποκαταστήσει όλα. Και πώς είναι γραμμένο για τον Υιό του ανθρώπου ότι πολλά πρέπει να πάθει και να εξουθενωθεί; 13 Αλλά σας λέω ότι και ο Ηλίας έχει έρθει και του έκαναν όσα ήθελαν, καθώς είναι γραμμένο γι’ αυτόν».
Η θεραπεία του παιδιού με το ακάθαρτο πνεύμα
(Μτ. 17:14-20, Λκ. 9:37-43α)
14 Και όταν ήρθαν προς τους άλλους μαθητές, είδαν πολύ πλήθος γύρω τους και γραμματείς να συζητούν με αυτούς. 15 Και ευθύς όλο το πλήθος, όταν τον είδαν, έμειναν έκθαμβοι και τον χαιρετούσαν τρέχοντας προς αυτόν. 16 Και τους ρώτησε: «Τι συζητάτε με αυτούς;» 17 Και του αποκρίθηκε ένας από το πλήθος: «Δάσκαλε, έφερα το γιο μου προς εσένα, που έχει πνεύμα άλαλο. 18 Και όπου τον κατακυριέψει τον ρίχνει κάτω, και αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξεραίνεται. Και είπα στους μαθητές σου να το βγάλουν, αλλά δεν μπόρεσαν». 19 Εκείνος τους αποκρίθηκε και λέει: «Ω γενιά άπιστη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον προς εμένα». 20 Και τον έφεραν προς αυτόν. Και όταν τον είδε το πνεύμα, ευθύς τον σπάραξε δυνατά και, αφού έπεσε στη γη, κυλιόταν αφρίζοντας. 21 Και ρώτησε ο Ιησούς τον πατέρα του: «Πόσος χρόνος είναι που αυτό του έχει γίνει;» Εκείνος απάντησε: «Από την παιδική ηλικία. 22 Και πολλές φορές τον έριξε και στη φωτιά και στα νερά, για να τον σκοτώσει. Αλλά αν κάτι δύνασαι, βοήθησέ μας και σπλαχνίσου μας». 23 Τότε ο Ιησούς του είπε: «Λες το “αν δύνασαι”! Όλα είναι δυνατά σ’ αυτόν που πιστεύει». 24 Ευθύς έκραξε ο πατέρας του παιδιού [με δάκρυα] και έλεγε: «Πιστεύω· βοήθα με στην απιστία». 25 Όταν είδε τότε ο Ιησούς ότι εκεί έτρεχε και μαζευόταν πλήθος, επιτίμησε το πνεύμα το ακάθαρτο λέγοντάς του: «Άλαλο και κουφό πνεύμα, εγώ σε διατάζω, έξελθε από αυτόν και μην εισέλθεις πια σ’ αυτόν». 26 Και αφού έκραξε και σπάραξε πολύ, εξήλθε. Και έγινε σαν νεκρός, ώστε οι περισσότεροι να λένε ότι πέθανε. 27 Αλλά ο Ιησούς, αφού κράτησε το χέρι του, τον σήκωσε και στάθηκε όρθιος. 28 Και όταν εισήλθε σ’ έναν οίκο, οι μαθητές του τον επερωτούσαν ιδιαιτέρως: «Γιατί εμείς δε δυνηθήκαμε να το βγάλουμε;» 29 Και τους είπε: «Αυτό το γένος δε δύναται να εξέλθει με τίποτα παρά μόνο με προσευχή [και νηστεία]».
Ο Ιησούς προλέγει ξανά το θάνατο και την ανάστασή του
(Μτ. 17:22-23, Λκ. 9:43β-45)
30 Και αφού εξήλθαν από εκεί, πορεύονταν διαμέσου της Γαλιλαίας, και δεν ήθελε να το γνωρίσει κανείς. 31 Γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε: «Ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν και, αφού σκοτωθεί, μετά τρεις ημέρες θα αναστηθεί». 32 Εκείνοι δεν καταλάβαιναν αυτόν το λόγο και φοβούνταν να τον επερωτήσουν.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος
(Μτ. 18:1-5, Λκ. 9:46-48)
33 Και ήρθαν στην Καπερναούμ. Και όταν ήταν στην οικία, τους ρωτούσε: «Τι συνδιαλεγόσασταν στο δρόμο;» 34 Εκείνοι σιωπούσαν· γιατί συνδιαλέχτηκαν στο δρόμο μεταξύ τους ποιος είναι μεγαλύτερος. 35 Και αφού κάθισε, φώναξε τους δώδεκα και τους λέει: «Αν κάποιος θέλει να είναι πρώτος, θα είναι τελευταίος όλων και διάκονος όλων». 36 Και αφού έλαβε ένα παιδί, το έστησε στο μέσο τους και το αγκάλιασε και τους είπε: 37 «Όποιος δεχτεί ένα τέτοιο παιδί στο όνομά μου δέχεται εμένα. Και όποιος δέχεται εμένα, δε δέχεται εμένα, αλλά αυτόν που με απέστειλε».
Όποιος δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας
(Λκ. 9:49-50)
38 Του είπε ο Ιωάννης: «Δάσκαλε, είδαμε κάποιον στο όνομά σου να βγάζει δαιμόνια και τον εμποδίζαμε, γιατί δε μας ακολουθούσε». 39 Ο Ιησούς όμως είπε: «Μην τον εμποδίζετε. Γιατί δεν υπάρχει κανείς που θα κάνει μια θαυματουργική δύναμη στο όνομά μου και θα δυνηθεί γρήγορα να με κακολογήσει· 40 επειδή όποιος δεν είναι εναντίον μας είναι με το μέρος μας. 41 Γιατί, όποιος σας δώσει να πιείτε ένα ποτήρι νερό στο όνομά μου, επειδή είστε του Χριστού, αλήθεια σας λέω ότι δε θα χάσει το μισθό του».
Τα σκάνδαλα
(Μτ. 18:6-9, Λκ. 17:1-2)
42 «Και όποιος σκανδαλίσει έναν από τους μικρούς αυτούς που πιστεύουν σ’ εμένα, είναι πιο καλό γι’ αυτόν αν τοποθετηθεί μια μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του και ριχτεί στη θάλασσα. 43 Και αν σε σκανδαλίζει το χέρι σου, απόκοψέ το. Είναι καλό για σένα να εισέλθεις κουλός στη ζωή παρά να έχεις τα δύο χέρια και να πας στη γέεννα, στη φωτιά την άσβεστη, 44 [όπου το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει και η φωτιά δε σβήνει]. 45 Και αν το πόδι σου σε σκανδαλίζει, απόκοψέ το. Είναι καλό για σένα να εισέλθεις χωλός στη ζωή παρά να έχεις τα δύο πόδια και να ριχτείς στη γέεννα, [στη φωτιά την άσβεστη, 46 όπου το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει και η φωτιά δε σβήνει]. 47 Και αν ο οφθαλμός σου σε σκανδαλίζει, βγάλε τον. Είναι καλό για σένα να εισέλθεις μονόφθαλμος στη βασιλεία του Θεού παρά να έχεις δύο οφθαλμούς και να ριχτείς στη γέεννα, 48 όπου το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει και η φωτιά δε σβήνει. 49 Γιατί καθένας με φωτιά θα αλατιστεί. 50 Είναι καλό το αλάτι· αν όμως το αλάτι γίνει ανάλατο, με τι θα το αρτύσετε; Να έχετε μέσα σας αλάτι και να ειρηνεύετε μεταξύ σας».
Κεφάλαιον 10
Περί διαζυγίου
(Μτ. 19:1-12)
1 Και αφού σηκώθηκε από εκεί, έρχεται στα όρια της Ιουδαίας και πέρα από τον Ιορδάνη, και συμπορεύονται πάλι πλήθη προς αυτόν και, καθώς συνήθιζε, πάλι τους δίδασκε. 2 Και πλησίασαν Φαρισαίοι και τον επερωτούσαν αν επιτρέπεται σ’ έναν άντρα να αποδιώξει τη γυναίκα του, για να τον πειράξουν. 3 Εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Τι εντολή σας έδωσε ο Μωυσής;» 4 Εκείνοι είπαν: «Ο Μωυσής επέτρεψε να γράψει κανείς έγγραφο διαζυγίου και να την αποδιώξει». 5 Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Σύμφωνα με τη σκληροκαρδία σας έγραψε σ’ εσάς αυτήν την εντολή. 6 Αλλά από την αρχή της κτίσης ο Θεός τούς έκανε αρσενικό και θηλυκό. 7 Γι’ αυτό θα εγκαταλείψει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του, 8 και οι δύο θα είναι μία σάρκα. Ώστε δεν είναι πια δύο, αλλά μία σάρκα. 9 Αυτό λοιπόν που ο Θεός συνέζευξε ο άνθρωπος ας μην το χωρίζει». 10 Και στην οικία πάλι οι μαθητές τον επερωτούσαν γι’ αυτό. 11 Και τους λέει: «Όποιος αποδιώξει τη γυναίκα του και νυμφευτεί άλλη μοιχεύεται πάνω σ’ αυτήν. 12 Και αν αυτή αποδιώξει τον άντρα της και παντρευτεί άλλον μοιχεύεται».
Ο Ιησούς ευλογεί τα μικρά παιδιά
(Μτ. 19:13-15, Λκ. 18:15-17)
13 Και προσέφεραν σ’ αυτόν παιδιά, για να τα αγγίξει· αλλά οι μαθητές τούς επιτίμησαν. 14 Όταν όμως το είδε ο Ιησούς, αγανάκτησε και τους είπε: «Αφήστε τα παιδιά να έρχονται προς εμένα, μην τα εμποδίζετε, γιατί για τέτοιους είναι η βασιλεία του Θεού. 15 Αλήθεια σας λέω, όποιος δε δεχτεί τη βασιλεία του Θεού σαν παιδί, δε θα εισέλθει σ’ αυτήν». 16 Και αφού τα αγκάλιασε, τα ευλογούσε πολύ, θέτοντας τα χέρια πάνω τους.
Ο πλούσιος
(Μτ. 19:16-30, Λκ. 18:18-30)
17 Και ενώ έβγαινε στο δρόμο, ένας άνθρωπος έτρεξε προς αυτόν και γονάτισε μπροστά του και τον ρωτούσε: «Δάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω, για να κληρονομήσω ζωή αιώνια;» 18 Ο Ιησούς τότε του είπε: «Τι με λες αγαθό; Κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός. 19 Τις εντολές τις ξέρεις: Μη φονεύσεις, μη μοιχέψεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, μην αποστερήσεις, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». 20 Εκείνος του είπε: «Δάσκαλε, αυτά όλα τα φύλαξα από τη νεότητά μου». 21 Ο Ιησούς τότε, αφού τον κοίταξε μέσα στα μάτια, τον αγάπησε και του είπε: «Σε ένα υστερείς: πήγαινε, όσα έχεις πούλησε και δώσε τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό, και έλα ακολούθα με». 22 Εκείνος σκυθρώπιασε γι’ αυτόν το λόγο και έφυγε λυπημένος· γιατί είχε αποκτήματα πολλά. 23 Και αφού κοίταξε γύρω ο Ιησούς, λέει στους μαθητές του: «Πόσο δύσκολα εκείνοι που έχουν τα χρήματα θα εισέλθουν στη βασιλεία του Θεού!» 24 Οι μαθητές τότε θαμπώνονταν από κατάπληξη για τα λόγια του. Αλλά ο Ιησούς πάλι αποκρίθηκε και τους λέει: «Τέκνα μου, πόσο είναι δύσκολο να εισέλθει κανείς στη βασιλεία του Θεού! 25 Είναι ευκολότερο μια καμήλα να περάσει από την τρύπα της βελόνας παρά πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού». 26 Εκείνοι περισσότερο εκπλήττονταν λέγοντας μεταξύ τους: «Και ποιος δύναται να σωθεί;» 27 Αφού τους κοίταξε μέσα στα μάτια ο Ιησούς, τους λέει: «Για τους ανθρώπους είναι αδύνατο, αλλά όχι για το Θεό· γιατί όλα είναι δυνατά για το Θεό». 28 Άρχισε να του λέει ο Πέτρος: «Ιδού, εμείς τα αφήσαμε όλα και σε έχουμε ακολουθήσει». 29 Είπε ο Ιησούς: «Αλήθεια σας λέω, κανείς δεν υπάρχει που να άφησε οικία ή αδελφούς ή αδελφές ή μητέρα ή πατέρα ή παιδιά ή αγρούς, εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, 30 που να μη λάβει εκατό φορές περισσότερα τώρα, σε τούτο τον καιρό, οικίες και αδελφούς και αδελφές και μητέρες και παιδιά και αγρούς μαζί με διωγμούς, και στον αιώνα τον ερχόμενο ζωή αιώνια. 31 Πολλοί όμως πρώτοι θα είναι τελευταίοι και οι τελευταίοι πρώτοι».
Τρίτη πρόρρηση του θανάτου και της ανάστασής του
(Μτ. 20:17-19, Λκ. 18:31-34)
32 Ανέβαιναν λοιπόν το δρόμο προς τα Ιεροσόλυμα, και προχωρούσε συνεχώς μπροστά τους ο Ιησούς, και θαμπώνονταν από κατάπληξη, ενώ όσοι ακολουθούσαν φοβούνταν. Και αφού παράλαβε πάλι τους δώδεκα, άρχισε να τους λέει όσα έμελλαν να του συμβαίνουν: 33 «Ιδού, ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, και ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, και θα τον καταδικάσουν σε θάνατο και θα τον παραδώσουν στους εθνικούς 34 και θα τον εμπαίξουν και θα τον φτύσουν και θα τον μαστιγώσουν και θα τον σκοτώσουν, και μετά τρεις ημέρες θα αναστηθεί».
Το αίτημα του Ιακώβου και του Ιωάννη
(Μτ. 20:20-28)
35 Και πηγαίνουν προς αυτόν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, οι γιοι του Ζεβεδαίου, και του λένε: «Δάσκαλε, θέλουμε αυτό που θα σου ζητήσουμε να μας το κάνεις». 36 Εκείνος τους είπε: «Τι θέλετε εγώ να σας κάνω;» 37 Εκείνοι του είπαν: «Δώσε μας ώστε να καθίσουμε ένας από τα δεξιά σου και ένας από τα αριστερά σου κατά τη δόξα σου». 38 Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι που εγώ θα πιω ή το βάφτισμα που εγώ θα βαφτιστώ να βαφτιστείτε;» 39 Εκείνοι του απάντησαν: «Μπορούμε». Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Το ποτήρι που εγώ θα πιω θα πιείτε και το βάφτισμα που εγώ θα βαφτιστώ θα βαφτιστείτε, 40 αλλά το να καθίσετε από τα δεξιά μου ή από τα αριστερά μου δεν ανήκει σ’ εμένα να το δώσω, αλλά θα δοθεί σ’ αυτούς που έχει ετοιμαστεί». 41 Και όταν το άκουσαν οι δέκα, άρχισαν να αγανακτούν για τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. 42 Και αφού τους προσκάλεσε ο Ιησούς, τους λέει: «Ξέρετε ότι εκείνοι που φαίνονται να κυβερνούν τα έθνη τα κατακυριεύουν και οι μεγάλοι από αυτούς τα κατεξουσιάζουν. 43 Δεν θα γίνεται έτσι όμως μεταξύ σας, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος μεταξύ σας θα είναι διάκονός σας, 44 και όποιος θέλει να είναι πρώτος μεταξύ σας θα είναι δούλος όλων. 45 Γιατί και ο Υιός του ανθρώπου δεν ήρθε για να διακονηθεί, αλλά για να διακονήσει και να δώσει τη ζωή του λύτρο στη θέση πολλών».
Η θεραπεία του τυφλού Βαρτιμαίου
(Μτ. 20:29-34, Λκ. 18:35-43)
46 Και έρχονται στην Ιεριχώ. Και ενώ έβγαινε από την Ιεριχώ αυτός και οι μαθητές του και αρκετό πλήθος, ο γιος του Τιμαίου, ο Βαρτίμαιος, ένας τυφλός ζητιάνος, καθόταν δίπλα στο δρόμο. 47 Και όταν άκουσε ότι ο Ιησούς ο Ναζαρηνός είναι, άρχισε να κράζει και να λέει: «Γιε του Δαβίδ, Ιησού, ελέησέ με». 48 Και πολλοί τον επιτιμούσαν για να σωπάσει. Εκείνος όμως πολύ περισσότερο έκραζε: «Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με». 49 Και τότε στάθηκε ο Ιησούς και είπε: «Φωνάξτε τον». Και φωνάζουν τον τυφλό λέγοντάς του: «Έχε θάρρος, σήκω, σε φωνάζει». 50 Εκείνος, αφού πέταξε το πανωφόρι του, αναπήδησε και ήρθε προς τον Ιησού. 51 Και του απεύθυνε το λόγο ο Ιησούς και του είπε: «Τι θέλεις να σου κάνω;» Ο τυφλός τότε του απάντησε: «Ραβουνί_, να ξαναδώ». 52 Και ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, η πίστη σου σε έχει σώσει». Και ευθύς ξαναείδε και τον ακολουθούσε στο δρόμο.
Κεφάλαιον 11
Η θριαμβευτική είσοδος στην Ιερουσαλήμ
(Μτ. 21:1-11, Λκ. 19:28-40, Ιν. 12:12-19)
1 Και όταν πλησίαζαν στα Ιεροσόλυμα, στη Βηθφαγή και στη Βηθανία, προς το Όρος των Ελαιών, αποστέλλει δύο από τους μαθητές του 2 και τους λέει: «Πηγαίνετε στο χωριό που είναι απέναντί σας, και ευθύς μπαίνοντας σ’ αυτό θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο πάνω στο οποίο κανείς ακόμα από τους ανθρώπους δεν κάθισε. Λύστε το και φέρτε το. 3 Και αν κάποιος σας πει: “Γιατί κάνετε αυτό”; Πέστε: “Ο Κύριος έχει ανάγκη αυτό”, και ευθύς θα το αποστείλει πάλι εδώ». 4 Και έφυγαν και βρήκαν ένα πουλάρι δεμένο κοντά σε μια θύρα έξω στο σταυροδρόμι και το λύνουν. 5 Και μερικοί από αυτούς που είχαν σταθεί εκεί, τους έλεγαν: «Τι κάνετε, που λύνετε το πουλάρι;» 6 Εκείνοι τους απάντησαν καθώς είπε ο Ιησούς, και τους άφησαν. 7 Και φέρνουν το πουλάρι προς τον Ιησού και βάζουν πάνω του τα ρούχα τους και εκείνος κάθισε πάνω του. 8 Και πολλοί τα ρούχα τους έστρωσαν στην οδό, και άλλοι στοίβες κλαδιών με φύλλα, αφού τα έκοψαν από τους αγρούς. 9 Και αυτοί που προπορεύονταν και εκείνοι που ακολουθούσαν φώναζαν: «Ωσαννά. Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου. 10 Ευλογημένη η ερχόμενη βασιλεία του πατέρα μας Δαβίδ. Ωσαννά στους ύψιστους ουρανούς». 11 Και εισήλθε στα Ιεροσόλυμα στο ναό και, αφού κοίταξε τριγύρω όλα, επειδή ήδη είχε γίνει βράδυ, εξήλθε στη Βηθανία μαζί με τους δώδεκα.
Η άκαρπη συκιά
(Μτ. 21:18-19)
12 Και την επόμενη ημέρα, αφού εξήλθαν αυτοί από τη Βηθανία, πείνασε. 13 Και όταν είδε μια συκιά από μακριά που είχε φύλλα, ήρθε κοντά της μήπως κάτι βρει σ’ αυτήν, αλλά όταν ήρθε σ’ αυτήν, τίποτα δε βρήκε παρά μόνο φύλλα. Γιατί δεν ήταν ο καιρός των σύκων. 14 Και απευθύνθηκε σ’ αυτήν και της είπε: «Ποτέ πια στον αιώνα από εσένα κανείς να μη φάει καρπό». Και άκουγαν οι μαθητές του.
Ο καθαρισμός του ναού
(Μτ. 21:12-17, Λκ. 19:45-48, Ιν. 2:13-22)
15 Και έρχονται στα Ιεροσόλυμα. Και αφού εισήλθε στο ναό, άρχισε να βγάζει εκείνους που πουλούσαν και εκείνους που αγόραζαν μέσα στο ναό, και τα τραπέζια των αργυραμοιβών και τα καθίσματα αυτών που πουλούσαν τα περιστέρια τα αναποδογύρισε, 16 και δεν άφηνε να μεταφέρει κανείς σκεύος διαμέσου του ναού. 17 Και δίδασκε και τους έλεγε: «Δεν είναι γραμμένο ότι ο οίκος μου θα κληθεί οίκος προσευχής για όλα τα έθνη; Εσείς όμως τον έχετε κάνει σπήλαιο ληστών». 18 Και το άκουσαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και ζητούσαν πώς να τον σκοτώσουν. Γιατί τον φοβούνταν, επειδή όλο το πλήθος έμενε έκπληκτο από τη διδαχή του. 19 Και όταν έγινε βράδυ, έβγαιναν έξω από την πόλη.
Μάθημα από την ξεραμένη συκιά
(Μτ. 21:20-22)
20 Και καθώς περνούσαν πρωί εκεί κοντά, είδαν τη συκιά ξεραμένη από τις ρίζες. 21 Και θυμήθηκε ο Πέτρος και του λέει: «Ραβί, δες, η συκιά που καταράστηκες έχει ξεραθεί». 22 Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους λέει: «Έχετε πίστη Θεού. 23 Αλήθεια σας λέω ότι όποιος πει στο όρος τούτο: “Σήκω και πέσε στη θάλασσα”, και δεν αμφιβάλει μέσα στην καρδιά του, αλλά πιστεύει ότι αυτό που λαλεί γίνεται, θα του γίνει. 24 Γι’ αυτό σας λέω, όλα όσα προσεύχεστε και ζητάτε, πιστεύετε ότι τα λάβατε, και θα σας γίνουν. 25 Και όταν στέκεστε προσευχόμενοι, ας αφήνετε αν κάτι έχετε εναντίον κάποιου, για να αφήσει σ’ εσάς και ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς τα δικά σας παραπτώματα. 26 [Αν όμως εσείς δεν αφήνετε, ούτε ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς θα αφήσει τα δικά σας παραπτώματα]».
Η εξουσία του Ιησού αμφισβητείται
(Μτ. 21:23-27, Λκ. 20:1-8)
27 Και έρχονται πάλι στα Ιεροσόλυμα. Και ενώ αυτός περπατούσε στο ναό, έρχονται προς αυτόν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι 28 και του έλεγαν: «Με ποια εξουσία αυτά τα κάνεις; Ή ποιος σου έδωσε την εξουσία αυτή, για να κάνεις αυτά;» 29 Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Θα σας επερωτήσω ένα λόγο, και αποκριθείτε μου και θα σας πω με ποια εξουσία αυτά τα κάνω: 30 Το βάφτισμα του Ιωάννη από τον ουρανό ήταν ή από τους ανθρώπους; Αποκριθείτε μου». 31 Και διαλογίζονταν μεταξύ τους λέγοντας: «Αν πούμε: “Από τον ουρανό”, θα πει: “Γιατί λοιπόν δεν πιστέψατε σ’ αυτόν”; 32 Αλλά να πούμε: “Από τους ανθρώπους”; – φοβούνταν το πλήθος· γιατί όλοι θεωρούσαν τον Ιωάννη ότι ήταν όντως προφήτης. 33 Και αποκρίθηκαν στον Ιησού και του λένε: «Δεν ξέρουμε». Και ο Ιησούς τους λέει: «Ούτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία αυτά τα κάνω».
Κεφάλαιον 12
Η παραβολή του αμπελώνα και των γεωργών
(Μτ. 21:33-46, Λκ. 20:9-19)
1 Και άρχισε με παραβολές να τους μιλά: «Ένας άνθρωπος φύτεψε αμπελώνα και τον περιέβαλε με φράχτη και έσκαψε δεξαμενή κάτω από το πατητήρι και οικοδόμησε πύργο και τον νοίκιασε σε γεωργούς και αποδήμησε. 2 Και απέστειλε προς τους γεωργούς ένα δούλο στον κατάλληλο καιρό, για να λάβει από τους γεωργούς μέρος από τους καρπούς του αμπελώνα. 3 Και εκείνοι, αφού τον έπιασαν, τον έδειραν και τον απέστειλαν με άδεια χέρια. 4 Και πάλι απέστειλε προς αυτούς άλλο δούλο· κι εκείνον τον χτύπησαν στο κεφάλι και τον ατίμασαν. 5 Και άλλον απέστειλε· κι εκείνον σκότωσαν, και πολλούς άλλους, που άλλους τους έδερναν και άλλους τους σκότωναν. 6 Ακόμη είχε ένα γιο αγαπητό. Τον απέστειλε τελευταίο προς αυτούς, λέγοντας: “Θα ντραπούν το γιο μου”. 7 Εκείνοι όμως οι γεωργοί είπαν μεταξύ τους: “Αυτός είναι ο κληρονόμος. Ελάτε να τον σκοτώσουμε, και δική μας θα είναι η κληρονομιά”. 8 Και αφού τον έπιασαν, τον σκότωσαν και τον έβγαλαν έξω από τον αμπελώνα. 9 Τι λοιπόν θα κάνει ο Κύριος του αμπελώνα; Θα έρθει και θα εξολοθρέψει τους γεωργούς και θα δώσει τον αμπελώνα σε άλλους. 10 Ούτε τη Γραφή αυτή διαβάσατε: Λίθο που αποδοκίμασαν οι οικοδόμοι, αυτός έγινε ακρογωνιαίος λίθος. 11 Από τον Κύριο έγινε αυτός και είναι θαυμαστός στα μάτια μας;» 12 Και ζητούσαν να τον κρατήσουν, αλλά φοβήθηκαν το πλήθος, γιατί κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς είπε την παραβολή. Και αφού τον άφησαν, έφυγαν.
Η πληρωμή των φόρων στον Καίσαρα
(Μτ. 22:15-22, Λκ. 20:20-26)
13 Και αποστέλλουν προς αυτόν μερικούς από τους Φαρισαίους και τους Ηρωδιανούς, για να τον παγιδεύσουν από ένα λόγο του. 14 Και αφού ήρθαν, του λένε: «Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι αληθινός και δε σε μέλει για κανέναν· γιατί δε βλέπεις σε πρόσωπο ανθρώπων, αλλά διδάσκεις αληθινά την οδό του Θεού. Επιτρέπεται να δώσει κανείς φόρο στον Καίσαρα ή όχι; Να δώσουμε ή να μη δώσουμε;» 15 Εκείνος, επειδή κατάλαβε την υποκρισία τους, τους είπε: «Τι με πειράζετε; Φέρτε μου ένα δηνάριο για να το δω». 16 Εκείνοι έφεραν. Και τους λέει: «Ποιανού είναι η εικόνα αυτή και η επιγραφή;» Εκείνοι του είπαν: «Του Καίσαρα». 17 Ο Ιησούς τότε τους είπε: «Τα πράγματα του Καίσαρα αποδώστε στον Καίσαρα και τα πράγματα του Θεού στο Θεό». Και εκείνοι θαύμαζαν πολύ με αυτόν.
Το θέμα της ανάστασης
(Μτ. 22:23-33, Λκ. 20:27-40)
18 Και έρχονται Σαδδουκαίοι προς αυτόν, οι οποίοι λένε πως δεν υπάρχει ανάσταση, και τον επερωτούσαν: 19 «Δάσκαλε, ο Μωυσής μάς έγραψε ότι αν ο αδελφός κάποιου πεθάνει και εγκαταλείψει γυναίκα και δεν αφήσει τέκνο, να λάβει ο αδελφός του τη γυναίκα του και να φέρει απογόνους στον αδελφό του. 20 Ήταν εφτά αδελφοί. Και ο πρώτος έλαβε γυναίκα και πεθαίνοντας δεν άφησε απογόνους. 21 Και ο δεύτερος έλαβε αυτήν και πέθανε, χωρίς να αφήσει απογόνους· και ο τρίτος ομοίως· 22 και οι εφτά δεν άφησαν απογόνους. Τελευταία απ’ όλους πέθανε και η γυναίκα. 23 Κατά την ανάσταση, όταν αναστηθούν, ποιανού από αυτούς θα είναι γυναίκα; Γιατί και οι εφτά την είχαν γυναίκα». 24 Τους είπε ο Ιησούς: «Γι’ αυτό δεν πλανάστε, επειδή δεν ξέρετε τις Γραφές μήτε τη δύναμη του Θεού; 25 Γιατί όταν αναστηθούν από τους νεκρούς, ούτε νυμφεύονται ούτε παντρεύονται, αλλά είναι σαν άγγελοι στους ουρανούς. 26 Όσον αφορά όμως τους νεκρούς ότι εγείρονται, δε διαβάσατε στο βιβλίο του Μωυσή, εκεί όπου μιλάει για τη βάτο, πώς του είπε ο Θεός λέγοντας Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ και ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ; 27 Δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών· πολύ πλανάστε».
Η μεγαλύτερη εντολή
(Μτ. 22:34-40, Λκ. 10:25-28)
28 Και αφού πλησίασε ένας από τους γραμματείς που τους άκουσε να συζητούν, επειδή είδε ότι καλά τους αποκρίθηκε, τον επερώτησε: «Ποια εντολή είναι πρώτη απ’ όλες;» 29 Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Πρώτη είναι: Άκου Ισραήλ, Κύριος ο Θεός μας είναι ένας Κύριος. 30 Και να αγαπήσεις Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου και με όλη την ισχύ σου. 31 Δεύτερη είναι αυτή: Να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου. Άλλη εντολή μεγαλύτερη από αυτές δεν υπάρχει». 32 Και του είπε ο γραμματέας: «Καλά, δάσκαλε, είπες αληθινά ότι ένας είναι ο Θεός και δεν είναι άλλος εκτός από αυτόν. 33 Και το να αγαπάει κανείς αυτόν με όλη την καρδιά του και με όλη τη σύνεση και με όλη την ισχύ του, και το να αγαπάει κανείς τον πλησίον του σαν τον εαυτό του περισσότερο είναι απ’ όλα τα ολοκαυτώματα και τις θυσίες». 34 Και ο Ιησούς, επειδή είδε ότι συνετά αποκρίθηκε, του είπε: «Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία του Θεού». Και κανείς πια δεν τολμούσε να τον επερωτήσει.
Το θέμα αν ο Χριστός είναι γιος του Δαβίδ
(Μτ. 22:41-46, Λκ. 20:41-44)
35 Και έλαβε το λόγο ο Ιησούς και έλεγε διδάσκοντας στο ναό: «Πώς λένε οι γραμματείς ότι ο Χριστός είναι γιος του Δαβίδ; 36 Αυτός ο Δαβίδ είπε μέσω του Πνεύματος του Αγίου: Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου: “Κάθου από τα δεξιά μου, ωσότου θέσω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου”. 37 Αυτός ο Δαβίδ τον λέει “Κύριο”. Τότε από πού είναι γιος του;» Και το πολύ πλήθος τον άκουγε ευχάριστα.
Ο Ιησούς κατακρίνει τους γραμματείς
(Μτ. 23:1-36, Λκ. 20:45-47)
38 Και στη διδαχή του έλεγε: «Προσέχετε από τους γραμματείς που θέλουν να περπατούν με στολές και θέλουν χαιρετισμούς στις αγορές 39 και πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές και τα πρώτα καθίσματα στα δείπνα, 40 οι οποίοι κατατρώνε τις οικίες των χηρών και για πρόφαση κάνουν μακριές προσευχές. Αυτοί θα λάβουν περισσότερη καταδίκη».
Το δίλεπτο της χήρας
(Λκ. 21:1-4)
41 Και αφού κάθισε απέναντι από το θησαυροφυλάκιο, κοιτούσε πώς το πλήθος ρίχνει χάλκινα νομίσματα στο θησαυροφυλάκιο. Και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά. 42 Και ήρθε μια χήρα φτωχή και έριξε δύο λεπτά, που είναι ένας κοδράντης. 43 Και τότε προσκάλεσε τους μαθητές του και τους είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι αυτή η φτωχή η χήρα έριξε περισσότερο απ’ όλους όσοι ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο. 44 Γιατί όλοι έριξαν από το περίσσευμά τους, αυτή όμως από το υστέρημά της, όλα όσα είχε έριξε, όλη την περιουσία της».
Κεφάλαιον 13
Προλέγεται η καταστροφή του ναού
(Μτ. 24:1-2, Λκ. 22:5-6)
1 Και ενώ έβγαινε έξω από το ναό, του λέει ένας από τους μαθητές του: «Δάσκαλε, δες τι είδους λίθοι και τι είδους οικοδομές!» 2 Και ο Ιησούς του είπε: «Βλέπεις αυτές τις μεγάλες οικοδομές; Δε θα αφεθεί εδώ λίθος πάνω σε λίθο που δε θα καταστραφεί».
Αρχή ωδίνων
(Μτ. 24:3-14, Λκ. 21:7-19)
3 Και ενώ καθόταν αυτός στο Όρος των Ελαιών απέναντι από το ναό, τον επερωτούσαν ιδιαιτέρως ο Πέτρος και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης και ο Ανδρέας: 4 «Πες μας, πότε θα γίνουν αυτά και ποιο το σημείο όταν μέλλουν όλα αυτά να συντελεστούν;» 5 Ο Ιησούς τότε άρχισε να τους λέει: «Προσέχετε μη σας πλανήσει κανείς. 6 Πολλοί θα έρθουν με το όνομά μου λέγοντας ότι εγώ είμαι και πολλούς θα πλανήσουν. 7 Όταν λοιπόν ακούσετε πολέμους και φήμες πολέμων, μη θορυβείστε· πρέπει να γίνουν, αλλά ακόμα δεν είναι το τέλος. 8 Γιατί θα εγερθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας, θα γίνουν σεισμοί κατά τόπους, θα γίνουν πείνες· αρχή ωδίνων θα είναι αυτά. 9 Και να προσέχετε εσείς τους εαυτούς σας. Θα σας παραδώσουν σε συνέδρια, και θα δαρθείτε σε συναγωγές, και θα σταθείτε μπροστά σε ηγεμόνες και σε βασιλιάδες εξαιτίας μου, για να δώσετε μαρτυρία σ’ αυτούς. 10 Και το ευαγγέλιο πρέπει πρώτα να κηρυχτεί σε όλα τα έθνη. 11 Και όταν σας οδηγούν για να σας παραδώσουν, μη μεριμνάτε από πριν τι θα μιλήσετε, αλλά ό,τι σας δοθεί εκείνη την ώρα, αυτό να μιλάτε· γιατί δεν είστε εσείς που θα μιλάτε, αλλά το Πνεύμα το Άγιο. 12 Και θα παραδώσει ο αδελφός τον αδελφό σε θάνατο και ο πατέρας το παιδί, και θα επαναστατήσουν παιδιά ενάντια σε γονείς και θα τους θανατώσουν. 13 Και θα είστε μισούμενοι από όλους για το όνομά μου. Αλλά εκείνος που θα υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί».
Η μεγάλη θλίψη
(Μτ. 24:15-28, Λκ. 21:20-24)
14 «Όταν όμως δείτε το βδέλυγμα της ερημώσεως να έχει σταθεί εκεί όπου δεν πρέπει – ο αναγνώστης ας εννοήσει – τότε όσοι είναι στην Ιουδαία ας φεύγουν στα όρη, 15 και όποιος είναι πάνω στο δώμα ας μην κατεβεί μήτε να εισέλθει, για να πάρει κάτι από την οικία του. 16 Και όποιος είναι στον αγρό ας μην επιστρέψει προς τα πίσω, για να πάρει το πανωφόρι του. 17 Αλίμονο όμως σε όσες έχουν παιδιά στην κοιλιά και σε όσες θηλάζουν εκείνες τις ημέρες. 18 Προσεύχεστε μάλιστα να μη γίνει το χειμώνα. 19 Γιατί εκείνες τις ημέρες θα γίνει τέτοια θλίψη που δεν έχει γίνει τέτοιου είδους από την αρχή της κτίσης που έκτισε ο Θεός ως τώρα, και δε θα γίνει ξανά. 20 Και αν δε συντόμευε ο Κύριος τις ημέρες, δε θα σωζόταν καμιά σάρκα. Αλλά για τους εκλεκτούς που εξέλεξε συντόμεψε τις ημέρες. 21 Και τότε αν κάποιος σας πει: “Να, εδώ ο Χριστός”, “Να, εκεί”, μην πιστεύετε. 22 Γιατί θα εγερθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες και θα δώσουν σημεία και τέρατα με σκοπό να αποπλανούν, αν είναι δυνατό, τους εκλεκτούς. 23 Εσείς λοιπόν προσέχετε. Σας τα έχω προειπεί όλα».
Ο ερχομός του Υιού του ανθρώπου
(Μτ. 24:29-31, Λκ. 21:25-28)
24 «Αλλά εκείνες τις ημέρες, μετά τη θλίψη εκείνη, ο ήλιος θα σκοτεινιάσει και η σελήνη δε θα δώσει το φεγγοβόλημά της 25 και οι αστέρες θα πέφτουν συνεχώς από τον ουρανό και οι δυνάμεις που είναι στους ουρανούς θα σαλευτούν. 26 Και τότε θα δουν τον Υιό του ανθρώπου ερχόμενο μέσα σε νεφέλες με δύναμη πολλή και δόξα. 27 Και τότε θα αποστείλει τους αγγέλους και θα συνάξει στο ίδιο μέρος τους εκλεκτούς του από τους τέσσερις ανέμους, από το άκρο της γης μέχρι το άκρο του ουρανού».
Μάθημα από τη συκιά
(Μτ. 24:32-35, Λκ. 21:29-33)
28 «Από τη συκιά, λοιπόν, μάθετε την παραβολή. Όταν ήδη το κλαδί της απαλό γίνει και ξεφυτρώνουν τα φύλλα, γνωρίζετε ότι είναι κοντά το θέρος. 29 Έτσι κι εσείς, όταν δείτε αυτά να γίνονται, να γνωρίζετε ότι είναι κοντά, στις θύρες. 30 Αλήθεια σας λέω ότι δε θα παρέλθει η γενιά αυτή, μέχρις ότου γίνουν όλα αυτά. 31 Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δε θα παρέλθουν».
Άγνωστη η ημέρα και η ώρα
(Μτ. 24:36-44)
32 «Όσον αφορά όμως την ημέρα εκείνη ή την ώρα κανείς δεν τις ξέρει, ούτε οι άγγελοι στον ουρανό ούτε ο Υιός παρά μόνο ο Πατέρας. 33 Προσέχετε, αγρυπνείτε. Γιατί δεν ξέρετε πότε θα είναι ο καιρός. 34 Θα συμβεί όπως σ’ έναν άνθρωπο απόδημο, που άφησε την οικία του και έδωσε στους δούλους του την εξουσία, σε καθέναν το έργο του, και στο θυρωρό έδωσε εντολή να αγρυπνεί. 35 Αγρυπνείτε, λοιπόν, γιατί δεν ξέρετε πότε έρχεται ο κύριος της οικίας, ή βράδυ ή μεσάνυχτα ή κατά του πετεινού το λάλημα ή πρωί. 36 Μήπως, όταν έρθει ξαφνικά, σας βρει να κοιμάστε. 37 Και ό,τι λέω σ’ εσάς, το λέω σε όλους: αγρυπνείτε».
Κεφάλαιον 14
Συνωμοσία για να σκοτώσουν τον Ιησού
(Μτ. 26:1-5, Λκ. 22:1-2, Ιν. 11:45-53)
1 Ήταν τότε το Πάσχα και η εορτή των Αζύμων, μετά δύο ημέρες. Και ζητούσαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς πώς να τον κρατήσουν και να τον σκοτώσουν με δόλο. 2 Γιατί έλεγαν: «Όχι κατά την εορτή, μήπως γίνει θόρυβος από το λαό».
Το μύρωμα στη Βηθανία
(Μτ. 26:6-13, Ιν. 12:1-8)
3 Και όταν αυτός ήταν στη Βηθανία, στην οικία του Σίμωνα του λεπρού, ενώ καθόταν, για να φάει, ήρθε μια γυναίκα έχοντας αλαβάστρινο δοχείο με μύρο από υγρό πολυτελές νάρδο. Αφού σύντριψε το αλαβάστρινο δοχείο, το κατάχυσε στο κεφάλι του. 4 Ήταν όμως μερικοί που αγανακτούσαν μέσα τους, λέγοντας: «Γιατί έχει γίνει αυτή η απώλεια του μύρου; 5 Επειδή αυτό το μύρο μπορούσε να πουληθεί πάνω από τριακόσια δηνάρια και να δοθεί στους φτωχούς». Και την επέπλητταν με θυμό. 6 Αλλά ο Ιησούς είπε: «Αφήστε την. Τι την ενοχλείτε; Έκανε σ’ εμένα ένα καλό έργο. 7 Γιατί πάντοτε τους φτωχούς τούς έχετε μαζί σας και, όταν θέλετε, δύναστε να τους κάνετε καλό, εμένα όμως δε με έχετε πάντοτε. 8 Ό,τι είχε έκανε. Πρόλαβε να μυρώσει το σώμα μου για τον ενταφιασμό μου. 9 Και αλήθεια σας λέω, όπου κι αν κηρυχτεί το ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο, και ό,τι έκανε αυτή θα διαλαληθεί στη μνήμη της».
Ο Ιούδας συμφωνεί να προδώσει τον Ιησού
(Μτ. 26:14-16, Λκ. 22:3-6)
10 Και ο Ιούδας Ισκαριώτης, ο ένας από τους δώδεκα, πήγε προς τους αρχιερείς, για να τους τον παραδώσει. 11 Εκείνοι, όταν το άκουσαν, χάρηκαν, και του υποσχέθηκαν να του δώσουν αργυρά νομίσματα. Και ζητούσε ευκαιρία πώς να τον παραδώσει.
Το Πάσχα με τους μαθητές
(Μτ. 26:17-25, Λκ. 22:7-14, 21-23, Ιν. 13:21-30)
12 Και την πρώτη ημέρα της εορτής των Αζύμων, όταν θυσίαζαν το Πάσχα, του λένε οι μαθητές του: «Πού θέλεις να πάμε και να ετοιμάσουμε, για να φας το Πάσχα;» 13 Και αποστέλλει δύο από τους μαθητές του και τους λέει: «Πηγαίνετε στην πόλη και θα σας συναντήσει ένας άνθρωπος, βαστάζοντας στάμνα με νερό. Ακολουθήστε τον 14 και, όπου εισέλθει, πείτε στον οικοδεσπότη ότι ο δάσκαλος λέει: “Πού είναι το κατάλυμά μου όπου το Πάσχα θα φάω μαζί με τους μαθητές μου”; 15 Και αυτός θα σας δείξει ανώγι μεγάλο, στρωμένο έτοιμο· και εκεί ετοιμάστε για μας». 16 Και εξήλθαν οι μαθητές και ήρθαν στην πόλη και βρήκαν καθώς τους είπε και ετοίμασαν το Πάσχα. 17 Και όταν βράδιασε, έρχεται μαζί με τους δώδεκα. 18 Και ενώ αυτοί ξάπλωναν και έτρωγαν, ο Ιησούς είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι ένας από εσάς θα με προδώσει· εκείνος που τρώει μαζί μου». 19 Αυτοί άρχισαν να λυπούνται και να του λένε ένας-ένας: «Μήπως εγώ;» 20 Εκείνος τους είπε: «Είναι ένας από τους δώδεκα, αυτός που βουτά μαζί μου στο βαθύ πιάτο. 21 Γιατί ο Υιός του ανθρώπου, βέβαια, πηγαίνει καθώς είναι γραμμένο γι’ αυτόν, αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνο μέσω του οποίου ο Υιός του ανθρώπου προδίδεται· θα ήταν καλό γι’ αυτόν αν εκείνος ο άνθρωπος δεν είχε γεννηθεί».
Η καθιέρωση της Θείας Ευχαριστίας
(Μτ. 26:26-30, Λκ. 22:15-20, Α΄ Κορ. 11:13-25)
22 Και ενώ αυτοί έτρωγαν, έλαβε άρτο, αφού ευλόγησε το Θεό, τον έκοψε με τα χέρια και τους τον έδωσε και είπε: «Λάβετε, τούτο είναι το σώμα μου». 23 Και αφού έλαβε ποτήρι, ευχαρίστησε το Θεό, τους το έδωσε και ήπιαν όλοι από αυτό. 24 Και τους είπε: «Τούτο είναι το αίμα μου, της διαθήκης, που χύνεται υπέρ πολλών. 25 Αλήθεια σας λέω ότι δε θα πιω πια από το γέννημα της αμπέλου ως την ημέρα εκείνη, όταν θα το πίνω καινούργιο μέσα στη βασιλεία του Θεού». 26 Και αφού ύμνησαν, εξήλθαν στο Όρος των Ελαιών.
Προλέγεται η άρνηση του Πέτρου
(Μτ. 26:31-35, Λκ. 22:31-34, Ιν. 13:36-38)
27 Και τους λέει ο Ιησούς: «Όλοι θα σκανδαλιστείτε, γιατί είναι γραμμένο: Θα χτυπήσω τον ποιμένα και τα πρόβατα θα διασκορπιστούν. 28 Αλλά μετά την έγερσή μου θα πάω πριν από εσάς στη Γαλιλαία». 29 Ο Πέτρος όμως του είπε: «Αν και όλοι μπορεί να σκανδαλιστούν αλλά όχι εγώ». 30 Και του λέει ο Ιησούς: «Αλήθεια σου λέω ότι εσύ σήμερα, αυτήν τη νύχτα, πριν ο πετεινός λαλήσει δύο φορές, τρεις θα με απαρνηθείς». 31 Εκείνος ακόμη περισσότερο έλεγε: «Κι αν χρειαστεί να πεθάνω μαζί σου, δε θα σε απαρνηθώ». Ομοίως μάλιστα και όλοι έλεγαν.
Η προσευχή στη Γεθσημανή
(Μτ. 26:36-46, Λκ. 22:39-46)
32 Και έρχονται σε μια περιοχή που έχει το όνομα Γεθσημανή και λέει στους μαθητές του: «Καθίστε εδώ, ωσότου προσευχηθώ». 33 Και παραλαβαίνει μαζί του τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και άρχισε να μένει έκθαμβος και να αδημονεί. 34 Και τους λέει: «Περίλυπη είναι η ψυχή μου, ως το θάνατο. Μείνετε εδώ και αγρυπνείτε». 35 Και αφού προχώρησε σε μικρή απόσταση, έπεφτε στη γη και προσευχόταν για να παρέλθει από αυτόν, αν ήταν δυνατό, εκείνη η ώρα. 36 Και έλεγε: «Αββά, Πατέρα, όλα είναι δυνατά σ’ εσένα. Απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα· αλλά όχι ό,τι εγώ θέλω, αλλά ό,τι εσύ». 37 Και έρχεται και τους βρίσκει να κοιμούνται, και λέει στον Πέτρο: «Σίμωνα, κοιμάσαι; Δεν μπόρεσες μια ώρα να αγρυπνήσεις; 38 Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μην έρθετε σε πειρασμό. Το πνεύμα είναι βεβαίως πρόθυμο, αλλά η σάρκα ασθενής». 39 Και πάλι έφυγε και προσευχήθηκε και είπε τα ίδια λόγια. 40 Και πάλι ήρθε και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί τα μάτια τους ήταν πολύ βαριά από τη νύστα και δεν ήξεραν τι να του αποκριθούν. 41 Και έρχεται για τρίτη φορά και τους λέει: «Κοιμάστε λοιπόν και αναπαύεστε· φτάνει. Ήρθε η ώρα, ιδού, παραδίνεται ο Υιός του ανθρώπου στα χέρια των αμαρτωλών. 42 Σηκώνεστε, ας πηγαίνουμε. Ιδού, αυτός που θα με παραδώσει έχει πλησιάσει».
Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού
(Μτ. 26:47-56, Λκ. 22:47-53, Ιν. 18:3-12)
43 Και ευθύς, ενώ αυτός μιλούσε ακόμα, παρουσιάζεται ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, και μαζί του όχλος με μάχαιρες και ξύλα από μέρους των αρχιερέων και των γραμματέων και των πρεσβυτέρων. 44 Αυτός που θα τον παράδινε είχε δώσει μάλιστα σύνθημα σ’ αυτούς λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· κρατήστε τον και οδηγείτε τον στο δικαστήριο με ασφάλεια». 45 Και αφού ήρθε, ευθύς πλησίασε σε αυτόν και του λέει: «Ραβί», και τον καταφίλησε. 46 Εκείνοι έβαλαν τα χέρια πάνω του και τον κράτησαν. 47 Ένας τότε, κάποιος από αυτούς που είχαν σταθεί εκεί κοντά, αφού τράβηξε τη μάχαιρα, χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του αφαίρεσε το αυτί. 48 Και έλαβε το λόγο ο Ιησούς και τους είπε: «Σαν ενάντια σε ληστή εξήλθατε με μάχαιρες και ξύλα, για να με συλλάβετε; 49 Κάθε ημέρα ήμουν κοντά σας, διδάσκοντας μέσα στο ναό, και δε με κρατήσατε. Αλλά αυτό έγινε, για να εκπληρωθούν οι Γραφές». 50 Και τότε τον άφησαν και έφυγαν όλοι.
Ο νεαρός που διέφυγε
51 Και κάποιος νεαρός ακολουθούσε μαζί του περιτυλιγμένος με σεντόνι πάνω στο γυμνό του σώμα· και τον κρατούν. 52 Εκείνος εγκατέλειψε το σεντόνι και έφυγε γυμνός.
Ο Ιησούς μπροστά στο μεγάλο συνέδριο
(Μτ. 26:57-68, Λκ. 22:54-55, 63-71, Ιν. 18:13-14, 19-24)
53 Και οδήγησαν τον Ιησού προς τον αρχιερέα, και συνέρχονται όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς. 54 Και ο Πέτρος από μακριά τον ακολούθησε ως μέσα στην αυλή του αρχιερέα, και καθόταν μαζί με τους υπηρέτες και θερμαινόταν κοντά στο φως της φωτιάς. 55 Οι αρχιερείς, λοιπόν, και όλο το συνέδριο ζητούσαν μαρτυρία κατά του Ιησού, για να τον θανατώσουν, και δεν εύρισκαν. 56 Γιατί πολλοί ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του, αλλά οι μαρτυρίες δεν ήταν σύμφωνες. 57 Και μερικοί, αφού σηκώθηκαν, ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του λέγοντας: 58 «Εμείς τον ακούσαμε να λέει: “Εγώ θα καταστρέψω το ναό τούτο το χειροποίητο και μέσα σε τρεις ημέρες άλλο αχειροποίητο θα οικοδομήσω”». 59 Αλλά ούτε έτσι δεν ήταν σύμφωνη η μαρτυρία τους. 60 Και τότε σηκώθηκε ο αρχιερέας στο μέσο και επερώτησε τον Ιησού λέγοντας: «Δεν αποκρίνεσαι τίποτα; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;» 61 Εκείνος σιωπούσε και δεν αποκρίθηκε τίποτα. Πάλι ο αρχιερέας τον επερωτούσε και λέει σ’ αυτόν: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Ευλογητού;» 62 Ο Ιησούς τότε είπε: «Εγώ είμαι, και θα δείτε τον Υιό του ανθρώπου από τα δεξιά να κάθεται της Δύναμης και να έρχεται μαζί με τις νεφέλες του ουρανού». 63 Ο αρχιερέας τότε, αφού ξέσχισε τους χιτώνες του, λέει: «Τι ανάγκη έχουμε ακόμα από μάρτυρες; 64 Ακούσατε τη βλαστήμια. Τι σας φαίνεται;» Εκείνοι όλοι τον κατάκριναν πως είναι ένοχος θανάτου. 65 Και άρχισαν μερικοί να τον φτύνουν και να περικαλύπτουν το πρόσωπό του και να τον χαστουκίζουν και να του λένε: «Προφήτεψε». Και οι υπηρέτες τον πήραν στα χαστούκια.
Ο Πέτρος απαρνείται τον Ιησού
(Μτ. 26:69-75, Λκ. 22:56-62, Ιν. 18:15-18, 25-27)
66 Και ενώ ο Πέτρος ήταν κάτω στην αυλή, έρχεται μία από τις μικρές δούλες του αρχιερέα 67 και, όταν είδε τον Πέτρο να θερμαίνεται, τον κοίταξε μέσα στα μάτια και του λέει: «Κι εσύ μαζί με το Ναζαρηνό ήσουν, τον Ιησού». 68 Εκείνος το αρνήθηκε λέγοντας: «Ούτε ξέρω ούτε καταλαβαίνω εσύ τι λες». Και βγήκε έξω στο προαύλιο. Και λάλησε ένας πετεινός. 69 Και η μικρή δούλη, όταν τον είδε, άρχισε πάλι να λέει σ’ όσους είχαν σταθεί εκεί: «Αυτός είναι από αυτούς». 70 Εκείνος πάλι αρνιόταν. Και μετά από λίγο, πάλι όσοι είχαν σταθεί εκεί, έλεγαν στον Πέτρο: «Αλήθεια, από αυτούς είσαι, γιατί είσαι και Γαλιλαίος». 71 Εκείνος άρχισε να αναθεματίζει και να ορκίζεται: «Δεν ξέρω τον άνθρωπο τούτον που λέτε». 72 Και ευθύς για δεύτερη φορά ένας πετεινός λάλησε. Και θυμήθηκε ο Πέτρος το λόγο καθώς του είπε ο Ιησούς: «Πριν ο πετεινός λαλήσει δύο φορές, τρεις θα με απαρνηθείς» – και αφού έπεσε πάνω στη γη, έκλαιγε.
Κεφάλαιον 15
Ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο
(Μτ. 27:1-2, 11-14, Λκ. 23:1-5, Ιν. 18:28-38)
1 Και ευθύς το πρωί έκαναν συμβούλιο οι αρχιερείς μαζί με τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς και όλο το συνέδριο και, αφού έδεσαν τον Ιησού, τον έφεραν και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο. 2 Και τον επερώτησε ο Πιλάτος: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Εκείνος του αποκρίθηκε και λέει: «Εσύ το λες». 3 Και οι αρχιερείς τον κατηγορούσαν πολλά. 4 Ο Πιλάτος λοιπόν πάλι τον επερωτούσε λέγοντας: «Δεν αποκρίνεσαι τίποτα; Δες πόσα σε κατηγορούν». 5 Αλλά ο Ιησούς τίποτα πια δεν αποκρίθηκε, ώστε θαύμαζε ο Πιλάτος.
Ο Ιησούς καταδικάζεται σε θάνατο
(Μτ. 27:15-26, Λκ. 23:13-25, Ιν. 18:39-19:16)
6 Κατά την εορτή, λοιπόν, τους απέλυε ένα φυλακισμένο, όποιον ζητούσαν. 7 Ήταν τότε φυλακισμένος ο λεγόμενος Βαραββάς μαζί με τους στασιαστές, οι οποίοι κατά τη στάση είχαν κάνει φόνο. 8 Και όταν ανέβηκε το πλήθος, άρχισε να του ζητά καθώς τους έκανε. 9 Ο Πιλάτος τότε τους αποκρίθηκε λέγοντας: «Θέλετε να σας απολύσω το βασιλιά των Ιουδαίων;» 10 Γιατί γνώριζε ότι από φθόνο τον είχαν παραδώσει οι αρχιερείς. 11 Αλλά οι αρχιερείς ξεσήκωσαν το πλήθος, για να τους απολύσει μάλλον το Βαραββά. 12 Ο Πιλάτος τότε, πάλι έλαβε το λόγο και τους έλεγε: «Τι θέλετε λοιπόν να κάνω αυτόν που λέτε “βασιλιά των Ιουδαίων”;» 13 Εκείνοι πάλι έκραξαν: «Σταύρωσέ τον». 14 Ο Πιλάτος όμως τους έλεγε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Εκείνοι περισσότερο έκραξαν: «Σταύρωσέ τον». 15 Ο Πιλάτος, λοιπόν, θέλοντας να ικανοποιήσει τον όχλο, τους απόλυσε το Βαραββά και παράδωσε τον Ιησού, αφού τον μαστίγωσε, για να σταυρωθεί.
Οι στρατιώτες εμπαίζουν τον Ιησού
(Μτ. 27:27-31, Ιν. 19:2-3)
16 Οι στρατιώτες τότε τον οδήγησαν μέσα στην εσωτερική αυλή, το οποίο είναι το πραιτώριο, και συγκαλούν όλη τη στρατιωτική μονάδα. 17 Και τον ντύνουν με πορφύρα και του θέτουν γύρω από το κεφάλι ένα αγκάθινο στεφάνι που έπλεξαν. 18 Και άρχισαν να τον χαιρετούν: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων». 19 Και χτυπούσαν το κεφάλι του με καλάμι και τον έφτυναν και, αφού έπεσαν στα γόνατα, τον προσκυνούσαν. 20 Και όταν τον ενέπαιξαν, τον έγδυσαν από την πορφύρα και τον έντυσαν με τα ρούχα του. Και τον οδηγούν έξω για να τον σταυρώσουν.
Η σταύρωση του Ιησού
(Μτ. 27:32-44, Λκ. 23:26-43, Ιν. 19:17-27)
21 Και αγγαρεύουν κάποιον που περνούσε από εκεί κοντά, το Σίμωνα τον Κυρηναίο, που ερχόταν από την εξοχή, τον πατέρα του Αλέξανδρου και του Ρούφου, για να σηκώσει το σταυρό του. 22 Και τον φέρνουν πάνω στον τόπο του Γολγοθά, που ερμηνεύεται, “Κρανίου Τόπος”. 23 Και του έδιναν κρασί με σμύρνα· αλλά αυτός δεν το έλαβε. 24 Και τον σταυρώνουν και διαμοιράζονται τα ιμάτιά του, ρίχνοντας κλήρο γι’ αυτά τι κανείς θα πάρει. 25 Ήταν τότε εννιά η ώρα το πρωί, και τον σταύρωσαν. 26 Και ήταν η επιγραφή της αιτίας της καταδίκης του γραμμένη από πάνω του: “Ο βασιλιάς των Ιουδαίων”. 27 Και μαζί του σταυρώνουν δύο ληστές, έναν από τα δεξιά και έναν από τα αριστερά του. 28 [Και εκπληρώθηκε η Γραφή που λέει: Και μαζί με άνομους λογαριάστηκε.] 29 Και εκείνοι που πορεύονταν δίπλα του τον βλαστημούσαν κουνώντας τα κεφάλια τους και λέγοντας: «Α, εσύ που καταστρέφεις το ναό και τον οικοδομείς σε τρεις ημέρες, 30 σώσε τον εαυτό σου και κατέβα από το σταυρό». 31 Όμοια και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μεταξύ τους μαζί με τους γραμματείς και έλεγαν: «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δε δύναται να σώσει. 32 Ο Χριστός, ο βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί τώρα από το σταυρό, για να δούμε και να πιστέψουμε». Και αυτοί που ήταν σταυρωμένοι μαζί του τον έβριζαν.
Ο θάνατος του Ιησού
(Μτ. 27:45-56, Λκ. 23:44-49, Ιν. 19-28-30)
33 Και όταν έγινε δώδεκα η ώρα το μεσημέρι, έγινε σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα. 34 Και στις τρεις η ώρα βόησε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη: «Ελωι ελωι λεμα σαβαχθανι;», που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» 35 Και μερικοί από αυτούς που είχαν σταθεί εκεί κοντά, όταν άκουσαν, έλεγαν: «Δες, τον Ηλία φωνάζει». 36 Έτρεξε τότε κάποιος και, αφού γέμισε ένα σφουγγάρι με ξίδι, το έθεσε γύρω από ένα καλάμι και του έδινε να πιει λέγοντας: «Αφήστε, ας δούμε αν έρχεται ο Ηλίας να τον κατεβάσει». 37 Και ο Ιησούς, αφού άφησε να βγει φωνή μεγάλη, εξέπνευσε. 38 Και το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο από πάνω ως κάτω. 39 Όταν είδε τότε ο εκατόνταρχος, που είχε σταθεί απέναντί του, ότι έτσι εξέπνευσε, είπε: «Αλήθεια, αυτός ο άνθρωπος ήταν Υιός Θεού». 40 Και ήταν και γυναίκες από μακριά που κοιτούσαν, μεταξύ των οποίων και η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, και η Σαλώμη, 41 οι οποίες, όταν ο Ιησούς ήταν στη Γαλιλαία, τον ακολουθούσαν και τον διακονούσαν. Ήταν επίσης και πολλές άλλες που ανέβηκαν μαζί του στα Ιεροσόλυμα.
Ο ενταφιασμός του Ιησού
(Μτ. 27:57-61, Λκ. 23:50-56, Ιν. 19:38-42)
42 Και όταν ήδη έγινε βράδυ, επειδή ήταν Παρασκευή, που είναι η προηγούμενη ημέρα του Σαββάτου, 43 ήρθε ο Ιωσήφ, που καταγόταν από την Αριμαθαία, σεβαστό μέλος του Συνεδρίου, που κι αυτός περίμενε τη βασιλεία του Θεού, ο οποίος τόλμησε, εισήλθε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. 44 Αλλά ο Πιλάτος θαύμασε απορώντας αν είχε ήδη πεθάνει και, αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε αν πέθανε από ώρα. 45 Και όταν το έμαθε από τον εκατόνταρχο, δώρισε το πτώμα στον Ιωσήφ. 46 Και εκείνος αφού αγόρασε ένα σεντόνι, τον κατέβασε από το σταυρό, τον τύλιξε στο σεντόνι και τον έθεσε μέσα σε μνήμα που ήταν λατομημένο στο βράχο. Και μετά κύλησε ένα λίθο πάνω στη θύρα του μνήματος. 47 Τότε η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιωσή κοιτούσαν πού έχει τεθεί.
Κεφάλαιον 16
Η ανάσταση του Ιησού
(Μτ. 28:1-8, Λκ. 24:1-12, Ιν. 20:1-10)
1 Και όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα, για να έρθουν και να τον αλείψουν. 2 Και πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο έρχονται στο μνήμα, όταν ανάτειλε ο ήλιος. 3 Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλήσει μακριά το λίθο από τη θύρα του μνήματος;» 4 Και όταν σήκωσαν το βλέμμα τους, βλέπουν ότι έχει κυληστεί μακριά ο λίθος· ήταν πράγματι πάρα πολύ μεγάλος. 5 Και αφού εισήλθαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό να κάθεται στα δεξιά ντυμένο με στολή λευκή και έμειναν έκθαμβες. 6 Εκείνος τους λέει: «Μη μένετε έκθαμβες. Τον Ιησού ζητάτε, το Ναζαρηνό, το σταυρωμένο. Εγέρθηκε, δεν είναι εδώ. Να ο τόπος όπου τον έθεσαν. 7 Αλλά πηγαίνετε, πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο ότι πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε καθώς σας είπε». 8 Και εκείνες εξήλθαν και έφυγαν από το μνήμα, γιατί τις κατείχε τρόμος και έκσταση. Και σε κανέναν δεν είπαν τίποτα· γιατί φοβούνταν. Όλα λοιπόν όσα τους είχαν παραγγελθεί ανάγγειλαν σύντομα σ’ εκείνους που βρίσκονταν γύρω από τον Πέτρο. Και ύστερα από αυτά και ο ίδιος ο Ιησούς από την ανατολή μέχρι τη δύση απέστειλε έξω μέσω αυτών το ιερό και άφθαρτο κήρυγμα της αιώνιας σωτηρίας. Αμήν.
Η εμφάνιση του Ιησού στη Μαρία τη Μαγδαληνή
(Μτ. 28:9-10, Ιν 20:11-18)
9 Αφού λοιπόν αναστήθηκε πρωί την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, φάνηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή από την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια. 10 Εκείνη πορεύτηκε και το ανάγγειλε σ’ αυτούς που ήταν μαζί του, οι οποίοι πενθούσαν και έκλαιγαν. 11 Κι εκείνοι, όταν άκουσαν ότι ζει και ότι αυτή τον είδε, απίστησαν.
Η εμφάνιση σε δύο μαθητές
(Λκ. 24:13-35)
12 Και μετά από αυτά, φανερώθηκε με άλλη μορφή σε δύο από αυτούς καθώς περπατούσαν, ενώ πορεύονταν σε ένα αγρόκτημα. 13 Κι εκείνοι έφυγαν και το ανάγγειλαν στους υπόλοιπους· ούτε σ’ εκείνους πίστεψαν.
Η αποστολή των μαθητών
(Μτ. 28:16-20, Λκ. 24:36-49, Ιν. 20:10-23, Πρ. 1:6-8)
14 Και ύστερα, ενώ αυτοί ξάπλωναν, για να φάνε, φανερώθηκε στους έντεκα και κατηγόρησε την απιστία τους και τη σκληροκαρδία τους, γιατί δεν πίστεψαν σ’ εκείνους που τον είδαν εγερμένο. 15 Και τους είπε: «Πορευτείτε σε όλο τον κόσμο και κηρύξετε το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση. 16 Όποιος πιστέψει και βαφτιστεί θα σωθεί, όποιος όμως απιστήσει θα κατακριθεί. 17 Και αυτά τα θαυματουργικά σημεία θα συνοδεύουν εκείνους που θα πιστέψουν: θα βγάζουν δαιμόνια στο όνομά μου, θα μιλούν καινούργιες γλώσσες 18 και [στα χέρια τους] θα σηκώνουν φίδια, και αν πιουν κάτι θανάσιμο, δε θα τους βλάψει· θα θέτουν τα χέρια πάνω σε αρρώστους και θα γίνονται καλά».
Η ανάληψη του Ιησού
(Λκ. 24:50-53, Πρ. 1:9-11)
19 Αφενός λοιπόν, μετά την ομιλία του σ’ αυτούς, ο Κύριος Ιησούς αναλήφτηκε στον ουρανό και κάθισε από τα δεξιά του Θεού. 20 Αφετέρου εκείνοι εξήλθαν και κήρυξαν παντού, ενώ ο Κύριος συνεργούσε και επιβεβαίωνε το λόγο μέσω των θαυματουργικών σημείων που επακολουθούσαν.
ΤΟ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον 1
Αφιέρωση στο Θεόφιλο
1 Επειδή, πράγματι, πολλοί επιχείρησαν να συντάξουν μια διήγηση για τα πράγματα που συνέβηκαν μεταξύ μας με πλήρη βεβαιότητα, 2 καθώς μας τα παράδωσαν όσοι από την αρχή έγιναν αυτόπτες μάρτυρες και υπηρέτες του θείου λόγου, 3 γι’ αυτό φάνηκε καλό και σ’ εμένα, που τα παρακολούθησα όλα από την αρχή ακριβώς, να σου τα γράψω με τη σειρά, εξοχότατε Θεόφιλε, 4 για να γνωρίσεις καλά με ασφάλεια την αλήθεια για όσα λόγια κατηχήθηκες.
Προαγγελία της γέννησης του Ιωάννη του Βαπτιστή.
5 Υπήρξε κατά τις ημέρες του Ηρώδη, του βασιλιά της Ιουδαίας, κάποιος ιερέας με το όνομα Ζαχαρίας από την ιερατική τάξη του Αβιά, και είχε γυναίκα από τις θυγατέρες του Ααρών και το όνομά της ήταν Ελισάβετ. 6 Ήταν μάλιστα δίκαιοι και οι δύο απέναντι στο Θεό, και πορεύονταν άμεμπτοι σε όλες τις εντολές και τις δίκαιες διατάξεις του Κυρίου. 7 Αλλά δεν είχαν παιδί, καθότι η Ελισάβετ ήταν στείρα, και οι δυο τους ήταν προχωρημένοι στην ηλικία. 8 Συνέβηκε τότε, ενώ αυτός ιεράτευε απέναντι στο Θεό κατά τη χρονική σειρά της ιερατικής τάξης του, 9 να του λάχει με κλήρο να θυμιάσει σύμφωνα με τη συνήθεια του ιερατείου, αφού εισέλθει στο ναό του Κυρίου. 10 Και όλο το πλήθος του λαού προσευχόταν συνέχεια έξω την ώρα του θυμιάματος. 11 Του φανερώθηκε τότε άγγελος Κυρίου, έχοντας σταθεί από τα δεξιά του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. 12 Και ταράχτηκε ο Ζαχαρίας, όταν τον είδε, και φόβος έπεσε πάνω του. 13 Είπε τότε ο άγγελος προς αυτόν: «Μη φοβάσαι, Ζαχαρία, γιατί εισακούστηκε η δέησή σου, και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα σου γεννήσει γιο και θα καλέσεις το όνομά του Ιωάννη. 14 Και θα είναι για σένα χαρά και αγαλλίαση, και πολλοί θα χαρούν για τη γέννησή του. 15 Γιατί θα είναι μεγάλος μπροστά στον Κύριο, και κρασί και σίκερα δε θα πιει, και με Πνεύμα Άγιο θα γεμίσει από την κοιλιά της μητέρας του ακόμη, 16 και πολλούς από τους γιους Ισραήλ θα τους κάνει να επιστρέψουν στον Κύριο το Θεό τους. 17 Και αυτός θα έρθει προηγουμένως μπροστά σ’ Αυτόν με το πνεύμα και με τη δύναμη του Ηλία, για να στρέψει πίσω τις καρδιές των πατέρων στα παιδιά τους και τους απειθείς στη φρόνηση των δικαίων, για να ετοιμάσει στον Κύριο λαό προπαρασκευασμένο». 18 Και είπε ο Ζαχαρίας προς τον άγγελο: «Από τι θα γνωρίσω αυτό; Γιατί εγώ είμαι ηλικιωμένος και η γυναίκα μου προχωρημένη στην ηλικία». 19 Και τότε αποκρίθηκε ο άγγελος και του είπε: «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ που έχω σταθεί μπροστά στο Θεό και αποστάλθηκα να μιλήσω προς εσένα και να σου ευαγγελίσω αυτά. 20 Και ιδού, θα είσαι σιωπηλός και δε θα μπορείς να μιλήσεις μέχρι την ημέρα που θα γίνουν αυτά, επειδή δεν πίστεψες στους λόγους μου, οι οποίοι θα εκπληρωθούν στον καιρό τους». 21 Και ο λαός προσδοκούσε το Ζαχαρία και θαύμαζαν απορώντας για το χρόνο που αυτός καθυστερούσε μέσα στο ναό. 22 Όταν λοιπόν εξήλθε, δεν μπορούσε να τους μιλήσει, και κατάλαβαν ότι μια οπτασία είχε δει μέσα στο ναό. Και αυτός τους έκανε νεύματα και παράμενε μουγκός. 23 Και συνέβηκε, μόλις συμπληρώθηκαν οι ημέρες της λειτουργίας του, να φύγει για τον οίκο του. 24 Μετά λοιπόν από αυτές τις ημέρες, συνέλαβε η Ελισάβετ η γυναίκα του και έκρυβε γύρω της επιμελώς τον εαυτό της για πέντε μήνες, λέγοντας: 25 «Έτσι μου έχει κάνει ο Κύριος κατά τις ημέρες που έριξε το βλέμμα του πάνω μου, για να αφαιρέσει την ντροπή μου μεταξύ των ανθρώπων».
Ο ευαγγελισμός της παρθένου Μαρίας
26 Και στο μήνα της τον έκτο, αποστάλθηκε ο άγγελος Γαβριήλ από το Θεό σε μια πόλη της Γαλιλαίας, που έχει όνομα Ναζαρέτ, 27 σε μια παρθένα μνηστευμένη με άντρα, που είχε το όνομα Ιωσήφ, από τον οίκο Δαβίδ· και το όνομα της παρθένας ήταν Μαριάμ. 28 Και αφού εισήλθε και παρουσιάστηκε προς αυτήν, είπε: «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου. [Ευλογημένη εσύ μεταξύ των γυναικών]». 29 Εκείνη ταράχτηκε πολύ από τα λόγια αυτά και διαλογιζόταν τι είδους μπορεί να είναι αυτός ο χαιρετισμός. 30 Και ο άγγελος της είπε: «Μη φοβάσαι, Μαριάμ, γιατί βρήκες χάρη μπροστά στο Θεό. 31 Και ιδού, θα συλλάβεις στην κοιλιά και θα γεννήσεις γιο και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού. 32 Αυτός θα είναι μεγάλος και θα κληθεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσει ο Κύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του, 33 και θα βασιλέψει πάνω στον οίκο Ιακώβ στους αιώνες και δε θα υπάρχει τέλος στη βασιλεία του». 34 Είπε τότε η Μαριάμ προς τον άγγελο: «Πώς θα γίνει αυτό, αφού δε γνωρίζω άντρα;» 35 Και αποκρίθηκε ο άγγελος και της είπε: «Πνεύμα Άγιο θα έρθει πάνω σου και δύναμη Υψίστου θα σε επισκιάσει· γι’ αυτό και το άγιο που θα γεννηθεί θα κληθεί Υιός Θεού. 36 Και ιδού, η Ελισάβετ η συγγενής σου έχει συλλάβει και αυτή γιο στα γηρατειά της, και αυτός είναι ο έκτος μήνας της εγκυμοσύνης αυτής που την αποκαλούν στείρα. 37 Γιατί δε θα είναι αδύνατος κανένας λόγος που προέρχεται από το Θεό». 38 Είπε τότε η Μαριάμ: «Ιδού η δούλη του Κυρίου· είθε να μου γίνει κατά το λόγο σου». Και έφυγε από αυτήν ο άγγελος.
Η Μαρία επισκέπτεται την Ελισάβετ
39 Σηκώθηκε τότε η Μαριάμ κατά τις ημέρες αυτές και πορεύτηκε στην ορεινή περιοχή βιαστικά σε μια πόλη της φυλής του Ιούδα, 40 και εισήλθε στον οίκο του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. 41 Και συνέβηκε, μόλις άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας η Ελισάβετ, να σκιρτήσει το βρέφος μέσα στην κοιλιά της, και η Ελισάβετ γέμισε Πνεύμα Άγιο. 42 Και φώναξε με κραυγή μεγάλη και είπε: «Ευλογημένη εσύ μεταξύ των γυναικών και ευλογημένος ο καρπός της κοιλιάς σου. 43 Και πώς μου έγινε αυτό, να έρθει η μητέρα του Κυρίου μου προς εμένα; 44 Γιατί ιδού, μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στα αυτιά μου, σκίρτησε με αγαλλίαση το βρέφος μέσα στην κοιλιά μου. 45 Και μακάρια αυτή που πίστεψε ότι θα υπάρξει τέλεια πραγματοποίηση σε όσα της έχουν ειπωθεί από τον Κύριο».
Ο ύμνος της Μαρίας
46 Και είπε η Μαριάμ: 47 «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο, και αγαλλίασε το πνεύμα μου στο Θεό το σωτήρα μου 48 γιατί επέβλεψε στην ταπείνωση της δούλης του. Γιατί ιδού, από τώρα θα με μακαρίζουν όλες οι γενιές, 49 επειδή μου έκανε μεγάλα πράγματα ο Δυνατός. Και άγιο είναι το όνομά του, 50 και το έλεός του διαρκεί σε γενεές και γενεές σ’ εκείνους που τον φοβούνται. 51 Έκανε έργα κραταιά με το βραχίονά του: Διασκόρπισε όσους ήταν περήφανοι στη διάνοια της καρδιάς τους. 52 Καθαίρεσε δυνάστες από θρόνους και ύψωσε ταπεινούς, 53 πεινασμένους γέμισε με αγαθά και πλούσιους εξαπέστειλε κενούς. 54 Βοήθησε τον Ισραήλ το δούλο του, δείχνοντας πως θυμήθηκε το έλεος, 55 καθώς μίλησε προς τους πατέρες μας, στον Αβραάμ και στο σπέρμα του στον αιώνα». 56 Έμεινε λοιπόν η Μαριάμ μαζί της περίπου τρεις μήνες, και κατόπιν επέστρεψε στον οίκο της.
Η γέννηση του Ιωάννη του Βαπτιστή
57 Και για την Ελισάβετ συμπληρώθηκε ο χρόνος του τοκετού της και γέννησε γιο. 58 Και οι γείτονες και οι συγγενείς της άκουσαν ότι μεγάλυνε ο Κύριος το έλεός του σ’ αυτήν και τη συνέχαιραν. 59 Και συνέβηκε την ημέρα την όγδοη να έρθουν να κάνουν περιτομή στο παιδί και ήθελαν να το καλέσουν με το όνομα του πατέρα του, Ζαχαρία. 60 Και τότε αποκρίθηκε η μητέρα του και είπε: «Όχι, αλλά θα κληθεί Ιωάννης». 61 Και είπαν προς αυτήν: «Κανείς δεν είναι από τους συγγενείς σου που καλείται με το όνομα τούτο». 62 Έγνεφαν τότε στον πατέρα του για το πώς θα ήθελε να το καλέσουν. 63 Και εκείνος, αφού ζήτησε πινακίδιο, έγραψε λέγοντας: «Ιωάννης είναι το όνομά του». Και θαύμασαν όλοι. 64 Ανοίχτηκε τότε αμέσως το στόμα του και η γλώσσα του, και μιλούσε ευλογώντας το Θεό. 65 Και έπεσε φόβος πάνω σε όλους τους γείτονές τους, και σε όλη την ορεινή περιοχή της Ιουδαίας διαλαλούνταν όλα τα λόγια αυτά, 66 και τα έθεσαν όλοι όσοι τα άκουσαν μέσα στην καρδιά τους, λέγοντας: «Τι άραγε θα γίνει τούτο το παιδί;» Και πράγματι, το χέρι του Κυρίου ήταν μαζί του.
Η προφητεία του Ζαχαρία
67 Και ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του, γέμισε Πνεύμα Άγιο και προφήτεψε λέγοντας: 68 «Ευλογητός ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί επισκέφτηκε και έκανε λύτρωση στο λαό του, 69 και ύψωσε κέρατο σωτηρίας για μας μέσα στον οίκο του Δαβίδ του δούλου του, 70 καθώς μίλησε μέσω του στόματος των άγιων προφητών του πριν από αιώνες, 71 σωτηρία από τους εχθρούς μας και από το χέρι όλων αυτών που μας μισούν· 72 για να κάνει έλεος στους πατέρες μας και να θυμηθεί την άγιά του διαθήκη, 73 όρκο που έδωσε προς τον Αβραάμ τον πατέρα μας, να μας δώσει τη δυνατότητα, 74 αφού σωθούμε από το χέρι των εχθρών, άφοβα να τον λατρεύουμε 75 με οσιότητα και με δικαιοσύνη,όλες τις ημέρες της ζωής μας μπροστά του. 76 Κι εσύ λοιπόν, παιδί, προφήτης του Υψίστου θα κληθείς· γιατί θα προπορευτείς μπροστά από τον Κύριο, για να ετοιμάσεις τις οδούς του, 77 για να δώσεις γνώση σωτηρίας στο λαό του με άφεση των αμαρτιών τους, 78 χάρη στα γεμάτα έλεος σπλάχνα του Θεού μας, με τα οποία θα μας επισκεφτεί ανατολή από ψηλά, 79 για να φωτίσει αυτούς που κάθονται μέσα στο σκοτάδι και στη σκιά του θανάτου, για να κατευθύνει τα πόδια μας στην οδό της ειρήνης». 80 Και το παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε στο πνεύμα, και ήταν στις ερήμους ως την ημέρα της ανάδειξής του μπροστά στο λαό Ισραήλ.
Κεφάλαιον 2
Η γέννηση του Ιησού Χριστού
(Μτ. 1:18-25)
1 Συνέβηκε λοιπόν κατά τις ημέρες εκείνες να εξέλθει διάταγμα από τον Καίσαρα Αύγουστο, για να απογραφεί όλη η οικουμένη. 2 Αυτή ήταν η πρώτη απογραφή, όταν ηγεμόνευε στη Συρία ο Κυρήνιος. 3 Και πήγαιναν όλοι να απογραφούν, καθένας στη δική του πόλη. 4 Ανέβηκε τότε και ο Ιωσήφ από τη Γαλιλαία, από την πόλη Ναζαρέτ στην Ιουδαία, στην πόλη του Δαβίδ, που καλείται Βηθλεέμ, επειδή αυτός ήταν από τον οίκο και την πατριά του Δαβίδ, 5 για να απογραφεί μαζί με τη Μαριάμ που ήταν μνηστευμένη με αυτόν, η οποία ήταν έγκυος. 6 Συνέβηκε τότε, ενώ αυτοί ήταν εκεί, να συμπληρωθούν οι ημέρες του τοκετού της, 7 και γέννησε το γιο της τον πρωτότοκο, και τον σπαργάνωσε και τον ξάπλωσε μέσα σε μια φάτνη, γιατί δεν υπήρχε γι’ αυτούς τόπος μέσα στο κατάλυμα.
Οι ποιμένες και οι άγγελο
8 Και ήταν κάποιοι ποιμένες στην περιοχή αυτή, που έμεναν στους αγρούς και φύλαγαν σκοπιές τη νύχτα για το ποίμνιό τους. 9 Και τότε άγγελος Κυρίου στάθηκε ξαφνικά μπροστά τους και δόξα Κυρίου έλαμψε γύρω τους, και φοβήθηκαν με μεγάλο φόβο. 10 Και ο άγγελος είπε σ’ αυτούς: «Μη φοβάστε, γιατί ιδού, ευαγγελίζομαι σ’ εσάς χαρά μεγάλη, που θα είναι για όλο το λαό, 11 γιατί γεννήθηκε για σας σήμερα Σωτήρας, που είναι Χριστός Κύριος, στην πόλη του Δαβίδ. 12 Και αυτό θα είναι το σημείο για σας: θα βρείτε βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σε φάτνη». 13 Και ξαφνικά φάνηκε μαζί με τον άγγελο ένα πλήθος ουράνιας στρατιάς, αινώντας το Θεό και λέγοντας: 14 «Δόξα στο Θεό στους ύψιστους ουρανούς και πάνω στη γη ειρήνη στους ανθρώπους της ευαρέσκειάς του». 15 Και μόλις οι άγγελοι έφυγαν από αυτούς στον ουρανό, οι ποιμένες είπαν μεταξύ τους: «Ας περάσουμε, λοιπόν, ως τη Βηθλεέμ και ας δούμε το πράγμα τούτο που έχει γίνει, τον οποίο ο Κύριος μας γνώρισε». 16 Και αφού έσπευσαν, ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ, και το βρέφος ξαπλωμένο μέσα στη φάτνη. 17 Και όταν το είδαν, έκαναν γνωστό το λόγο που τους ειπώθηκε για το παιδί τούτο. 18 Και όλοι όσοι άκουσαν θαύμασαν γι’ αυτά που ειπώθηκαν από τους ποιμένες προς αυτούς. 19 Και η Μαριάμ διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια, βάζοντάς τα μαζί μέσα στην καρδιά της. 20 Και επέστρεψαν οι ποιμένες δοξάζοντας και αινώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν καθώς ειπώθηκαν προς αυτούς. 21 Και όταν συμπληρώθηκαν οχτώ ημέρες από τη γέννηση, για να τον περιτέμνουν, τότε καλέστηκε το όνομά του Ιησούς, αυτό που ονομάστηκε από τον άγγελο προτού συλληφθεί αυτός μέσα στην κοιλιά.
Η παρουσίαση του Ιησού στο ναό
22 Και όταν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού τους κατά το νόμο του Μωυσή, τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον παρουσιάσουν στον Κύριο 23 – καθώς είναι γραμμένο στο νόμο του Κυρίου: Κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα, θα ονομαστεί άγιο για τον Κύριο – 24 και να δώσουν θυσία σύμφωνα με αυτό που έχει ειπωθεί μέσα στο νόμο του Κυρίου, ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο νεοσσούς περιστεριών. 25 Και ιδού ένας άνθρωπος ήταν στην Ιερουσαλήμ που είχε όνομα Συμεών, και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και περίμενε την παρηγοριά του λαού Ισραήλ, και ήταν επάνω του Πνεύμα Άγιο. 26 Και του είχε δοθεί χρησμός από το Πνεύμα το Άγιο ότι δε θα δει το θάνατο πριν δει τον Χριστό του Κυρίου. 27 Και ήρθε με έμπνευση του Πνεύματος στο ναό. Και ενώ οι γονείς εισήγαγαν το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν αυτοί σύμφωνα με ό,τι στο νόμο είναι συνηθισμένο γι’ αυτό, 28 τότε αυτός το δέχτηκε στην αγκαλιά του και ευλόγησε το Θεό και είπε: 29 «Τώρα απολύεις το δούλο σου, Δεσπότη, κατά το λόγο σου με ειρήνη· 30 γιατί είδαν τα μάτια μου τη σωτηρία σου, 31 που ετοίμασες απέναντι στο πρόσωπο όλων των λαών, 32 φως για αποκάλυψη στα έθνη και δόξα του λαού σου Ισραήλ». 33 Και ο πατέρας του και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό. 34 Και τους ευλόγησε ο Συμεών και είπε προς τη Μαριάμ τη μητέρα του: «Ιδού, αυτός είναι τοποθετημένος για πτώση και ανόρθωση πολλών μέσα στο λαό Ισραήλ και για σημείο αντιλεγόμενο 35 – και σ’ εσένα μάλιστα την ίδια, ρομφαία θα διαπεράσει την ψυχή σου – για να αποκαλυφτούν διαλογισμοί από πολλές καρδιές». 36 Και ήταν κάποια Άννα, προφήτισσα, θυγατέρα του Φανουήλ, από τη φυλή Ασήρ. Αυτή ήταν πολύ προχωρημένη στην ηλικία, η οποία έζησε με τον άντρα της εφτά έτη από τον καιρό της παρθενίας της, 37 και αυτή έμεινε μετά χήρα έως ογδόντα τεσσάρων ετών. Αυτή δεν απομακρυνόταν από το ναό, και με νηστείες και με δεήσεις λάτρευε το Θεό νύχτα και ημέρα. 38 Και αυτήν την ώρα πλησίασε και ομολογούσε τη δόξα του Θεού και μιλούσε γι’ αυτό το παιδί σε όλους όσοι περίμεναν τη λύτρωση της Ιερουσαλήμ.
Τα παιδικά χρόνια του Ιησού
39 Και μόλις αυτοί τέλεσαν όλα τα πράγματα κατά το νόμο του Κυρίου, επέστρεψαν στη Γαλιλαία, στη δική τους πόλη, τη Ναζαρέτ. 40 Και το παιδί μεγάλωνε και δυνάμωνε, γεμίζοντας με σοφία, και ήταν πάνω του η χάρη του Θεού.
Ο Ιησούς δωδεκαετής στο ναό
41 Και πορεύονταν οι γονείς του κάθε χρόνο στην Ιερουσαλήμ, στην εορτή του Πάσχα. 42 Και όταν έγινε δώδεκα ετών, αυτοί ανέβηκαν κατά το έθιμο της εορτής 43 και, όταν τελείωσαν οι ημέρες, ενώ αυτοί επέστρεφαν, παράμεινε το παιδί ο Ιησούς στην Ιερουσαλήμ, και δεν το κατάλαβαν οι γονείς του. 44 Επειδή νόμισαν, λοιπόν, ότι αυτός είναι στην συνοδεία, βάδισαν απόσταση δρόμου μιας ημέρας και τον αναζητούσαν μεταξύ των συγγενών και των γνωστών 45 και, επειδή δεν τον βρήκαν, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ αναζητώντας τον. 46 Και συνέβηκε μετά τρεις ημέρες να τον βρουν στο ναό να κάθεται στο μέσο των δασκάλων και να τους ακούει και να τους επερωτά. 47 Και έμεναν εκστατικοί όλοι όσοι τον άκουγαν για τη σύνεση και τις αποκρίσεις του. 48 Και όταν τον είδαν οι γονείς του, έμειναν έκπληκτοι, και είπε προς αυτόν η μητέρα του: «Παιδί μου, γιατί μας έκανες έτσι; Ιδού, ο πατέρας σου κι εγώ με μεγάλο πόνο σε ζητούσαμε». 49 Και είπε προς αυτούς: «Γιατί με ζητούσατε; Δεν ξέρατε ότι πρέπει να είμαι στα πράγματα του Πατέρα μου;» 50 Αλλά αυτοί δεν κατάλαβαν το λόγο που τους μίλησε. 51 Και κατέβηκε μαζί τους και ήρθε στη Ναζαρέτ και υποτασσόταν συνεχώς σ’ αυτούς. Και η μητέρα του διατηρούσε όλα τα λόγιααυτά μέσα στην καρδιά της. 52 Και ο Ιησούς πρόκοβε στη σοφία και στη σωματική ανάπτυξη και στη χάρη μπροστά στο Θεό και στους ανθρώπους.
Κεφάλαιον 3
Το κήρυγμα του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ. 3:1, Μκ. 1:1, Ιν. 1:19-28)
1 Στο δέκατο πέμπτο έτος, λοιπόν, της ηγεμονίας του Καίσαρα Τιβέριου, όταν ηγεμόνευε ο Πόντιος Πιλάτος στην Ιουδαία, και ήταν τετράρχης της Γαλιλαίας ο Ηρώδης, και ο Φίλιππος ο αδελφός του ήταν τετράρχης της Ιτουραίας και της χώρας της Τραχωνίτιδας, και ο Λυσανίας ήταν τετράρχης της Αβιληνής, 2 επί αρχιερέα Άννα και Καϊάφα, ήρθε λόγος Θεού στον Ιωάννη το γιο του Ζαχαρία στην έρημο. 3 Και ο Ιωάννης ήρθε σε όλα τα περίχωρα του Ιορδάνη, κηρύττοντας βάφτισμα μετάνοιας σε άφεση αμαρτιών, 4 όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των λόγων του Ησαΐα του προφήτη: Φωνή ενός που φωνάζει δυνατά στην έρημο: «Ετοιμάστε την οδό του Κυρίου, ίσια κάνετε τα μονοπάτια του. 5 Κάθε φαράγγι θα γεμίσει και κάθε όρος και λόφος θα ταπεινωθεί, και τα στραβά θα γίνουν ίσια και οι τραχιές οδοί λείες. 6 Και κάθε σάρκα θα δει τη σωτηρία του Θεού». 7 Έλεγε λοιπόν στα πλήθη που έβγαιναν, για να βαφτιστούν από αυτόν: «Γεννήματα εχιδνών, ποιος σας υπέδειξε, για να ξεφύγετε από τη μελλοντική οργή; 8 Κάντε λοιπόν καρπούς άξιους της μετάνοιας και μην αρχίσετε να λέτε μέσα σας: “Πατέρα έχουμε τον Αβραάμ”. Γιατί σας λέω ότι ο Θεός δύναται από τους λίθους τούτους να εγείρει τέκνα στον Αβραάμ. 9 Ήδη, λοιπόν, και το πελέκι βρίσκεται κοντά στη ρίζα των δέντρων. Επομένως, κάθε δέντρο που δεν κάνει καλό καρπό κόβεται εντελώς και ρίχνεται στη φωτιά». 10 Και τα πλήθη τον επερωτούσαν λέγοντας: «Τι λοιπόν να κάνουμε;» 11 Αφού αποκρίθηκε, τότε, τους έλεγε: «Όποιος έχει δύο χιτώνες ας δώσει σ’ αυτόν που δεν έχει, και όποιος έχει τροφές ας κάνει ομοίως». 12 Ήρθαν τότε και τελώνες να βαφτιστούν και είπαν προς αυτόν: «Δάσκαλε, τι να κάνουμε;» 13 Εκείνος είπε προς αυτούς: «Τίποτα περισσότερο να μην εισπράττετε παρά ό,τι σας έχουν διατάξει». 14 Τον επερωτούσαν τότε και οι στρατευόμενοι λέγοντας: «Τι να κάνουμε κι εμείς;» Και είπε σ’ αυτούς: «Κανέναν να μην εκβιάσετε μήτε να συκοφαντήσετε, αλλά να αρκείστε στο μισθό σας». 15 Ενώ ο λαός προσδοκούσε, λοιπόν, και διαλογίζονταν όλοι μέσα στις καρδιές τους για τον Ιωάννη μήπως αυτός είναι ο Χριστός, 16 έλαβε το λόγο και είπε σ’ όλους ο Ιωάννης: «Εγώ, βέβαια, σας βαφτίζω σε νερό. Έρχεται όμως ο ισχυρότερός μου, του οποίου δεν είμαι ικανός να λύσω το λουρί των υποδημάτων του· αυτός θα σας βαφτίσει μέσα σε Πνεύμα Άγιο και σε φωτιά. 17 Αυτού το φτυάρι είναι στο χέρι του, για να λιχνίσει και να καθαρίσει εντελώς το αλώνι του και να συνάξει το σιτάρι στην αποθήκη του, ενώ το άχυρο θα το κατακάψει με φωτιά άσβεστη». 18 Πράγματι, λοιπόν, και με πολλά άλλα πρότρεπε και ευαγγέλιζε το λαό. 19 Αλλά ο Ηρώδης ο τετράρχης, επειδή ελεγχόταν από αυτόν για την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα του αδελφού του, και για όλα όσα κακά έκανε ο Ηρώδης, 20 πρόσθεσε και αυτό πάνω σε όλα και κατέκλεισε τον Ιωάννη στη φυλακή.
Η βάπτιση του Ιησού
(Μτ. 3:13-17, Μκ. 1:9-11)
21 Συνέβηκε, λοιπόν, όταν βαφτίστηκε όλος ο λαός, και μόλις ο Ιησούς βαφτίστηκε και προσευχόταν, να ανοιχτεί ο ουρανός 22 και να κατεβεί το Πνεύμα το Άγιο με σωματική μορφή σαν περιστέρι πάνω του, και να γίνει φωνή από τον ουρανό: «Εσύ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, σ’ εσένα ευαρεστήθηκα».
Η γενεαλογία του Ιησού Χριστού
(Μτ. 1:1-17)
23 Και αυτός ήταν ο Ιησούς, που άρχιζε περίπου τριάντα ετών, όντας γιος, όπως νόμιζαν, του Ιωσήφ, του Ηλί, 24 του Μαθθάτ, του Λευί, του Μελχί, του Ιανναί, του Ιωσήφ, 25 του Ματταθία, του Αμώς, του Ναούμ, του Εσλί, του Ναγγαί, 26 του Μάαθ, του Ματταθία, του Σεμεΐν, του Ιωσήχ, του Ιωδά, 27 του Ιωανάν, του Ρησά, του Ζοροβαβέλ, του Σαλαθιήλ, του Νηρί, 28 του Μελχί, του Αδδί, του Κωσάμ, του Ελμαδάμ, του Ηρ, 29 του Ιησού, του Ελιέζερ, του Ιωρίμ, του Μαθθάτ, του Λευί, 30 του Συμεών, του Ιούδα, του Ιωσήφ, του Ιωνάμ, του Ελιακίμ, 31 του Μελεά, του Μεννά, του Ματταθά, του Ναθάμ, του Δαβίδ, 32 του Ιεσσαί, του Ιωβήδ, του Βοόζ, του Σαλά, του Ναασσών, 33 του Αμιναδάβ, του Αδμίν, του Αρνίο, του Εσρώμ, του Φάρες, του Ιούδα, 34 του Ιακώβ, του Ισαάκ, του Αβραάμ, του Θάρα, του Ναχώρ, 35 του Σερούχ, του Ραγαύ, του Φάλεκ, του Έβερ, του Σαλά, 36 του Καϊνάμ, του Αρφαξάδ, του Σημ, του Νώε, του Λάμεχ, 37 του Μαθουσάλα, του Ενώχ, του Ιάρετ, του Μαλελεήλ, του Καϊνάμ, 38 του Ενώς, του Σηθ, του Αδάμ, του Θεού.
Κεφάλαιον 4
Οι πειρασμοί του Ιησού
(Μτ. 4:1-11, Μκ. 1:12-13)
1 Ο Ιησούς, λοιπόν, πλήρης Πνεύματος Αγίου επέστρεψε από τον Ιορδάνη και φερόταν με το Πνεύμα στην έρημο, 2 και για σαράντα ημέρες πειραζόταν από το Διάβολο. Και εκείνες τις ημέρες δεν έφαγε τίποτε, αλλά πείνασε όταν αυτές συντελέστηκαν. 3 Του είπε τότε ο Διάβολος: «Αν είσαι Υιός του Θεού, πες στο λίθο τούτο να γίνει άρτος». 4 Και ο Ιησούς αποκρίθηκε προς αυτόν: «Είναι γραμμένο: Με άρτο μόνο δε θα ζήσει ο άνθρωπος». 5 Και αφού τον έφερε πάνω, του έδειξε όλες τις βασιλείες της οικουμένης σε μια στιγμή του χρόνου, 6 και ο Διάβολος του είπε: «Σ’ εσένα θα δώσω όλη αυτήν την εξουσία και τη δόξα τους, γιατί έχει παραδοθεί σ’ εμένα και τη δίνω σ’ όποιον θέλω. 7 Αν λοιπόν εσύ προσκυνήσεις μπροστά μου, θα είναι όλη δική σου». 8 Και τότε αποκρίθηκε ο Ιησούς και του είπε: «Είναι γραμμένο: Κύριο το Θεό σου να προσκυνήσεις και αυτόν μόνο να λατρέψεις». 9 Τον έφερε τότε στην Ιερουσαλήμ και τον έστησε πάνω στο πτερύγιο του ναού και του είπε: «Αν είσαι Υιός του Θεού, ρίξε τον εαυτό σου από εδώ κάτω· 10 γιατί είναι γραμμένο: Στους αγγέλους του θα δώσει εντολή για σένα, να σε διαφυλάξουν, 11 καί: πάνω στα χέρια τους θα σε σηκώσουν, μην τυχόν σκοντάψεις σε λίθο το πόδι σου». 12 Και ο Ιησούς αποκρίθηκε και είπε σ’ αυτόν: «Έχει ειπωθεί: Δε θα πειράξεις Κύριο το Θεό σου». 13 Και αφού τέλειωσε κάθε πειρασμό, ο Διάβολος απομακρύνθηκε από αυτόν μέχρι τον κατάλληλο καιρό.
Η αρχή της διακονίας στη Γαλιλαία
(Μτ. 4:12-17, Μκ. 1:14-15)
14 Και μετά, ο Ιησούς επέστρεψε με τη δύναμη του Πνεύματος στη Γαλιλαία. Και φήμη εξήλθε γι’ αυτόν σε όλα τα περίχωρα. 15 Και αυτός δίδασκε μέσα στις συναγωγές τους και δοξαζόταν από όλους.
Η απόρριψη του Ιησού στη Ναζαρέτ
(Μτ. 13:53-58, Μκ. 6:1-6)
16 Και ήρθε στη Ναζαρέτ, όπου ήταν αναθρεμμένος, και εισήλθε κατά τη συνήθειά του την ημέρα του Σαββάτου στη συναγωγή και σηκώθηκε να διαβάσει. 17 Και του δόθηκε το βιβλίο του προφήτη Ησαΐα και, αφού ξετύλιξε το βιβλίο, βρήκε το μέρος όπου ήταν γραμμένο: 18 Πνεύμα Κυρίου είναι πάνω μου. Γι’ αυτό με έχρισε, για να ευαγγελίσω φτωχούς. Με έχει αποστείλει, για να κηρύξω σε αιχμαλώτους άφεση, και σε τυφλούς ανάβλεψη, να αποστείλω όσους έχουν κατάγματα με άφεση, 19 να κηρύξω έτος Κυρίου ευπρόσδεκτο. 20 Και αφού τύλιξε το βιβλίο, το απόδωσε στον υπηρέτη και κάθισε· και όλων τα μάτια μέσα στη συναγωγή τον ατένιζαν συνεχώς. 21 Άρχισε τότε να λέει προς αυτούς: «Σήμερα αυτή η γραφή έχει εκπληρωθεί στα αυτιά σας». 22 Και όλοι μαρτυρούσαν καλά γι’ αυτόν και θαύμαζαν απορώντας για τα λόγια της χάρης που έβγαιναν από το στόμα του και έλεγαν: «Αυτός δεν είναι γιος του Ιωσήφ;» 23 Και είπε προς αυτούς: «Πάντως θα μου πείτε αυτήν την παροιμία: “Γιατρέ, θεράπευσε τον εαυτό σου”. “Όσα ακούσαμε ότι έγιναν στην Καπερναούμ κάνε κι εδώ στην πατρίδα σου”». 24 Είπε τότε: «Αλήθεια σας λέω ότι κανείς προφήτης δεν είναι δεκτός στην πατρίδα του. 25 Αλήθεια σας λέω, επίσης, πολλές χήρες ήταν κατά τις ημέρες του Ηλία μέσα στο λαό Ισραήλ, όταν κλείστηκε ο ουρανός για τρία έτη και έξι μήνες, μόλις έγινε μεγάλος λιμός σε όλη τη χώρα, 26 και σε καμιά από αυτές δε στάλθηκε ο Ηλίας παρά μόνο στα Σάρεπτα της Σιδωνίας σε μια γυναίκα χήρα. 27 Και πολλοί λεπροί ήταν στο λαό Ισραήλ επί Ελισαίου του προφήτη, αλλά κανείς από αυτούς δεν καθαρίστηκε παρά μόνο ο Νεεμάν ο Σύρος». 28 Και γέμισαν όλοι με θυμό μέσα στη συναγωγή όταν άκουσαν αυτά 29 και, αφού σηκώθηκαν, τον έβγαλαν έξω από την πόλη και τον έφεραν ως την κορυφογραμμή του όρους πάνω στο οποίο η πόλη τους οικοδομήθηκε, ώστε να τον γκρεμίσουν κάτω. 30 Αυτός, όμως, πέρασε διαμέσου αυτών και πορευόταν.
Ο άνθρωπος με το ακάθαρτο πνεύμα
(Μκ. 1:21-28)
31 Και μετά κατέβηκε στην Καπερναούμ, μια πόλη της Γαλιλαίας· και τους δίδασκε συνεχώς τα Σάββατα. 32 Και εκπλήττονταν για τη διδαχή του, γιατί ο λόγος του ήταν με εξουσία. 33 Και μέσα στη συναγωγή ήταν ένας άνθρωπος που είχε ακάθαρτο δαιμονικό πνεύμα και έκραξε δυνατά με μεγάλη φωνή: 34 «Ε, τι σχέση έχουμε εμείς κι εσύ, Ιησού Ναζαρηνέ; Ήρθες, για να μας καταστρέψεις; Σε ξέρω ποιος είσαι: ο Άγιος του Θεού». 35 Και ο Ιησούς το επιτίμησε, λέγοντας: «Φιμώσου και έξελθε από αυτόν». Και τότε, αφού το δαιμόνιο τον έριξε στο μέσο, εξήλθε από αυτόν, χωρίς καθόλου να τον βλάψει. 36 Και όλοι θαμπώθηκαν από θαυμασμό και συνομιλούσαν μεταξύ τους, λέγοντας: «Τι λόγος είναι αυτός που με εξουσία και δύναμη διατάζει τα ακάθαρτα πνεύματα και εξέρχονται;» 37 Και έβγαινε φήμη γι’ αυτόν σε κάθε τόπο των περιχώρων.
Θεραπεία πολλών αρρώστων
(Μτ. 8:14-17, Μκ. 11:29-34)
38 Σηκώθηκε τότε από τη συναγωγή και εισήλθε στην οικία του Σίμωνα. Η πεθερά όμως του Σίμωνα υπόφερε από μεγάλο πυρετό, και τον παρακάλεσαν γι’ αυτή. 39 Και αφού στάθηκε από πάνω της, επιτίμησε τον πυρετό και την άφησε· εκείνη, τότε, αμέσως σηκώθηκε και τους διακονούσε. 40 Όταν λοιπόν έδυε ο ήλιος, όλοι όσοι είχαν ασθενείς με ποικίλες νόσους τους έφεραν προς αυτόν. Εκείνος έθεσε τα χέρια πάνω σε καθέναν από αυτούς χωριστά, και τους θεράπευε. 41 Επιπλέον, και δαιμόνια εξέρχονταν από πολλούς, κραυγάζοντας και λέγοντας: «Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού». Και εκείνος τα επιτιμούσε και δεν τα άφηνε να μιλούν, γιατί ήξεραν ότι αυτός είναι ο Χριστός.
Ο Ιησούς περιοδεύει κηρύττοντας
(Μκ. 1:35-39)
42 Όταν λοιπόν ξημέρωσε, εξήλθε και πορεύτηκε σε έρημο τόπο. Και τα πλήθη τον επιζητούσαν και ήρθαν ως αυτού που βρισκόταν και ήθελαν να τον κρατήσουν, για να μη φύγει μακριά τους. 43 Εκείνος είπε προς αυτούς: «Πρέπει να ευαγγελίσω τη βασιλεία του Θεού και στις άλλες πόλεις, επειδή γι’ αυτό αποστάλθηκα». 44 Και κήρυττε συνεχώς στις συναγωγές της Ιουδαίας.
Κεφάλαιον 5
Το κάλεσμα των πρώτων μαθητών
(Μτ. 4:18-22, Μκ. 1:16-20)
1 Συνέβηκε, λοιπόν, ενώ το πλήθος έπεφτε πάνω του και άκουγε το λόγο του Θεού, και αυτός είχε σταθεί κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ, 2 τότε να δει δύο πλοία να έχουν σταθεί κοντά στη λίμνη. Και οι ψαράδες, αφού αποβιβάστηκαν από αυτά, έπλεναν τα δίχτυα. 3 Μπήκε τότε σ’ ένα από τα πλοία, αυτό που ήταν του Σίμωνα, και τον παρακάλεσε να απομακρυνθεί λίγο από την ξηρά· και αφού κάθισε, δίδασκε τα πλήθη από το πλοίο. 4 Και μόλις έπαψε να μιλά, είπε προς το Σίμωνα: «Ξαναφέρε το πλοίο στα βαθιά και ρίξτε τα δίχτυα σας για ψάρεμα». 5 Και αποκρίθηκε ο Σίμωνας και είπε: «Επιστάτη, όλη τη νύχτα κοπιάσαμε και δεν πιάσαμε τίποτα· αλλά για το λόγο σου θα ρίξω τα δίχτυα». 6 Και αφού έκαναν αυτό, συνέκλεισαν στα δίχτυα πολύ πλήθος ψαριών, έσπαγαν μάλιστα τα δίχτυα τους. 7 Και τότε έκαναν νεύματα στους συνεταίρους τους στο άλλο πλοίο, για να έρθουν να λάβουν μέρος στην εργασία μαζί τους. Και εκείνοι ήρθαν και γέμισαν και τα δύο πλοία, ώστε σχεδόν να βυθίζονται αυτά. 8 Όταν το είδε τότε ο Σίμωνας Πέτρος, έπεσε μπροστά στα γόνατα του Ιησού λέγοντας: «Έξελθε από το πλοίο και φύγε από εμένα, γιατί είμαι άντρας αμαρτωλός, Κύριε». 9 Γιατί τον κυρίεψε κατάπληξη, όπως και όλους εκείνους που ήταν μαζί του, για το ψάρεμα των ψαριών που έπιασαν, 10 και όμοια και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους γιους του Ζεβεδαίου, που ήταν συνέταιροι με το Σίμωνα. Και είπε προς το Σίμωνα ο Ιησούς: «Μη φοβάσαι· από τώρα ανθρώπους θα ψαρεύεις ζωντανούς συνεχώς». 11 Και αφού κατέβασαν τα πλοία στη στεριά, τα άφησαν όλα και τον ακολούθησαν.
Ο καθαρισμός του λεπρού
(Μτ. 8:1-4, Μκ. 1:40-45)
12 Και συνέβηκε, ενώ αυτός ήταν σε μια από τις πόλεις, τότε ιδού, ένας άντρας να είναι γεμάτος λέπρα. Όταν είδε λοιπόν τον Ιησού, έπεσε με το πρόσωπο κάτω και τον παρακάλεσε λέγοντας: «Κύριε, αν θέλεις, δύνασαι να με καθαρίσεις». 13 Και εκείνος εξέτεινε το χέρι του και τον άγγιξε λέγοντας: «Θέλω, καθαρίσου» – και αμέσως η λέπρα έφυγε από αυτόν. 14 Και αυτός του παράγγειλε να μην το πει σε κανέναν, αλλά του είπε: «Φύγε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε για τον καθαρισμό σου καθώς πρόσταξε ο Μωυσής, ως μαρτυρία σ’ αυτούς». 15 Και η φήμη γι’ αυτόν διαδιδόταν περισσότερο και μαζεύονταν πλήθη πολλά, για να τον ακούνε και να θεραπεύονται από τις ασθένειές τους. 16 Αυτός όμως αποσυρόταν συνεχώς στις ερήμους και προσευχόταν συνεχώς.
Η θεραπεία ενός παράλυτου
(Μτ. 9:1-8, Μκ. 2:1-12)
17 Και συνέβηκε σε μια από εκείνες τις ημέρες: τότε αυτός δίδασκε συνεχώς, και κάθονταν Φαρισαίοι και νομοδιδάσκαλοι που είχαν έρθει από κάθε χωριό της Γαλιλαίας και της Ιουδαίας και από την Ιερουσαλήμ. Και δύναμη Κυρίου ήταν μαζί του, ώστε να γιατρεύει. 18 Και ιδού άντρες που έφεραν πάνω στο κρεβάτι έναν άνθρωπο που ήταν παράλυτος, και ζητούσαν να τον φέρουν μέσα και να τον θέσουν μπροστά του. 19 Και επειδή δε βρήκαν από ποια είσοδο να τον φέρουν μέσα εξαιτίας του πλήθους, αφού ανέβηκαν στο δώμα, τον κατέβασαν διαμέσου των κεραμιδιών μαζί με το κρεβατάκι του στο μέσο, μπροστά στον Ιησού. 20 Και αυτός, όταν είδε την πίστη τους, είπε: «Άνθρωπε, σου έχουν αφεθεί οι αμαρτίες σου». 21 Και οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι άρχισαν να διαλογίζονται, λέγοντας: «Ποιος είναι αυτός που λαλεί βλαστήμιες; Ποιος δύναται να αφήσει αμαρτίες παρά μόνο ο Θεός;» 22 Επειδή όμως ο Ιησούς κατάλαβε καλά τους διαλογισμούς τους, αποκρίθηκε και είπε προς αυτούς: «Τι διαλογίζεστε μέσα στις καρδιές σας; 23 Τι είναι ευκολότερο, να πω: “Σου έχουν αφεθεί οι αμαρτίες σου”, ή να πω: “Σήκω και περπάτα”; 24 Αλλά για να μάθετε ότι ο Υιός του ανθρώπου έχει εξουσία να αφήνει αμαρτίες πάνω στη γη» – είπε στον παράλυτο: «Σου λέω, σήκω και, αφού πάρεις το κρεβατάκι σου, πήγαινε στον οίκο σου». 25 Και αμέσως σηκώθηκε μπροστά τους, πήρε αυτό πάνω στο οποίο ήταν κατάκοιτος και έφυγε για τον οίκο του δοξάζοντας το Θεό. 26 Και τότε έκπληξη τους κατέλαβε όλους και δόξαζαν το Θεό και γέμισαν με φόβο λέγοντας: «Είδαμε παράδοξα πράγματα σήμερα».
Η κλήση του Λευί
(Μτ. 9:9-13, Μκ. 2:13-17)
27 Και μετά από αυτά εξήλθε από την οικία και είδε έναν τελώνη με το όνομα Λευίς να κάθεται στο τελωνείο, και του είπε: «Ακολούθα με». 28 Και αυτός, αφού τα εγκατέλειψε όλα, σηκώθηκε και τον ακολουθούσε. 29 Και ο Λευίς τού έκανε μεγάλη υποδοχή μέσα στην οικία του, και ήταν πολύ πλήθος τελωνών και άλλων που ήταν μαζί τους καθισμένοι, για να φάνε. 30 Και οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς τους γόγγυζαν προς τους μαθητές του, λέγοντας: «Γιατί τρώτε και πίνετε μαζί με τους τελώνες και τους αμαρτωλούς;» 31 Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε προς αυτούς: «Δεν έχουν ανάγκη οι υγιείς από γιατρό, αλλά οι ασθενείς. 32 Δεν έχω έρθει να καλέσω δίκαιους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια».
Το θέμα της νηστείας
(Μτ. 9:14-17, Μκ. 2:18-22)
33 Εκείνοι είπαν προς αυτόν: «Οι μαθητές του Ιωάννη νηστεύουν συχνά και κάνουν δεήσεις, όμοια κι εκείνοι των Φαρισαίων, ενώ οι δικοί σου τρώνε και πίνουν». 34 Ο Ιησούς τότε είπε προς αυτούς: «Μήπως μπορείτε να κάνετε να νηστέψουν τους καλεσμένους στο γάμο, ενώ ο γαμπρός είναι μαζί τους; 35 Θα έρθουν όμως ημέρες και, όταν ο γαμπρός αφαιρεθεί από αυτούς, τότε θα νηστέψουν εκείνες τις ημέρες». 36 Έλεγε μάλιστα και παραβολή προς αυτούς: «Κανείς μπάλωμα από καινούργιο ρούχο, αφού το σχίσει, δεν το βάζει πάνω σε ρούχο παλιό. Ειδεμή, βέβαια, και το καινούργιο θα σχίσει το παλιό και στο παλιό δε θα ταιριάξει το μπάλωμα που προέρχεται από το καινούργιο. 37 Και κανείς δε βάζει κρασί νέο σε ασκιά παλιά. Ειδεμή, θα σπάσει βέβαια το κρασί το νέο τα ασκιά, και αυτό θα χυθεί έξω και τα ασκιά θα πάνε χαμένα. 38 Αλλά κρασί νέο πρέπει να βάζουν σε ασκιά καινούργια. 39 Και κανείς, όταν πιει παλιό, δε θέλει νέο. Γιατί λέει: “Το παλιό είναι καλό”».
Κεφάλαιον 6
Η τήρηση του Σαββάτου
(Μτ. 12:1-8, Μκ. 2:23-28)
1 Συνέβηκε λοιπόν ένα Σάββατο να πορεύεται μέσα από τα σπαρτά και μαδούσαν οι μαθητές του και έτρωγαν τα στάχυα, αφού τα έτριβαν με τα χέρια. 2 Μερικοί τότε από τους Φαρισαίους είπαν: «Γιατί κάνετε αυτό που δεν επιτρέπεται το Σάββατο;» 3 Και ο Ιησούς αποκρίθηκε προς αυτούς και είπε: «Δε διαβάσατε ούτε αυτό που έκανε ο Δαβίδ, όταν πείνασε αυτός και όσοι ήταν μαζί του; 4 Πώς εισήλθε στον οίκο του Θεού και έλαβε και έφαγε τους άρτους της προθέσεως και έδωσε σ’ αυτούς που ήταν μαζί του, τους οποίους δεν επιτρέπεται να φάνε παρά μόνο οι ιερείς;» 5 Και τους έλεγε: «Κύριος είναι του Σαββάτου ο Υιός του ανθρώπου».
Ο άνθρωπος με το ξερό χέρι
(Μτ. 12:9-14, Μκ. 3:1-6)
6 Συνέβηκε μάλιστα άλλο Σάββατο να εισέλθει αυτός στη συναγωγή και να διδάσκει. Και ήταν ένας άνθρωπος εκεί, και το χέρι του το δεξί ήταν ξερό. 7 Τον παρατηρούσαν λοιπόν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, για να δουν αν θεραπεύει το Σάββατο, ώστε να βρουν κάτι να τον κατηγορούν. 8 Αλλά αυτός ήξερε τους διαλογισμούς τους, και είπε στον άντρα που είχε ξερό το χέρι: «Σήκω και στάσου στο μέσο». Και αυτός σηκώθηκε και στάθηκε. 9 Είπε τότε ο Ιησούς προς αυτούς: «Σας ρωτώ αν επιτρέπεται κανείς το Σάββατο να αγαθοποιήσει ή να κακοποιήσει, να σώσει ζωή ή να καταστρέψει;» 10 Και αφού κοίταξε γύρω όλους αυτούς, του είπε: «Έκτεινε το χέρι σου». Εκείνος το έκανε και αποκαταστάθηκε το χέρι του. 11 Αυτοί όμως έγιναν έξω φρενών και συζητούσαν μεταξύ τους τι θα μπορούσαν να κάνουν στον Ιησού.
Η εκλογή των δώδεκα
(Μτ. 10:1-4, Μκ. 3:13-19)
12 Συνέβηκε λοιπόν κατά τις ημέρες αυτές να εξέλθει στο όρος, για να προσευχηθεί, και διανυχτέρευε στην προσευχή του Θεού. 13 Και όταν ξημέρωσε, φώναξε τους μαθητές του κοντά του, και εξέλεξε από αυτούς δώδεκα, τους οποίους και ονόμασε αποστόλους: 14 το Σίμωνα, τον οποίο και ονόμασε Πέτρο, και τον Ανδρέα τον αδελφό του, και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη και το Φίλιππο και το Βαρθολομαίο 15 και το Ματθαίο και το Θωμά και τον Ιάκωβο το γιο του Αλφαίου και το Σίμωνα, που καλείται Ζηλωτής, 16 και τον Ιούδα το γιο του Ιακώβου και τον Ιούδα Ισκαριώτη, ο οποίος έγινε προδότης.
Θεραπείες σ’ ένα μεγάλο πλήθος
(Μτ. 4:23-25)
17 Και όταν κατέβηκε μαζί τους, στάθηκε σε τόπο πεδινό και μαζί πολύ πλήθος μαθητών του, και πολύ πλήθος του λαού από όλη την Ιουδαία και την Ιερουσαλήμ και την παραλιακή χώρα της Τύρου και της Σιδώνας, 18 οι οποίοι ήρθαν να τον ακούσουν και να γιατρευτούν από τις νόσους τους. Και εκείνοι που ενοχλούνταν από πνεύματα ακάθαρτα θεραπεύονταν. 19 Και όλο το πλήθος ζητούσε να τον αγγίζει, γιατί δύναμη εξερχόταν από αυτόν και τους γιάτρευε όλους.
Μακαρισμοί και αλίμονο
(Μτ. 5:1-12)
20 Και αυτός, αφού σήκωσε τους οφθαλμούς του στους μαθητές του, έλεγε: Μακάριοι οι φτωχοί, γιατί δική σας είναι η βασιλεία του Θεού. 21 Μακάριοι όσοι πεινάτε τώρα, γιατί θα χορτάσετε. Μακάριοι όσοι κλαίτε τώρα, γιατί θα γελάσετε. 22 Μακάριοι είστε, όταν σας μισήσουν οι άνθρωποι και όταν σας αφορίσουν και σας βρίσουν και βγάλουν το όνομά σας ως κακό εξαιτίας του Υιού του ανθρώπου. 23 Χαρείτε εκείνη την ημέρα και σκιρτήσετε, γιατί ιδού, ο μισθός σας είναι πολύς στον ουρανό. Γιατί κατά τον ίδιο τρόπο έκαναν στους προφήτες οι πατέρες τους. 24 Όμως αλίμονο σ’ εσάς τους πλούσιους, γιατί έχετε πάρει πλήρως την παρηγοριά σας. 25 Αλίμονο σ’ εσάς που είστε χορτασμένοι τώρα, γιατί θα πεινάσετε. Αλίμονο, όσοι γελάτε τώρα, γιατί θα πενθήσετε και θα κλάψετε. 26 Αλίμονο όταν πουν καλά λόγια για σας όλοι οι άνθρωποι· γιατί κατά τα ίδια έκαναν στους ψευδοπροφήτες οι πατέρες τους».
Αγάπη για τους εχθρούς
(Μτ. 5:38-48, 7:12α)
27 «Αλλά σ’ εσάς λέω που ακούτε: αγαπάτε τους εχθρούς σας, κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας μισούν, 28 ευλογείτε αυτούς που σας καταριούνται, προσεύχεστε γι’ αυτούς που σας βλάπτουν. 29 Σ’ όποιον σε χτυπά στη μια πλευρά του σαγονιού σου πάρεχε και την άλλη, και από αυτόν που σου παίρνει το πανωφόρι μην τον εμποδίσεις να πάρει και το πουκάμισο. 30 Σε καθέναν που σου ζητάει δίνε, και από όποιον παίρνει τα δικά σου, πίσω μην τα ζητάς. 31 Και καθώς θέλετε να κάνουν σ’ εσάς οι άνθρωποι, κάνετε σ’ αυτούς ομοίως. 32 Και αν αγαπάτε όσους σας αγαπούν, ποια χάρη έχετε; Γιατί και οι αμαρτωλοί αγαπούν όσους τους αγαπούν. 33 Και βέβαια, αν αγαθοποιείτε όσους σας αγαθοποιούν, ποια χάρη έχετε; Και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. 34 Και αν δανείσετε σ’ εκείνους από τους οποίους ελπίζετε να τα λάβετε, ποια χάρη έχετε; Και αμαρτωλοί σε αμαρτωλούς δανείζουν, για να λάβουν πίσω τα ίσα. 35 Αλλά όμως αγαπάτε τους εχθρούς σας και αγαθοποιείτε και δανείζετε χωρίς καθόλου να απελπίζετε τους ανθρώπους· και θα είναι ο μισθός σας πολύς, και θα είστε γιοι του Υψίστου, γιατί αυτός είναι ευεργετικός στους αχάριστους και κακούς. 36 Γίνεστε οικτίρμονες καθώς και ο Πατέρας σας είναι οικτίρμονας».
Περί κατακρίσεως του πλησίον
(Μτ. 7:1-5)
37 «Και μην κρίνετε, και δε θα κριθείτε· και μην καταδικάζετε, και δε θα καταδικαστείτε. Ελευθερώνετε από κατάκριση και θα ελευθερωθείτε. 38 Δίνετε και θα σας δοθεί· μέτρο καλό, πιεσμένο, κουνημένο, που να ξεχύνεται θα δώσουν στην αγκαλιά σας. Γιατί με όποιο μέτρο μετράτε θα μετρηθεί αντίστοιχα σ’ εσάς». 39 Είπε μάλιστα και μια παραβολή σ’ αυτούς: «Μήπως δύναται τυφλός να οδηγεί τυφλό; Δε θα πέσουν και οι δύο σε βόθρο; 40 Δεν υπάρχει μαθητής πάνω από το δάσκαλό του· και κάθε καταρτισμένος θα είναι όπως ο δάσκαλός του. 41 Και γιατί βλέπεις την αγκίδα που είναι μέσα στο μάτι του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι που είναι μέσα στο δικό σου μάτι δεν παρατηρείς; 42 Πώς δύνασαι να λες στον αδελφό σου: “Αδελφέ, άφησε να βγάλω την αγκίδα που είναι μέσα στο μάτι σου”, ενώ ο ίδιος το δοκάρι μέσα στο μάτι σου δεν βλέπεις; Υποκριτή, βγάλε πρώτα το δοκάρι από το μάτι σου, και τότε θα δεις καθαρά την αγκίδα που είναι μέσα στο μάτι του αδελφού σου, για να τη βγάλεις».
Το δέντρο γνωρίζεται από τους καρπούς του
(Μτ. 7:17-20, 12:34β-35)
43 «Γιατί δεν υπάρχει δέντρο καλό που να κάνει καρπό σάπιο, ούτε πάλι δέντρο σάπιο που να κάνει καρπό καλό. 44 Γιατί κάθε δέντρο γνωρίζεται από το δικό του καρπό. Γιατί από αγκάθια δε μαζεύουν σύκα ούτε από βάτο τρυγούν σταφύλια. 45 Ο αγαθός άνθρωπος από τον αγαθό θησαυρό της καρδιάς του προφέρει το αγαθό, και ο κακός από τον κακό προφέρει το κακό. Γιατί από το περίσσευμα της καρδιάς μιλά το στόμα του».
Τα δύο θεμέλια
(Μτ. 7:24-27)
46 «Και τι με καλείτε: “Κύριε, Κύριε”, και δεν κάνετε όσα λέω; 47 Καθένας που έρχεται προς εμένα και ακούει τα λόγια μου και τα εφαρμόζει θα σας υποδείξω με ποιον είναι όμοιος: 48 όμοιος είναι με άνθρωπο που οικοδομεί οικία, ο οποίος έσκαψε και βάθυνε και έθεσε θεμέλιο πάνω στο βράχο. Και όταν έγινε πλημμύρα, όρμησε ο ποταμός πάνω στην οικία εκείνη, αλλά δεν μπόρεσε να τη σαλέψει, γιατί οικοδομήθηκε καλά. 49 Αλλά εκείνος που άκουσε και δεν εφάρμοσε είναι όμοιος με άνθρωπο που οικοδόμησε οικία πάνω στη γη χωρίς θεμέλια. Σ’ αυτήν την οικία όρμησε πάνω ο ποταμός και ευθύς κατάπεσε, και το ρήγμα της οικίας εκείνης έγινε μεγάλο».
Κεφάλαιον 7
Η θεραπεία του δούλου ενός εκατόνταρχου
(Μτ. 8:5-13, Ιν. 4:43-54)
1 Όταν συμπλήρωσε όλα τα λόγια του που έπρεπε να πει στα αυτιά του λαού, εισήλθε στην Καπερναούμ. 2 Και ο δούλος κάποιου εκατόνταρχου, που ήταν σε κακή κατάσταση, έμελλε να πεθάνει, ο οποίος του ήταν πολύτιμος. 3 Όταν άκουσε λοιπόν για τον Ιησού, απέστειλε προς αυτόν πρεσβυτέρους των Ιουδαίων, παρακαλώντας τον για να έρθει να διασώσει το δούλο του. 4 Εκείνοι, αφού παρουσιάστηκαν στον Ιησού, τον παρακαλούσαν επιμόνως λέγοντας: «Άξιος είναι αυτός στον οποίο θα παράσχεις τούτο. 5 Γιατί αγαπά το έθνος μας και τη συναγωγή αυτός την οικοδόμησε σ’ εμάς». 6 Ο Ιησούς τότε προχωρούσε μαζί τους. Αλλά ενώ ήδη δεν απείχε μακριά από την οικία του, έστειλε φίλους ο εκατόνταρχος, λέγοντάς του: «Κύριε, μην ενοχλείσαι, γιατί δεν είμαι ικανός να εισέλθεις κάτω από τη στέγη μου. 7 Γι’ αυτό ούτε τον εαυτό μου δε θεώρησα άξιο να έρθει προς εσένα· αλλά πες ένα λόγο και ας γιατρευτεί ο δούλος μου. 8 Γιατί κι εγώ είμαι άνθρωπος υποτασσόμενος σε εξουσία, έχοντας κάτω από τον εαυτό μου στρατιώτες, και λέω σε τούτον: “Πήγαινε”, και πηγαίνει. Και στον άλλο: “Έλα”, και έρχεται. Και στο δούλο μου: “Κάνε αυτό”, και το κάνει». 9 Όταν άκουσε τότε αυτά ο Ιησούς, τον θαύμασε και στράφηκε στο πλήθος που τον ακολουθούσε και είπε: «Σας λέω, ούτε μέσα στο λαό Ισραήλ δε βρήκα τόσο πολλή πίστη». 10 Και όταν επέστρεψαν στον οίκο αυτοί που στάλθηκαν, βρήκαν το δούλο να είναι υγιής.
Η ανάσταση του γιου της χήρας στη Ναΐν
11 Και συνέβηκε αμέσως μετά ο Ιησούς να πάει σε μια πόλη που καλείται Ναΐν και πήγαιναν μαζί του οι μαθητές του και πλήθος πολύ. 12 Μόλις λοιπόν πλησίασε στην πύλη της πόλης, τότε ιδού, έφερναν έξω έναν πεθαμένο, μονογενή γιο της μητέρας του, και αυτή ήταν χήρα. Και αρκετό πλήθος της πόλης ήταν μαζί της. 13 Και όταν την είδε ο Κύριος, τη σπλαχνίστηκε και τής είπε: «Μην κλαις». 14 Και αφού πλησίασε, άγγιξε τη σορό, και εκείνοι που τη βάσταζαν στάθηκαν· και είπε: «Νεαρέ, σου λέω, σήκω». 15 Και ανακάθισε ο νεκρός και άρχισε να μιλά, και τον έδωσε στη μητέρα του. 16 Κατέλαβε τότε φόβος όλους και δόξαζαν το Θεό, λέγοντας: «Προφήτης μεγάλος εγέρθηκε μεταξύ μας», και: «Επισκέφτηκε ο Θεός το λαό του». 17 Και εξήλθε αυτή η φήμη σε όλη την Ιουδαία γι’ αυτόν και σε όλα τα περίχωρα.
Οι απεσταλμένοι του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ. 11:2-19)
18 Και ανάγγειλαν στον Ιωάννη οι μαθητές του για όλα αυτά. Και αφού προσκάλεσε κάποιους, δύο από τους μαθητές του, ο Ιωάννης 19 τούς έστειλε προς τον Κύριο, λέγοντας: «Εσύ είσαι ο ερχόμενος ή άλλον να προσδοκούμε;» 20 Παρουσιάστηκαν λοιπόν προς αυτόν οι άντρες και είπαν: «Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μάς απέστειλε προς εσένα λέγοντας: “Εσύ είσαι ο ερχόμενος ή άλλον να προσδοκούμε”;» 21 Εκείνη την ώρα θεράπευσε πολλούς από νόσους και μάστιγες και πνεύματα κακά και χάρισε το φως σε πολλούς τυφλούς, ώστε να βλέπουν. 22 Και τότε αποκρίθηκε και τους είπε: «Πάτε και αναγγείλτε στον Ιωάννη αυτά που είδατε και ακούσατε: τυφλοί αποκτούν το φως τους, χωλοί περπατούν, λεπροί καθαρίζονται και κουφοί ακούν, νεκροί εσκίρονται, φτωχοί ευαγγελίζονται. 23 Και μακάριος είναι αυτός που δε θα σκανδαλιστεί με εμένα». 24 Και όταν έφυγαν οι αγγελιοφόροι του Ιωάννη, άρχισε να λέει προς τα πλήθη για τον Ιωάννη: «Τι εξήλθατε στην έρημο να δείτε με θαυμασμό; Καλάμι που σαλεύεται από τον άνεμο; 25 Όχι, βέβαια. Αλλά τι εξήλθατε να δείτε; Άνθρωπο με μαλακά ρούχα ντυμένο; Ιδού, αυτοί που ζουν με λαμπρά ρούχα και με τρυφηλή ζωή είναι στους βασιλικούς οίκους. 26 Αλλά τι εξήλθατε να δείτε; Προφήτη; Ναι, σας λέω, και περισσότερο από προφήτη. 27 Αυτός είναι για τον οποίο έχει γραφτεί: Ιδού, αποστέλλω τον αγγελιοφόρο μου πριν από το πρόσωπό σου, ο οποίος θα παρασκευάσει την οδό σου μπροστά σου. 28 Σας λέω: δεν είναι κανένας μεγαλύτερος από τον Ιωάννη μεταξύ των γεννημένων από γυναίκες. Αλλά ο μικρότερος στη βασιλεία του Θεού είναι μεγαλύτερος από αυτόν». 29 Και όταν το άκουσε όλος ο λαός και οι τελώνες, δικαίωσαν το Θεό, επειδή βαφτίστηκαν το βάφτισμα του Ιωάννη. 30 Ενώ οι Φαρισαίοι και οι νομικοί απορρίψανε τη βουλή του Θεού για τους εαυτούς τους, επειδή δε βαφτίστηκαν από αυτόν. 31 «Με τι λοιπόν να παρομοιάσω τους ανθρώπους της γενιάς αυτής και με τι είναι όμοιοι; 32 Είναι όμοιοι με παιδιά που κάθονται στην αγορά και φωνάζουν το ένα προς το άλλο παίζοντας, τα οποία λένε: “Σας παίξαμε αυλό και δε χορέψατε, θρηνήσαμε και δεν κλάψατε”. 33 Γιατί έχει έρθει ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, που δεν τρώει άρτο μήτε πίνει κρασί, και λέτε: “Δαιμόνιο έχει”. 34 Έχει έρθει ο Υιός του ανθρώπου, που τρώει και πίνει, και λέτε: “Ιδού άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος τελωνών και αμαρτωλών”. 35 Και δικαιώθηκε η σοφία από όλα τα τέκνα της».
Ο Ιησούς συγχωρεί μια αμαρτωλή γυναίκα
36 Τον παρακαλούσε τότε κάποιος από τους Φαρισαίους να φάει μαζί του. Και αφού εισήλθε στον οίκο του Φαρισαίου, κάθισε, για να φάει. 37 Και ιδού μια γυναίκα που ήταν αμαρτωλή μέσα στην πόλη, και που έμαθε ότι γευματίζει στην οικία του Φαρισαίου, αφού έφερε αλαβάστρινο δοχείο με μύρο 38 και στάθηκε πίσω, κλαίγοντας κοντά στα πόδια του, με τα δάκρυά της άρχισε να βρέχει τα πόδια του και με τις τρίχες της κεφαλής της τα σκούπιζε, και καταφιλούσε τα πόδια του και τα άλειφε με το μύρο. 39 Όταν είδε τότε αυτά ο Φαρισαίος που τον κάλεσε, είπε μέσα του: «Αυτός, αν ήταν προφήτης, θα γνώριζε ποια και τι είδους είναι η γυναίκα που τον αγγίζει, γιατί είναι αμαρτωλή». 40 Και αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε προς αυτόν: «Σίμωνα, έχω κάτι να σου πω». Εκείνος του λέει: «Δάσκαλε, πες το». 41 «Κάποιος δανειστής είχε δύο χρεοφειλέτες: ο ένας όφειλε πεντακόσια δηνάρια, και ο άλλος πενήντα. 42 Επειδή δεν είχαν να αποδώσουν το χρέος, το χάρισε και στους δύο. Ποιος λοιπόν από αυτούς θα τον αγαπήσει περισσότερο;» 43 Αποκρίθηκε ο Σίμωνας και είπε: «Υποθέτω, αυτός στον οποίο χάρισε τα περισσότερα». Εκείνος είπε σ’ αυτόν: «Ορθά έκρινες». 44 Και αφού στράφηκε προς τη γυναίκα, είπε στο Σίμωνα: «Βλέπεις αυτήν τη γυναίκα; Εισήλθα στην οικία σου, νερό δε μου έδωσες για τα πόδια. Αυτή, όμως, με τα δάκρυά της μου έβρεξε τα πόδια και με τα μαλλιά της τα σκούπισε. 45 Φίλημα δε μου έδωσες. Αυτή, όμως, από τη στιγμή που εισήλθα δε σταμάτησε να μου καταφιλά τα πόδια. 46 Με λάδι το κεφάλι μου δεν το άλειψες. Αυτή, όμως, με μύρο άλειψε τα πόδια μου. 47 Γι’ αυτό, σου λέω, έχουν αφεθεί οι αμαρτίες της οι πολλές, και αυτό φαίνεται από το ότι με αγάπησε πολύ· σ’ όποιον όμως λίγο αφήνεται, λίγο αγαπά». 48 Είπε τότε σ’ αυτήν: «Σου έχουν αφεθεί οι αμαρτίες». 49 Και εκείνοι που κάθονταν μαζί του για να φάνε άρχισαν να λένε μεταξύ τους: «Ποιος είναι αυτός που αφήνει και αμαρτίες;» 50 Είπε τότε προς τη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνη».
Κεφάλαιον 8
Οι γυναίκες που συνόδευαν τον Ιησού.
1 Και τότε, συνέβηκε στη συνέχεια αυτός να περιοδεύει από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό, κηρύττοντας και ευαγγελιζόμενος τη βασιλεία του Θεού. Και ήταν οι δώδεκα μαζί του, 2 και μερικές γυναίκες που ήταν θεραπευμένες από πνεύματα κακά και από ασθένειες, η Μαρία, που καλείται Μαγδαληνή, από την οποία είχαν εξέλθει εφτά δαιμόνια, 3 και η Ιωάννα, η γυναίκα του Χουζά, του επιτρόπου του Ηρώδη, και η Σουσάνα και άλλες πολλές, οι οποίες τους διακονούσαν από τα υπάρχοντά τους.
Η παραβολή του σπορέα
(Μτ. 13:1-9, Μκ. 4:1-9)
4 Και καθώς μαζευόταν πολύ πλήθος και πήγαιναν προς αυτόν από διάφορες πόλεις, τους είπε με παραβολή τα εξής: 5 «Εξήλθε ο σπορέας για να σπείρει το σπόρο του. Και ενώ αυτός έσπερνε, ένας σπόρος έπεσε δίπλα στην οδό και καταπατήθηκε, και τον κατάφαγαν τα πετεινά του ουρανού. 6 Και άλλος κατάπεσε πάνω στην πέτρα και, όταν φύτρωσε, ξεράθηκε, επειδή δεν είχε υγρασία. 7 Και άλλος έπεσε στο μέσο των αγκαθιών και, όταν τα αγκάθια φύτρωσαν μαζί του, τον απόπνιξαν. 8 Και άλλος έπεσε στη γη την αγαθή και, όταν φύτρωσε, έκανε καρπό εκατονταπλάσιο». Λέγοντας αυτά, φώναζε: «Όποιος έχει αυτιά για να ακούει ας ακούει».
Ο σκοπός των παραβολών
(Μτ. 13:10-17, Μκ. 4:10-12)
9 Τον ρωτούσαν λοιπόν οι μαθητές του τι μπορεί να σημαίνει αυτή η παραβολή. 10 Εκείνος είπε: «Σ’ εσάς έχει δοθεί να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, αλλά στους λοιπούς λέγονται με παραβολές, για να μη βλέπουν βλέποντας και να μην καταλαβαίνουν ακούγοντας».
Η εξήγηση της παραβολής του σπορέα
(Μτ. 13:18-23, Μκ. 4:13-20)
11 «Αυτή λοιπόν είναι η ερμηνεία της παραβολής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. 12 Οι σπόροι δίπλα στην οδό είναι εκείνοι που άκουσαν. Έπειτα έρχεται ο Διάβολος και αφαιρεί το λόγο από την καρδιά τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. 13 Εκείνοι που έπεσαν πάνω στην πέτρα είναι αυτοί που, όταν ακούσουν, με χαρά δέχονται το λόγο, αλλά αυτοί δεν έχουν ρίζα, οι οποίοι πιστεύουν πρόσκαιρα και απομακρύνονται σε καιρό πειρασμού. 14 Εκείνο όμως που έπεσε στα αγκάθια, αυτοί είναι όσοι άκουσαν, αλλά επειδή πορεύονται κάτω από τις μέριμνες και τον πλούτο και τις ηδονές του βίου, συμπνίγονται και δε φέρουν καρπό σε πλήρη ωριμότητα. 15 Εκείνο που έπεσε στην καλή γη είναι αυτοί οι οποίοι με καρδιά καλή και αγαθή, όταν ακούσουν το λόγο, τον κατέχουν και καρποφορούν με υπομονή».
Το φως κάτω από το σκεύος
(Μκ. 4:21-25)
16 «Κανείς, λοιπόν, όταν ανάψει λύχνο, δεν τον καλύπτει με σκεύος ή τον θέτει κάτω από το κρεβάτι, αλλά τον θέτει πάνω στο λυχνοστάτη, για να βλέπουν το φως όσοι μπαίνουν μέσα. 17 Γιατί δεν υπάρχει κρυφό που δε θα γίνει φανερό ούτε απόκρυφο που να μη γνωριστεί και να μην έρθει στο φανερό. 18 Προσέχετε λοιπόν πώς ακούτε. Γιατί σ’ όποιον έχει θα του δοθεί· αλλά σ’ όποιον δεν έχει, και αυτό που νομίζει ότι έχει θα αφαιρεθεί από αυτόν».
Η μητέρα και οι αδελφοί του Ιησού
(Μτ. 12:46-50, Μκ. 3:31-35)
19 Παρουσιάστηκαν τότε προς αυτόν η μητέρα του και οι αδελφοί του, αλλά δεν μπορούσαν να πάνε κοντά του εξαιτίας του πλήθους. 20 Του αναγγέλθηκε λοιπόν: «Η μητέρα σου και οι αδελφοί σου έχουν σταθεί έξω θέλοντας να σε δουν». 21 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε προς αυτούς: «Μητέρα μου και αδελφοί μου είναι αυτοί: όσοι ακούν και εφαρμόζουν το λόγο του Θεού».
Η κατάπαυση της τρικυμίας
(Μτ. 8:23-27, Μκ. 4:35-41)
22 Συνέβηκε, λοιπόν, σε μια από τις ημέρες εκείνες, τότε αυτός να μπει σε πλοίο όπως και οι μαθητές του και είπε προς αυτούς: «Ας περάσουμε αντίπερα στη λίμνη». Και ανοίχτηκαν στο πέλαγος. 23 Ενώ λοιπόν αυτοί έπλεαν, αποκοιμήθηκε. Και κατέβηκε λαίλαπα ανέμου στη λίμνη και συνέχιζαν να γεμίζουν με νερά και κινδύνευαν. 24 Πλησίασαν τότε και τον ξύπνησαν λέγοντας: «Επιστάτη, επιστάτη, χανόμαστε». Εκείνος, αφού σηκώθηκε, επιτίμησε τον άνεμο και την ταραχή του νερού· και έπαψαν και έγινε γαλήνη. 25 Τους είπε τότε: «Πού είναι η πίστη σας;» Φοβήθηκαν λοιπόν και θαύμασαν, λέγοντας ο ένας προς τον άλλο: «Ποιος άραγε είναι αυτός που και τους ανέμους διατάζει και το νερό, και αυτά τον υπακούνε;»
Η θεραπεία του δαιμονισμένου Γερασηνού
(Μτ. 8:28-34, Μκ. 5:1-20)
26 Και εισέπλευσαν στη χώρα των Γερασηνών, που είναι αντίπερα από τη Γαλιλαία. 27 Όταν λοιπόν αυτός εξήλθε στη ξηρά, τον συνάντησε κάποιος άντρας από την πόλη που είχε δαιμόνια. Και για αρκετό χρόνο δεν ντύθηκε ρούχο και δεν έμενε σε οικία αλλά στα μνήματα. 28 Όταν είδε λοιπόν τον Ιησού, έκραξε δυνατά και έπεσε μπροστά του και είπε με φωνή μεγάλη: «Τι σχέση έχουμε εγώ κι εσύ, Ιησού, Υιέ του Θεού του ύψιστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις» 29 – γιατί παράγγειλε στο πνεύμα το ακάθαρτο να εξέλθει από τον άνθρωπο. Επειδή από πολλά χρόνια το δαιμόνιο τον είχε αφαρπάξει, και τον έδεναν με αλυσίδες και τον φύλαγαν με ποδόδεσμα, και αυτός σπάζοντας τα δεσμά φερόταν από το δαιμόνιο στις ερήμους. 30 Τον επερώτησε τότε ο Ιησούς: «Τι όνομα έχεις;» Εκείνος είπε: «Λεγεώνα», γιατί πολλά δαιμόνια εισήλθαν σ’ αυτόν. 31 Και τον παρακαλούσαν να μην τα διατάξει να πάνε στην άβυσσο. 32 Ήταν τότε εκεί μια αγέλη αρκετών χοίρων που έβοσκε στο όρος. Και τον παρακάλεσαν να τα επιτρέψει να εισέλθουν σ’ εκείνους· και το επέτρεψε σ’ αυτά. 33 Αφού, λοιπόν, τα δαιμόνια εξήλθαν από τον άνθρωπο, εισήλθαν στους χοίρους, και όρμησε η αγέλη κάτω στο γκρεμό, στη λίμνη, και πνίγηκε. 34 Και όταν αυτοί που τους έβοσκαν είδαν το γεγονός, έφυγαν και το ανάγγειλαν στην πόλη και στους αγρούς. 35 Εξήλθαν, τότε, για να δουν το γεγονός, και ήρθαν προς τον Ιησού. Και βρήκαν τον άνθρωπο από τον οποίο εξήλθαν τα δαιμόνια να κάθεται ντυμένος και σώφρονας δίπλα στα πόδια του Ιησού, και φοβήθηκαν. 36 Εκείνοι που το είδαν ανάγγειλαν τότε σ’ αυτούς πώς σώθηκε ο δαιμονισμένος. 37 Και τότε τον παρακάλεσε όλο το πλήθος της περιοχής των Γερασηνών να φύγει από αυτούς, γιατί τους κατείχε μεγάλος φόβος. Και αυτός, αφού μπήκε σ’ ένα πλοίο, επέστρεψε. 38 Τον παρακαλούσε όμως ο άντρας από τον οποίο είχαν εξέλθει τα δαιμόνια να μένει μαζί του. Αλλά ο Ιησούς του είπε να φύγει, λέγοντας: 39 «Επίστρεφε στον οίκο σου και να διηγείσαι όσα σου έκανε ο Θεός». Και εκείνος έφυγε και πήγε σε όλη την πόλη, διακηρύττοντας όσα του έκανε ο Ιησούς.
Η θυγατέρα του Ιάιρου και η γυναίκα με την αιμορραγία
(Μτ. 9:18-26, Μκ. 5:21-43)
40 Ενώ λοιπόν επέστρεφε ο Ιησούς, τον υποδέχτηκε το πλήθος· γιατί όλοι τον προσδοκούσαν συνεχώς. 41 Και ιδού, ήρθε ένας άντρας που είχε το όνομα Ιάϊρος, και αυτός ήταν άρχοντας της συναγωγής. Και αφού έπεσε δίπλα στα πόδια του Ιησού, τον παρακαλούσε να εισέλθει στον οίκο του, 42 γιατί είχε μια θυγατέρα μονογενή, περίπου δώδεκα ετών, και αυτή πέθαινε. Ενώ λοιπόν αυτός πήγαινε, τα πλήθη τον συνέπνιγαν. 43 Και μια γυναίκα που είχε ροή αίματος από δώδεκα έτη, η οποία σε γιατρούς κατανάλωσε όλη την περιουσία της και δεν μπόρεσε από κανέναν να θεραπευτεί, 44 αφού πλησίασε από πίσω του, άγγιξε το κράσπεδο του ρούχου του και αμέσως σταμάτησε η ροή του αίματός της. 45 Και είπε ο Ιησούς: «Ποιος είναι αυτός που με άγγιξε;» Ενώ λοιπόν όλοι αρνούνταν, είπε ο Πέτρος: «Επιστάτη, τα πλήθη σε συμπιέζουν και σε συνθλίβουν». 46 Ο Ιησούς όμως είπε: «Με άγγιξε κάποιος, γιατί εγώ κατάλαβα ότι δύναμη έχει εξέλθει από εμένα». 47 Όταν είδε λοιπόν η γυναίκα ότι δε διέφυγε την προσοχή, τρέμοντας ήρθε και έπεσε μπροστά του και διηγήθηκε μπροστά σε όλο το λαό για ποια αιτία τον άγγιξε και πώς γιατρεύτηκε αμέσως. 48 Εκείνος της είπε: «Θυγατέρα μου, η πίστη σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνη». 49 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, έρχεται κάποιος από την οικία του αρχισυνάγωγου λέγοντας: «Η θυγατέρα σου έχει πεθάνει· μην ενοχλείς πια το δάσκαλο». 50 Αλλά ο Ιησούς, όταν άκουσε, του αποκρίθηκε: «Μη φοβάσαι, μόνο πίστεψε, και θα σωθεί». 51 Όταν ήρθε λοιπόν στην οικία, δεν άφησε κανέναν να εισέλθει μαζί του παρά μόνο τον Πέτρο και τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο και τον πατέρα του παιδιού και την μητέρα του. 52 Και όλοι έκλαιγαν και τη θρηνούσαν. Αυτός είπε: «Μην κλαίτε, γιατί δεν πέθανε αλλά κοιμάται». 53 Και τον περιγελούσαν, γιατί ήξεραν ότι πέθανε. 54 Αυτός, όμως, αφού κράτησε το χέρι της, φώναξε λέγοντας: «Κορίτσι, σήκω». 55 Και επέστρεψε το πνεύμα της και σηκώθηκε αμέσως, και ο Ιησούς διέταξε να της δώσουν να φάει. 56 Και έμειναν εκστατικοί οι γονείς της. Εκείνος τους παράγγειλε να μην πουν σε κανέναν το γεγονός.
Κεφάλαιον 9
Η αποστολή των δώδεκα
(Μτ. 10:5-15, Μκ. 6:7-13)
1 Αφού συγκάλεσε τότε τους δώδεκα, τους έδωσε δύναμη και εξουσία πάνω σ’ όλα τα δαιμόνια, και να θεραπεύουν τις νόσους, 2 και τους απέστειλε να κηρύττουν τη βασιλεία του Θεού και να γιατρεύουν τους ασθενείς, 3 και είπε προς αυτούς: «Τίποτα μην παίρνετε στην οδό, μήτε ράβδο μήτε σακίδιο μήτε άρτο μήτε χρήματα μήτε να έχετε από δύο πουκάμισα. 4 Και σ’ όποια οικία εισέλθετε, εκεί μένετε και από εκεί να εξέρχεστε. 5 Και σε όσους δε σας δέχονται, όταν εξέρχεστε από εκείνη την πόλη, αποτινάζετε τη σκόνη από τα πόδια σας ως μαρτυρία εναντίον τους». 6 Όταν εξέρχονταν, λοιπόν, περνούσαν από χωριό σε χωριό ευαγγελιζόμενοι και θεραπεύοντας παντού.
Η απορία του Ηρώδη
(Μτ. 14:1-12, Μκ. 6:14-29)
7 Άκουσε τότε ο Ηρώδης ο τετράρχης όλα αυτά που γίνονταν και απορούσε πολύ, επειδή μερικοί έλεγαν ότι ο Ιωάννης εγέρθηκε από τους νεκρούς 8 και μερικοί ότι φάνηκε ο Ηλίας, άλλοι πάλι ότι αναστήθηκε κάποιος προφήτης από τους αρχαίους. 9 Είπε τότε ο Ηρώδης: «Τον Ιωάννη εγώ τον αποκεφάλισα. Ποιος είναι λοιπόν αυτός για τον οποίο ακούω τέτοια πράγματα;» Και ζητούσε να τον δει.
Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων
(Μτ. 14:13-21, Μκ. 6:30-44, Ιν. 6:1-14)
10 Και όταν επέστρεψαν οι απόστολοι, του διηγήθηκαν όσα έκαναν. Και ο Ιησούς, αφού τους παράλαβε, αναχώρησε ιδιαιτέρως σε μια πόλη που καλείται Βηθσαϊδά. 11 Αλλά τα πλήθη, όταν το έμαθαν, τον ακολούθησαν. Και τους δέχτηκε και τους μιλούσε για τη βασιλεία του Θεού, και γιάτρευε όσους είχαν ανάγκη θεραπείας. 12 Η ημέρα όμως άρχισε να γέρνει· τον πλησίασαν τότε οι δώδεκα και του είπαν: «Απόλυσε το πλήθος, για να πορευτούν στα γύρω χωριά και στους αγρούς και να έχουν κατάλυμα και να βρουν τρόφιμα, γιατί εδώ είμαστε σε έρημο τόπο». 13 Είπε τότε προς αυτούς: «Δώστε τους εσείς να φάνε». Εκείνοι είπαν: «Δεν υπάρχουν σ’ εμάς περισσότερο από πέντε άρτους και δύο ψάρια, εκτός κι αν εμείς πορευτούμε να αγοράσουμε για όλο το λαό τούτο τροφές». 14 Γιατί ήταν περίπου πέντε χιλιάδες άντρες. Είπε τότε προς τους μαθητές του: «Βάλτε τους να κατακλιθούν σε ομάδες περίπου ανά πενήντα». 15 Και έκαναν έτσι και τους έβαλαν να κατακλιθούν όλους. 16 Αφού έλαβε τότε τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια, σήκωσε πάνω το βλέμμα του στον ουρανό και τα ευλόγησε και τα κατάκοψε με τα χέρια και έδινε στους μαθητές να τα παραθέσουν στο πλήθος. 17 Και έφαγαν και χόρτασαν όλοι, και σήκωσαν σε δώδεκα κοφίνια ό,τι περίσσεψε σ’ αυτούς από τα κομμάτια.
Η διακήρυξη του Πέτρου για τον Ιησού
(Μτ. 16:13-19, Μκ. 8:27-29)
18 Και συνέβηκε να είναι μαζί του και οι μαθητές, ενώ αυτός ήταν μόνος του και προσευχόταν. Και τους ρώτησε λέγοντας: «Ποιος με λένε τα πλήθη πως είμαι;» 19 Εκείνοι αποκρίθηκαν και είπαν: «Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, και άλλοι ο Ηλίας, άλλοι πάλι ότι αναστήθηκε κάποιος προφήτης από τους αρχαίους». 20 Είπε τότε σ’ αυτούς: «Κι εσείς ποιος λέτε πως είμαι;» Ο Πέτρος, λοιπόν, αποκρίθηκε και είπε: «Ο Χριστός του Θεού».
Ο Ιησούς προλέγει το θάνατο και την ανάστασή του
(Μτ. 16:20-28, Μκ. 8:30-9:1)
21 Εκείνος, αφού τους επιτίμησε, παράγγειλε σε κανέναν να μη λένε αυτό 22 και είπε ότι πρέπει ο Υιός του ανθρώπου να πάθει πολλά και να αποδοκιμαστεί από τους πρεσβυτέρους και τους αρχιερείς και τους γραμματείς και να σκοτωθεί, και την τρίτη ημέρα να εγερθεί. 23 Έλεγε λοιπόν προς όλους: «Αν κάποιος θέλει να έρχεται πίσω μου, ας αρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει το σταυρό του κάθε ημέρα και ας με ακολουθεί. 24 Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει. Όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου, αυτός θα τη σώσει. 25 Γιατί τι ωφελείται ο άνθρωπος αν κερδίσει όλο τον κόσμο, αλλά χάσει ή ζημιωθεί τον εαυτό του; 26 Γιατί όποιος ντραπεί εμένα και τους δικούς μου λόγους, γι’ αυτόν θα ντραπεί ο Υιός του ανθρώπου, όταν έρθει μέσα στη δόξα τη δική του και του Πατέρα του και των άγιων αγγέλων. 27 Σας λέω όμως αληθινά: είναι μερικοί που έχουν σταθεί εδώ οι οποίοι δε θα γευτούν θάνατο, ωσότου δουν τη βασιλεία του Θεού».
Η μεταμόρφωση του Ιησού
(Μτ. 17:1-8, Μκ. 9:2-8)
28 Και συνέβηκε μετά τα λόγια αυτά να περάσουν περίπου οχτώ ημέρες, και τότε παράλαβε τον Πέτρο και τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο και ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί. 29 Και ενώ αυτός προσευχόταν, έγινε η όψη του προσώπου του διαφορετική και ο ιματισμός του έγινε λευκός και αστραφτερός. 30 Και ιδού, δύο άντρες συνομιλούσαν με αυτόν, οι οποίοι ήταν ο Μωυσής και ο Ηλίας, 31 που εμφανίστηκαν με δόξα και έλεγαν για την έξοδό του από τον κόσμο, την οποία έμελλε να εκπληρώνει στην Ιερουσαλήμ. 32 Αλλά ο Πέτρος και όσοι ήταν μαζί του, κοιμούνταν με βαρύ ύπνο. Όταν όμως ξύπνησαν εντελώς, είδαν τη δόξα του και τους δύο άντρες που είχαν σταθεί μαζί του. 33 Και συνέβηκε, καθώς αυτοί χωρίζονταν από αυτόν, να πει ο Πέτρος προς τον Ιησού: «Επιστάτη, είναι καλό για μας εδώ να είμαστε· ας κάνουμε λοιπόν τρεις σκηνές, μία για σένα και μία για το Μωυσή και μία για τον Ηλία» – μην ξέροντας τι λέει. 34 Ενώ λοιπόν έλεγε αυτά, έγινε νεφέλη και τους επισκίαζε. Φοβήθηκαν, τότε, καθώς εισήλθαν στη νεφέλη. 35 Και μια φωνή έγινε από τη νεφέλη που έλεγε: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο εκλεγμένος, αυτόν να ακούτε». 36 Και καθώς έγινε η φωνή, βρέθηκε ο Ιησούς μόνος. Και αυτοί σώπασαν και σε κανέναν δεν ανάγγειλαν εκείνες τις ημέρες τίποτα απ’ όσα είχαν δει.
Η θεραπεία του παιδιού με το ακάθαρτο πνεύμα
(Μτ. 17:14-18, Μκ. 9:14-27)
37 Συνέβηκε, τότε, την επόμενη ημέρα, όταν αυτοί κατέβηκαν από το όρος, να τον συναντήσει πολύ πλήθος. 38 Και ιδού, ένας άντρας από το πλήθος φώναξε λέγοντας: «Δάσκαλε, σε παρακαλώ να επιβλέψεις στο γιο μου, γιατί μού είναι μονογενής. 39 Και ιδού, ένα πνεύμα τον καταλαμβάνει και ξαφνικά κράζει και τον σπαράζει με αφρό και αποχωρεί με δυσκολία από αυτόν, αφού τον συντρίβει. 40 Και παρακάλεσα τους μαθητές σου να το βγάλουν, αλλά δεν μπόρεσαν». 41 Ο Ιησούς, τότε, αποκρίθηκε και είπε: «Ω γενιά άπιστη και διεστραμμένη, ως πότε θα είμαι κοντά σας και θα σας ανέχομαι; Οδήγησε προς τα εδώ το γιο σου». 42 Και ενώ αυτός πλησίαζε ακόμη, τον έριξε κάτω το δαιμόνιο και τον σπάραξε δυνατά. Επιτίμησε τότε ο Ιησούς το πνεύμα το ακάθαρτο και γιάτρεψε το παιδί και το απόδωσε στον πατέρα του. 43 Και εκπλήσσονταν όλοι για τη μεγαλειότητα του Θεού.
Ο Ιησούς προλέγει ξανά το θάνατο και την ανάστασή του
(Μτ. 17:22-23, Μκ. 9:30-32)
Ενώ λοιπόν όλοι θαύμαζαν για όλα όσα έκανε, είπε προς τους μαθητές του: 44 «Βάλτε εσείς στ’ αυτιά σας τα λόγια αυτά: πράγματι, ο Υιός του ανθρώπου μέλλει να παραδίνεται σε χέρια ανθρώπων». 45 Εκείνοι δεν καταλάβαιναν αυτόν το λόγο και ήταν καλυμμένος γι’ αυτούς, για να μην τον κατανοήσουν. Και φοβούνταν να τον ρωτήσουν για το λόγο αυτό.
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος
(Μτ. 18:1-5, Μκ. 9:33-37)
46 Εισήλθε κάποτε μια σκέψη σ’ αυτούς: το ποιος από αυτούς θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος. 47 Ο Ιησούς, τότε, επειδή ήξερε το διαλογισμό της καρδιάς τους, αφού πήρε ένα παιδί, το έστησε δίπλα του 48 και τους είπε: «Όποιος δεχτεί τούτο το παιδί στο όνομά μου δέχεται εμένα. Και όποιος δεχτεί εμένα δέχεται αυτόν που με απέστειλε. Γιατί όποιος είναι μικρότερος μεταξύ όλων σας, αυτός είναι μεγάλος».
«Όποιος δεν είναι εναντίον σας είναι με το μέρος σας»
(Μκ. 9:38-40)
49 Αποκρίθηκε τότε ο Ιωάννης και του είπε: «Επιστάτη, είδαμε κάποιον να βγάζει δαιμόνια στο όνομά σου και τον εμποδίζαμε, γιατί δεν ακολουθεί μαζί μας». 50 Είπε όμως προς αυτόν ο Ιησούς: «Μην τον εμποδίζετε· επειδή όποιος δεν είναι εναντίον σας είναι με το μέρος σας».
Οι αφιλόξενοι Σαμαρείτες
51 Συνέβηκε λοιπόν, ενώ συμπληρώνονταν οι ημέρες της αναλήψεώς του, τότε αυτός να πάρει τη σταθερή απόφαση να πορευτεί στην Ιερουσαλήμ. 52 Και απέστειλε αγγελιοφόρους πριν από το πρόσωπό του. Και αυτοί πορεύτηκαν και εισήλθαν σ’ ένα χωριό Σαμαρειτών, ώστε να του ετοιμάσουν κατάλυμα. 53 Αλλά δεν τον δέχτηκαν, γιατί το πρόσωπό του πορευόταν στην Ιερουσαλήμ. 54 Όταν το είδαν τότε οι μαθητές Ιάκωβος και Ιωάννης, είπαν: «Κύριε, θέλεις να πούμε να κατεβεί φωτιά από τον ουρανό και να τους αφανίσει [όπως και ο Ηλίας έκανε];» 55 Στράφηκε τότε και τους επιτίμησε [και είπε: «Δεν ξέρετε ποιανού πνεύματος είστε εσείς. 56 Γιατί ο Υιός του ανθρώπου δεν ήρθε, για να καταστρέψει ψυχές ανθρώπων, αλλά για να σώσει»]. Και πορεύτηκαν σε άλλο χωριό.
Προϋποθέσεις της μαθητείας
(Μτ. 8:19-22)
57 Και ενώ αυτοί βάδιζαν στο δρόμο, είπε κάποιος προς αυτόν: «Θα σε ακολουθήσω όπου κι αν πηγαίνεις». 58 Και ο Ιησούς του είπε: «Οι αλεπούδες έχουν φωλιές και τα πετεινά του ουρανού προσωρινές κατοικίες, αλλά ο Υιός του ανθρώπου δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι του». 59 Είπε πάλι προς άλλον: «Ακολούθα με». Εκείνος του είπε: «Κύριε, επίτρεψέ μου να πάω πρώτα να θάψω τον πατέρα μου». 60 Του είπε τότε: «Άφησε τους νεκρούς να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς, εσύ όμως να πας και να αναγγέλλεις τη βασιλεία του Θεού». 61 Είπε πάλι και άλλος: «Θα σε ακολουθήσω, Κύριε· αλλά πρώτα επίτρεψέ μου να αποχαιρετήσω αυτούς που είναι στον οίκο μου». 62 Είπε όμως προς αυτόν ο Ιησούς: «Κανείς που έβαλε το χέρι πάνω σε άροτρο και βλέπει προς τα πίσω δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία του Θεού».
Κεφάλαιον 10
Η αποστολή των εβδομήντα [δύο]
1 Μετά λοιπόν από αυτά, ο Κύριος ανάδειξε άλλους εβδομήντα [δύο], και τους απέστειλε ανά δύο-δύο μπροστά από το πρόσωπό του σε κάθε πόλη και τόπο όπου έμελλε αυτός να έρχεται. 2 Έλεγε τότε προς αυτούς: «Αφενός ο θερισμός είναι πολύς, αφετέρου οι εργάτες λίγοι. Παρακαλέστε, λοιπόν, στον Κύριο του θερισμού, για να βγάλει εργάτες στο θερισμό του. 3 Πηγαίνετε· ιδού, σας αποστέλλω σαν αρνιά στο μέσο λύκων. 4 Μη βαστάτε πορτοφόλι, μήτε σακίδιο, μήτε υποδήματα, και κανέναν μη χαιρετήσετε στο δρόμο. 5 Και σ’ όποια οικία εισέλθετε, πρώτα λέτε: “Ειρήνη στον οίκο τούτο”. 6 Και αν εκεί είναι γιος ειρήνης, θα επαναπαυτεί πάνω του η ειρήνη σας. Ειδεμή, βέβαια, πάνω σας θα ξαναγυρίσει. 7 Σ’ αυτή λοιπόν την οικία μένετε τρώγοντας και πίνοντας τα φαγητά από αυτούς· γιατί ο εργάτης είναι άξιος του μισθού του. Μην πηγαίνετε από οικία σε οικία. 8 Και σ’ όποια πόλη εισέρχεστε και σας δέχονται, τρώτε αυτά που σας παραθέτουν 9 και θεραπεύετε τους ασθενείς μέσα σ’ αυτήν και να τους λέτε: “Έχει πλησιάσει σ’ εσάς η βασιλεία του Θεού”. 10 Αλλά σ’ όποια πόλη εισέλθετε και δε σας δέχονται, αφού εξέλθετε στις λεωφόρους της, πείτε: 11 “Και τη σκόνη που μας κολλήθηκε από την πόλη σας στα πόδια την τινάζουμε σ’ εσάς. Όμως αυτό να γνωρίζετε: ότι έχει πλησιάσει η βασιλεία του Θεού”. 12 Σας λέω ότι για τα Σόδομα κατά την ημέρα εκείνη της κρίσης θα υπάρχει περισσότερη ανεκτικότητα παρά για την πόλη εκείνη».
Αλίμονο στις αμετανόητες πόλεις
(Μτ. 11:20-24)
13 «Αλίμονο σ’ εσένα, Χοραζίν· αλίμονο σ’ εσένα, Βηθσαϊδά. Γιατί αν μέσα στην Τύρο και στη Σιδώνα γίνονταν οι θαυματουργικές δυνάμεις που έγιναν σ’ εσάς, θα είχαν μετανοήσει από πολύ καιρό καθισμένοι με σάκο και στάχτη. 14 Όμως για την Τύρο και για τη Σιδώνα θα υπάρχει περισσότερη ανεκτικότητα κατά την κρίση παρά για σας. 15 Κι εσύ Καπερναούμ, μήπως ως τον ουρανό θα υψωθείς; Ως τον άδη θα κατεβείς! 16 Όποιος ακούει εσάς ακούει εμένα· και όποιος απορρίπτει εσάς απορρίπτει εμένα. Και όποιος απορρίπτει εμένα, απορρίπτει αυτόν που με απέστειλε».
Η επιστροφή των εβδομήντα [δύο]
17 Επέστρεψαν, λοιπόν, οι εβδομήντα [δύο] με χαρά, λέγοντας: «Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσονται σ’ εμάς στο όνομά σου». 18 Είπε τότε σ’ αυτούς: «Έβλεπα το Σατανά που έπεσε σαν αστραπή από τον ουρανό. 19 Ιδού, σας έχω δώσει την εξουσία να πατάτε πάνω σε φίδια και σε σκορπιούς, και πάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού, και τίποτα δε θα σας βλάψει. 20 Όμως γι’ αυτό να μη χαίρετε, επειδή τα πνεύματα σας υποτάσσονται, αλλά να χαίρετε επειδή τα ονόματά σας έχουν εγγραφεί στους ουρανούς».
Η αγαλλίαση του Ιησού
(Μτ. 11:25-27, 13:16-17)
21 Αυτήν την ώρα ο Ιησούς αγαλλίασε στο Πνεύμα το Άγιο και είπε: «Ομολογώ τη δόξα σου, Πατέρα, Κύριε του ουρανού και της γης, γιατί απέκρυψες αυτά από σοφούς και συνετούς και τα αποκάλυψες σε νήπια. Ναι, Πατέρα, γιατί έτσι ευαρεστήθηκες. 22 Όλα μου παραδόθηκαν από τον Πατέρα μου, και κανείς δε γνωρίζει ποιος είναι ο Υιός παρά μόνο ο Πατέρας, και ποιος είναι ο Πατέρας παρά μόνο ο Υιός και αυτός στον οποίο θέλει ο Υιός να τον αποκαλύψει». 23 Και αφού στράφηκε προς τους μαθητές του ιδιαιτέρως, είπε: «Μακάριοι οι οφθαλμοί που βλέπουν αυτά που βλέπετε. 24 Γιατί σας λέω ότι πολλοί προφήτες και βασιλιάδες θέλησαν να δουν αυτά που εσείς βλέπετε, αλλά δεν τα είδαν· και να ακούσουν αυτά που ακούτε, αλλά δεν τα άκουσαν».
Ο καλός Σαμαρείτης
25 Και ιδού, κάποιος νομικός σηκώθηκε, για να τον πειράζει δοκιμάζοντάς τον δυνατά, λέγοντας: «Δάσκαλε, τι να κάνω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;» 26 Εκείνος είπε προς αυτόν: «Μέσα στο νόμο τι είναι γραμμένο; Πώς διαβάζεις;» 27 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Να αγαπήσεις Κύριο το Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου και με όλη την ισχύ σου και με όλη τη διάνοιά σου, και τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». 28 Του είπε τότε: «Ορθά αποκρίθηκες· αυτό κάνε και θα ζήσεις». 29 Εκείνος, θέλοντας να δικαιώσει τον εαυτό του, είπε προς τον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου;» 30 Έλαβε το λόγο ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ και περιέπεσε σε ληστές, οι οποίοι και τον έγδυσαν και τον πλήγωσαν και έφυγαν, αφού τον άφησαν μισοπεθαμένο. 31 Κατά σύμπτωση, τότε, κάποιος ιερέας κατέβαινε στην οδό εκείνη, αλλά, όταν τον είδε, πέρασε απέναντι. 32 Όμοια τότε κι ένας Λευίτης, όταν ήρθε στον τόπο εκείνο και είδε, πέρασε απέναντι. 33 Κάποιος όμως Σαμαρείτης που οδοιπορούσε ήρθε προς αυτόν και, όταν τον είδε, τον σπλαχνίστηκε. 34 Και αφού τον πλησίασε, περιέδεσε τα τραύματά του, χύνοντας πάνω τους λάδι και κρασί και, αφού τον ανέβασε πάνω στο δικό του ζώο, τον έφερε σε πανδοχείο και τον φρόντισε. 35 Και την αυριανή ημέρα έβγαλε και έδωσε δύο δηνάρια στον πανδοχέα και του είπε: “Φρόντισέ τον, και ό,τι δαπανήσεις επιπλέον, εγώ, μόλις ξανάρθω, θα σου το αποδώσω”. 36 Ποιος από αυτούς τους τρεις νομίζεις ότι έχει γίνει πλησίον σ’ αυτόν που έπεσε μέσα στους ληστές;» 37 Αυτός είπε: «Εκείνος που έκανε το έλεος σ’ αυτόν». Του είπε τότε ο Ιησούς: «Πήγαινε και κάνε κι εσύ ομοίως».
Επίσκεψη στην οικία της Μάρθας και της Μαρίας
38 Καθώς λοιπόν αυτοί προχωρούσαν, αυτός εισήλθε σε κάποιο χωριό. Κάποια γυναίκα, τότε, με το όνομα Μάρθα, τον υποδέχτηκε. 39 Και αυτή είχε μια αδελφή που την καλούσαν Μαριάμ, η οποία και κάθισε κοντά στα πόδια του Κυρίου και άκουγε το λόγο του. 40 Αλλά η Μάρθα ήταν απασχολημένη με πολλή διακονία. Στάθηκε τότε από πάνω και είπε: «Κύριε, δε σε μέλει που η αδελφή μου με εγκατέλειψε μόνη να διακονώ; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει». 41 Αποκρίθηκε τότε ο Κύριος και της είπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και θορυβείσαι για πολλά, 42 ενώ για ένα πράγμα υπάρχει ανάγκη. Η Μαριάμ, πράγματι, διάλεξε την αγαθή μερίδα, που δε θα της αφαιρεθεί».
Κεφάλαιον 11
Διδασκαλία για την προσευχή
(Μτ. 6:9-15, 7:7-11)
1 Και συνέβηκε, ενώ προσευχόταν σε κάποιον τόπο, μόλις έπαψε, να πει κάποιος από τους μαθητές του προς αυτόν: «Κύριε, δίδαξέ μας να προσευχόμαστε, καθώς και ο Ιωάννης δίδαξε στους μαθητές του». 2 Τους είπε τότε: «Όταν προσεύχεστε, λέγετε: “Πατέρα, ας αγιαστεί το όνομά σου· ας έρθει η βασιλεία σου. 3 Τον άρτο μας της ερχόμενης ημέρας δίνε μας καθημερινά. 4 Και άφησε από εμάς τις αμαρτίες μας, γιατί και εμείς οι ίδιοι αφήνουμε από καθέναν που μας οφείλει. Και μη μας φέρεις μέσα σε πειρασμό”». 5 Και είπε προς αυτούς: «Ποιος από εσάς θα έχει ένα φίλο και αν θα πορευτεί προς αυτόν μεσάνυχτα και του πει: “Φίλε, δάνεισέ μου τρεις άρτους, 6 επειδή ένας φίλος μου παρουσιάστηκε από το δρόμο προς εμένα και δεν έχω τι να του παραθέσω για φαγητό”, 7 τότε εκείνος από μέσα θα αποκριθεί και θα του πει: “Μη με ενοχλείς. Ήδη η θύρα είναι κλεισμένη και τα παιδιά μου μαζί μου είναι στο κρεβάτι. Δε δύναμαι να σηκωθώ και να σου δώσω”. 8 Σας λέω, αν και δεν του δώσει, αφού σηκωθεί, επειδή είναι φίλος του, βεβαίως όμως για την αναίδειά του θα σηκωθεί και θα του δώσει όσα χρειάζεται. 9 Κι εγώ σας λέω: ζητάτε και θα σας δοθεί, ερευνάτε και θα βρείτε, κρούετε και θα σας ανοιχτεί. 10 Γιατί καθένας που ζητά λαβαίνει και όποιος ερευνά βρίσκει και σ’ όποιον κρούει θα του ανοιχτεί. 11 Και σε ποιον από εσάς ο γιος θα ζητήσει από τον πατέρα του ψάρι, και αντί για ψάρι θα του δώσει φίδι; 12 Ή και αν ζητήσει αυγό, θα του δώσει σκορπιό; 13 Αν λοιπόν εσείς που είστε κακοί, ξέρετε να δίνετε στα παιδιά σας δοσίματα αγαθά, πόσο μάλλον ο Πατέρας που είναι από τον ουρανό θα δώσει Πνεύμα Άγιο σε όσους του ζητούν!»
Ο Ιησούς και ο Βεελζεβούλ
(Μτ. 12:22-30, Μκ. 3:20-27)
14 Και κάποτε έβγαζε ένα δαιμόνιο· και αυτό ήταν κωφάλαλο. Συνέβηκε, λοιπόν, όταν εξήλθε το δαιμόνιο, να μιλήσει ο κωφάλαλος και θαύμασαν τα πλήθη. 15 Αλλά μερικοί από αυτούς είπαν: «Μέσω του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων, βγάζει τα δαιμόνια». 16 Και άλλοι, για να τον πειράζουν, ζητούσαν από αυτόν κάποιο σημείο από τον ουρανό. 17 Αυτός, όμως, επειδή ήξερε τα διανοήματά τους, τους είπε: «Κάθε βασιλεία, όταν διαμεριστεί κατά του εαυτού της, ερημώνεται· και πέφτει ο οίκος που στρέφεται κατά του εαυτού του. 18 Αν λοιπόν και ο Σατανάς διαμερίστηκε κατά του εαυτού του, πώς θα σταθεί ή βασιλεία του; Γιατί λέτε ότι μέσω του Βεελζεβούλ βγάζω τα δαιμόνια. 19 Και αν εγώ μέσω του Βεελζεβούλ βγάζω τα δαιμόνια, οι πνευματικοί γιοι σας μέσω ποιανού τα βγάζουν; Γι’ αυτό, αυτοί θα είναι κριτές σας. 20 Αν όμως με δάχτυλο Θεού εγώ βγάζω τα δαιμόνια, άρα έφτασε σ’ εσάς η βασιλεία του Θεού. 21 Όταν ο ισχυρός άντρας φυλάει τη δική του αυλή πλήρως οπλισμένος, είναι σε ειρήνη τα υπάρχοντά του. 22 Όταν όμως ένας ισχυρότερος από αυτόν επέλθει και τον νικήσει, αφαιρεί την πανοπλία του πάνω στην οποία είχε πεποίθηση και διαμοιράζει τα λάφυρά του. 23 Όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου, και όποιος δε συνάζει μαζί μου σκορπίζει».
Η επιστροφή του ακάθαρτου πνεύματος
(Μτ. 12:43-45)
24 «Όταν το ακάθαρτο πνεύμα εξέλθει από τον άνθρωπο, περνά μέσα από άνυδρους τόπους, ζητώντας ανάπαυση και, επειδή δε βρίσκει, τότε λέει: “Θα επιστρέψω στον οίκο μου απ’ όπου εξήλθα”. 25 Και όταν έρθει, τον βρίσκει σκουπισμένο και κοσμημένο. 26 Τότε πορεύεται και παραλαβαίνει άλλα εφτά πνεύματα χειρότερα από τον εαυτό του και, αφού εισέλθουν, κατοικούν εκεί. Και γίνεται η τελευταία κατάσταση εκείνου του ανθρώπου χειρότερη από την πρώτη».
Η αληθινή μακαριότητα
27 Συνέβηκε, λοιπόν, ενώ αυτός έλεγε αυτά, να υψώσει τη φωνή της κάποια γυναίκα από το πλήθος και του είπε: «Μακάρια η κοιλιά που σε βάσταξε και οι μαστοί που θήλασες». 28 Και αυτός είπε: «Βεβαίως, αλλά μάλλον είναι μακάριοι εκείνοι που ακούν το λόγο του Θεού και τον φυλάγουν».
Ζητούν σημείο
(Μτ. 12:38-42, Μκ. 8:12)
29 Και όταν τα πλήθη συναθροίζονταν, άρχισε να λέει: «Η γενιά αυτή είναι γενιά κακή· σημείο ζητά, αλλά σημείο δε θα της δοθεί παρά μόνο το σημείο του Ιωνά. 30 Γιατί καθώς ο Ιωνάς έγινε σημείο για τους Νινευίτες, έτσι θα είναι και ο Υιός του ανθρώπου για τη γενιά αυτή. 31 Η βασίλισσα του νότου θα εγερθεί κατά την κρίση μαζί με τους άντρες αυτής της γενιάς και θα τους κατακρίνει, γιατί ήρθε από τα πέρατα της γης, για να ακούσει τη σοφία του Σολομώντα, και ιδού, περισσότερο του Σολομώντα είναι εδώ. 32 Άντρες Νινευίτες θα αναστηθούν κατά την κρίση μαζί με αυτήν τη γενιά και θα την κατακρίνουν· γιατί μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά, και ιδού, περισσότερο του Ιωνά είναι εδώ».
Το φως του σώματος
(Μτ. 5:15, 6:22-23, Μκ. 4:21)
33 «Κανείς, όταν ανάψει λύχνο, δεν τον θέτει σε κρύπτη ούτε κάτω από το μόδι, αλλά πάνω στο λυχνοστάτη, για να βλέπουν το φως εκείνοι που μπαίνουν. 34 Ο λύχνος του σώματος είναι ο οφθαλμός σου. Όταν ο οφθαλμός σου είναι γενναιόδωρος, τότε όλο το σώμα σου είναι φωτεινό· όταν όμως είναι φιλάργυρος, τότε το σώμα σου είναι σκοτεινό. 35 Πρόσεχε, λοιπόν, να μην είναι σκοτάδι το φως που βρίσκεται μέσα σου. 36 Αν λοιπόν το σώμα σου όλο είναι φωτεινό, μην έχοντας κάποιο μέρος σκοτεινό, θα είναι φωτεινό όλο όπως όταν σε φωτίζει ο λύχνος με τη λάμψη του».
Ο Ιησούς κατακρίνει τους Φαρισαίους και τους νομικούς
(Μτ. 23:1-36, Μκ. 12:38-40, Λκ. 20:45-47)
37 Μόλις τότε μίλησε, τον παρακαλεί ένας Φαρισαίος να γευματίσει μαζί του. Και όταν εισήλθε, κάθισε, για να φάει. 38 Ο Φαρισαίος, τότε, όταν το είδε, θαύμασε, γιατί πρώτα δεν πλύθηκε πριν από το γεύμα. 39 Είπε λοιπόν ο Κύριος προς αυτόν: «Τώρα εσείς οι Φαρισαίοι καθαρίζετε το απέξω του ποτηριού και του πιάτου, αλλά το από μέσα σας είναι γεμάτο αρπαγή και κακία. 40 Άφρονες, εκείνος που έκανε το απέξω δεν έκανε και το από μέσα; 41 Όμως, όσα είναι μέσα δώστε τα ελεημοσύνη, και ιδού, όλα θα είναι καθαρά για σας. 42 Αλλά αλίμονο σ’ εσάς τους Φαρισαίους, γιατί δίνετε τα δέκατα το δυόσμο και το πήγανο και κάθε λάχανο, και παρέρχεστε τη δίκαιη κρίση και την αγάπη του Θεού. Αυτά λοιπόν έπρεπε να κάνετε, κι εκείνα να μην τα παραμελείτε. 43 Αλίμονο σ’ εσάς τους Φαρισαίους, γιατί αγαπάτε την πρωτοκαθεδρία στις συναγωγές και τους χαιρετισμούς στις αγορές. 44 Αλίμονο σ’ εσάς, γιατί είστε σαν τα μνήματα τα αφανέρωτα, και οι άνθρωποι που περπατούν επάνω τους δεν το ξέρουν». 45 Πήρε το λόγο τότε κάποιος από τους νομικούς και του λέει: «Δάσκαλε, λέγοντας αυτά, βρίζεις κι εμάς». 46 Εκείνος είπε: «Και σ’ εσάς τους νομικούς αλίμονο, γιατί φορτώνετε τους ανθρώπους με φορτία δυσβάστακτα, και οι ίδιοι ούτε με ένα από τα δάχτυλά σας δεν αγγίζετε τα φορτία. 47 Αλίμονο σ’ εσάς, γιατί οικοδομείτε τα μνήματα των προφητών, ενώ οι πατέρες σας τους σκότωσαν. 48 Άρα είστε μάρτυρες και συμφωνείτε με τα έργα των πατέρων σας, γιατί αφενός αυτοί τους σκότωσαν, αφετέρου εσείς οικοδομείτε. 49 Γι’ αυτό και η σοφία του Θεού είπε: “Θα αποστείλω σ’ αυτούς προφήτες και αποστόλους, και από αυτούς μερικούς θα σκοτώσουν και θα καταδιώξουν”, 50 για να ζητηθεί το αίμα όλων των προφητών που έχει χυθεί από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου, από τη γενιά αυτή: 51 από το αίμα του Άβελ ως το αίμα του Ζαχαρία, που σκοτώθηκε μεταξύ του θυσιαστηρίου και του οίκου του Θεού. Ναι, σας λέω, θα ζητηθεί από τη γενιά αυτή. 52 Αλίμονο σ’ εσάς τους νομικούς, γιατί αφαιρέσατε το κλειδί της γνώσης. Οι ίδιοι δεν εισήλθατε και εκείνους που θέλουν να εισέλθουν τους εμποδίσατε». 53 Και όταν αυτός εξήλθε από εκεί, άρχισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι να τον πιέζουν φοβερά και να του ζητούν να απαντήσει πρόχειρα για πολλά πράγματα, 54 ενεδρεύοντάς τον, για να αρπάξουν κάτι από το στόμα του.
Κεφάλαιον 12
Προειδοποίηση εναντίον της υποκρισίας
1 Στο μεταξύ, αφού συνάχτηκαν στο ίδιο μέρος οι μυριάδες του πλήθους, ώστε να καταπατούν ο ένας τον άλλο, άρχισε να λέει προς τους μαθητές του πρώτα: «Προσέχετε τους εαυτούς σας από το προζύμι των Φαρισαίων, που είναι υποκρισία. 2 Κανένα λοιπόν συγκαλυμμένο δεν υπάρχει που δε θα αποκαλυφτεί και κρυφό που δε θα γνωριστεί. 3 Συνεπώς, όσα είπατε στο σκοτάδι θα ακουστούν στο φως, και ό,τι μιλήσατε στο αυτί μέσα στα απόμερα δωμάτια θα κηρυχτεί επάνω από τα δώματα».
«Ποιον να φοβάστε»
(Μτ. 10:28-31)
4 «Λέω λοιπόν σ’ εσάς τους φίλους μου: μη φοβηθείτε από αυτούς που σκοτώνουν το σώμα και μετά από αυτά δεν έχουν κάτι περισσότερο να κάνουν. 5 Αλλά θα σας υποδείξω ποιον να φοβηθείτε: να φοβηθείτε αυτόν που μετά τη θανάτωση έχει εξουσία να σας ρίξει στη γέεννα. Ναι, σας λέω, αυτόν να φοβηθείτε. 6 Πέντε σπουργίτια δεν πουλιούνται για δύο ασσάρια; Και όμως ένα από αυτά δεν είναι λησμονημένο μπροστά στο Θεό. 7 Αλλά και οι τρίχες της κεφαλής σας έχουν όλες αριθμηθεί. Μη φοβάστε· από πολλά σπουργίτια διαφέρετε».
Να ομολογούμε το Χριστό στους ανθρώπους
(Μτ. 10:32-33, 12:32, 10:19-20)
8 «Λέω λοιπόν σ’ εσάς: καθέναν που με ομολογήσει ζώντας μέσα σ’ εμένα μπροστά στους ανθρώπους, και ο Υιός του ανθρώπου θα τον ομολογήσει ζώντας μέσα σ’ αυτόν μπροστά στους αγγέλους του Θεού. 9 Αυτός όμως που με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους θα τον απαρνηθώ μπροστά στους αγγέλους του Θεού. 10 Και σε καθέναν που θα πει λόγο ενάντια στον Υιό του ανθρώπου θα του αφεθεί. Σ’ εκείνον όμως που βλαστήμησε ενάντια στο Άγιο Πνεύμα δεν θα του αφεθεί. 11 Όταν λοιπόν σας φέρουν μέσα στις συναγωγές και απέναντι στις αρχές και στις εξουσίες, μη μεριμνήσετε πώς ή τι θα απολογηθείτε ή τι θα πείτε. 12 Γιατί το Άγιο Πνεύμα θα σας διδάξει κατ’ αυτήν την ώρα όσα πρέπει να πείτε».
Η παραβολή του άφρονα πλουσίου
13 Είπε τότε κάποιος από το πλήθος σ’ αυτόν: «Δάσκαλε, πες στον αδελφό μου να μοιραστεί μαζί μου την κληρονομιά». 14 Εκείνος του είπε: «Άνθρωπε, ποιος με κατάστησε κριτή ή διανεμητή επάνω σας;» 15 Και είπε προς αυτούς: «Προσέχετε και φυλάγεστε από κάθε πλεονεξία, γιατί, όταν έχει κάποιος περίσσια, η ζωή του δεν προέρχεται από τα υπάρχοντά του». 16 Είπε μάλιστα μια παραβολή προς αυτούς, λέγοντας: «Κάποιου πλούσιου ανθρώπου κάρπισαν τα χωράφια με ευφορία. 17 Και διαλογιζόταν μέσα του, λέγοντας: “Τι να κάνω, επειδή δεν έχω πού να συνάξω τους καρπούς μου”; 18 Και είπε: “Αυτό θα κάνω: θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα οικοδομήσω μεγαλύτερες και θα συνάξω εκεί όλο το σιτάρι και τα αγαθά μου, 19 και θα πω στην ψυχή μου: ‘ Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά που κείτονται για έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πιες, ευφραίνου’.” 20 Είπε τότε σ’ αυτόν ο Θεός: “Άφρονα, αυτήν τη νύκτα απαιτούν την ψυχή σου από εσένα· και αυτά που ετοίμασες ποιανού θα είναι”; 21 Έτσι γίνεται σ’ όποιον θησαυρίζει για τον εαυτό του και δεν πλουτίζει για το Θεό».
Μέριμνες και άγχος
(Μτ. 6:25-34, 19-21)
22 Είπε λοιπόν προς τους μαθητές του: «Γι’ αυτό σας λέω: μη μεριμνάτε για τη ζωή σας τι θα φάτε, μήτε για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. 23 Γιατί η ζωή είναι πιο πολύ από την τροφή και το σώμα από το ένδυμα. 24 Κατανοήστε παρατηρώντας τους κόρακες, γιατί δε σπέρνουν ούτε θερίζουν, οι οποίοι δεν έχουν κελάρι ούτε αποθήκη, και όμως ο Θεός τούς τρέφει. Πόσο περισσότερο εσείς διαφέρετε από τα πετεινά! 25 Και ποιος από εσάς μεριμνώντας δύναται στο ανάστημά του να προσθέσει έναν πήχη; 26 Αν λοιπόν ούτε το ελάχιστο δε δύναστε, για τα υπόλοιπα τι μεριμνάτε; 27 Παρατηρήστε τα κρίνα πώς αυξάνουν: δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν. Σας λέω, όμως, ούτε ο Σολομώντας με όλη τη δόξα του δεν ντύθηκε όπως ένα από αυτά. 28 Αν λοιπόν το χορτάρι, που είναι σήμερα στον αγρό και αύριο ρίχνεται στο φούρνο, ο Θεός έτσι το ντύνει, πόσο περισσότερο θα ντύσει εσάς ολιγόπιστοι! 29 Και εσείς μη ζητάτε τι θα φάτε και τι θα πιείτε και μην είστε μετέωροι από ανησυχία. 30 Γιατί όλα αυτά, τα επιζητούν τα έθνη του κόσμου· αλλά ο δικός σας Πατέρας ξέρει ότι έχετε ανάγκη από αυτά. 31 Όμως, ζητάτε τη βασιλεία του και αυτά θα προστεθούν σ’ εσάς. 32 Μη φοβάσαι, μικρό ποίμνιο, γιατί ευαρεστήθηκε ο Πατέρας σας να δώσει σ’ εσάς τη βασιλεία. 33 Πουλήστε τα υπάρχοντά σας και δώστε τα ελεημοσύνη. Κάντε στους εαυτούς σας πορτοφόλια που δεν παλιώνουν, θησαυρό ανεξάντλητο στους ουρανούς, όπου κλέφτης δεν τον πλησιάζει ούτε σκόρος τον φθείρει. 34 Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας».
Άγρυπνοι υπηρέτες
(Μτ. 24:45-51)
35 «Ας είναι η μέση σας περιζωσμένη και οι λύχνοι σας να καίνε. 36 Και εσείς να είστε όμοιοι με ανθρώπους που περιμένουν το δικό τους κύριο πότε αυτός θα γυρίσει από τους γάμους, ώστε, όταν έρθει και κρούσει, αμέσως να του ανοίξουν. 37 Μακάριοι οι δούλοι εκείνοι, τους οποίους, όταν έρθει ο κύριος, θα τους βρει να αγρυπνούν. Αλήθεια σας λέω ότι θα περιζωστεί την ποδιά του και θα τους καθίσει στο τραπέζι και, αφού έρθει κοντά τους, θα τους διακονήσει. 38 Κι αν στη δεύτερη κι αν στην τρίτη φρουρά της νύχτας έρθει και τους βρει έτσι, εκείνοι είναι μακάριοι. 39 Και ας γνωρίζετε αυτό: ότι αν ήξερε ο οικοδεσπότης ποια ώρα έρχεται ο κλέφτης, δε θα άφηνε να διαρρήξουν τον οίκο του. 40 Κι εσείς να είστε έτοιμοι, γιατί την ώρα που δε νομίζετε έρχεται ο Υιός του ανθρώπου». 41 Είπε τότε ο Πέτρος: «Κύριε, προς εμάς λες αυτήν την παραβολή ή και προς όλους;» 42 Και είπε ο Κύριος: «Ποιος άραγε είναι ο πιστός οικονόμος, ο φρόνιμος, τον οποίο θα καταστήσει ο κύριος επιστάτη πάνω στο υπηρετικό προσωπικό του, για να τους δίνει στον κατάλληλο καιρό το καθορισμένο ποσό της τροφής τους; 43 Μακάριος ο δούλος εκείνος που ο κύριός του θα τον βρει να κάνει έτσι, όταν έρθει. 44 Αλήθεια σας λέω ότι θα τον καταστήσει επιστάτη πάνω σε όλα τα υπάρχοντά του. 45 Αν όμως ο δούλος εκείνος πει μέσα στην καρδιά του: “Αργεί να έρχεται ο κύριός μου”, και αρχίσει να χτυπά τους δούλους και τις δούλες, και να τρώει και να πίνει και να μεθάει, 46 θα έρθει ο κύριος του δούλου εκείνου την ημέρα που δεν προσδοκά και την ώρα που δε γνωρίζει, και θα τον κόψει στα δύο και το μερίδιό του θα το θέσει μαζί με τους άπιστους. 47 Εκείνος ο δούλος, λοιπόν, που γνώρισε το θέλημα του κυρίου του και δεν ετοίμασε ή δεν έκανε σύμφωνα με το θέλημά του θα δαρθεί με πολλά χτυπήματα. 48 Όποιος όμως δεν το γνώρισε, αλλά έκανε άξια χτυπημάτων, θα δαρθεί με λίγα. Και σε καθέναν που δόθηκε πολύ, πολύ θα ζητηθεί από αυτόν, και σ’ όποιον παράθεσαν πολύ, περισσότερο θα του ζητήσουν».
Η φωτιά του Ιησού Χριστού
(Μτ. 10:34-36)
49 «Φωτιά ήρθα να ρίξω πάνω στη γη, και πώς θέλω ήδη να είχε ανάψει! 50 Και βάφτισμα έχω να βαφτιστώ, και πώς πιέζομαι ωσότου τελεστεί! 51 Νομίζετε ότι παρουσιάστηκα, για να δώσω ειρήνη στη γη; Όχι, σας λέω, αλλά μάλλον χωρισμό. 52 Γιατί πέντε θα είναι χωρισμένοι από τώρα μέσα σ’ έναν οίκο, τρεις εναντίον δύο, και δύο εναντίον τριών: 53 Θα χωριστούν πατέρας ενάντια σε γιο και γιος ενάντια σε πατέρα, μητέρα ενάντια στη θυγατέρα και θυγατέρα ενάντια στη μητέρα, πεθερά ενάντια στη νύφη της και νύφη ενάντια στην πεθερά».
Τα σημεία των καιρών
(Μτ. 16:2-3)
54 Έλεγε τότε και στα πλήθη: «Όταν δείτε τη νεφέλη να ανεβαίνει από τα δυτικά, αμέσως λέτε ότι έρχεται βροχή, και γίνεται έτσι. 55 Και όταν πνέει νοτιάς, λέτε ότι θα είναι καύσωνας, και γίνεται. 56 Υποκριτές, την όψη της γης και του ουρανού ξέρετε να δοκιμάζετε και να κρίνετε, τον καιρό όμως τούτο πώς δεν ξέρετε να δοκιμάζετε και να κρίνετε;»
Συμβιβασμός με τον αντίδικο
(Μτ. 5:25-26)
57 «Γιατί λοιπόν και από μόνοι σας δεν κρίνετε το δίκαιο; 58 Γιατί καθώς πηγαίνεις στον άρχοντα μαζί με τον αντίδικό σου, προσπάθησε να απαλλαχτείς από αυτόν ενώ είσαι στο δρόμο, μην τυχόν σε σύρει βίαια προς τον κριτή, και ο κριτής σε παραδώσει στον εισπράκτορα, και ο δεσμοφύλακας σε ρίξει στη φυλακή. 59 Σου λέω, δε θα εξέλθεις από εκεί, ωσότου αποδώσεις και το τελευταίο λεπτό».
Κεφάλαιον 13
Μετανοείτε ή θα χαθείτε.
1 Παρουσιάστηκαν τότε μερικοί κατ’ αυτόν τον καιρό, αναγγέλλοντάς του για τους Γαλιλαίους των οποίων το αίμα ο Πιλάτος ανάμειξε μαζί με τις θυσίες τους. 2 Και εκείνος αποκρίθηκε και τους είπε: «Νομίζετε ότι αυτοί οι Γαλιλαίοι έγιναν αμαρτωλοί περισσότερο από όλους τους Γαλιλαίους, επειδή έχουν πάθει αυτά; 3 Όχι, σας λέω, αλλά αν δε μετανοείτε, όλοι όμοια θα χαθείτε. 4 Ή εκείνοι οι δεκαοχτώ, πάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος στο Σιλωάμ και τους σκότωσε, νομίζετε ότι αυτοί έγιναν οφειλέτες από αμαρτίες περισσότερο από όλους τους ανθρώπους που κατοικούν στην Ιερουσαλήμ; 5 Όχι, σας λέω, αλλά αν δε μετανοείτε, όλοι παρόμοια θα χαθείτε».
Η παραβολή της άκαρπης συκιάς
6 Έλεγε μάλιστα αυτήν την παραβολή: «Κάποιος είχε φυτεμένη μια συκιά στον αμπελώνα του, και ήρθε ζητώντας καρπό σ’ αυτήν, αλλά δε βρήκε. 7 Είπε τότε προς τον αμπελουργό: “Ιδού, τρία έτη είναι αφότου έρχομαι, ζητώντας καρπό από αυτήν τη συκιά, και δε βρίσκω. Κόψε την εντελώς, λοιπόν· γιατί και τη γη να αχρηστεύει”; 8 Εκείνος αποκρίθηκε και του λέει: “Κύριε, άφησέ την και τούτο το έτος, ωσότου σκάψω γύρω της και βάλω κοπριά, 9 κι αν βέβαια κάνει καρπό στο μέλλον, καλώς· ειδεμή, βεβαίως, να την κόψεις εντελώς”».
Η θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας
10 Και δίδασκε συνεχώς σε μια από τις συναγωγές το Σάββατο. 11 Και ιδού μια γυναίκα που είχε πνεύμα ασθένειας για δεκαοχτώ έτη και ήταν σκυμμένη και δεν μπορούσε να σηκωθεί καθόλου. 12 Όταν την είδε λοιπόν ο Ιησούς, φώναξε προς αυτήν και της είπε: «Γυναίκα, έχεις ελευθερωθεί από την ασθένειά σου» 13 – και επέθεσε σ’ αυτήν τα χέρια. Και αμέσως ανορθώθηκε και δόξαζε το Θεό. 14 Αποκρίθηκε τότε ο αρχισυνάγωγος, αγανακτώντας επειδή το Σάββατο θεράπευσε ο Ιησούς, και έλεγε στο πλήθος: «Έξι ημέρες είναι κατά τις οποίες πρέπει να εργάζεται κανείς. Σ’ αυτές λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεστε και όχι την ημέρα του Σαββάτου». 15 Του αποκρίθηκε τότε ο Κύριος και είπε: «Υποκριτές, καθένας σας το Σάββατο δε λύνει το βόδι του ή τον όνο από τη φάτνη και δεν το οδηγεί και το ποτίζει; 16 Και αυτή που είναι θυγατέρα του Αβραάμ, την οποία έδεσε ο Σατανάς, ιδού, δεκαοχτώ έτη, δεν έπρεπε να λυθεί από τούτο το δεσμό την ημέρα του Σαββάτου;» 17 Και όταν αυτός έλεγε αυτά, καταντροπιάζονταν όλοι οι αντίθετοί του, και όλο το πλήθος έχαιρε για όλα τα ένδοξα που γίνονταν από αυτόν.
Οι παραβολές του κόκκου του σιναπιού και του προζυμιού
(Μτ. 13:31-33, Μκ. 4:30-32)
18 Έλεγε λοιπόν: «Με τι είναι όμοια η βασιλεία του Θεού και με τι να την παρομοιάσω; 19 Είναι όμοια με κόκκο σιναπιού, που έλαβε ένας άνθρωπος και τον έριξε στον κήπο του, και αυξήθηκε και έγινε δέντρο, και τα πετεινά του ουρανού φώλιασαν μέσα στα κλαδιά του». 20 Και πάλι είπε: «Με τι να παρομοιάσω τη βασιλεία του Θεού; 21 Είναι όμοια με προζύμι, που έλαβε μια γυναίκα και το έκρυψε μέσα σε είκοσι πέντε κιλά αλεύρι, ωσότου ζυμώθηκε όλο».
Η στενή θύρα
(Μτ. 7:13-14, 21-23)
22 Και πορευόταν διαμέσου πόλεων και χωριών, διδάσκοντας και κάνοντας πορεία προς τα Ιεροσόλυμα. 23 Του είπε τότε κάποιος: «Κύριε, είναι άραγε λίγοι αυτοί που σώζονται;» Εκείνος είπε προς αυτούς: 24 «Αγωνίζεστε να εισέλθετε από τη στενή θύρα, γιατί πολλοί, σας λέω, θα ζητήσουν να εισέλθουν και δε θα μπορέσουν. 25 Αφότου εγερθεί ο οικοδεσπότης και κλείσει τη θύρα και αρχίσετε να στέκεστε έξω και να κρούετε τη θύρα, λέγοντας: “Κύριε, άνοιξέ μας”, τότε θα αποκριθεί και θα σας πει: “Δεν ξέρω εσάς από πού είστε”. 26 Τότε θα αρχίσετε να λέτε: “Φάγαμε μπροστά σου και ήπιαμε και δίδαξες στις πλατείες μας”. 27 Αλλά θα πει, λέγοντάς σας: “Δεν ξέρω εσάς από πού είστε· σταθείτε μακριά από εμένα όλοι οι εργάτες της αδικίας”. 28 Εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών, όταν δείτε τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ και όλους τους προφήτες μέσα στη βασιλεία του Θεού, ενώ εσάς να σας βγάζουν έξω. 29 Και θα έρθουν από ανατολικά και δυτικά και από βορρά και νότο και θα καθίσουν, για να φάνε μέσα στη βασιλεία του Θεού. 30 Και ιδού, είναι τελευταίοι που θα είναι πρώτοι, και είναι πρώτοι που θα είναι τελευταίοι».
Θρήνος για την Ιερουσαλήμ
(Μτ. 23:37-39)
31 Αυτήν την ώρα πλησίασαν μερικοί Φαρισαίοι, λέγοντάς του: «Βγες και πήγαινε μακριά από εδώ, γιατί ο Ηρώδης θέλει να σε σκοτώσει». 32 Και είπε σ’ αυτούς: «Πηγαίνετε και πείτε σ’ αυτήν την αλεπού: “Ιδού, βγάζω δαιμόνια και αποπερατώνω γιατρειές σήμερα και αύριο, και την τρίτη ημέρα τελειώνω”. 33 Όμως εγώ πρέπει να πορεύομαι σήμερα και αύριο και την επόμενη ημέρα, γιατί δεν είναι ενδεχόμενο να σκοτωθεί προφήτης έξω από την Ιερουσαλήμ. 34 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους απεσταλμένους προς αυτήν – πόσες φορές θέλησα να συνάξω στο ίδιο μέρος τα τέκνα σου με τον τρόπο που η όρνιθα συνάζει τους δικούς της νεοσσούς κάτω από τις φτερούγες της, αλλά δεν το θελήσατε. 35 Ιδού, αφήνεται σ’ εσάς ο οίκος σας έρημος. Και σας λέω, δε θα με δείτε, ωσότου θα έχει έρθει η ώρα που θα πείτε: Ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Κυρίου».
Κεφάλαιον 14
Η θεραπεία του υδρωπικού
1 Και όταν αυτός ήρθε στον οίκο κάποιου από τους άρχοντες των Φαρισαίων το Σάββατο, για να φάει άρτο, τότε αυτοί τον παρατηρούσαν συνεχώς. 2 Και ιδού, κάποιος άνθρωπος ήταν υδρωπικός μπροστά του. 3 Και έλαβε το λόγο ο Ιησούς και είπε προς τους νομικούς και τους Φαρισαίους: «Επιτρέπεται το Σάββατο να θεραπεύσει κανείς ή όχι;» 4 Εκείνοι σώπασαν. Και τότε, αφού τον έπιασε, τον γιάτρεψε και τον άφησε να φύγει. 5 Και είπε προς αυτούς: «Ποιανού από εσάς ο γιος ή το βόδι θα πέσει σε πηγάδι, και αμέσως δε θα τον ανασύρει την ημέρα του Σαββάτου;» 6 Και δεν μπόρεσαν να αποκριθούν ενάντια προς αυτά.
Μαθήματα στον οικοδεσπότη και στους καλεσμένους
7 Έλεγε μάλιστα προς τους καλεσμένους μια παραβολή, επειδή πρόσεχε πώς διάλεγαν τα πρώτα καθίσματα, λέγοντας προς αυτούς: 8 «Όταν κληθείς από κάποιον σε γάμους, μην καθίσεις στο πρώτο κάθισμα, μην τυχόν είναι καλεσμένος από αυτόν κάποιος πιο επίσημος από εσένα, 9 και έρθει αυτός που κάλεσε εσένα και αυτόν και σου πει: “Δώσε θέση σε τούτον”. Και τότε θα αρχίσεις να κατέχεις με ντροπή την τελευταία θέση. 10 Αλλά όταν κληθείς, πήγαινε και ξάπλωσε στην τελευταία θέση, ώστε, όταν έρθει αυτός που σε έχει καλέσει, να σου πει: “Φίλε, ανέβα παραπάνω”. Τότε θα δοξαστείς μπροστά σε όλους αυτούς που είναι ξαπλωμένοι, για να φάνε μαζί σου. 11 Γιατί καθένας που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, και όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί». 12 Έλεγε ακόμα και σ’ αυτόν που τον είχε καλέσει: «Όταν κάνεις γεύμα ή δείπνο, μη φωνάζεις τους φίλους σου μήτε τους αδελφούς σου μήτε τους συγγενείς σου μήτε πλούσιους γείτονες, μην τυχόν και αυτοί σε καλέσουν αντίστοιχα και σου γίνει ανταπόδοση. 13 Αλλά όταν κάνεις υποδοχή, να καλείς φτωχούς, ανάπηρους, χωλούς, τυφλούς. 14 Και θα είσαι μακάριος, επειδή δεν έχουν να σου ανταποδώσουν, γιατί θα σου ανταποδοθεί κατά την ανάσταση των δικαίων».
Η παραβολή του μεγάλου δείπνου
(Μτ. 22:1-10)
15 Όταν, λοιπόν, κάποιος από αυτούς που ήταν ξαπλωμένοι μαζί του για να φάνε άκουσε αυτά, του είπε: «Μακάριος όποιος φάει άρτο μέσα στη βασιλεία του Θεού». 16 Εκείνος του είπε: «Κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο δείπνο, και κάλεσε πολλούς 17 και απέστειλε το δούλο του την ώρα του δείπνου να πει στους καλεσμένους: “Ελάτε, γιατί ήδη είναι [όλα] έτοιμα”. 18 Και άρχισαν με μια γνώμη όλοι να παραιτούνται από την πρόσκληση με δικαιολογίες. Ο πρώτος τού είπε: “Αγόρασα έναν αγρό και έχω ανάγκη να εξέλθω να τον δω· σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο που θ’ απουσιάσω”. 19 Και άλλος είπε: “Αγόρασα πέντε ζεύγη βοδιών και πηγαίνω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, θεώρησέ με δικαιολογημένο που θ’ απουσιάσω”. 20 Και άλλος είπε: “Γυναίκα νυμφεύτηκα και γι’ αυτό δε δύναμαι να έρθω”. 21 Και παρουσιάστηκε ο δούλος και ανάγγειλε αυτά στον κύριό του. Τότε οργίστηκε ο οικοδεσπότης και είπε στο δούλο του: “Έξελθε γρήγορα στις πλατείες και στα δρομάκια της πόλης και εισάγαγε εδώ τους φτωχούς και τους ανάπηρους και τους τυφλούς και τους χωλούς”. 22 Και είπε ο δούλος: “Κύριε, έχει γίνει αυτό που διέταξες, και ακόμα υπάρχει τόπος αδειανός”. 23 Και ο Κύριος είπε προς το δούλο: “Έξελθε στις οδούς και στους φράχτες και ανάγκασέ τους να εισέλθουν, για να γεμίσει ο οίκος μου. 24 Γιατί σας λέω ότι κανείς από εκείνους τους άντρες που ήταν καλεσμένοι δε θα γευτεί το δείπνο μου”».
Το κόστος της μαθητείας
(Μτ. 10:37-38)
25 Πορεύονταν μαζί του λοιπόν πλήθη πολλά και, αφού στράφηκε, είπε προς αυτούς: 26 «Αν κάποιος έρχεται προς εμένα και δε μισεί το δικό του τον πατέρα και τη μητέρα και τη γυναίκα και τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές και ακόμα και τη δική του την ψυχή, δεν δύναται να είναι μαθητής μου. 27 Όποιος δε βαστάζει το δικό του το σταυρό και έρχεται πίσω μου δεν δύναται να είναι μαθητής μου. 28 Γιατί, ποιος από εσάς, όταν θέλει να οικοδομήσει έναν πύργο, αφού καθίσει, δε λογαριάζει πρώτα τη δαπάνη, για να δει αν έχει χρήματα για την αποτελείωση του έργου; 29 Μην τυχόν συμβεί, αν αυτός θέσει θεμέλιο και αν δεν μπορεί να εκτελέσει το έργο, όλοι όσοι τον βλέπουν να αρχίσουν να τον εμπαίζουν, 30 λέγοντας ότι αυτός ο άνθρωπος άρχισε να οικοδομεί και δεν μπόρεσε να το εκτελέσει. 31 Ή ποιος βασιλιάς, όταν πορεύεται, για να συγκρουστεί σε πόλεμο με άλλο βασιλιά, αφού καθίσει, δε θα σκεφτεί πρώτα αν είναι αρκετά δυνατός με δέκα χιλιάδες στρατιώτες να αντιμετωπίσει αυτόν που έρχεται με είκοσι χιλιάδες εναντίον του; 32 Ειδεμή, βέβαια, ενώ αυτός είναι ακόμα μακριά, αφού αποστείλει πρεσβεία, ρωτά τους όρους προς ειρήνη. 33 Έτσι, λοιπόν, καθένας από εσάς που δεν απαρνιέται όλα τα δικά του υπάρχοντα δε δύναται να είναι μαθητής μου».
Άνοστο αλάτι
(Μτ. 5:13, Μκ. 9:50)
34 «Καλό λοιπόν είναι το αλάτι· αν όμως και το αλάτι αλλοιωθεί, με τι θα αρτυστεί; 35 Ούτε για τη γη ούτε για την κοπριά είναι κατάλληλο, έξω το πετούν. Όποιος έχει αυτιά για να ακούει ας ακούει».
Κεφάλαιον 15
Η παραβολή του χαμένου προβάτου
(Μτ. 18:12-14)
1 Τον πλησίαζαν λοιπόν συνεχώς όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί, για να τον ακούνε. 2 Και οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς γόγγυζαν πολύ, λέγοντας ότι αυτός δέχεται κοντά του αμαρτωλούς και τρώει μαζί τους. 3 Είπε τότε προς αυτούς αυτήν την παραβολή: 4 «Ποιος άνθρωπος από εσάς, που αν έχει εκατό πρόβατα και χάσει ένα από αυτά, δεν εγκαταλείπει τα ενενήντα εννιά στην έρημο και δεν πηγαίνει προς το χαμένο, ωσότου να το βρει; 5 Και όταν το βρει, το θέτει πάνω στους ώμους του χαίροντας 6 και, αφού έρθει στον οίκο του, συγκαλεί τους φίλους και τους γείτονες, λέγοντάς τους: “Συγχαρείτε με, γιατί βρήκα το πρόβατό μου το χαμένο”. 7 Σας λέω ότι έτσι θα γίνει χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί παρά για ενενήντα εννιά δίκαιους οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας».
Η παραβολή της χαμένης δραχμής
8 «Ή ποια γυναίκα που έχει δέκα δραχμές, αν χάσει μία δραχμή, δεν ανάβει λύχνο και δε σαρώνει την οικία της και δεν τη ζητά επιμελώς, ωσότου να τη βρει; 9 Και όταν τη βρει, συγκαλεί τις φίλες και τις γειτόνισσες, λέγοντας: “Συγχαρείτε με, γιατί βρήκα τη δραχμή που έχασα”. 10 Έτσι, σας λέω, γίνεται χαρά μπροστά στους αγγέλους του Θεού για έναν αμαρτωλό που μετανοεί».
Η παραβολή του άσωτου γιου
11 Είπε τότε: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. 12 Και ο νεότερος από αυτούς είπε στον πατέρα του: “Πατέρα, δώσε μου το μέρος της περιουσίας που μου ανήκει”. Εκείνος διαίρεσε σ’ αυτούς την περιουσία. 13 Και μετά από όχι πολλές ημέρες, αφού τα σύναξε όλα ο νεότερος γιος, αποδήμησε σε χώρα μακρινή και εκεί διασκόρπισε την περιουσία του ζώντας άσωτα. 14 Και όταν αυτός τα δαπάνησε όλα, έγινε ισχυρός λιμός στη χώρα εκείνη, και αυτός άρχισε να στερείται. 15 Και τότε πήγε και προσκολλήθηκε σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, και τον έστειλε στους αγρούς του να βόσκει χοίρους. 16 Και αυτός επιθυμούσε να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, και κανείς δεν του έδινε. 17 Τότε συνήλθε στον εαυτό του και είπε: “Σε πόσους μισθωτούς του πατέρα μου περισσεύουν άρτοι, ενώ εδώ εγώ χάνομαι από λιμό. 18 Αφού σηκωθώ, θα πορευτώ προς τον πατέρα μου και θα του πω: ‘Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, 19 δεν είμαι άξιος πια να ονομαστώ γιος σου· κάνε με όπως έναν από τους μισθωτούς σου’”. 20 Και σηκώθηκε και ήρθε προς το δικό του πατέρα. Ενώ λοιπόν αυτός απείχε ακόμα μακριά, τον είδε ο πατέρας του και τον σπλαχνίστηκε και, αφού έτρεξε, έπεσε πάνω στον τράχηλό του και τον καταφίλησε. 21 Του είπε τότε ο γιος: “Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, δεν είμαι άξιος πια να ονομαστώ γιος σου”. 22 Είπε όμως ο πατέρας προς τους δούλους του: “Γρήγορα, φέρτε έξω την πρώτη στολή και ντύστε τον, και δώστε δαχτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια, 23 και φέρτε το καλοθρεμμένο μοσχάρι, σφάξτε το, και να φάμε να ευφρανθούμε, 24 γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και ξανάζησε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”. Και άρχισαν να ευφραίνονται. 25 Ο γιος του ο πρεσβύτερος ήταν τότε στον αγρό. Και καθώς ερχόταν και πλησίασε στην οικία, άκουσε συμφωνίες οργάνων και χορούς 26 και, αφού προσκάλεσε έναν από τους δούλους, ζητούσε να μάθει τι σήμαιναν αυτά. 27 Εκείνος του είπε: “Ο αδελφός σου έχει έρθει, και έσφαξε ο πατέρας σου το μοσχάρι το καλοθρεμμένο, γιατί τον έλαβε πίσω υγιή”. 28 Αυτός τότε οργίστηκε και δεν ήθελε να εισέλθει, αλλά ο πατέρας του εξήλθε και τον παρακαλούσε να μπει μέσα. 29 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε στον πατέρα του: “Ιδού, τόσα έτη σε υπηρετώ σαν δούλος και ποτέ δεν παράβηκα εντολή σου, αλλά σ’ εμένα ποτέ δεν έδωσες ένα κατσίκι, για να ευφρανθώ μαζί με τους φίλους μου. 30 Όταν όμως αυτός ο γιος σου ήρθε, που σου κατάφαγε το βιος μαζί με πόρνες, έσφαξες γι’ αυτόν το καλοθρεμμένο μοσχάρι”! 31 Εκείνος του είπε: “Παιδί μου, εσύ πάντοτε είσαι μαζί μου, και όλα τα δικά μου είναι δικά σου. 32 Έπρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός και έζησε, και χαμένος και βρέθηκε”».
Κεφάλαιον 16
Η παραβολή του άδικου οικονόμου
1 Έλεγε μάλιστα και προς τους μαθητές: «Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, που είχε οικονόμο, και αυτός κατηγορήθηκε σε αυτόν πως διασκορπίζει τα υπάρχοντά του. 2 Και αφού τον φώναξε, του είπε: “Γιατί ακούω αυτό για σένα; Απόδωσε το λογαριασμό της οικονομίας σου, γιατί δε δύνασαι πια να είσαι οικονόμος”. 3 Είπε τότε μέσα του ο οικονόμος: “Τι να κάνω, επειδή ο κύριός μου αφαιρεί την οικονομία από εμένα; Να σκάβω δεν μπορώ, να ζητιανεύω ντρέπομαι. 4 Κατάλαβα τι θα κάνω, για να με δεχτούν στους οίκους τους, όταν μετατεθώ από την οικονομία”. 5 Και αφού προσκάλεσε καθέναν ξεχωριστά τους χρεοφειλέτες του δικού του κυρίου, έλεγε στον πρώτο: “Πόσο οφείλεις στον κύριό μου”; 6 Αυτός είπε: “Εκατό βάτους λάδι”. Εκείνος του είπε: “Δέξου τα γραμμάτιά σου και κάθισε γρήγορα και γράψε πενήντα”. 7 Έπειτα σ’ έναν άλλο είπε: “Κι εσύ πόσο οφείλεις”; Αυτός είπε: “Εκατό κόρους σιτάρι”. Λέει σ’ αυτόν: “Δέξου τα γραμμάτιά σου και γράψε ογδόντα”. 8 Και επαίνεσε ο κύριος τον άδικο οικονόμο, γιατί έκανε φρόνιμα. Γιατί οι γιοι του αιώνα τούτου είναι φρονιμότεροι από τους γιους του φωτός στη δική τους γενιά. 9 Και εγώ σας λέω: κάντε φίλους για τους εαυτούς σας από το Μαμμωνά της αδικίας, για να σας δεχτούν στις αιώνιες σκηνές όταν αυτός εκλείψει. 10 Ο πιστός στο ελάχιστο είναι πιστός και στο πολύ, και ο άδικος στο ελάχιστο είναι άδικος και στο πολύ. 11 Αν λοιπόν δε γίνατε πιστοί με τον άδικο Μαμμωνά, τον αληθινό πλούτο ποιος θα σας εμπιστευτεί; 12 Και αν με το ξένο δε γίνατε πιστοί, το δικό σας ποιος θα σας το δώσει; 13 Κανείς υπηρέτης δε δύναται να υπηρετεί ως δούλος σε δύο κυρίους. Γιατί ή τον ένα θα μισήσει και τον άλλο θα αγαπήσει, ή στον ένα θα προσκολληθεί και τον άλλο θα καταφρονήσει. Δε δύναστε να υπηρετείτε ως δούλοι στο Θεό και στο Μαμωνά».
Ο νόμος και η βασιλεία του Θεού
(Μτ. 11:12-13)
14 Άκουγαν τότε όλα αυτά οι Φαρισαίοι, που ήταν φιλάργυροι, και τον περιγελούσαν. 15 Και είπε σ’ αυτούς: «Εσείς είστε που δικαιώνετε τους εαυτούς σας μπροστά στους ανθρώπους, αλλά ο Θεός γνωρίζει τις καρδιές σας. Γιατί το υψηλό μεταξύ των ανθρώπων είναι βδέλυγμα μπροστά στο Θεό. 16 Ο νόμος και οι προφήτες ήταν μέχρι τον Ιωάννη· από τότε η βασιλεία του Θεού ευαγγελίζεται και καθένας θέλει να μπει σ’ αυτή με τη βία. 17 Ευκολότερο όμως είναι να παρέλθουν ο ουρανός και η γη παρά να πέσει μια κεραία του νόμου. 18 Καθένας που αποδιώχνει τη γυναίκα του και νυμφεύεται άλλη μοιχεύει, και αυτός που νυμφεύεται αποδιωγμένη από άντρα μοιχεύει».
Ο πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος
19 «Κάποιος άνθρωπος, λοιπόν, ήταν πλούσιος, και ντυνόταν με πορφύρα και εκλεκτό λινό και ευφραινόταν κάθε ημέρα λαμπρά. 20 Ενώ κάποιος φτωχός με το όνομα Λάζαρος ήταν ριγμένος μπροστά στην πύλη του, έχοντας έλκη, 21 και επιθυμούσε να χορτάσει από αυτά που έπεφταν από το τραπέζι του πλούσιου. Αλλά και τα σκυλιά έρχονταν και έγλειφαν πάνω στα έλκη του. 22 Συνέβηκε λοιπόν να πεθάνει ο φτωχός και να μεταφερθεί από τους αγγέλους στην αγκαλιά του Αβραάμ. Πέθανε κατόπιν και ο πλούσιος και τάφηκε. 23 Και μέσα στον άδη σήκωσε τα μάτια του, ενώ βρισκόταν σε βάσανα, και βλέπει τον Αβραάμ από μακριά και το Λάζαρο μέσα στην αγκαλιά του. 24 Και τότε αυτός φώναξε και είπε: “Πατέρα Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε το Λάζαρο να βουτήξει το άκρο του δαχτύλου του στο νερό και να δροσίσει τη γλώσσα μου, γιατί πονώ υπερβολικά μέσα στη φλόγα αυτή”. 25 Είπε τότε ο Αβραάμ: “Τέκνο μου, θυμήσου ότι απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά· τώρα όμως εδώ παρηγοριέται, ενώ εσύ πονάς υπερβολικά. 26 Και επιπλέον σε όλα αυτά, ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ εσάς είναι στηριγμένο μεγάλο χάσμα, ώστε εκείνοι που θέλουν να διαβούν από εδώ προς εσάς να μη δύνανται να το κάνουν, μήτε από εκεί προς εμάς να διαπερνούν”. 27 Είπε τότε: “Σε παρακαλώ, λοιπόν, πατέρα, να τον στείλεις στον οίκο του πατέρα μου, 28 γιατί έχω πέντε αδελφούς, για να τα διαβεβαιώνει σ’ αυτούς, ώστε να μην έρθουν και αυτοί στον τόπο τούτο του βασάνου”. 29 Λέει λοιπόν ο Αβραάμ: “Έχουν το Μωυσή και τους προφήτες· ας ακούσουν αυτούς”. 30 Εκείνος είπε: “Όχι, πατέρα Αβραάμ, αλλά αν κάποιος από τους νεκρούς πορευτεί προς αυτούς, θα μετανοήσουν”. 31 Είπε όμως σ’ αυτόν: “Αν δεν ακούν το Μωυσή και τους προφήτες, ούτε αν κάποιος από τους νεκρούς αναστηθεί θα πειστούν”».
Κεφάλαιον 17
Λόγοι του Ιησού
(Μτ. 18:6-7, 21-22, Μκ. 9:42)
1 Είπε μάλιστα προς τους μαθητές του: «Αδύνατο είναι το να μην έρθουν τα σκάνδαλα, όμως αλίμονο σ’ αυτόν μέσω του οποίου έρχεται. 2 Είναι προτιμότερο γι’ αυτόν αν μυλόπετρα τοποθετηθεί γύρω από τον τράχηλό του και ριχτεί στη θάλασσα παρά να σκανδαλίσει έναν από τους μικρούς αυτούς. 3 Προσέχετε τους εαυτούς σας. Αν αμαρτήσει ο αδελφός σου, επιτίμησέ τον, και αν μετανοήσει, άφησέ του. 4 Και αν εφτά φορές την ημέρα αμαρτήσει σ’ εσένα και εφτά φορές επιστρέψει προς εσένα, λέγοντας: “Μετανοώ”, να του αφήσεις». 5 Και τότε είπαν οι απόστολοι στον Κύριο: «Πρόσθεσέ μας πίστη». 6 Είπε όμως ο Κύριος: «Αν έχετε πίστη σαν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε στη συκαμινιά αυτή: “ Ξεριζώσου και φυτέψου μέσα στη θάλασσα” – και θα σας υπάκουε». 7 «Ποιος λοιπόν από εσάς, αν έχει δούλο που οργώνει ή βόσκει, όταν αυτός εισέλθει στην οικία από τον αγρό, θα του πει: “Αμέσως πέρασε και ξάπλωσε, για να φας”; 8 Αλλά αντίθετα δε θα του πει: “Ετοίμασε τι να δειπνήσω και ζώσου γύρω την ποδιά να με διακονείς, ωσότου φάω και πιω, και μετά από αυτά θα φας και θα πιεις εσύ”; 9 Μήπως έχει χάρη στο δούλο, επειδή έκανε αυτά που τον διέταξε; 10 Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε όλα αυτά που σας διέταξαν, να λέτε: “Δούλοι άχρηστοι είμαστε· αυτό που οφείλαμε να κάνουμε έχουμε κάνει”».
Ο καθαρισμός των δέκα λεπρών
11 Και καθώς πορευόταν στην Ιερουσαλήμ, συνέβηκε αυτός να περνά τότε διαμέσου της Σαμάρειας και της Γαλιλαίας. 12 Και ενώ αυτός εισερχόταν σε κάποιο χωριό, τον συνάντησαν δέκα λεπροί άντρες, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά. 13 Και αυτοί ύψωσαν τη φωνή τους, λέγοντας: «Ιησού επιστάτη, ελέησέ μας». 14 Και όταν είδε, τους είπε: «Πάτε και επιδείξτε τους εαυτούς σας στους ιερείς». Και ενώ αυτοί πήγαιναν, συνέβηκε να καθαριστούν. 15 Ένας τότε από αυτούς, όταν είδε ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε δοξάζοντας το Θεό με φωνή μεγάλη, 16 και έπεσε με το πρόσωπο δίπλα στα πόδια του ευχαριστώντας τον· και αυτός ήταν Σαμαρείτης. 17 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε: «Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Αλλά οι εννιά πού είναι; 18 Δε βρέθηκαν να επιστρέψουν, για να δώσουν δόξα στο Θεό, παρά μόνο ο αλλοεθνής αυτός;» 19 Και είπε σ’ αυτόν: «Σήκω και πήγαινε· η πίστη σου σε έχει σώσει».
Ο ερχομός της Βασιλείας του Θεού
(Μτ. 24:23-28, 37-41)
20 Και όταν ρωτήθηκε από τους Φαρισαίους πότε έρχεται η βασιλεία του Θεού, τους αποκρίθηκε και είπε: «Δεν έρχεται η βασιλεία του Θεού με παρατήρηση, 21 ούτε θα πουν: “Ιδού εδώ” ή “εκεί”, γιατί ιδού, η βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας». 22 Είπε τότε προς τους μαθητές: «Θα έρθουν ημέρες που θα επιθυμήσετε να δείτε μια από τις ημέρες του Υιού του ανθρώπου, και δε θα δείτε. 23 Και θα σας πουν: “Ιδού εκεί”, ή “ιδού εδώ” – μη φύγετε μήτε να τους ακολουθήσετε. 24 Γιατί όπως ακριβώς η αστραπή αστράφτει και λάμπει από το ένα μέρος κάτω από τον ουρανό στο άλλο μέρος κάτω από τον ουρανό, έτσι θα είναι ο Υιός του ανθρώπου κατά την Ημέρα του. 25 Πρώτα, όμως, πρέπει αυτός πολλά να πάθει και να αποδοκιμαστεί από τη γενιά αυτή. 26 Και καθώς έγινε κατά τις ημέρες του Νώε, έτσι θα είναι και κατά τις ημέρες του Υιού του ανθρώπου: 27 έτρωγαν, έπιναν, νυμφεύονταν, παντρεύονταν, μέχρι την ημέρα που εισήλθε ο Νώε στην κιβωτό και ήρθε ο κατακλυσμός και τους εξολόθρεψε όλους. 28 Όμοια επίσης θα είναι καθώς έγινε κατά τις ημέρες του Λωτ: έτρωγαν, έπιναν, αγόραζαν, πουλούσαν, φύτευαν, οικοδομούσαν. 29 Αλλά την ημέρα που εξήλθε ο Λωτ από τα Σόδομα έβρεξε φωτιά και θειάφι από τον ουρανό και τους εξολόθρεψε όλους. 30 Κατά τον ίδιο τρόπο θα είναι την ημέρα που ο Υιός του ανθρώπου θα αποκαλυφτεί. 31 Εκείνη την ημέρα αυτός που θα είναι πάνω στο δώμα και τα σκεύη του βρίσκονται μέσα στην οικία του ας μην κατεβεί να τα πάρει, και όμοια όποιος είναι στον αγρό ας μην επιστρέψει προς τα πίσω. 32 Να θυμάστε τη γυναίκα του Λωτ. 33 Όποιος ζητήσει να περισώσει τη ζωή του θα τη χάσει, και όποιος τη χάσει θα τη ζωογονήσει. 34 Σας λέω, αυτήν τη νύχτα θα είναι δύο πάνω σ’ ένα κρεβάτι, ο ένας θα παραληφτεί και ο άλλος θα αφεθεί. 35 Θα είναι δύο γυναίκες που θα αλέθουν στο ίδιο μέρος, η μία θα παραληφτεί ενώ η άλλη θα αφεθεί. 36 [Δύο άντρες θα είναι στον αγρό· ένας θα παραληφτεί και ο άλλος θα αφεθεί]». 37 Και αυτοί αποκρίθηκαν και του λένε: «Πού, Κύριε;» Εκείνος τους είπε: «Όπου είναι το σώμα, εκεί στο ίδιο μέρος και οι αετοί θα συναχτούν».
Κεφάλαιον 18
Η παραβολή της χήρας και του άδικου κριτή
1 Έλεγε μάλιστα μια παραβολή σ’ αυτούς για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται και να μην κουράζονται, 2 λέγοντας: «Κάποιος κριτής ήταν σε κάποια πόλη, που το Θεό δε φοβόταν και που άνθρωπο δεν ντρεπόταν. 3 Και μια χήρα ήταν στην πόλη εκείνη και ερχόταν προς αυτόν λέγοντας: “Δώσε μου το δίκιο μου από τον αντίδικό μου”. 4 Αλλά δεν ήθελε να το κάνει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά όμως από αυτά είπε μέσα του: “Αν και το Θεό δε φοβάμαι ούτε άνθρωπο ντρέπομαι, 5 επειδή όμως με κουράζει αυτή η χήρα, θα της δώσω το δίκιο της, για να μην έρχεται συνεχώς να με ‘γρονθοκοπεί’ ως το τέλος της υπόθεσής της”. 6 Είπε λοιπόν ο Κύριος: «Ακούσατε τι λέει ο άδικος κριτής. 7 Και ο Θεός δε θα αποδώσει τη δικαιοσύνη στους εκλεκτούς του, που φωνάζουν σ’ αυτόν ημέρα και νύχτα, και θα βραδύνει γι’ αυτούς; 8 Σας λέω ότι θα αποδώσει τη δικαιοσύνη σ’ αυτούς γρήγορα. Όμως ο Υιός του ανθρώπου, όταν έρθει, άραγε θα βρει την πίστη πάνω στη γη;»
Η παραβολή του τελώνη και του Φαρισαίου
9 Και αυτήν την παραβολή είπε τότε προς μερικούς, που είχαν πεποίθηση για τους εαυτούς τους ότι είναι δίκαιοι και που εξουθένωναν τους υπόλοιπους: 10 «Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν: ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. 11 Ο Φαρισαίος στάθηκε και προσευχόταν ως προς τον εαυτό του αυτά: “Θεέ, σ’ ευχαριστώ, γιατί δεν είμαι όπως ακριβώς οι υπόλοιποι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και όπως αυτός ο τελώνης. 12 Νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, δίνω δέκατα από όλα όσα αποχτώ”. 13 Ο τελώνης, όμως, είχε σταθεί από μακριά και δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει πάνω στον ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του, λέγοντας: «Θεέ, ας είσαι ευμενής προς εμένα τον αμαρτωλό». 14 Σας λέω, αυτός ο τελευταίος κατέβηκε δικαιωμένος στον οίκο του παρά εκείνος. Γιατί καθένας που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, όποιος όμως ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί».
Ο Ιησούς ευλογεί τα μικρά παιδιά
(Μτ. 19:13-15, Μκ. 10:13-16)
15 Του πρόσφεραν τότε και τα βρέφη, για να τα αγγίζει· αλλά όταν το είδαν οι μαθητές τούς επιτιμούσαν. 16 Ο Ιησούς όμως τα προσκάλεσε, λέγοντας: «Αφήστε τα παιδιά να έρχονται προς εμένα και μην τα εμποδίζετε, γιατί για τέτοιους είναι η βασιλεία του Θεού. 17 Αλήθεια σας λέω, όποιος δε δεχτεί τη βασιλεία του Θεού σαν παιδί, δε θα εισέλθει σ’ αυτή».
Ο πλούσιος άρχοντας
(Μτ. 19:16-30, Μκ. 10:17-31)
18 Και κάποιος άρχοντας τον επερώτησε λέγοντας: «Δάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω, για να κληρονομήσω ζωή αιώνια;» 19 Του είπε τότε ο Ιησούς: «Τι με λες αγαθό; Κανείς δεν είναι αγαθός παρά μόνο ένας, ο Θεός. 20 Τις εντολές τις ξέρεις: Μη μοιχέψεις, μη φονεύσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». 21 Εκείνος είπε: «Αυτά όλα τα φύλαξα από τη νεότητά μου». 22 Όταν το άκουσε τότε ο Ιησούς, του είπε: «Ακόμα ένα σου λείπει: πούλησε όλα όσα έχεις και διαμοίρασέ τα σε φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς, και έλα ακολούθα με». 23 Εκείνος, όταν άκουσε αυτά, έγινε περίλυπος· γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος. 24 Όταν ο Ιησούς τότε τον είδε, που έγινε περίλυπος, είπε: «Πόσο δύσκολα εκείνοι που έχουν τα χρήματα μπαίνουν στη βασιλεία του Θεού! 25 Γιατί είναι ευκολότερο μια καμήλα να εισέλθει από τρύπα βελόνας παρά πλούσιος να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού». 26 Είπαν τότε όσοι άκουσαν: «Και ποιος δύναται να σωθεί;» 27 Εκείνος είπε: «Τα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για το Θεό». 28 Είπε τότε ο Πέτρος: «Ιδού, εμείς αφήσαμε τα δικά μας πράγματα και σε ακολουθήσαμε». 29 Εκείνος τους είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι κανείς δεν υπάρχει που να άφησε οικία, ή γυναίκα ή αδελφούς ή γονείς ή παιδιά, εξαιτίας της βασιλείας του Θεού, 30 που να μην απολάβει πολλαπλάσια σε τούτο τον καιρό και στον αιώνα τον ερχόμενο ζωή αιώνια».
Τρίτη πρόρρηση ταυ θανάτου και της ανάστασής του
(Μτ. 20:17-19, Μκ. 10:32-34)
31 Τότε παράλαβε τους δώδεκα και είπε προς αυτούς: «Ιδού, ανεβαίνουμε στην Ιερουσαλήμ, και θα τελεστούν όλα τα γραμμένα μέσω των προφητών για τον Υιό του ανθρώπου. 32 Γιατί θα παραδοθεί στους εθνικούς και θα εμπαιχτεί και θα βριστεί και θα φτυστεί 33 και, αφού τον μαστιγώσουν, θα τον σκοτώσουν, και την ημέρα την τρίτη θα αναστηθεί». 34 Και αυτοί δεν κατάλαβαν τίποτα από αυτά, και αυτός ο λόγος ήταν συνεχώς κρυμμένος από αυτούς και δεν καταλάβαιναν τα λεγόμενα.
Η θεραπεία του τυφλού ζητιάνου
(Μτ. 20:29-34, Μκ. 10:46-52)
35 Συνέβηκε τότε, ενώ αυτός πλησίαζε στην Ιεριχώ, κάποιος τυφλός να κάθεται ζητιανεύοντας δίπλα στο δρόμο. 36 Και όταν άκουσε το πλήθος να περνά, ζητούσε να μάθει τι σημαίνει αυτό. 37 Του ανάγγειλαν, λοιπόν, ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος περνάει από εκεί. 38 Και τότε φώναξε δυνατά, λέγοντας: «Ιησού, γιε του Δαβίδ, ελέησέ με». 39 Και εκείνοι που προηγούνταν τον επιτιμούσαν για να σωπάσει, αυτός όμως πολύ περισσότερο έκραζε: «Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με». 40 Στάθηκε τότε ο Ιησούς και διέταξε να τον φέρουν προς αυτόν. Και όταν αυτός πλησίασε, τον ρώτησε: 41 «Τι θέλεις να σου κάνω;» Εκείνος απάντησε: «Κύριε, να ξαναδώ». 42 Και ο Ιησούς του είπε: «Ξαναδές· η πίστη σου σε έχει σώσει». 43 Και αμέσως ξαναείδε και τον ακολουθούσε δοξάζοντας το Θεό. Και όλος ο λαός, όταν το είδε, έδωσε αίνο στο Θεό.
Κεφάλαιον 19
Ο Ιησούς και ο Ζακχαίος
1 Και αφού εισήλθε στην πόλη, ο Ιησούς περνούσε από την Ιεριχώ. 2 Και ιδού ένας άντρας που τον καλούσαν με το όνομα Ζακχαίος· και αυτός ήταν αρχιτελώνης και αυτός ήταν πλούσιος. 3 Και ζητούσε να δει τον Ιησού, ποιος είναι, αλλά δεν μπορούσε από το πλήθος, γιατί στο ανάστημα ήταν μικρός. 4 Και αφού έτρεξε μπροστά, ανέβηκε πάνω σε μια συκομουριά για να τον δει, επειδή έμελλε να περνά από εκείνη. 5 Και μόλις ήρθε στον τόπο εκείνο, ο Ιησούς σήκωσε το βλέμμα και είπε προς αυτόν: «Ζακχαίε, σπεύσε και κατέβα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στον οίκο σου». 6 Και έσπευσε και κατέβηκε και τον υποδέχτηκε χαίροντας. 7 Και όταν το είδαν, όλοι γόγγυζαν πολύ, λέγοντας: «Στην οικία αμαρτωλού άντρα εισήλθε, για να έχει κατάλυμα». 8 Στάθηκε τότε ο Ζακχαίος και είπε προς τον Κύριο: «Ιδού, τα μισά των υπαρχόντων μου, Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς, και αν από κάποιον με συκοφαντία υπεξαίρεσα κάτι, το αποδίδω τετραπλάσια». 9 Ο Ιησούς είπε τότε προς αυτόν: «Σήμερα έγινε σωτηρία στον οίκο τούτο, καθότι και αυτός είναι γιος του Αβραάμ· 10 γιατί ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο».
Η παραβολή των δέκα μνων
(Μτ. 25:14-30)
11 Ενώ λοιπόν άκουγαν αυτά, πρόσθεσε και είπε μια παραβολή, επειδή ήταν κοντά στην Ιερουσαλήμ και αυτοί νόμιζαν ότι αμέσως μέλλει να αναφαίνεται η βασιλεία του Θεού. 12 Είπε λοιπόν: «Κάποιος άνθρωπος ευγενής πορεύτηκε σε χώρα μακρινή να λάβει για τον εαυτό του βασιλεία και να επιστρέψει. 13 Κάλεσε τότε δέκα δούλους δικούς του και τους έδωσε δέκα μνες και είπε προς αυτούς: “Πραγματευτείτε καθόσο χρόνο πηγαίνω και έρχομαι”. 14 Αλλά οι συμπολίτες του τον μισούσαν και απέστειλαν πρεσβεία πίσω του, λέγοντας: “Δε θέλουμε αυτός να βασιλέψει πάνω μας”. 15 Και συνέβηκε, μόλις αυτός επανήλθε, όταν έλαβε τη βασιλεία, τότε να πει να του φωνάξουν τους δούλους αυτούς στους οποίους είχε δώσει το χρήμα, για να γνωρίσει τι διαπραγματεύτηκαν. 16 Παρουσιάστηκε τότε ο πρώτος, λέγοντας: “Κύριε, η μνα σου κέρδισε δέκα μνες”. 17 Και είπε σ’ αυτόν: “Εύγε, αγαθέ δούλε, επειδή στο ελάχιστο έγινες πιστός, έχε συνεχώς εξουσία πάνω σε δέκα πόλεις”. 18 Και ήρθε ο δεύτερος, λέγοντας: “Η μνα σου, Κύριε, έκανε πέντε μνες”. 19 Είπε λοιπόν και σ’ αυτόν: “Κι εσύ γίνε εξουσιαστής πάνω σε πέντε πόλεις”. 20 Και ο άλλος ήρθε, λέγοντας: “Κύριε, ιδού η μνα σου που είχα τοποθετημένη χωριστά σε μαντίλι. 21 Γιατί σε φοβόμουνα, επειδή είσαι άνθρωπος αυστηρός, παίρνεις αυτό που δεν έθεσες και θερίζεις αυτό που δεν έσπειρες”. 22 Λέει σ’ αυτόν: “Από το στόμα σου θα σε κρίνω, κακέ δούλε. Ήξερες ότι εγώ είμαι άνθρωπος αυστηρός, που παίρνω αυτό που δεν έθεσα και που θερίζω αυτό που δεν έσπειρα; 23 Και γιατί δεν έδωσες το χρήμα μου σε τράπεζα; Κι εγώ, όταν θα ερχόμουν, θα το εισέπραττα με τόκο”. 24 Και σ’ αυτούς που είχαν παρευρεθεί, είπε: “Πάρτε από αυτόν τη μνα και δώστε τη σ’ εκείνον που έχει τις δέκα μνες”. 25 – Και του είπαν: “Κύριε, έχει δέκα μνες” – 26 “Σας λέω ότι σε καθέναν που έχει θα του δοθεί, αλλά από όποιον δεν έχει και αυτό που έχει θα του αφαιρεθεί. 27 Όμως, τους εχθρούς μου αυτούς που δε θέλησαν να βασιλέψω πάνω τους οδηγήστε τους εδώ και κατασφάξτε τους μπροστά μου”».
Η θριαμβευτική είσοδος στην Ιερουσαλήμ
(Μτ. 21:1-11, Μκ. 11:1-11, Ιν. 12:12-19)
28 Και αφού είπε αυτά, πορευόταν μπροστά, ανεβαίνοντας στα Ιεροσόλυμα. 29 Και συνέβηκε, μόλις πλησίασε στη Βηθφαγή και τη Βηθανία προς το όρος το καλούμενο των Ελαιών, να αποστείλει δύο από τους μαθητές του, 30 λέγοντας: «Πηγαίνετε στο απέναντι χωριό, στο οποίο μπαίνοντας θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, πάνω στο οποίο δεν κάθισε κανείς ποτέ μέχρι τώρα από τους ανθρώπους και, αφού το λύσετε, φέρτε το. 31 Και αν κάποιος σας ρωτά: “Γιατί το λύνετε”; έτσι θα πείτε: “Ο Κύριος έχει ανάγκη αυτό”». 32 Έφυγαν τότε οι αποσταλμένοι και βρήκαν καθώς τους είπε. 33 Ενώ έλυναν λοιπόν αυτοί το πουλάρι, είπαν οι κύριοί του προς αυτούς: «Τι λύνετε το πουλάρι;» 34 Εκείνοι είπαν: «Ο Κύριος έχει ανάγκη αυτό». 35 Και το οδήγησαν προς τον Ιησού και, αφού έριξαν τα ρούχα τους πάνω στο πουλάρι, ανέβασαν τον Ιησού. 36 Και ενώ αυτός πορευόταν, έστρωναν κάτω τα ρούχα τους στην οδό. 37 Και όταν αυτός πλησίαζε ήδη προς το μέρος του κατήφορου του Όρους των Ελαιών, άρχισαν όλο το πλήθος των μαθητών του, χαίροντας, να αινούν το Θεό με φωνή μεγάλη για όλες τις θαυματουργικές δυνάμεις που είδαν, 38 λέγοντας: «Ευλογημένος ο ερχόμενος, βασιλιάς, στο όνομα του Κυρίου· στον ουρανό ειρήνη και δόξα στους ύψιστους ουρανούς». 39 Και μερικοί Φαρισαίοι από το πλήθος, είπαν προς αυτόν: «Δάσκαλε, επιτίμησε τους μαθητές σου». 40 Και αποκρίθηκε και είπε: «Σας λέω, αν σωπάσουν αυτοί, οι λίθοι θα κράξουν». 41 Και μόλις πλησίασε, όταν είδε την πόλη, έκλαψε γι’ αυτή, 42 λέγοντας: «Αν γνώριζες κι εσύ αυτήν την ημέρα, αυτά που αφορούν την ειρήνη! Τώρα όμως κρύφτηκαν από τους οφθαλμούς σου. 43 Γιατί θα έρθουν ημέρες για σένα που θα σου παρεμβάλουν οι εχθροί σου χαρακώματα και θα σε περικυκλώσουν και θα σε πιέσουν από παντού 44 και θα κατεδαφίσουν εσένα και τα τέκνα σου μέσα σ’ εσένα, και δε θα αφήσουν μέσα σου λίθο πάνω σε λίθο, επειδή δε γνώρισες τον καιρό της επίσκεψής σου».
Ο καθαρισμός του ναού
(Μτ. 21:12-17, Μκ. 11:15-19, Ιν 2:13-22)
45 Και αφού εισήλθε στο ναό, άρχισε να βγάζει όσους πουλούσαν, 46 λέγοντας σ’ αυτούς: «Είναι γραμμένο: Και θα είναι ο οίκος μου οίκος προσευχής, εσείς όμως τον κάνατε σπήλαιο ληστών». 47 Και δίδασκε συνεχώς κάθε ημέρα μέσα στο ναό. Οι αρχιερείς, όμως, και οι γραμματείς ζητούσαν να τον σκοτώσουν όπως και οι πρώτοι του λαού, 48 αλλά δεν έβρισκαν τι να του κάνουν, γιατί ο λαός όλος κρεμόταν από τα χείλη του ακούοντάς τον.
Κεφάλαιον 20
Η εξουσία του Ιησού αμφισβητείται
(Μτ. 21:23-27, Μκ. 11:27-33)
1 Και συνέβηκε, σε μια από τις ημέρες που αυτός δίδασκε το λαό μέσα στο ναό και ευαγγέλιζε, να σταθούν ξαφνικά οι αρχιερείς και οι γραμματείς μαζί με τους πρεσβυτέρους 2 και να πουν προς αυτόν: «Πες μας με ποια εξουσία αυτά τα κάνεις ή ποιος είναι αυτός που σου έδωσε την εξουσία αυτή;» 3 Αποκρίθηκε τότε και είπε προς αυτούς: «Θα σας ρωτήσω κι εγώ ένα λόγο και πείτε μου: 4 Το βάφτισμα του Ιωάννη από τον ουρανό ήταν ή από τους ανθρώπους;» 5 Εκείνοι συλλογίστηκαν μεταξύ τους λέγοντας: «Αν πούμε: “Από τον ουρανό”, θα πει: “Γιατί δεν πιστέψατε σ’ αυτόν”; 6 Αν όμως πούμε: “Από τους ανθρώπους”, ο λαός όλος θα μας καταλιθοβολήσει, γιατί είναι πεισμένος πως ο Ιωάννης είναι προφήτης». 7 Και αποκρίθηκαν πως δεν ξέρουν από πού είναι. 8 Και ο Ιησούς τους είπε: «Ούτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία αυτά τα κάνω».
Η παραβολή του αμπελώνα και των γεωργών
(Μτ. 21:33-46, Μκ. 12:1-12)
9 Άρχισε λοιπόν να λέει προς το λαό αυτήν την παραβολή: «Κάποιος άνθρωπος φύτεψε αμπελώνα και τον νοίκιασε σε γεωργούς και αποδήμησε για αρκετά χρόνια. 10 Και στον κατάλληλο καιρό απέστειλε προς τους γεωργούς ένα δούλο, για να του δώσουν μέρος από τον καρπό του αμπελώνα. Οι γεωργοί όμως τον ξαπόστειλαν με άδεια χέρια, αφού τον έδειραν. 11 Και πάλι έστειλε άλλο δούλο. Αυτοί, κι εκείνον, αφού τον έδειραν και τον ατίμασαν, τον ξαπόστειλαν με άδεια χέρια. 12 Και πάλι έστειλε τρίτο. Αυτοί, και τούτον, αφού τον τραυμάτισαν, τον πέταξαν έξω. 13 Είπε τότε ο κύριος του αμπελώνα: “Τι να κάνω; Θα στείλω το γιο μου τον αγαπητό· ίσως αυτόν ντραπούν”. 14 Όταν είδαν όμως αυτόν οι γεωργοί, διαλογίζονταν ο ένας με τον άλλο, λέγοντας: “Αυτός είναι ο κληρονόμος· να τον σκοτώσουμε, για να γίνει δική μας η κληρονομιά”. 15 Και αφού τον έβγαλαν έξω από τον αμπελώνα, τον σκότωσαν. Τι λοιπόν θα κάνει σ’ αυτούς ο κύριος του αμπελώνα; 16 Θα έρθει και θα εξολοθρέψει τους γεωργούς αυτούς και θα δώσει τον αμπελώνα σε άλλους». Όταν το άκουσαν, τότε, είπαν: «Είθε ποτέ να μη γίνει». 17 Εκείνος τους κοίταξε μέσα στα μάτια και είπε: «Τι λοιπόν σημαίνει το γραμμένο αυτό: Λίθο που αποδοκίμασαν οι οικοδόμοι, αυτός έγινε ακρογωνιαίος λίθος; 18 Καθένας που πέσει πάνω σ’ εκείνο το λίθο θα συντριφτεί· ενώ πάνω σ’ όποιον πέσει, θα τον θρυμματίσει». 19 Και ζήτησαν οι γραμματείς και οι αρχιερείς να βάλουν πάνω του τα χέρια αυτήν την ώρα, αλλά φοβήθηκαν το λαό, γιατί κατάλαβαν ότι γι’ αυτούς είπε την παραβολή αυτή.
Η πληρωμή των φόρων στον Καίσαρα
(Μτ. 22:15-22, Μκ. 22:13-17)
20 Και αφού παρατήρησαν προσεχτικά, απέστειλαν κατασκόπους που υποκρίνονταν οι ίδιοι πως είναι δίκαιοι, για να τον πιάσουν από ένα λόγο του, ώστε να τον παραδώσουν στην αρχή και στην εξουσία του ηγεμόνα. 21 Και τον επερώτησαν λέγοντας: «Δάσκαλε, ξέρουμε ότι ορθά λες και διδάσκεις, και δεν είσαι προσωπολήπτης, αλλά αληθινά διδάσκεις την οδό του Θεού. 22 Επιτρέπεται εμείς να δώσουμε φόρο στον Καίσαρα ή όχι;» 23 Επειδή λοιπόν κατανόησε την πανουργία τους, είπε προς αυτούς: 24 «Δείξτε μου ένα δηνάριο· ποιανού έχει εικόνα και επιγραφή;» Εκείνοι είπαν: «Του Καίσαρα». 25 Εκείνος είπε προς αυτούς: «Συνεπώς, αποδώστε τα πράγματα του Καίσαρα στον Καίσαρα και τα πράγματα του Θεού στο Θεό». 26 Και δεν μπόρεσαν να του πιάσουν λόγο ενοχοποιητικό απέναντι στο λαό και, επειδή θαύμασαν για την απόκρισή του, σώπασαν.
Το θέμα της ανάστασης
(Μτ. 22:23-33, Μκ. 12:18-27)
27 Πλησίασαν τότε μερικοί από τους Σαδδουκαίους, που λένε αντίθετα από τους άλλους πως δεν υπάρχει ανάσταση, και τον επερώτησαν, 28 λέγοντας: «Δάσκαλε, ο Μωυσής μάς έγραψε: Αν ο αδελφός κάποιου πεθάνει έχοντας γυναίκα, και αυτός είναι άτεκνος, να λάβει ο αδελφός του τη γυναίκα του και να φέρει απογόνους στον αδελφό του. 29 Ήταν λοιπόν εφτά αδελφοί. Και ο πρώτος, αφού έλαβε γυναίκα, πέθανε άτεκνος. 30 Και ο δεύτερος 31 και ο τρίτος την έλαβαν, ομοίως μάλιστα και οι εφτά, που δεν εγκατέλειψαν παιδιά, και πέθαναν. 32 Ύστερα, και η γυναίκα πέθανε. 33 Η γυναίκα, λοιπόν, κατά την ανάσταση, ποιανού από αυτούς θα γίνει γυναίκα; Γιατί και οι εφτά την είχαν γυναίκα». 34 Και είπε σ’ αυτούς ο Ιησούς: «Οι γιοι του αιώνα τούτου νυμφεύονται και παντρεύονται, 35 αλλά εκείνοι που θα καταξιωθούν να επιτύχουν να ζήσουν σ’ εκείνον τον αιώνα και στην ανάσταση που είναι από τους νεκρούς ούτε νυμφεύονται ούτε παντρεύονται. 36 Γιατί ούτε να πεθάνουν πια δύνανται, επειδή είναι ίσοι με αγγέλους και είναι γιοι του Θεού, αφού είναι γιοι της ανάστασης. 37 Αλλά ότι εγείρονται οι νεκροί το μήνυσε και ο Μωυσής εκεί που μιλάει για τη βάτο, καθώς λέει Κύριο το Θεό του Αβραάμ και Θεό του Ισαάκ και Θεό του Ιακώβ. 38 Ο Θεός, λοιπόν, δεν είναι των νεκρών αλλά των ζωντανών, γιατί όλοι σε αυτόν ζουν». 39 Αποκρίθηκαν τότε μερικοί από τους γραμματείς και του είπαν: «Δάσκαλε, καλά τα είπες». 40 Γιατί δεν τολμούσαν πια να τον επερωτήσουν τίποτα.
Το θέμα αν ο Χριστός είναι γιος του Δαβίδ
(Μτ. 22:41-46, Μκ. 12:35-37)
41 Είπε τότε προς αυτούς: «Πώς λένε για το Χριστό ότι είναι γιος του Δαβίδ; 42 Γιατί αυτός ο Δαβίδ λέει στο βιβλίο των Ψαλμών: Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου: “Κάθου από τα δεξιά μου, 43 ωσότου θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου”. 44 Ο Δαβίδ, λοιπόν, τον καλεί Κύριο, τότε πώς είναι γιος του;»
Ο Ιησούς κατακρίνει τους γραμματείς
(Μτ. 23:1-36, Μκ. 12:38-40, Λκ. 11:37-54)
45 Ενώ άκουγε λοιπόν όλος ο λαός, είπε στους μαθητές του: 46 «Προσέχετε από τους γραμματείς που θέλουν να περπατούν με στολές και αγαπούν χαιρετισμούς στις αγορές και πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές και τα πρώτα καθίσματα στα δείπνα, 47 οι οποίοι κατατρώνε τις οικίες των χηρών και για πρόφαση κάνουν μακριές προσευχές. Αυτοί θα λάβουν περισσότερη καταδίκη».
Κεφάλαιον 21
Το δίλεπτο της χήρας
(Μκ. 12:41-44)
1 Σήκωσε, λοιπόν, το βλέμμα του και είδε τους πλούσιους που έριχναν στο θησαυροφυλάκιο τα δώρα τους. 2 Είδε τότε κάποια χήρα φτωχή να ρίχνει εκεί δύο λεπτά, 3 και είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι αυτή η φτωχή η χήρα έριξε περισσότερο απ’ όλους. 4 Γιατί όλοι αυτοί έριξαν από το περίσσευμά τους στα δώρα, αυτή όμως από το υστέρημά της, όλη την περιουσία που είχε έριξε».
Προλέγεται η καταστροφή του ναού
(Μτ. 24:1-2, Μκ. 13:1-2)
5 Και όταν μερικοί έλεγαν για το ναό ότι είναι κοσμημένος με λίθους ωραίους και με αφιερώματα, είπε: 6 «Γι’ αυτά που βλέπετε θα έρθουν ημέρες κατά τις οποίες δε θα αφεθεί λίθος πάνω σε λίθο που δε θα καταστραφεί».
Σημάδια τελικής κρίσης και διωγμοί
(Μτ. 24:3-14, Μκ. 13:3-13)
7 Τον επερώτησαν, τότε, λέγοντας: «Δάσκαλε, πότε λοιπόν θα γίνουν αυτά και ποιο το σημείο όταν μέλλουν να γίνονται αυτά;» 8 Εκείνος είπε: «Προσέχετε μην πλανηθείτε. Γιατί πολλοί θα έρθουν με το όνομά μου, λέγοντας: “Εγώ είμαι”, και: “Ο καιρός έχει πλησιάσει”. Μην πορευτείτε πίσω τους. 9 Όταν λοιπόν ακούσετε πολέμους και ακαταστασίες, μην πτοηθείτε. Γιατί πρέπει πρώτα να γίνουν αυτά, αλλά δεν είναι αμέσως το τέλος». 10 Τότε τους έλεγε: «Θα εγερθεί έθνος εναντίον έθνους και βασιλεία εναντίον βασιλείας, 11 και θα γίνουν σεισμοί μεγάλοι, και κατά τόπους πείνες και επιδημίες, και φαινόμενα φοβερά, και από τον ουρανό θα γίνουν σημεία μεγάλα. 12 Πριν όμως απ’ όλα αυτά θα βάλουν πάνω σας τα χέρια τους και θα σας καταδιώξουν, παραδίνοντάς σας στις συναγωγές και στις φυλακές, οδηγώντας σας μπροστά σε βασιλιάδες και σε ηγεμόνες εξαιτίας του ονόματός μου· 13 θα αποβεί σ’ εσάς για μαρτυρία. 14 Βάλτε λοιπόν στις καρδιές σας το να μην προμελετάτε να απολογηθείτε. 15 Γιατί εγώ θα σας δώσω στόμα και σοφία, στην οποία δε θα δυνηθούν να αντισταθούν ή να αντείπουν όλοι οι αντίθετοι σ’ εσάς. 16 Θα παραδοθείτε, λοιπόν, και από γονείς και αδελφούς και συγγενείς και φίλους, και θα θανατώσουν μερικούς από εσάς, 17 και θα είστε μισούμενοι από όλους για το όνομά μου. 18 Αλλά τρίχα από το κεφάλι σας δε θα χαθεί. 19 Με την υπομονή σας αποκτήστε τις ψυχές σας».
Προλέγεται η καταστροφή της Ιερουσαλήμ
(Μτ. 24:15-21, Μκ. 13:14-19)
20 «Όταν όμως δείτε την Ιερουσαλήμ να κυκλώνεται από στρατόπεδα, τότε να γνωρίζετε ότι έχει πλησιάσει η ερήμωσή της. 21 Τότε όσοι είναι στην Ιουδαία ας φεύγουν στα όρη και όσοι είναι στο μέσο αυτής ας αναχωρήσουν και όσοι είναι στην ύπαιθρο ας μην εισέλθουν σ’ αυτή, 22 γιατί αυτές είναι ημέρες εκδίκησης, για να ολοκληρωθούν όλα τα γραμμένα. 23 Αλίμονο σε όσες έχουν παιδιά στην κοιλιά και σε όσες θηλάζουν εκείνες τις ημέρες. Γιατί θα γίνει καταπίεση μεγάλη πάνω στη γη και οργή στο λαό τούτο, 24 και θα πέσουν από το στόμα της μάχαιρας και θα οδηγηθούν αιχμάλωτοι σε όλα τα έθνη, και η Ιερουσαλήμ θα πατιέται συνεχώς από τα έθνη, μέχρις ότου συμπληρωθούν οι καιροί των εθνών».
Ο ερχομός του Υιού του ανθρώπου
(Μτ. 24:29-31, Μκ. 13:24-27)
25 «Και θα γίνουν σημεία στον ήλιο και στη σελήνη και στα άστρα, και πάνω στη γη στενοχώρια των εθνών με αμηχανία για τους ήχους της θάλασσας και το σάλο, 26 ενώ θα λιποθυμούν οι άνθρωποι από το φόβο και την προσμονή αυτών που θα επέλθουν στην οικουμένη, γιατί οι δυνάμεις των ουρανών θα σαλευτούν. 27 Και τότε θα δουν τον Υιό του ανθρώπου ερχόμενο μέσα σε νεφέλη με δύναμη και δόξα πολλή. 28 Όταν λοιπόν αρχίζουν να γίνονται αυτά, ανορθωθείτε και σηκώστε πάνω τα κεφάλια σας, γιατί πλησιάζει η απολύτρωσή σας».
Μάθημα από τη συκιά
(Μτ. 24:32-35, Μκ. 13:28-31)
29 Και είπε μια παραβολή σ’ αυτούς: «Δείτε τη συκιά και όλα τα δέντρα. 30 Όταν προβάλουν ήδητα φύλλα, βλέπετε από μόνοι σας και γνωρίζετε ότι είναι ήδη κοντά το θέρος. 31 Έτσι κι εσείς, όταν δείτε αυτά να γίνονται, να γνωρίζετε ότι κοντά είναι η βασιλεία του Θεού. 32 Αλήθεια σας λέω ότι δε θα παρέλθει η γενιά αυτή, ωσότου όλα γίνουν. 33 Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δε θα παρέλθουν».
Ανάγκη επαγρύπνησης
34 «Προσέχετε, λοιπόν, τους εαυτούς σας μήπως βαρύνουν οι καρδιές σας μέσα σε κραιπάλη και σε μέθη και σε μέριμνες βιοτικές και πέσει πάνω σας αιφνίδια η ημέρα εκείνη 35 σαν παγίδα. Γιατί θα έρθει πάνω σε όλους όσοι κάθονται στην επιφάνεια όλης της γης. 36 Αγρυπνείτε, λοιπόν, και σε κάθε καιρό να δέεστε για να υπερισχύσετε, ώστε να ξεφύγετε όλα αυτά που μέλλουν να γίνονται και να σταθείτε μπροστά στον Υιό του ανθρώπου». 37 Και τις ημέρες δίδασκε συνεχώς στο ναό, ενώ τις νύχτες εξερχόταν και διανυχτέρευε στο όρος το καλούμενο των Ελαιών. 38 Και όλος ο λαός ερχόταν με τον όρθρο προς αυτόν μέσα στο ναό, για να τον ακούει.
Κεφάλαιον 22
Η προδοσία του Ιούδα
(Μτ. 26:1-5, 14-16, Μκ. 14:1-2, 10-11, Ιν. 11:45-53)
1 Πλησίαζε τότε η εορτή των αζύμων, που λέγεται Πάσχα. 2 Και οι αρχιερείς και οι γραμματείς ζητούσαν το πώς να τον θανατώσουν, γιατί φοβούνταν το λαό. 3 Εισήλθε τότε ο Σατανάς στον Ιούδα, που καλείται Ισκαριώτης, ο οποίος ήταν από τον αριθμό των δώδεκα. 4 Και πήγε και συνομίλησε με τους αρχιερείς και με τους στρατηγούς το πώς να τους τον παραδώσει. 5 Και χάρηκαν και συμφώνησαν να του δώσουν αργυρά νομίσματα. 6 Και υποσχέθηκε, και ζητούσε ευκαιρία να τον παραδώσει σ’ αυτούς χωρίς πλήθος γύρω του.
Το Πάσχα με τους μαθητές
(Μτ. 26:17-25, Μκ. 14:12-21, Ιν. 13:21-30)
7 Ήρθε λοιπόν η ημέρα των αζύμων, κατά την οποία έπρεπε να θυσιάσουν το Πάσχα. 8 Και απέστειλε τον Πέτρο και τον Ιωάννη και είπε: «Πηγαίνετε και ετοιμάστε μας το Πάσχα να φάμε». 9 Εκείνοι του είπαν: «Πού θέλεις να ετοιμάσουμε;» 10 Αυτός τους είπε: «Ιδού, όταν εισέλθετε στην πόλη, θα σας συναντήσει ένας άνθρωπος, βαστάζοντας στάμνα με νερό. Ακολουθήστε τον στην οικία στην οποία μπαίνει, 11 και θα πείτε στον οικοδεσπότη της οικίας: “Σου λέει ο δάσκαλος: Πού είναι το κατάλυμα όπου το Πάσχα θα φάω μαζί με τους μαθητές μου”; 12 Κι εκείνος θα σας δείξει ένα ανώγι μεγάλο, στρωμένο· εκεί ετοιμάστε». 13 Έφυγαν, τότε, και βρήκαν καθώς τους είχε πει και ετοίμασαν το Πάσχα.
Η καθιέρωση της Θείας Ευχαριστίας
(Μτ. 26:26-30, Μκ. 14:22-26, Α΄ Κορ. 11:23-25)
14 Και όταν έγινε η κατάλληλη ώρα, ξάπλωσε, για να φάει και οι απόστολοι μαζί του. 15 Και είπε προς αυτούς: «Επιθύμησα πολύ αυτό το Πάσχα να φάω μαζί σας προτού να υποφέρω. 16 Γιατί σας λέω ότι δε θα φάω αυτό, ωσότου ολοκληρωθεί μέσα στη βασιλεία του Θεού». 17 Και αφού δέχτηκε ένα ποτήρι, ευχαρίστησε το Θεό και είπε: «Λάβετε τούτο και διαμερίστε το μεταξύ σας. 18 Γιατί σας λέω ότι δε θα πιω από τώρα από το γέννημα της αμπέλου, ωσότου έρθει η βασιλεία του Θεού». 19 Και αφού έλαβε άρτο, ευχαρίστησε το Θεό, τον έκοψε με τα χέρια και τους τον έδωσε λέγοντας: «Τούτο είναι το σώμα μου που δίνεται για χάρη σας· αυτό να κάνετε στη δική μου ανάμνηση». 20 Και το ποτήρι ομοίως έδωσε μετά το δείπνο, λέγοντας: «Τούτο το ποτήρι, η καινή διαθήκη με το αίμα μου, που για χάρη σας χύνεται. 21 Όμως, ιδού, το χέρι εκείνου που με προδίδει είναι μαζί μου πάνω στο τραπέζι. 22 Γιατί, βέβαια, ο Υιός του ανθρώπου πορεύεται σύμφωνα με το ορισμένο, όμως αλίμονο στον άνθρωπο εκείνο μέσω του οποίου προδίδεται». 23 Και αυτοί άρχισαν να συζητούν μεταξύ τους, για το ποιος άραγε είναι από αυτούς που μέλλει να πράττει αυτό.
Η φιλονικία για το ποιος είναι ο μεγαλύτερος
24 Έγινε τότε και φιλονικία μεταξύ τους, για το ποιος από αυτούς φαίνεται ότι είναι μεγαλύτερος. 25 Εκείνος τους είπε: «Οι βασιλιάδες των εθνών κυριαρχούν σ’ αυτά και όσοι τα εξουσιάζουν καλούνται ευεργέτες. 26 Εσείς όμως, όχι έτσι, αλλά ο μεγαλύτερος μεταξύ σας ας γίνει όπως ο νεότερος και εκείνος που ηγείται όπως αυτός που διακονεί. 27 Γιατί ποιος είναι μεγαλύτερος, αυτός που ξαπλώνει, για να φάει, ή αυτός που διακονεί; Δεν είναι αυτός που ξαπλώνει; Εγώ όμως στο μέσο σας είμαι όπως αυτός που διακονεί. 28 Εσείς, λοιπόν, είστε εκείνοι που έχουν διαμείνει μαζί μου μέσα στους πειρασμούς μου. 29 Κι εγώ σας διαθέτω βασιλεία καθώς μου διέθεσε ο Πατέρας μου, 30 για να τρώτε και να πίνετε πάνω στο τραπέζι μου κατά τη βασιλεία μου, και θα καθίσετε πάνω σε θρόνους, κρίνοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ».
Προλέγεται η άρνηση του Πέτρου
(Μτ. 26:31-35, Μκ. 14:27-31, Ιν. 13:36-38)
31 «Σίμωνα, Σίμωνα, ιδού, ο Σατανάς απαίτησε για τον εαυτό του εσάς, για να σας κοσκινίσει όπως το σιτάρι. 32 Εγώ όμως δεήθηκα για σένα, για να μην εκλείψει η πίστη σου. Κι εσύ, όταν κάποτε επιστρέψεις, στήριξε τους αδελφούς σου». 33 Εκείνος του είπε: «Κύριε, είμαι έτοιμος να πάω μαζί σου και σε φυλακή και σε θάνατο». 34 Αυτός του είπε: «Σου λέω, Πέτρο, δε θα λαλήσει σήμερα πετεινός, ωσότου τρεις φορές με απαρνηθείς, λέγοντας ότι δε με ξέρεις».
Πορτοφόλι, σακίδιο και μάχαιρα
35 Και είπε σ’ αυτούς: «Όταν σας απέστειλα χωρίς πορτοφόλι και σακίδιο και υποδήματα, μήπως κάτι στερηθήκατε;» Εκείνοι είπαν: «Κανένα». 36 Τους είπε τότε: «Αλλά τώρα όποιος έχει πορτοφόλι ας το πάρει, όμοια και σακίδιο, και όποιος δεν έχει ας πουλήσει το πανωφόρι του και ας αγοράσει μάχαιρα. 37 Γιατί σας λέω ότι αυτό το γραμμένο πρέπει να τελεστεί σ’ εμένα, το: Και μαζί με άνομους λογαριάστηκε. Και πράγματι, ό,τι αφορά εμένα έχει τέλος». 38 Εκείνοι είπαν: «Κύριε, ιδού δύο μάχαιρες εδώ». Αυτός τους είπε: «Αρκετό είναι».
Η προσευχή στο Όρος των Ελαιών
(Μτ. 26:36-46, Μκ. 14:32-42)
39 Και αφού εξήλθε, πορεύτηκε κατά τη συνήθειά του στο Όρος των Ελαιών, και τον ακολούθησαν και οι μαθητές. 40 Όταν ήρθε λοιπόν στον τόπο εκείνο, τους είπε: «Προσεύχεστε, για να μην εισέλθετε σε πειρασμό». 41 Και αυτός απομακρύνθηκε από αυτούς σε απόσταση περίπου μιας βολής λίθου και, αφού έπεσε στα γόνατα, προσευχόταν, 42 λέγοντας: «Πατέρα, αν θέλεις, απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα· όμως όχι το θέλημά μου, αλλά το δικό σου να γίνει». 43 Φανερώθηκε τότε σ’ αυτόν άγγελος από τον ουρανό που τον ενίσχυε. 44 Και επειδή έπεσε σε αγωνία, εντονότερα προσευχόταν. Και έγινε ο ιδρώτας του σαν θρόμβοι αίματος που κατέβαιναν στη γη. 45 Και όταν σηκώθηκε από την προσευχή, ήρθε προς τους μαθητές και τους βρήκε να κοιμούνται από τη λύπη, 46 και τους είπε: «Τι κοιμάστε; Σηκωθείτε και προσεύχεστε, για να μην εισέλθετε σε πειρασμό».
Η προδοσία και η σύλληψη του Ιησού
(Μτ. 26:47-56, Μκ. 14:43-50, Ιν. 18:3-11)
47 Ενώ αυτός ακόμη μιλούσε, ιδού όχλος, και ο λεγόμενος Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, ερχόταν μπροστά από αυτούς και πλησίασε τον Ιησού, για να τον φιλήσει. 48 Ο Ιησούς τότε του είπε: «Ιούδα, με φίλημα παραδίνεις τον Υιό του ανθρώπου;» 49 Όταν είδαν τότε εκείνοι που ήταν γύρω του αυτό που συνέβηκε, είπαν: «Κύριε, να χτυπήσουμε με μάχαιρα;» 50 Και χτύπησε ένας, κάποιος από αυτούς, το δούλο του αρχιερέα και αφαίρεσε το αυτί του το δεξί. 51 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε: «Αφήστε τα πράγματα ως αυτό το σημείο» – και αφού άγγιξε το αυτί, τον γιάτρεψε. 52 Είπε λοιπόν ο Ιησούς προς τους αρχιερείς και στρατηγούς του ναού και πρεσβυτέρους, που ήρθαν εναντίον του: «Σαν ενάντια σε ληστή εξήλθατε με μάχαιρες και ξύλα; 53 Κάθε ημέρα, ενώ ήμουν μαζί σας μέσα στο ναό, δεν εκτείνατε τα χέρια πάνω μου. Αλλά αυτή η ώρα είναι δική σας και η εξουσία του σκότους».
Ο Πέτρος απαρνείται τον Ιησού
(Μτ. 26:57-58, 69-75, Μκ. 14:53-54, 66-72, Ιν. 18:12-18, 25-27)
54 Αφού λοιπόν τον συνέλαβαν, τον οδήγησαν και τον εισήγαγαν στην οικία του αρχιερέα. Και ο Πέτρος ακολουθούσε από μακριά. 55 Αφού άναψαν τότε φωτιά στο μέσο της αυλής και κάθισαν μαζί, ο Πέτρος καθόταν στο μέσο τους. 56 Όταν τον είδε τότε κάποια μικρή δούλη να κάθεται κοντά προς το φως της φωτιάς και τον ατένισε, είπε: «Και αυτός ήταν μαζί του». 57 Εκείνος το αρνήθηκε, λέγοντας: «Δεν τον ξέρω, γυναίκα». 58 Και μετά από λίγο, άλλος, όταν τον είδε, είπε: «Και εσύ είσαι από αυτούς». Αλλά ο Πέτρος είπε: «Άνθρωπε, δεν είμαι». 59 Και όταν πέρασε περίπου μια ώρα, κάποιος άλλος ισχυριζόταν έντονα, λέγοντας: «Στ’ αλήθεια, και αυτός ήταν μαζί του, γιατί είναι και Γαλιλαίος». 60 Είπε τότε ο Πέτρος: «Άνθρωπε, δεν ξέρω τι λες». Και αμέσως, ενώ ακόμη αυτός μιλούσε, λάλησε ένας πετεινός. 61 Και αφού στράφηκε ο Κύριος, κοίταξε μέσα στα μάτια τον Πέτρο, και θυμήθηκε ο Πέτρος το λόγο του Κυρίου, καθώς του είπε: «Πριν ο πετεινός λαλήσει σήμερα, θα με απαρνηθείς τρεις φορές». 62 Και αφού βγήκε έξω, έκλαψε πικρά.
Εμπαίζουν και δέρνουν τον Ιησού
(Μτ. 26:67-68, Μκ. 14:65)
63 Και οι άντρες που τον κρατούσαν σφιχτά τον ενέπαιζαν δέρνοντάς τον 64 και, αφού του περικάλυψαν το πρόσωπο, τον επερωτούσαν, λέγοντας: «Προφήτεψε, ποιος είναι αυτός που σε χτύπησε;» 65 Και άλλα πολλά, βλαστημώντας, έλεγαν σ’ αυτόν.
Ο Ιησούς μπροστά στο μεγάλο συνέδριο
(Μτ. 26:59-66, Μκ. 14:55-64, Ιν. 18:19-24)
66 Και μόλις ξημέρωσε, συνάχτηκε το πρεσβυτέριο του λαού, αρχιερείς και γραμματείς, και τον οδήγησαν στο συνέδριό τους, 67 λέγοντας: «Αν εσύ είσαι ο Χριστός, πες το μας». Είπε τότε σ’ αυτούς: «Αν σας το πω, δε θα πιστέψετε· 68 κι αν σας ρωτήσω, δε θα αποκριθείτε. 69 Από τώρα όμως ο Υιός του ανθρώπου θα κάθεται συνεχώς από τα δεξιά της δύναμης του Θεού». 70 Είπαν τότε όλοι: «Εσύ λοιπόν είσαι ο Υιός του Θεού;» Εκείνος είπε προς αυτούς: «Κι εσείς το λέτε ότι εγώ είμαι». 71 Εκείνοι είπαν: «Τι ανάγκη μαρτυρίας έχουμε ακόμα; Γιατί εμείς οι ίδιοι το ακούσαμε από το στόμα του».
Κεφάλαιον 23
Ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο
(Μτ. 27:1-2, 11-14, Μκ. 15:1-5, Ιν. 18:28-38)
1 Και αφού σηκώθηκε όλο το πλήθος αυτών των συνέδρων, τον οδήγησαν στον Πιλάτο. 2 Άρχισαν τότε να τον κατηγορούν, λέγοντας: «Τούτον τον βρήκαμε να διαστρέφει το έθνος μας και να εμποδίζει να δίνουμε φόρους στον Καίσαρα και να λέει πως ο εαυτός του είναι Χριστός, βασιλιάς». 3 Ο Πιλάτος λοιπόν τον ρώτησε λέγοντας: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Εκείνος του αποκρίθηκε και είπε: «Εσύ το λες». 4 Τότε ο Πιλάτος είπε προς τους αρχιερείς και προς τους όχλους: «Κανένα αίτιο καταδίκης δε βρίσκω στον άνθρωπο τούτο». 5 Εκείνοι επέμεναν λέγοντας: «Ξεσηκώνει το λαό διδάσκοντας σε όλη την Ιουδαία και, αφού άρχισε από τη Γαλιλαία, έφτασε ως εδώ».
Ο Ιησούς μπροστά στον Ηρώδη
6 Ο Πιλάτος τότε, όταν το άκουσε, ρώτησε αν ο άνθρωπος είναι Γαλιλαίος 7 και, όταν έμαθε ότι είναι από μέρος της εξουσίας του Ηρώδη, τον παράπεμψε προς τον Ηρώδη, που ήταν και αυτός στα Ιεροσόλυμα αυτές τις ημέρες. 8 Ο Ηρώδης, λοιπόν, όταν είδε τον Ιησού, χάρηκε πολύ, γιατί ήθελε συνεχώς από αρκετά χρόνια να τον δει, επειδή άκουγε γι’ αυτόν και έλπιζε κάποιο θαυματουργικό σημείο να δει να γίνεται από αυτόν. 9 Τον επερωτούσε λοιπόν με αρκετά λόγια, αλλά αυτός τίποτα δεν του αποκρίθηκε. 10 Είχαν σταθεί τότε οι αρχιερείς και οι γραμματείς και τον κατηγορούσαν έντονα. 11 Και αφού τον εξουθένωσε και ο Ηρώδης μαζί με τα στρατεύματά του και τον ενέπαιξε, τον έντυσε με λαμπρή στολή και τον ξανάστειλε στον Πιλάτο. 12 Έγιναν τότε φίλοι ο Ηρώδης και ο Πιλάτος αυτήν την ημέρα μεταξύ τους· γιατί προϋπήρχε έχθρα του ενός προς τον άλλο.
Ο Ιησούς καταδικάζεται σε θάνατο
(Μτ. 27:15-26, Μκ. 15:6-15, Ιν. 18:39-19:16)
13 Ο Πιλάτος, λοιπόν, αφού συγκάλεσε τους αρχιερείς και τους άρχοντες και το λαό, 14 είπε προς αυτούς: «Φέρατε προς εμένα τον άνθρωπο αυτό σαν έναν που αποπλανά το λαό, και ιδού, εγώ μπροστά σας τον ανάκρινα και δε βρήκα σ’ αυτόν τον άνθρωπο κανένα αίτιο κατηγορίας από όσα κατηγορείτε εναντίον του. 15 Αλλά ούτε κι ο Ηρώδης, γιατί τον ξανάστειλε προς εμάς, και ιδού, τίποτα άξιο θανάτου δεν έχει πράξει αυτός. 16 Αφού τον παιδέψω με μαστίγιο, λοιπόν, θα τον απολύσω». 17 [Είχε μάλιστα υποχρέωση να τους απολύει έναν κατά την εορτή.] 18 Τότε όλο το πλήθος έκραξε δυνατά, λέγοντας: «Αφάνιζε αυτόν και απόλυσέ μας το Βαραβά» 19 – ο οποίος ήταν ριγμένος στη φυλακή για κάποια στάση που έγινε στην πόλη και για φόνο. 20 Πάλι τότε ο Πιλάτος φώναξε προς αυτούς, επειδή ήθελε να απολύσει τον Ιησού. 21 Εκείνοι φώναζαν δυνατά, λέγοντας: «Σταύρωνε, σταύρωνε αυτόν». 22 Εκείνος για τρίτη φορά είπε προς αυτούς: «Γιατί, τι κακό έκανε αυτός; Κανένα αίτιο θανάτου δε βρήκα σ’ αυτόν. Αφού τον παιδέψω, λοιπόν, θα τον απολύσω». 23 Εκείνοι επέμεναν με φωνές μεγάλες, ζητώντας αυτός να σταυρωθεί, και υπερίσχυαν οι φωνές τους. 24 Και έτσι ο Πιλάτος αποφάσισε να γίνει το αίτημά τους: 25 απόλυσε, λοιπόν, αυτόν που είχε ριχτεί στη φυλακή για στάση και φόνο, τον οποίο ζητούσαν, ενώ τον Ιησού τον παράδωσε στο θέλημά τους.
Η σταύρωση του Ιησού
(Μτ. 27:32-44, Μκ. 15:21-32, Ιν. 19:17-27)
26 Και καθώς τον οδηγούσαν, έπιασαν κάποιο Σίμωνα Κυρηναίο, που ερχόταν από τον αγρό, και επέθεσαν σε αυτόν το σταυρό, για να τον φέρει πίσω από τον Ιησού. 27 Τον ακολουθούσε μάλιστα πολύ πλήθος από το λαό και από γυναίκες που χτυπούσαν τα στήθη τους και τον θρηνούσαν. 28 Στράφηκε τότε προς αυτές ο Ιησούς και είπε: «Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, μην κλαίτε για μένα. Αλλά για τους εαυτούς σας να κλαίτε και για τα παιδιά σας, 29 γιατί ιδού, έρχονται ημέρες κατά τις οποίες θα πουν: “Μακάριες οι στείρες και οι κοιλιές που δε γέννησαν και οι μαστοί που δεν έθρεψαν”. 30 Τότε θα αρχίσουν να λένε στα όρη: “Πέστε πάνω μας”, και στους λόφους: “Καλύψτε μας”. 31 Γιατί αν στο υγρό ξύλο κάνουν αυτά, στο ξερό τι θα γίνει;» 32 Οδηγούνταν τότε και άλλοι δύο κακούργοι μαζί του, για να θανατωθούν. 33 Και όταν ήρθαν στον τόπο που καλείται “Κρανίο”, εκεί σταύρωσαν αυτόν και τους κακούργους, τον ένα από τα δεξιά, τον άλλο από τα αριστερά του. 34 Και ο Ιησούς έλεγε: «Πατέρα, άφησε σ’ αυτούς, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν». Διαμοιμάζονται τότε τα ιμάτιά του μεταξύ τους και έριξαν κλήρους. 35 Και ο λαός είχε σταθεί και έβλεπε. Τον περιγελούσαν τότε και οι άρχοντες, λέγοντας: «Άλλους έσωσε, ας σώσει τον εαυτό του, αν αυτός είναι ο Χριστός, ο εκλεκτός του Θεού». 36 Τον ενέπαιξαν τότε και οι στρατιώτες που πλησίαζαν, προσφέροντάς του ξίδι 37 και λέγοντας: «Αν εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων, σώσε τον εαυτό σου». 38 Ήταν μάλιστα και μια επιγραφή από πάνω του: “Ο βασιλιάς των Ιουδαίων είναι αυτός”. 39 Ένας τότε από τους κακούργους που κρεμάστηκαν τον βλαστημούσε, λέγοντας: «Δεν είσαι εσύ ο Χριστός; Σώσε τον εαυτό σου κι εμάς». 40 Αποκρίθηκε όμως ο άλλος, επιτιμώντας αυτόν, και είπε: «Ούτε το Θεό δε φοβάσαι εσύ, αφού είσαι στην ίδια καταδίκη; 41 Και εμείς, βέβαια, δίκαια, γιατί απολαμβάνουμε άξια αυτών που πράξαμε. Αυτός, όμως, τίποτα το άτοπο δεν έπραξε». 42 Και έλεγε: «Ιησού, θυμήσου με, όταν έρθεις στη βασιλεία σου». 43 Και του είπε: «Αλήθεια σου λέω, σήμερα μαζί μου θα είσαι μέσα στον Παράδεισο».
Ο θάνατος του Ιησού
(Μτ. 27:45-56, Μκ. 15:33-41, Ιν. 19:28-30)
44 Και ήταν ήδη περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι, και έγινε σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα, 45 γιατί χάθηκε ο ήλιος· σχίστηκε μάλιστα το καταπέτασμα του ναού στο μέσο. 46 Και ο Ιησούς, αφού φώναξε με φωνή μεγάλη, είπε: «Πατέρα, στα χέρια σου παραθέτω το πνεύμα μου». Και αφού είπε αυτό, εξέπνευσε. 47 Όταν είδε τότε ο εκατόνταρχος αυτό που έγινε, δόξαζε το Θεό, λέγοντας: «Πράγματι, ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος». 48 Και όλα τα πλήθη που μαζεύτηκαν, για να δουν αυτό το θέαμα, όταν είδαν όσα έγιναν, επέστρεφαν, χτυπώντας τα στήθη. 49 Και είχαν σταθεί όλοι οι γνωστοί του από μακριά, και οι γυναίκες που ακολουθούσαν μαζί του από τη Γαλιλαία, οι οποίες έβλεπαν αυτά.
Ο ενταφιασμός του Ιησού
(Μτ. 27:57-61, Μκ. 15:42-47, Ιν. 19:38-42)
50 Και ιδού ένας άντρας με το όνομα Ιωσήφ, που ήταν βουλευτής και άντρας αγαθός και δίκαιος 51 – αυτός δεν είχε συγκατατεθεί στην απόφαση και στην πράξη τους – που ήταν από την Αριμαθαία, πόλη των Ιουδαίων, ο οποίος πρόσμενε τη βασιλεία του Θεού. 52 Αυτός πλησίασε τον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού 53 και, αφού το κατέβασε, το τύλιξε μέσα σ’ ένα σεντόνι και τον έθεσε σε μνήμα λαξευτό όπου κανείς ακόμα δεν ήταν τοποθετημένος. 54 Και ήταν ημέρα παρασκευή και χάραζε το Σάββατο. 55 Ακολούθησαν από κοντά τότε οι γυναίκες, οι οποίες είχαν έρθει από τη Γαλιλαία μαζί του, και είδαν το μνήμα και πώς τέθηκε το σώμα του. 56 Όταν λοιπόν επέστρεψαν, ετοίμασαν αρώματα και μύρα.
Η ανάσταση του Ιησού
(Μτ. 28:1-10, Μκ. 16:1-8, Ιν. 20:1-10)
Και το Σάββατο, βέβαια, ησύχασαν σύμφωνα με τήν εντολή.
Κεφάλαιον 24
1 Την πρώτη όμως ημέρα μετά το Σάββατο, ενώ ήταν όρθρος βαθύς, ήρθαν στο μνήμα, φέρνοντας όσα αρώματα ετοίμασαν. 2 Βρήκαν τότε το λίθο κυλισμένο μακριά από το μνήμα 3 και, αφού εισήλθαν, δε βρήκαν το σώμα του Κυρίου Ιησού. 4 Και συνέβηκε, ενώ αυτές απορούσαν γι’ αυτό, τότε ιδού, δύο άντρες να σταθούν ξαφνικά μπροστά τους με ένδυμα που άστραφτε. 5 Και καθώς ήταν γεμάτες φόβο και έσκυψαν τα πρόσωπά τους στη γη, είπαν προς αυτές: «Τι ζητάτε τον ζωντανό μαζί με τους νεκρούς; 6 Δεν είναι εδώ, αλλά εγέρθηκε. Θυμηθείτε πώς σας μίλησε, ενώ ήταν ακόμα στη Γαλιλαία, 7 λέγοντας για τον Υιό του ανθρώπου ότι πρέπει να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων αμαρτωλών και να σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί». 8 Και θυμήθηκαν τα λόγια του. 9 Και αφού επέστρεψαν από το μνήμα, ανάγγειλαν όλα αυτά στους έντεκα και σε όλους τους υπόλοιπους. 10 Ήταν, λοιπόν, η Μαγδαληνή Μαρία και η Ιωάννα και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και οι υπόλοιπες μαζί τους. Έλεγαν αυτά προς τους αποστόλους, 11 και αυτά τα λόγια φάνηκαν μπροστά τους σαν παραλήρημα, και απιστούσαν σ’ αυτές. 12 Τότε ο Πέτρος σηκώθηκε και έτρεξε στο μνήμα και, αφού έσκυψε κάτω, βλέπει τους επιδέσμους μόνο, και έφυγε, θαυμάζοντας μέσα του για το γεγονός.
Η πορεία προς τους Εμμαούς
(Μκ. 16:12-13)
13 Και ιδού, δύο από αυτούς κατ’ αυτήν την ημέρα πορεύονταν σε ένα χωριό που απείχε περίπου δέκα χιλιόμετρα από την Ιερουσαλήμ, του οποίου το όνομα ήταν Εμμαούς. 14 Και αυτοί μιλούσαν μεταξύ τους για όλα αυτά που είχαν συμβεί. 15 Και συνέβηκε, ενώ αυτοί μιλούσαν και συζητούσαν, τότε ο ίδιος ο Ιησούς να πλησιάσει· και προχωρούσε μαζί τους. 16 Αλλά τα μάτια τους κρατούνταν, για να μην τον αναγνωρίσουν. 17 Είπε τότε προς αυτούς: «Ποια είναι αυτά τα λόγια που ανταλλάσσετε μεταξύ σας περπατώντας;» Και εκείνοι στάθηκαν σκυθρωποί. 18 Αποκρίθηκε, λοιπόν, ένας με το όνομα Κλεόπας και είπε προς αυτόν: «Εσύ μόνος παροικείς στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες όσα έγιναν μέσα σ’ αυτήν τις ημέρες αυτές;» 19 Και τους είπε: «Ποια;» Εκείνοι του είπαν: «Τα σχετικά με τον Ιησού το Ναζαρηνό, ο οποίος ήταν άντρας προφήτης, δυνατός σε έργα και σε λόγια απέναντι στο Θεό και σε όλο το λαό. 20 Και πώς τον παράδωσαν οι αρχιερείς και οι άρχοντές μας σε καταδίκη θανάτου και τον σταύρωσαν. 21 Εμείς όμως ελπίζαμε ότι αυτός είναι εκείνος που μέλλει να λυτρώνει το λαό Ισραήλ. Αλλά, βέβαια, και μαζί με όλα αυτά, είναι η τρίτη ημέρα αυτή που περνάει αφότου έγιναν αυτά. 22 Αλλά και κάποιες γυναίκες από εμάς μας άφησαν εκστατικούς, όταν πήγαν με τον όρθρο στο μνήμα 23 και, επειδή δε βρήκαν το σώμα του, ήρθαν, λέγοντας πως έχουν δει και οπτασία αγγέλων, οι οποίοι λένε ότι αυτός ζει. 24 Και πήγαν μερικοί από αυτούς που είναι μαζί μας στο μνήμα και βρήκαν τα πράγματα έτσι καθώς είπαν και οι γυναίκες, αλλά αυτόν δεν τον είδαν». 25 Και τότε αυτός είπε προς αυτούς: «Ω, ανόητοι και αργοί στην καρδιά στο να πιστεύετε σε όλα όσα λάλησαν οι προφήτες. 26 Δεν έπρεπε αυτά να πάθει ο Χριστός και να εισέλθει στη δόξα του;» 27 Και αφού άρχισε από το Μωυσή και από όλους τους προφήτες, διερμήνεψε σ’ αυτούς μέσα σ’ όλες τις γραφές τα σχετικά με τον εαυτό του. 28 Και πλησίασαν στο χωριό όπου πήγαιναν, και τότε αυτός προσποιήθηκε ότι πηγαίνει μακρύτερα. 29 Και τον πίεσαν, παρακαλώντας τον και λέγοντας: «Μείνε μαζί μας, γιατί πλησιάζει η εσπέρα και έχει γείρει ήδη η ημέρα». Και εισήλθε για να μείνει μαζί τους. 30 Και όταν κάθισε, για να φάει μαζί τους, αφού έλαβε τον άρτο, τον ευλόγησε και, αφού τον έκοψε με τα χέρια, τον έδινε σ’ αυτούς. 31 Τότε διανοίχτηκαν οι οφθαλμοί τους και τον αναγνώρισαν· αλλά αυτός έγινε άφαντος από αυτούς. 32 Και είπαν μεταξύ τους: «Η καρδιά μας δεν έκαιγε συνεχώς μέσα μας καθώς μας μιλούσε στο δρόμο, όπως μας διάνοιγε τις Γραφές;» 33 Και αφού σηκώθηκαν αυτήν την ώρα, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και βρήκαν συναθροισμένους τους έντεκα και όσους ήταν μαζί τους, 34 που έλεγαν ότι πράγματι εγέρθηκε ο Κύριος και φανερώθηκε στο Σίμωνα. 35 Και αυτοί διηγούνταν όσα έγιναν στο δρόμο και πώς γνωρίστηκε σ’ αυτούς με το κόψιμο του άρτου.
Ο Ιησούς εμφανίζεται στους μαθητές
(Μτ. 28:16-20, Μκ. 16:14-18, Ιν. 20:19-23, Πρ. 1:6-8)
36 Ενώ λοιπόν μιλούσαν αυτά, αυτός στάθηκε στο μέσο τους και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς». 37 Πτοήθηκαν τότε και γέμισαν φόβο και νόμιζαν πως βλέπουν πνεύμα. 38 Και είπε σ’ αυτούς: «Τι είστε ταραγμένοι και γιατί διαλογισμοί ανεβαίνουν στην καρδιά σας; 39 Δείτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, γιατί εγώ είμαι, ο ίδιος, ψηλαφήστε με και δείτε, γιατί πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά καθώς βλέπετε εμένα να έχω». 40 Και αφού είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. 41 Επειδή, λοιπόν, αυτοί ακόμα απιστούσαν από τη χαρά τους και θαύμαζαν, τους είπε: «Έχετε κάτι φαγώσιμο εδώ;» 42 Εκείνοι του έδωσαν μέρος από ψάρι ψητό [και κηρήθρα από μέλι]. 43 Και αφού τα έλαβε μπροστά τους, τα έφαγε. 44 Είπε λοιπόν προς αυτούς: «Αυτοί είναι οι λόγοι μου που μίλησα προς εσάς, ενώ ήμουν ακόμη μαζί σας, ότι πρέπει να εκπληρωθούν όλα τα γραμμένα μέσα στο νόμο του Μωυσή και στους προφήτες και στους ψαλμούς για μένα». 45 Τότε διάνοιξε το νου τους, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές. 46 Και τους είπε: «Έτσι έχει γραφτεί, ότι ο Χριστός έπρεπε να πάθει και να αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα, 47 και να κηρυχτεί στο όνομά του μετάνοια για άφεση αμαρτιών σε όλα τα έθνη. Αφού αρχίσετε από την Ιερουσαλήμ, 48 εσείς να είστε μάρτυρες αυτών. 49 Και ιδού, εγώ αποστέλλω την υπόσχεση του Πατέρα μου πάνω σας. Εσείς όμως καθίστε μέσα στην πόλη, ωσότου ντυθείτε δύναμη από ψηλά».
Η ανάληψη του Ιησού
(Μκ. 16:19-20, Πρ. 1:9-11)
50 Τους οδήγησε τότε έξω, μέχρι κοντά στη Βηθανία και, αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε. 51 Και συνέβηκε, ενώ αυτός τους ευλογούσε, να διαχωριστεί από αυτούς και φερόταν πάνω στον ουρανό. 52 Και αυτοί τον προσκύνησαν και επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη 53 και ήταν διαπαντός μέσα στο ναό, ευλογώντας το Θεό.
ΤΟ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον 1
Προΰπαρξη του Ιησού Χριστού
1 Στην αρχή ήταν ο Λόγος, και ο Λόγος ήταν προς το Θεό, και Θεός ήταν ο Λόγος. 2 Αυτός ήταν στην αρχή προς το Θεό. 3 Τα πάντα μέσω αυτού έγιναν, και χωρίς αυτόν δεν έγινε ούτε ένα απ’ ό,τι έχει γίνει. 4 Μέσα σε αυτόν ήταν ζωή, και η ζωή ήταν το φως των ανθρώπων. 5 Και το φως μέσα στο σκοτάδι φέγγει και το σκοτάδι δεν κυρίεψε αυτό. 6 Ήταν ένας άνθρωπος από το Θεό απεσταλμένος· το όνομά του Ιωάννης. 7 Αυτός ήρθε για μαρτυρία, να μαρτυρήσει για το φως, για να πιστέψουν όλοι μέσω αυτού. 8 Εκείνος δεν ήτανε το φως, αλλά ήρθε να μαρτυρήσει για το φως. 9 Ήταν το φως το αληθινό, που φωτίζει κάθε άνθρωπο, το οποίο ερχότανε στον κόσμο. 10 Μέσα στον κόσμο ήτανε κι ο κόσμος μέσω αυτού έγινε, αλλά ο κόσμος δεν τον γνώρισε. 11 Στους δικούς του ήρθε, αλλά οι δικοί του δεν τον παράλαβαν. 12 Όσοι όμως έλαβαν αυτόν, σ’ αυτούς έδωσε εξουσία τέκνα Θεού να γίνουν· σ’ όσους πιστεύουν στ’ όνομά του, 13 που όχι από αίματα, ούτε από σάρκας θέλημα ούτε από θέλημα άντρα, αλλ’ από το Θεό γεννήθηκαν. 14 Και ο Λόγος σάρκα έγινε και κατασκήνωσε ανάμεσά μας, και είδαμε με θαυμασμό τη δόξα του, δόξα όπως ενός μονογενούς από τον Πατέρα, πλήρης από χάρη και αλήθεια. 15 Ο Ιωάννης μαρτυρεί γι’ αυτόν και έχει φωνάξει λέγοντας: «Αυτός ήταν για τον οποίο είπα: “Εκείνος που έρχεται πίσω από μένα μπροστά από μένα έχει υπάρξει γιατί μου ήταν πρώτος”». 16 Γιατί από το πλήρωμά του όλοι εμείς ελάβαμε, και χάρη στη θέση χάρης. 17 Γιατί ο νόμος δόθηκε μέσω του Μωυσή, η χάρη και η αλήθεια έγιναν μέσω του Ιησού Χριστού. 18 Το Θεό ως τώρα κανείς δεν έχει δει ποτέ. Ο μονογενής Θεός που είναι στην αγκαλιά μέσα του Πατέρα, εκείνος εξήγησε αυτόν.
Η μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ. 3:1-12, Μκ. 1:2-8, Λκ. 3:15-17)
19 Και αυτή είναι η μαρτυρία του Ιωάννη, όταν απέστειλαν προς αυτόν οι Ιουδαίοι από τα Ιεροσόλυμα ιερείς και Λευίτες, για να τον ρωτήσουν: «Εσύ ποιος είσαι;» 20 Και ομολόγησε και δεν το αρνήθηκε, αλλά ομολόγησε: «Εγώ δεν είμαι ο Χριστός». 21 Τότε τον ρώτησαν: «Τι είσαι λοιπόν; Εσύ είσαι ο Ηλίας;» Και λέει: «Δεν είμαι». «Ο προφήτης είσαι εσύ;» Και αποκρίθηκε: «Όχι». 22 Είπαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Ποιος είσαι; Για να δώσουμε απόκριση σ’ αυτούς που μας έστειλαν. Τι λες για τον εαυτό σου;» 23 Εκείνος είπε: «Εγώ είμαι φωνή ενός που φωνάζει δυνατά στην έρημο: “ισιώστε την οδό του Κυρίου”, καθώς είπε ο Ησαΐας ο προφήτης». 24 Και ήταν μερικοί αποσταλμένοι από την παράταξη των Φαρισαίων. 25 Τότε τον ρώτησαν και του είπαν: «Γιατί λοιπόν βαφτίζεις, αν εσύ δεν είσαι ο Χριστός ούτε ο Ηλίας ούτε ο προφήτης;» 26 Τους αποκρίθηκε ο Ιωάννης λέγοντας: «Εγώ βαφτίζω σε νερό. Στο μέσο σας έχει σταθεί αυτός που εσείς δεν ξέρετε, 27 που έρχεται πίσω από μένα, του οποίου εγώ δεν είμαι άξιος να λύσω το λουρί του υποδήματός του». 28 Αυτά έγιναν στη Βηθανία πέρα από τον Ιορδάνη, όπου βάφτιζε συνέχεια ο Ιωάννης.
Ο Αμνός του Θεού
(Μτ. 3:13-17, Μκ. 1:9-11, Λκ. 3:21-22)
29 Την επόμενη ημέρα βλέπει ο Ιωάννης τον Ιησού να έρχεται προς αυτόν και λέει: «Να ο αμνός του Θεού που σηκώνει την αμαρτία του κόσμου. 30 Αυτός είναι για τον οποίο εγώ είπα: “ Πίσω από μένα έρχεται ένας άντρας που μπροστά από μένα έχει υπάρξει, γιατί μου ήταν πρώτος”. 31 Και εγώ δεν τον ήξερα, αλλά για να φανερωθεί στο λαό Ισραήλ, γι’ αυτό εγώ ήρθα βαφτίζοντας στο νερό». 32 Και έδωσε μαρτυρία ο Ιωάννης, λέγοντας: «Έχω δει το Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό, και έμεινε πάνω σ’ αυτόν. 33 Κι εγώ δεν τον ήξερα, αλλά εκείνος που με έστειλε να βαφτίζω σε νερό, εκείνος μου είπε: “Πάνω σ’ όποιον δεις το Πνεύμα να κατεβαίνει και να μένει πάνω του, αυτός είναι που βαφτίζει σε Πνεύμα Άγιο”. 34 Κι εγώ έχω δει και έχω μαρτυρήσει ότι αυτός είναι ο Υιός του Θεού».
Οι πρώτοι μαθητές
(Μτ. 4:18-22, Μκ. 1:16-20)
35 Την επόμενη ημέρα πάλι, είχε σταθεί ο Ιωάννης και δύο από τους μαθητές του. 36 Κοίταξε καλά τότε τον Ιησού που περπατούσε και λέει: «Να ο αμνός του Θεού». 37 Και άκουσαν οι δύο μαθητές αυτόν να μιλά και ακολούθησαν τον Ιησού. 38 Στράφηκε τότε ο Ιησούς και, όταν τους είδε να τον ακολουθούν, τους λέει: «Τι ζητάτε;» Εκείνοι του είπαν: «Ραβί – που όταν ερμηνεύεται λέγεται Δάσκαλε – πού μένεις;» 39 Τους λέει: «Ελάτε και θα δείτε». Ήρθαν, λοιπόν, και είδαν που μένει, και έμειναν κοντά του εκείνη την ημέρα. Η ώρα ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα. 40 Ήταν ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνα Πέτρου, ένας από τους δύο που άκουσαν από τον Ιωάννη και τον ακολούθησαν. 41 Αυτός βρίσκει πρώτα τον αδελφό το δικό του, το Σίμωνα, και του λέει: «Βρήκαμε το Μεσσία» – που όταν ερμηνεύεται σημαίνει Χριστός. 42 Τον έφερε τότε προς τον Ιησού. Ο Ιησούς τον κοίταξε μέσα στα μάτια και είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμωνας, ο γιος του Ιωάννη· εσύ θα κληθείς Κηφάς» – που ερμηνεύεται Πέτρος.
Ο Ιησούς καλεί το Φίλιππο και το Ναθαναήλ
43 Την επόμενη ημέρα θέλησε να εξέλθει στη Γαλιλαία και βρίσκει το Φίλιππο. Και ο Ιησούς τού λέει: «Ακολούθα με». 44 Ήταν, λοιπόν, ο Φίλιππος από τη Βηθσαϊδά, από την πόλη του Ανδρέα και του Πέτρου. 45 Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που έγραψε ο Μωυσής στο νόμο, και οι προφήτες, τον βρήκαμε: είναι ο Ιησούς, γιος του Ιωσήφ, που είναι από τη Ναζαρέτ». 46 Και ο Ναθαναήλ τού είπε: «Από τη Ναζαρέτ δύναται να είναι κάτι αγαθό;» Του λέει ο Φίλιππος: «Έλα και δες». 47 Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να έρχεται προς αυτόν και λέει γι’ αυτόν: «Να, αληθινά, ένας Ισραηλίτης μέσα στον οποίο δεν υπάρχει δόλος». 48 Του λέει ο Ναθαναήλ: «Από πού με γνωρίζεις;» Ο Ιησούς αποκρίθηκε και του είπε: «Σε είδα προτού ο Φίλιππος σε φωνάξει, ενώ ήσουν κάτω από τη συκιά». 49 Ο Ναθαναήλ του αποκρίθηκε: «Ραβί, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». 50 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και του είπε: «Επειδή σου είπα ότι σε είδα κάτω από τη συκιά, πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα από αυτά». 51 Και του λέει: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, θα δείτε τον ουρανό ανοιγμένο και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν πάνω στον Υιό του ανθρώπου».
Κεφάλαιον 2
Ο γάμος στην Κανά
1 Και την ημέρα την τρίτη, έγινε γάμος στην Κανά της Γαλιλαίας, και η μητέρα του Ιησού ήταν εκεί. 2 Προσκάλεσαν τότε και τον Ιησού και τους μαθητές του στο γάμο. 3 Και επειδή στερήθηκαν το κρασί, λέει η μητέρα του Ιησού προς αυτόν: «Κρασί δεν έχουν». 4 Και ο Ιησούς λέει σ’ αυτήν: «Τι κοινό έχουμε εγώ κι εσύ γυναίκα; Ακόμα δεν έχει έρθει η ώρα μου». 5 Η μητέρα του λέει στους διακόνους: «Ό,τι σας λέει κάντε». 6 Ήταν λοιπόν εκεί έξι λίθινες υδρίες, που κείτονταν σύμφωνα με το έθιμο του καθαρισμού των Ιουδαίων, και χωρούσαν η καθεμία από ογδόντα ως εκατόν είκοσι λίτρα. 7 Ο Ιησούς λέει σ’ αυτούς: «Γεμίστε τις υδρίες με νερό». Και τις γέμισαν έως πάνω. 8 Τότε τους λέει: «Αντλήστε τώρα και φέρτε στον αρχιτρίκλινο». Εκείνοι του έφεραν. 9 Μόλις, λοιπόν, γεύτηκε ο αρχιτρίκλινος το νερό που είχε γίνει κρασί και δεν ήξερε από πού είναι – ενώ οι διάκονοι που είχαν αντλήσει το νερό ήξεραν – ο αρχιτρίκλινος φωνάζει το γαμπρό 10 και του λέει: «Κάθε άνθρωπος θέτει στο τραπέζι πρώτα το καλό κρασί και, όταν μεθύσουν, το κατώτερο. Εσύ έχεις φυλάξει το καλό κρασί ως τώρα». 11 Αυτήν την αρχή των θαυματουργικών σημείων ο Ιησούς έκανε στην Κανά της Γαλιλαίας και φανέρωσε τη δόξα του, και πίστεψαν σ’ αυτόν οι μαθητές του. 12 Μετά από αυτό κατέβηκε στην Καπερναούμ αυτός και η μητέρα του και οι αδελφοί του και οι μαθητές του, και εκεί έμειναν όχι πολλές ημέρες.
Ο καθαρισμός του ναού
(Μτ. 21:12-13, Μκ. 11:15-17, Λκ. 19:45-46)
13 Και ήταν κοντά το Πάσχα των Ιουδαίων, και ο Ιησούς ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα. 14 Και βρήκε μέσα στο ναό αυτούς που πουλούσαν βόδια και πρόβατα και περιστέρια, και τους αργυραμοιβούς να κάθονται. 15 Τότε, αφού έκανε φραγγέλιο από σχοινιά, όλους τους έβγαλε έξω από το ναό, και τα πρόβατα και τα βόδια, και σκόρπισε τα κέρματα των αργυραμοιβών και ανάτρεψε τα τραπέζια τους, 16 και σ’ εκείνους που πουλούν τα περιστέρια είπε: «Σηκώστε αυτά από εδώ· μην κάνετε τον οίκο του Πατέρα μου οίκο εμπορίου». 17 Οι μαθητές του θυμήθηκαν ότι είναι γραμμένο: Ο ζήλος για τον οίκο σου θα με καταφάει. 18 Έλαβαν το λόγο λοιπόν οι Ιουδαίοι και του είπαν: «Τι σημείο μας δείχνεις, επειδή κάνεις αυτά;» 19 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους είπε: «Γκρεμίστε το ναό τούτο και μέσα σε τρεις ημέρες θα τον εγείρω». 20 Είπαν λοιπόν οι Ιουδαίοι: «Σε σαράντα έξι χρόνια οικοδομήθηκε ο ναός αυτός, κι εσύ θα τον εγείρεις μέσα σε τρεις ημέρες;» 21 Εκείνος όμως έλεγε για το ναό του σώματός του. 22 Όταν λοιπόν εγέρθηκε από τους νεκρούς, θυμήθηκαν οι μαθητές του ότι αυτό έλεγε, και πίστεψαν στη Γραφή και στο λόγο που είπε ο Ιησούς.
Ο Ιησούς γνωρίζει κάθε άνθρωπο
23 Καθώς λοιπόν ήταν στα Ιεροσόλυμα το Πάσχα κατά την εορτή, πολλοί πίστεψαν στο όνομά του, βλέποντας τα σημεία του που έκανε. 24 Αλλά ο ίδιος ο Ιησούς δεν εμπιστευόταν τον εαυτό του σ’ αυτούς, γιατί αυτός τους γνώριζε όλους 25 και επειδή δεν είχε ανάγκη κάποιος να μαρτυρήσει σ’ αυτόν για τον οποιονδήποτε άνθρωπο. Γιατί αυτός γνώριζε τι ήταν μέσα στον άνθρωπο.
Κεφάλαιον 3
Ο Ιησούς και ο Νικόδημος
1 Υπήρχε τότε ένας άνθρωπος από τους Φαρισαίους, Νικόδημος ήταν το όνομά του, άρχοντας των Ιουδαίων. 2 Αυτός ήρθε προς αυτόν μια νύχτα και του είπε: «Ραβί, ξέρουμε ότι έχεις έρθει από το Θεό ως δάσκαλος. Γιατί κανείς δε δύναται να κάνει αυτά τα θαυματουργικά σημεία που εσύ κάνεις, αν δεν είναι ο Θεός μαζί του». 3 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και του είπε: «Αλήθεια, αλήθεια σου λέω, αν κάποιος δεν αναγεννηθεί, δε δύναται να δει τη βασιλεία του Θεού». 4 Ο Νικόδημος λέει προς αυτόν: «Πώς δύναται ένας άνθρωπος να γεννηθεί όταν είναι γέρος; Μήπως δύναται να εισέλθει στην κοιλιά της μητέρας του για δεύτερη φορά και να γεννηθεί;» 5 Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Αλήθεια, αλήθεια σου λέω, αν κάποιος δε γεννηθεί από νερό και Πνεύμα, δε δύναται να εισέλθει στη βασιλεία του Θεού. 6 Το γεννημένο από τη σάρκα είναι σάρκα, και το γεννημένο από το Πνεύμα είναι πνεύμα. 7 Μη θαυμάσεις επειδή σου είπα, “εσείς πρέπει να αναγεννηθείτε”. 8 Ο άνεμος πνέει όπου θέλει, και τη φωνή του την ακούς, αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και πού πηγαίνει. Έτσι είναι καθένας που έχει γεννηθεί από το Πνεύμα». 9 Ο Νικόδημος αποκρίθηκε και του είπε: «Πώς δύνανται να γίνουν αυτά;» 10 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και είπε σ’ αυτόν: «Εσύ είσαι ο δάσκαλος του λαού Ισραήλ και δε γνωρίζεις αυτά; 11 Αλήθεια, αλήθεια σου λέω ότι μιλούμε γι’ αυτό που ξέρουμε και μαρτυρούμε γι’ αυτό που έχουμε δει, αλλά τη μαρτυρία μας δεν τη δέχεστε. 12 Αν τα επίγεια σας είπα και δεν πιστεύετε, πώς θα πιστέψετε αν σας πω τα επουράνια; 13 Και κανείς δεν έχει ανεβεί στον ουρανό παρά μόνο εκείνος που κατέβηκε από τον ουρανό, ο Υιός του ανθρώπου, [που είναι στον ουρανό]. 14 Και καθώς ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του ανθρώπου, 15 για να έχει ζωή αιώνια καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν. 16 Γιατί τόσο αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε έδωσε τον Υιό του το μονογενή, για να μη χαθεί καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια. 17 Γιατί ο Θεός δεν απέστειλε τον Υιό στον κόσμο, για να κρίνει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος μέσω αυτού. 18 Όποιος πιστεύει σε αυτόν δεν κρίνεται. Όποιος όμως δεν πιστεύει ήδη έχει κριθεί ένοχος, γιατί δεν έχει πιστέψει στο όνομα του μονογενούς Υιού του Θεού. 19 Και αυτή είναι η κατηγορία για την κρίση: ότι το φως έχει έρθει στον κόσμο, αλλά οι άνθρωποι αγάπησαν περισσότερο το σκοτάδι παρά το φως· γιατί τα έργα τους ήταν κακά. 20 Γιατί καθένας που πράττει κακά μισεί το φως και δεν έρχεται προς το φως, για να μην ελεγχτούν τα έργα του. 21 Αυτός όμως που εφαρμόζει την αλήθεια έρχεται προς το φως, για να φανερωθούν τα έργα του ότι έχουν γίνει μέσα στο θέλημα του Θεού».
Ο Ιησούς και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής
22 Μετά από αυτά ήρθε ο Ιησούς και οι μαθητές του στη γη της Ιουδαίας, και εκεί έμεινε μαζί τους και βάφτιζε. 23 Τότε και ο Ιωάννης βάφτιζε στην Αινών, κοντά στο Σαλείμ, επειδή υπήρχαν εκεί πολλά νερά, και έρχονταν και βαφτίζονταν. 24 Γιατί ο Ιωάννης δεν ήταν ακόμα ριγμένος στη φυλακή. 25 Έγινε, λοιπόν, συζήτηση μερικών από τους μαθητές του Ιωάννη με έναν Ιουδαίο σχετικά με τον καθαρισμό. 26 Και ήρθαν προς τον Ιωάννη και του είπαν: «Ραβί, αυτός που ήταν μαζί σου πέρα από τον Ιορδάνη, για τον οποίο εσύ έχεις μαρτυρήσει, δες, αυτός βαφτίζει και όλοι έρχονται προς αυτόν». 27 Ο Ιωάννης αποκρίθηκε και είπε: «Ένας άνθρωπος δε δύναται να λαβαίνει ούτε ένα πράγμα αν δεν του είναι δοσμένο από τον ουρανό. 28 Εσείς οι ίδιοι μαρτυρείτε για μένα ότι είπα: “Δεν είμαι εγώ ο Χριστός”, αλλά “Είμαι απεσταλμένος πριν από εκείνον”. 29 Όποιος έχει τη νύφη είναι γαμπρός. Και ο φίλος του γαμπρού, που έχει σταθεί και τον ακούει, χαίρεται πολύ για τη φωνή του γαμπρού. Αυτή λοιπόν η χαρά η δική μου έχει ολοκληρωθεί. 30 Εκείνος πρέπει να αυξάνει, ενώ εγώ να ελαττώνομαι».
Εκείνος που έρχεται από τον ουρανό
31 «Αυτός που έρχεται από επάνω είναι πάνω απ’ όλους· εκείνος που είναι από τη γη προέρχεται από τη γη και από τη γη μιλά. Αυτός που έρχεται από τον ουρανό είναι πάνω απ’ όλους. 32 Ό,τι έχει δει και άκουσε, αυτό μαρτυρεί, αλλά τη μαρτυρία του κανείς δεν τη δέχεται. 33 Εκείνος που δέχτηκε τη μαρτυρία του επικύρωσε ότι ο Θεός είναι αληθινός. 34 Γιατί αυτός που απέστειλε ο Θεός λαλεί τα λόγια του Θεού, επειδή ο Θεός δεν του δίνει με μέτρο το Πνεύμα. 35 Ο Πατέρας αγαπά τον Υιό και έχει δώσει στο χέρι του τα πάντα. 36 Αυτός που πιστεύει στον Υιό έχει ζωή αιώνια. Εκείνος όμως που απειθεί στον Υιό δε θα δει ζωή, αλλά η οργή του Θεού μένει πάνω του».
Κεφάλαιον 4
Ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα
1 Μόλις, λοιπόν, έμαθε ο Ιησούς ότι άκουσαν οι Φαρισαίοι ότι ο Ιησούς κάνει και βαφτίζει περισσότερους μαθητές παρά ο Ιωάννης 2 – αν και, βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς δε βάφτιζε, αλλά οι μαθητές του – 3 άφησε την Ιουδαία και έφυγε πάλι για τη Γαλιλαία. 4 Έπρεπε όμως αυτός να περάσει διαμέσου της Σαμάρειας. 5 Έρχεται τότε σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ, κοντά στο χωράφι που έδωσε ο Ιακώβ στον Ιωσήφ το γιο του. 6 Και εκεί ήταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή είχε κουραστεί από την οδοιπορία, καθόταν έτσι απλά δίπλα στο πηγάδι. Ήταν περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι. 7 Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να αντλήσει νερό. Λέει σ’ αυτήν ο Ιησούς: «Δώσε μου να πιω» 8 – γιατί οι μαθητές του είχαν φύγει στην πόλη, για να αγοράσουν τροφές. 9 Του λέει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα: «Πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις από εμένα, μια γυναίκα που είμαι Σαμαρείτισσα;» – γιατί δε συγχρωτίζονται Ιουδαίοι με Σαμαρείτες. 10 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέει, “δώσε μου να πιω”, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό». 11 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, ούτε κουβά έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό; 12 Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό αυτός και οι γιοι του και τα θρεφτάρια του;» 13 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Καθένας που πίνει από το νερό τούτο θα διψάσει πάλι. 14 Όποιος όμως πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του πηγή νερού που θα αναβλύζει για ζωή αιώνια». 15 Λέει προς αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να περνώ εδώ να αντλώ». 16 Ο Ιησούς της λέει: «Πήγαινε, φώναξε τον άντρα σου και έλα εδώ». 17 Αποκρίθηκε η γυναίκα και του είπε: «Δεν έχω άντρα». Της λέει ο Ιησούς: «Καλά είπες: “Άντρα δεν έχω” – 18 γιατί πέντε άντρες είχες και τώρα αυτός που έχεις δεν είναι άντρας σου. Αυτό είναι αληθινό που έχεις πει». 19 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης. 20 Οι πατέρες μας σε τούτο το όρος προσκύνησαν το Θεό· αλλά εσείς λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος όπου πρέπει να προσκυνεί κανείς». 21 Της λέει ο Ιησούς: «Πίστευέ με, γυναίκα, ότι έρχεται ώρα που ούτε στο όρος ετούτο ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνείτε τον Πατέρα. 22 Εσείς προσκυνείτε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς προσκυνούμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους. 23 Αλλά έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με Πνεύμα και με αλήθεια. Και πράγματι, ο Πατέρας τέτοιοι ζητά να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν. 24 Πνεύμα είναι ο Θεός, και εκείνοι που τον προσκυνούν με Πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν». 25 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Ξέρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, (ο λεγόμενος Χριστός). Όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα». 26 Της λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι, που σου μιλώ». 27 Και πάνω σ’ αυτό ήρθαν οι μαθητές του και θαύμαζαν επειδή μιλούσε με γυναίκα. Κανείς όμως δεν είπε: «Τι ζητάς;» ή «Τι μιλάς μαζί της;» 28 Άφησε, λοιπόν, την υδρία της η γυναίκα και πήγε στην πόλη και λέει στους ανθρώπους: 29 «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;» 30 Εκείνοι εξήλθαν από την πόλη και έρχονταν προς αυτόν. 31 Στο μεταξύ τον παρακαλούσαν οι μαθητές λέγοντας: «Ραβί, φάε». 32 Εκείνος τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν ξέρετε» 33 Έλεγαν λοιπόν οι μαθητές μεταξύ τους: «Μήπως κάποιος του έφερε να φάει;» 34 Τους λέει ο Ιησούς: «Δική μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα εκείνου που με έστειλε και να τελειώσω το έργο του. 35 Εσείς δε λέτε: “Ακόμα είναι τέσσερις μήνες και ο θερισμός έρχεται”; Ιδού, σας λέω, σηκώστε πάνω τα μάτια σας και παρατηρήστε τα χωράφια: λευκά είναι, έτοιμα για θερισμό ήδη. 36 Ο θεριστής λαβαίνει μισθό και συνάζει καρπό για ζωή αιώνια, για να χαίρονται μαζί ο σπορέας και ο θεριστής. 37 Γιατί σε αυτό αληθεύει το ρητό, “άλλος είναι που σπέρνει και άλλος που θερίζει”. 38 Εγώ σας απέστειλα να θερίζετε αυτό για το οποίο εσείς δεν έχετε κοπιάσει. Άλλοι έχουν κοπιάσει και εσείς έχετε εισέλθει στον κόπο τους». 39 Τότε, από εκείνη την πόλη, πολλοί από τους Σαμαρείτες πίστεψαν σ’ αυτόν εξαιτίας του λόγου που έδωσε μαρτυρία η γυναίκα: «Μου είπε όλα όσα έκανα». 40 Μόλις λοιπόν ήρθαν προς αυτόν οι Σαμαρείτες, τον παρακαλούσαν να μείνει κοντά τους. Και έμεινε εκεί δύο ημέρες. 41 Και πολύ περισσότεροι πίστεψαν εξαιτίας του λόγου του, 42 και στη γυναίκα έλεγαν: «Δεν πιστεύουμε πια από τη δική σου διήγηση, γιατί εμείς οι ίδιοι έχουμε ακούσει και ξέρουμε ότι αυτός είναι αληθινά ο Σωτήρας του κόσμου».
Η θεραπεία του γιου ενός αξιωματούχου του βασιλιά
(Μτ. 8:5-13, Λκ. 7:1-10)
43 Τότε, μετά τις δύο ημέρες, εξήλθε από εκεί στη Γαλιλαία. 44 Βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς είχε μαρτυρήσει ότι ένας προφήτης μέσα στη δική του πατρίδα δεν εκτιμάται. 45 Όταν λοιπόν ήρθε στη Γαλιλαία, τον δέχτηκαν ευμενώς οι Γαλιλαίοι, επειδή είχαν δει όσα έκανε στα Ιεροσόλυμα κατά την εορτή· γιατί και αυτοί είχαν έρθει στην εορτή. 46 Ήρθε λοιπόν πάλι στην Κανά της Γαλιλαίας όπου είχε κάνει το νερό κρασί. Και ήταν κάποιος βασιλικός αξιωματούχος, του οποίου ο γιος ασθενούσε στην Καπερναούμ. 47 Αυτός, όταν άκουσε ότι ο Ιησούς έχει έρθει από την Ιουδαία στη Γαλιλαία, πήγε προς αυτόν και τον παρακαλούσε να κατεβεί και να γιατρέψει το γιο του, γιατί έμελλε να πεθάνει. 48 Είπε λοιπόν ο Ιησούς προς αυτόν: «Αν δε δείτε σημεία και τέρατα, δε θα πιστέψετε». 49 Λέει προς αυτόν ο βασιλικός αξιωματούχος: «Κύριε, κατέβα πριν πεθάνει το παιδί μου». 50 Του λέει ο Ιησούς: «Πήγαινε, ο γιος σου ζει». Πίστεψε ο άνθρωπος στο λόγο που του είπε ο Ιησούς και πορευόταν. 51 Ενώ ήδη αυτός κατέβαινε, οι δούλοι του τον προϋπάντησαν, λέγοντας ότι το παιδί του ζει. 52 Ζήτησε, λοιπόν, να μάθει από αυτούς την ώρα που έγινε καλύτερα. Τότε του είπαν: «Χτες στη μία το μεσημέρι τον άφησε ο πυρετός». 53 Κατάλαβε λοιπόν ο πατέρας ότι ήταν εκείνη η ώρα που του είπε ο Ιησούς: «Ο γιος σου ζει», και πίστεψε αυτός και η οικία του όλη. 54 Και αυτό, πάλι, ήταν το δεύτερο θαυματουργικό σημείο που έκανε ο Ιησούς, όταν ήρθε από την Ιουδαία στη Γαλιλαία.
Κεφάλαιον 5
Η θεραπεία του παράλυτου στη Βηθεσδά
1 Μετά από αυτά, ήταν εορτή των Ιουδαίων, και ανέβηκε ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα. 2 Υπάρχει λοιπόν στα Ιεροσόλυμα κοντά στην προβατική πύλη μια κολυμπήθρα που επονομάζεται εβραϊκά Βηθεσδά και έχει πέντε στοές. 3 Σ’ αυτές ήταν κατάκοιτοι πλήθος οι ασθενείς: τυφλοί, χωλοί, παράλυτοι, [που περίμεναν την κίνηση του νερού. 4 Γιατί άγγελος Κυρίου κάθε τόσο κατέβαινε στην κολυμπήθρα και ταραζόταν το νερό. Ο πρώτος, λοιπόν, που έμπαινε μετά την ταραχή του νερού γινόταν υγιής από οποιοδήποτε νόσημα τότε τον κατείχε]. 5 Ήταν λοιπόν κάποιος άνθρωπος εκεί που είχε τριάντα οχτώ έτη με την ασθένειά του. 6 Όταν ο Ιησούς είδε αυτόν κατάκοιτο, και επειδή γνώριζε ότι ήδη πολύ χρόνο έχει εκεί, του λέει: «Θέλεις να γίνεις υγιής;» 7 Του αποκρίθηκε ο ασθενής: «Κύριε, άνθρωπο δεν έχω να με βάλει στην κολυμπήθρα όταν ταραχτεί το νερό. Ενώ λοιπόν εγώ προσπαθώ να έρθω, άλλος κατεβαίνει πριν από εμένα». 8 Του λέει ο Ιησούς: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». 9 Και αμέσως έγινε υγιής ο άνθρωπος και πήρε το κρεβάτι του καί περπατούσε. Ήταν τότε Σάββατο εκείνη η ημέρα. 10 Έλεγαν λοιπόν οι Ιουδαίοι στον θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο, και δε σου επιτρέπεται να σηκώσεις το κρεβάτι σου». 11 Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εκείνος που με έκανε υγιή, εκείνος μου είπε: “Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”». 12 Τον ρώτησαν: «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε: “Πάρε το και περπάτα”;» 13 Αλλά αυτός που γιατρεύτηκε δεν ήξερε ποιος είναι, γιατί ο Ιησούς ξέφυγε, επειδή υπήρχε πλήθος σ’ εκείνον τον τόπο. 14 Μετά από αυτά τον βρίσκει ο Ιησούς μέσα στο ναό και του είπε: «Δες, έχεις γίνει υγιής· μην αμαρτάνεις πια, για να μη σου γίνει κάτι χειρότερο». 15 Έφυγε ο άνθρωπος και ανάγγειλε στους Ιουδαίους ότι ο Ιησούς είναι εκείνος που τον έκανε υγιή. 16 Και γι’ αυτό επίσης οι Ιουδαίοι καταδίωκαν τον Ιησού: επειδή έκανε αυτά το Σάββατο. 17 Αλλά ο Ιησούς έλαβε το λόγο και τους είπε: «Ο Πατέρας μου ως τώρα εργάζεται· κι εγώ εργάζομαι». 18 Γι’ αυτό, λοιπόν, ακόμη περισσότερο ζητούσαν οι Ιουδαίοι να τον σκοτώσουν, επειδή όχι μόνο κατέλυε το Σάββατο, αλλά και Πατέρα δικό του έλεγε το Θεό, ίσο κάνοντας τον εαυτό του με το Θεό.
Η εξουσία του Υιού
19 Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και τους έλεγε: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, δε δύναται ο Υιός να κάνει από τον εαυτό του τίποτα αν δε βλέπει κάτι τον Πατέρα να κάνει. Γιατί όσα Εκείνος κάνει, αυτά κάνει ομοίως και ο Υιός. 20 Επειδή ο Πατέρας αγαπά τον Υιό και του δείχνει όλα όσα αυτός κάνει. Και μεγαλύτερα έργα θα του δείξει από αυτά, για να θαυμάζετε εσείς. 21 Γιατί, όπως ακριβώς ο Πατέρας εγείρει τους νεκρούς και τους ζωοποιεί, έτσι και ο Υιός όποιους θέλει ζωοποιεί. 22 Γιατί ούτε κρίνει κανέναν ο Πατέρας, αλλά την κρίση όλη την έχει δώσει στον Υιό, 23 για να τιμούν όλοι τον Υιό καθώς τιμούν τον Πατέρα. Εκείνος που δεν τιμά τον Υιό δεν τιμά τον Πατέρα που τον έστειλε. 24 Αλήθεια, αλήθεια σας λέω ότι όποιος ακούει το λόγο μου και πιστεύει σ’ αυτόν που με έστειλε έχει ζωή αιώνια, και σε κρίση για καταδίκη δεν έρχεται, αλλά έχει μεταβεί από το θάνατο στη ζωή. 25 Αλήθεια, αλήθεια σας λέω ότι έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι νεκροί θα ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού και όσοι άκουσαν θα ζήσουν. 26 Γιατί όπως ακριβώς ο Πατέρας έχει ζωή μέσα στον εαυτό του, έτσι και στον Υιό έδωσε ζωή να έχει μέσα στον εαυτό του. 27 Και του έδωσε εξουσία να κάνει κρίση, επειδή είναι Υιός ανθρώπου. 28 Μη θαυμάζετε γι’ αυτό, επειδή έρχεται ώρα κατά την οποία όλοι όσοι είναι στα μνήματα θα ακούσουν τη φωνή του 29 και θα πορευτούν έξω, όσοι έκαναν τα αγαθά σε ανάσταση ζωής, ενώ όσοι έπραξαν τα κακά σε ανάσταση κρίσης για καταδίκη. 30 Δε δύναμαι εγώ να κάνω από τον εαυτό μου τίποτα. Καθώς ακούω κρίνω, και η κρίση η δική μου είναι δίκαιη, γιατί δε ζητώ το θέλημα το δικό μου, αλλά το θέλημα εκείνου που με έστειλε».
Μαρτυρίες για τον Ιησού
31 «Αν εγώ μαρτυρώ για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου δεν είναι αποδεκτή ως αληθινή. 32 Άλλος είναι αυτός που μαρτυρεί για μένα και ξέρω ότι αληθινή είναι η μαρτυρία που μαρτυρεί για μένα. 33 Εσείς έχετε αποστείλει ανθρώπους προς τον Ιωάννη και έχει μαρτυρήσει για την αλήθεια. 34 Εγώ όμως δε λαβαίνω από άνθρωπο τη μαρτυρία, αλλά αυτά τα λέω για να σωθείτε εσείς. 35 Εκείνος ήταν ο λύχνος που έκαιγε και έφεγγε, και εσείς θελήσατε να αγαλλιαστείτε προσωρινά στο φως του. 36 Εγώ όμως έχω μαρτυρία μεγαλύτερη από αυτήν του Ιωάννη. Γιατί τα έργα που μου έχει δώσει ο Πατέρας να τα τελειώσω, αυτά τα έργα που κάνω μαρτυρούν για μένα ότι ο Πατέρας με έχει αποστείλει. 37 Και ο Πατέρας που με έστειλε, εκείνος έχει μαρτυρήσει για μένα. Ούτε τη φωνή του έχετε ακούσει ποτέ ως τώρα ούτε την όψη του έχετε δει, 38 και το λόγο του δεν τον έχετε μέσα σας να μένει, γιατί σε αυτόν που απέστειλε εκείνος, σε τούτον εσείς δεν πιστεύετε. 39 Ερευνάτε τις Γραφές, γιατί εσείς νομίζετε ότι μέσω αυτών έχετε ζωή αιώνια. Και πράγματι, εκείνες είναι που μαρτυρούν για μένα. 40 Αλλά δε θέλετε να έρθετε προς εμένα για να έχετε ζωή. 41 Δόξα από ανθρώπους δε λαβαίνω. 42 Αλλά σας έχω γνωρίσει: την αγάπη του Θεού δεν την έχετε μέσα σας. 43 Εγώ έχω έρθει στο όνομα του Πατέρα μου και δε με δέχεστε· αν άλλος έρθει στο όνομα το δικό του, εκείνον θα τον δεχτείτε. 44 Πώς δύναστε εσείς να πιστέψετε, αφού λαβαίνετε δόξα ο ένας από τον άλλο, ενώ τη δόξα που προέρχεται από το μόνο Θεό δεν ζητάτε; 45 Μη νομίζετε ότι εγώ θα σας κατηγορήσω προς τον Πατέρα. Υπάρχει αυτός που σας κατηγορεί, ο Μωυσής, στον οποίο εσείς έχετε ελπίσει. 46 Γιατί αν πιστεύατε στο Μωυσή, θα πιστεύατε σ’ εμένα· γιατί εκείνος έγραψε για μένα. 47 Αν όμως στα γραφτά εκείνου δεν πιστεύετε, πώς θα πιστέψετε στα δικά μου λόγια;»
Κεφάλαιον 6
Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων
(Μτ. 14:13-21, Μκ. 6:30-44, Λκ. 9:10-17)
1 Μετά από αυτά ο Ιησούς πήγε πέρα από τη λίμνη της Γαλιλαίας, την Τιβεριάδα. 2 Τον ακολουθούσε μάλιστα πολύ πλήθος, επειδή έβλεπαν τα θαυματουργικά σημεία που έκανε πάνω στους ασθενείς. 3 Ο Ιησούς, λοιπόν, ανέβηκε στο όρος, και εκεί καθόταν μαζί με τους μαθητές του. 4 Ήταν τότε κοντά το Πάσχα, η εορτή των Ιουδαίων. 5 Σήκωσε, λοιπόν, ο Ιησούς τα μάτια και παρατήρησε ότι πολύ πλήθος έρχεται προς αυτόν, και τότε λέει προς το Φίλιππο: Από πού να αγοράσουμε άρτους, για να φάνε αυτοί;» 6 Αυτό όμως το έλεγε, για να τον δοκιμάσει· γιατί αυτός ήξερε τι έμελλε να κάνει. 7 Ο Φίλιππος τού αποκρίθηκε: «Διακοσίων δηναρίων άρτοι δεν τους αρκούν, για να λάβει καθένας από λίγο». 8 Του λέει ένας από τους μαθητές του, ο Ανδρέας, ο αδελφός του Σίμωνα Πέτρου: 9 «Είναι ένα παιδάκι εδώ, που έχει πέντε άρτους κρίθινους και δύο ψάρια· αλλά αυτά τι είναι για τόσο πολλούς;» 10 Ο Ιησούς είπε: «Κάντε τους ανθρώπους να ξαπλώσουν στη γη». Υπήρχε, λοιπόν, πολύ χορτάρι στον τόπο εκείνο. Ξάπλωσαν λοιπόν στη γη οι άντρες, που ήταν κατά τον αριθμό περίπου πέντε χιλιάδες. 11 Ο Ιησούς έλαβε τότε τους άρτους και, αφού ευχαρίστησε το Θεό, τους διαμοίρασε σ’ εκείνους που ήταν ξαπλωμένοι στη γη· όμοια και από τα ψάρια, όσο ήθελαν. 12 Και μόλις χόρτασαν, λέει στους μαθητές του: «Συνάξτε τα κομμάτια που περίσσεψαν, για να μη χαθεί τίποτα». 13 Τα σύναξαν, λοιπόν, και γέμισαν δώδεκα κοφίνια με κομμάτια από τους πέντε άρτους τους κρίθινους, τα οποία περίσσεψαν σ’ αυτούς που είχαν φάει. 14 Τότε οι άνθρωποι, όταν είδαν αυτό το θαυματουργικό σημείο που έκανε, έλεγαν: «Αυτός είναι αληθινά ο προφήτης ο ερχόμενος στον κόσμο». 15 Ο Ιησούς, τότε, επειδή κατάλαβε ότι μέλλουν να έρθουν και να τον αρπάξουν, για να τον κάνουν βασιλιά, αναχώρησε πάλι στο όρος αυτός μόνος του.
Ο Ιησούς βαδίζει πάνω στη λίμνη
(Μτ. 14:22-27, Μκ. 6:45-52)
16 Μόλις λοιπόν βράδιασε, κατέβηκαν οι μαθητές του στη λίμνη 17 και, αφού μπήκαν σ’ ένα πλοίο, έρχονταν αντίπερα στη λίμνη, στην Καπερναούμ. Και είχε γίνει ήδη σκοτάδι, αλλά ακόμα ο Ιησούς δεν είχε έρθει προς αυτούς. 18 Και η λίμνη ταραζόταν από δυνατό άνεμο που έπνεε. 19 Αφού, λοιπόν, είχαν προχωρήσει περίπου τέσσερα ή πέντε χιλιόμετρα, βλέπουν τον Ιησού να περπατάει πάνω στη λίμνη και να έρχεται κοντά στο πλοίο, και φοβήθηκαν. 20 Εκείνος τους λέει: «Εγώ είμαι· μη φοβάστε». 21 Ήθελαν, τότε, να τον πάρουν στο πλοίο, και αμέσως ήρθε το πλοίο στην ξηρά στο μέρος όπου πήγαιναν.
Ο Ιησούς είναι ο Άρτος της Ζωής
22 Την επόμενη ημέρα, το πλήθος που είχε σταθεί αντίπερα στη λίμνη είδε ότι άλλο πλοιάριο δεν ήταν εκεί παρά μόνο ένα, και ότι ο Ιησούς δεν εισήλθε στο πλοίο μαζί με τους μαθητές του, αλλά οι μαθητές του έφυγαν μόνοι. 23 Άλλα πλοιάρια ήρθαν από την Τιβεριάδα κοντά στον τόπο όπου έφαγαν τον άρτο, όταν ευχαρίστησε ο Κύριος το Θεό. 24 Όταν λοιπόν το πλήθος είδε ότι ο Ιησούς δεν είναι εκεί ούτε οι μαθητές του, αυτοί μπήκαν στα πλοιάρια και ήρθαν στην Καπερναούμ, ζητώντας τον Ιησού. 25 Και όταν τον βρήκαν αντίπερα στη λίμνη, του είπαν: «Ραβί, πότε έχεις έρθει εδώ;» 26 Ο Ιησούς τους αποκρίθηκε και είπε: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, με ζητάτε όχι επειδή είδατε θαυματουργικά σημεία, αλλά επειδή φάγατε από τους άρτους και χορτάσατε. 27 Να εργάζεστε όχι για την τροφή που καταστρέφεται, αλλά για την τροφή που μένει για ζωή αιώνια, που ο Υιός του ανθρώπου θα σας δώσει. Γιατί αυτόν ο Πατέρας σφράγισε, ο Θεός». 28 Είπαν λοιπόν προς αυτόν: «Τι να κάνουμε, για να εργαζόμαστε τα έργα του Θεού;» 29 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και τους είπε: «Αυτό είναι το έργο του Θεού: το να πιστεύετε σε αυτόν που απέστειλε εκείνος». 30 Είπαν τότε σ’ αυτόν: «Ποιο λοιπόν σημείο κάνεις εσύ, για να δούμε και να σε πιστέψουμε; Τι εργάζεσαι; 31 Οι πατέρες μας έφαγαν το μάννα στην έρημο καθώς είναι γραμμένο: Άρτο από τον ουρανό τους έδωσε να φάνε». 32 Είπε τότε σ’ αυτούς ο Ιησούς: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, ο Μωυσής δε σας έχει δώσει τον άρτο από τον ουρανό, αλλά ο Πατέρας μου σας δίνει τον άρτο τον αληθινό από τον ουρανό. 33 Γιατί ο άρτος του Θεού είναι εκείνος που κατεβαίνει από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο». 34 Είπαν λοιπόν προς αυτόν: «Κύριε, πάντοτε δώσε μας αυτόν τον άρτο». 35 Ο Ιησούς τους απάντησε: «Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής. Όποιος έρχεται προς εμένα δε θα πεινάσει, και όποιος πιστεύει σ’ εμένα δε θα διψάσει ποτέ. 36 Αλλά σας είπα ότι και με έχετε δει και δεν πιστεύετε. 37 Όλο αυτό που μου δίνει ο Πατέρας θα έρθει προς εμένα, και αυτόν που έρχεται προς εμένα δε θα τον πετάξω έξω, 38 γιατί έχω κατεβεί από τον ουρανό όχι για να κάνω το θέλημα το δικό μου, αλλά το θέλημα εκείνου που με έστειλε. 39 Και αυτό είναι το θέλημα εκείνου που με έστειλε: να μη χάσω από Αυτόν τίποτα από όλο αυτό που μου έχει δώσει, αλλά να το αναστήσω την έσχατη ημέρα. 40 Γιατί αυτό είναι το θέλημα του Πατέρα μου: καθένας που βλέπει τον Υιό και πιστεύει σ’ αυτόν να έχει ζωή αιώνια· και εγώ θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα». 41 Γόγγυζαν τότε οι Ιουδαίοι γι’ αυτόν, επειδή είπε: «Εγώ είμαι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό», 42 και έλεγαν: «Δεν είναι αυτός ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ, που εμείς ξέρουμε τον πατέρα και τη μητέρα του; Πώς λέει τώρα: “Από τον ουρανό έχω κατεβεί”;» 43 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους είπε: «Μη γογγύζετε μεταξύ σας. 44 Κανείς δε δύναται να έρθει προς εμένα αν ο Πατέρας που με έστειλε δεν τον ελκύσει· κι εγώ θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα. 45 Είναι γραμμένο στους προφήτες: Και θα είναι όλοι διδαγμένοι από το Θεό. Καθένας που άκουσε και έμαθε από τον Πατέρα, έρχεται προς εμένα. 46 Όχι ότι τον Πατέρα έχει δει κανείς άλλος εκτός από αυτόν που είναι από το Θεό· αυτός έχει δει τον Πατέρα. 47 Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, όποιος πιστεύει έχει ζωή αιώνια. 48 Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής. 49 Οι πατέρες σας έφαγαν το μάννα στην έρημο και πέθαναν. 50 Αυτός είναι ο άρτος που κατεβαίνει από τον ουρανό, για να φάει κανείς από αυτόν και να μην πεθάνει. 51 Εγώ είμαι ο άρτος ο ζωντανός που κατέβηκε από τον ουρανό. Αν κάποιος φάει από τούτον τον άρτο, θα ζήσει στον αιώνα. Και ο άρτος, λοιπόν, που εγώ θα δώσω είναι η σάρκα μου υπέρ της ζωής του κόσμου». 52 Μάχονταν λοιπόν μεταξύ τους οι Ιουδαίοι, λέγοντας: «Πώς δύναται αυτός να μας δώσει να φάμε τη σάρκα του;» 53 Τους είπε τότε ο Ιησούς: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, αν δε φάτε τη σάρκα του Υιού του ανθρώπου και δεν πιείτε το αίμα του, δεν έχετε ζωή μέσα σας. 54 Εκείνος που μου τρώει τη σάρκα και μου πίνει το αίμα έχει ζωή αιώνια, κι εγώ θα τον αναστήσω την έσχατη ημέρα. 55 Γιατί η σάρκα μου είναι αληθινή οφή και το αίμα μου είναι αληθινό ποτό. 56 Όποιος μου τρώει τη σάρκα και μου πίνει το αίμα, μένει ενωμένος μαζί μου κι εγώ μαζί του. 57 Καθώς με απέστειλε ο ζωντανός Πατέρας κι εγώ ζω για τον Πατέρα, έτσι και όποιος με τρώει θα ζήσει κι εκείνος για μένα. 58 Αυτός είναι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό, όχι καθώς έφαγαν οι πατέρες και πέθαναν. Όποιος τρώει τούτον τον άρτο θα ζήσει στον αιώνα». 59 Αυτά είπε, διδάσκοντας στη συναγωγή, στην Καπερναούμ.
Λόγια αιώνιας ζωής
60 Πολλοί λοιπόν από τους μαθητές του, όταν άκουσαν, είπαν: «Σκληρός είναι αυτός ο λόγος. Ποιος δύναται να τον ακούει;» 61 Επειδή, λοιπόν, ήξερε ο Ιησούς μέσα του ότι οι μαθητές του γογγύζουν γι’ αυτό, τους είπε: «Αυτό σας σκανδαλίζει; 62 Αν λοιπόν βλέπατε τον Υιό του ανθρώπου να ανεβαίνει εκεί όπου ήταν πρώτα, θα σκανδαλιζόσασταν; 63 Το Πνεύμα είναι εκείνο που ζωοποιεί, η σάρκα δεν ωφελεί τίποτα. Τα λόγια που εγώ σας έχω μιλήσει είναι Πνεύμα και είναι ζωή. 64 Αλλά είναι μερικοί από εσάς που δεν πιστεύουν». Γιατί ήξερε από την αρχή ο Ιησούς ποιοι είναι εκείνοι που δεν πιστεύουν και ποιος είναι εκείνος που θα τον παραδώσει. 65 Και έλεγε: «Γι’ αυτό σας έχω πει ότι κανείς δε δύναται να έρθει προς εμένα, αν δεν του είναι δοσμένο από τον Πατέρα». 66 Από αυτό που είπε πολλοί από τους μαθητές του έφυγαν πίσω και δεν περπατούσαν πια μαζί του. 67 Ο Ιησούς, λοιπόν, είπε στους δώδεκα: «Μήπως κι εσείς θέλετε να φύγετε;» 68 Του αποκρίθηκε ο Σίμωνας Πέτρος: «Κύριε, σε ποιον θα πάμε; Έχεις λόγια αιώνιας ζωής, 69 και εμείς έχουμε πιστέψει και έχουμε γνωρίσει ότι εσύ είσαι ο Άγιος του Θεού». 70 Ο Ιησούς αποκρίθηκε σ’ αυτούς: «Εγώ δεν εξέλεξα εσάς τους δώδεκα; Και όμως, ένας από εσάς είναι Διάβολος». 71 Και έλεγε για τον Ιούδα, το γιο του Σίμωνα του Ισκαριώτη. Γιατί αυτός έμελλε να τον παραδώσει, ενώ ήταν ένας από τους δώδεκα.
Κεφάλαιον 7
Η απιστία των αδελφών του Ιησού
1 Και μετά από αυτά περπατούσε ο Ιησούς στη Γαλιλαία· γιατί δεν ήθελε να περπατά στην Ιουδαία, επειδή τον ζητούσαν οι Ιουδαίοι για να τον σκοτώσουν. 2 Ήταν τότε κοντά η εορτή των Ιουδαίων, η Σκηνοπηγία. 3 Είπαν, λοιπόν, προς αυτόν οι αδελφοί του: «Άλλαξε τόπο από εδώ και πήγαινε στην Ιουδαία, για να δουν και οι μαθητές σου τα δικά σου έργα που κάνεις. 4 Γιατί κανείς δεν κάνει κάτι στα κρυφά και ζητά ο ίδιος να είναι δημόσια γνωστός. Αν κάνεις αυτά, φανέρωσε τον εαυτό σου στον κόσμο». 5 Γιατί ούτε οι αδελφοί του δεν πίστευαν σ’ αυτόν. 6 Τους λέει λοιπόν ο Ιησούς: «Ο καιρός ο δικός μου δεν έχει φτάσει ακόμα, ενώ ο καιρός ο δικός σας είναι πάντοτε έτοιμος. 7 Δε δύναται ο κόσμος να μισεί εσάς, εμένα όμως μισεί, επειδή εγώ μαρτυρώ γι’ αυτόν ότι τα έργα του είναι κακά. 8 Εσείς ανεβείτε στην εορτή. Εγώ δεν ανεβαίνω [ακόμα] στην εορτή αυτή, γιατί ο δικός μου καιρός δεν έχει ακόμα συμπληρωθεί». 9 Και αφού είπε αυτά, αυτός έμεινε στη Γαλιλαία.
Ο Ιησούς έρχεται στην εορτή της Σκηνοπηγίας
10 Μόλις όμως ανέβηκαν οι αδελφοί του στην εορτή, τότε κι αυτός ανέβηκε, όχι φανερά αλλά σχεδόν κρυφά. 11 Οι Ιουδαίοι, λοιπόν, τον ζητούσαν στην εορτή και έλεγαν: «Πού είναι εκείνος;» 12 Και πολύ υπόκωφη αντιγνωμία υπήρχε γι’ αυτόν στα πλήθη. Μερικοί έλεγαν: «Αγαθός είναι». Ενώ άλλοι έλεγαν: «Όχι, αλλά πλανά τον όχλο». 13 Κανείς όμως δημόσια δε μιλούσε γι’ αυτόν, επειδή φοβούνταν τους Ιουδαίους άρχοντες. 14 Όταν ήταν ήδη στα μισά της εορτής, ανέβηκε ο Ιησούς στο ναό και δίδασκε. 15 Θαύμαζαν τότε οι Ιουδαίοι και έλεγαν: «Πώς αυτός ξέρει γράμματα, ενώ δεν έχει μάθει;» 16 Αποκρίθηκε λοιπόν σ’ αυτούς ο Ιησούς και είπε: «Η δική μου διδαχή δεν είναι δική μου, αλλά εκείνου που με έστειλε. 17 Αν κάποιος θέλει να κάνει το θέλημά του, θα γνωρίσει για τη διδαχή από πού είναι: από το Θεό ή εγώ μιλώ από τον εαυτό μου. 18 Εκείνος που μιλά από τον εαυτό του ζητά τη δόξα τη δική του. Όποιος όμως ζητά τη δόξα εκείνου που τον έστειλε, αυτός είναι αληθινός και αδικία μέσα του δεν υπάρχει. 19 Ο Μωυσής δε σας έχει δώσει το νόμο; Και όμως κανείς από εσάς δεν εφαρμόζει το νόμο. Γιατί ζητάτε να με σκοτώσετε;» 20 Αποκρίθηκε το πλήθος: «Δαιμόνιο έχεις! Ποιος ζητά να σε σκοτώσει;» 21 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και τους είπε: «Ένα έργο έκανα και όλοι θαυμάζετε. 22 Ο Μωυσής σάς έχει δώσει την περιτομή – όχι ότι είναι από το Μωυσή, αλλά από τους πατέρες – γι’ αυτό και το Σάββατο περιτέμνετε άνθρωπο. 23 Αν ένας άνθρωπος λαβαίνει περιτομή το Σάββατο, για να μη λυθεί ο νόμος του Μωυσή, χολώνεστε μ’ εμένα επειδή ολόκληρο άνθρωπο έκανα υγιή το Σάββατο; 24 Μην κρίνετε επιφανειακά, αλλά τη δίκαιη κρίση να κρίνετε».
Είναι αυτός ο Χριστός;
25 Έλεγαν, λοιπόν, μερικοί από τους Ιεροσολυμίτες: «Αυτός δεν είναι που ζητούν να σκοτώσουν; 26 Και δες, δημόσια μιλά και τίποτα δεν του λένε. Μήπως, αλήθεια, κατάλαβαν οι άρχοντες ότι αυτός είναι ο Χριστός; 27 Αλλά τούτος ξέρουμε από πού είναι· ο Χριστός, όμως, όταν θα έρθει, κανείς δε θα γνωρίζει από πού είναι». 28 Ο Ιησούς, λοιπόν, φώναξε μέσα στο ναό, διδάσκοντας και λέγοντας: «Κι εμένα ξέρετε και ξέρετε από πού είμαι. Και όμως από μόνος μου δεν έχω έρθει, αλλά είναι αληθινός εκείνος που με έστειλε, αυτός που εσείς δεν ξέρετε. 29 Εγώ τον ξέρω, γιατί από αυτόν είμαι κι εκείνος με απέστειλε». 30 Ζητούσαν λοιπόν να τον πιάσουν, αλλά κανείς δεν έβαλε το χέρι πάνω του, γιατί δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα του. 31 Τότε πολλοί από το πλήθος πίστεψαν σ’ αυτόν και έλεγαν: «Ο Χριστός, όταν έρθει, μήπως περισσότερα θαυματουργικά σημεία θα κάνει από όσα αυτός έκανε;»
Στέλνουν για να συλλάβουν τον Ιησού
32 Άκουσαν οι Φαρισαίοι το πλήθος να ψιθυρίζει αυτά σχετικά με αυτόν, και απέστειλαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι υπηρέτες, για να τον πιάσουν. 33 Είπε λοιπόν ο Ιησούς: «Ακόμη λίγο χρόνο θα είμαι μαζί σας και μετά πηγαίνω προς εκείνον που με έστειλε. 34 Θα με ζητήσετε και δε θα με βρείτε, και όπου εγώ είμαι εσείς δε δύναστε να έρθετε». 35 Είπαν λοιπόν οι Ιουδαίοι μεταξύ τους: «Πού μέλλει να πορεύεται αυτός, επειδή λέει ότι εμείς δε θα τον βρούμε; Μήπως μέλλει να πορεύεται στους Ιουδαίους της διασποράς μεταξύ των Ελλήνων και να διδάσκει τους Έλληνες; 36 Τι σημαίνει ο λόγος αυτός που είπε: “Θα με ζητήσετε και δε θα με βρείτε, και όπου εγώ είμαι εσείς δε δύναστε να έρθετε”;»
Ποταμοί ζωντανού νερού
37 Τότε, την τελευταία ημέρα της εορτής, τη μεγάλη, είχε σταθεί όρθιος ο Ιησούς και φώναξε, λέγοντας: «Αν κάποιος διψά, ας έρχεται προς εμένα και ας πίνει. 38 Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, καθώς είπε η Γραφή, “ποταμοί νερού ζωντανού θα ρεύσουν από την κοιλιά του”. 39 Και αυτό το είπε για το Πνεύμα που έμελλαν να λαβαίνουν εκείνοι που πίστεψαν σ’ αυτόν. Γιατί δεν ήταν δοσμένο ακόμα το Πνεύμα, επειδή ο Ιησούς δεν είχε ακόμα δοξαστεί.
Σχίσμα ανάμεσα στο λαό
40 Μερικοί από το πλήθος, λοιπόν, όταν άκουσαν αυτά τα λόγια, έλεγαν: «Αυτός είναι αληθινά ο προφήτης». 41 Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι ο Χριστός». Άλλοι όμως έλεγαν: «Γιατί, μήπως ο Χριστός έρχεται από τη Γαλιλαία; 42 Δεν είπε η Γραφή ότι θα είναι από το σπέρμα του Δαβίδ και ότι ο Χριστός έρχεται από τη Βηθλεέμ, το χωριό όπου καταγόταν ο Δαβίδ;» 43 Έγινε λοιπόν σχίσμα μέσα στο πλήθος γι’ αυτόν. 44 Μερικοί μάλιστα από αυτούς ήθελαν να τον πιάσουν, αλλά κανείς δεν έβαλε πάνω του τα χέρια.
Η απιστία των αρχόντων
45 Ήρθαν, λοιπόν, οι υπηρέτες προς τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, και εκείνοι τους είπαν: «Γιατί δεν τον φέρατε;» 46 Αποκρίθηκαν οι υπηρέτες: «Ποτέ δε μίλησε έτσι άνθρωπος». 47 Τους ρώτησαν τότε οι Φαρισαίοι: «Μήπως κι εσείς έχετε πλανηθεί; 48 Μήπως πίστεψε σ’ αυτόν κάποιος από τους άρχοντες ή από τους Φαρισαίους; 49 Αλλά αυτός ο όχλος, που δε γνωρίζει το νόμο, είναι καταραμένος». 50 Λέει προς αυτούς ο Νικόδημος, που ήρθε προς αυτόν προηγουμένως, αν και ήταν ένας από αυτούς: 51 «Μήπως ο νόμος μας κρίνει τον άνθρωπο, αν δεν ακούσει πρώτα από αυτόν και δε γνωρίσει τι κάνει;» 52 Αποκρίθηκαν και του είπαν: «Μήπως κι εσύ είσαι από τη Γαλιλαία; Ερεύνησε και δες ότι από τη Γαλιλαία δεν εγείρεται προφήτης».
Η μοιχαλίδα γυναίκα
53 [Και πορεύτηκαν ο καθένας στον οίκο του,
Κεφάλαιον 8
1 ο Ιησούς όμως πορεύτηκε στο όρος των Ελαιών. 2 Αλλά με τον όρθρο, πάλι παρουσιάστηκε στο ναό και όλος ο λαός ερχόταν προς αυτόν και, αφού κάθισε, τους δίδασκε. 3 Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι φέρνουν τότε μια γυναίκα που είχαν συλλάβει για μοιχεία και, αφού την έστησαν στο μέσο, 4 του λένε: «Δάσκαλε, αυτή η γυναίκα έχει συλληφθεί επ’ αυτοφώρω να μοιχεύεται. 5 Και στο νόμο ο Μωυσής μάς έδωσε εντολή τέτοιες να τις λιθοβολούμε. Εσύ λοιπόν τι λες;» 6 Και αυτό το έλεγαν για να τον πειράξουν, για να έχουν να τον κατηγορούν. Αλλά ο Ιησούς, αφού έσκυψε κάτω, έγραφε με το δάχτυλο κάτω στη γη. 7 Επειδή όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σήκωσε πάνω το κεφάλι, και τους είπε: «Ο αναμάρτητος από εσάς, πρώτος ας ρίξει λίθο πάνω της». 8 Και πάλι, αφού έσκυψε κάτω, έγραφε στη γη. 9 Εκείνοι, όταν το άκουσαν, εξέρχονταν ένας-ένας, αφού άρχισαν από τους πρεσβύτερους στην ηλικία, και εγκαταλείφτηκε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα που ήταν στο μέσο. 10 Τότε ο Ιησούς σήκωσε πάνω το κεφάλι και της είπε: «Γυναίκα, πού είναι; Κανείς δε σε κατέκρινε;» 11 Εκείνη απάντησε: «Κανείς, Κύριε». Είπε τότε ο Ιησούς: «Ούτε εγώ σε κατακρίνω. Πήγαινε, και από τώρα μην αμαρτάνεις πλέον».]
Ο Ιησούς είναι το φως του κόσμου
12 Πάλι λοιπόν τους μίλησε ο Ιησούς, λέγοντας: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Εκείνος που ακολουθεί εμένα δε θα περπατήσει στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως της ζωής». 13 Οι Φαρισαίοι είπαν τότε σ’ αυτόν: «Εσύ για τον εαυτό σου μαρτυρείς· η μαρτυρία σου δεν είναι αληθινή». 14 Ο Ιησούς αποκρίθηκε και τους είπε: «Κι αν εγώ μαρτυρώ για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου είναι αληθινή, γιατί ξέρω από πού ήρθα και πού πηγαίνω. Εσείς όμως δεν ξέρετε από πού έρχομαι ή πού πηγαίνω. 15 Εσείς κρίνετε κατά τη σάρκα, εγώ δεν κρίνω κανέναν. 16 Και αν κρίνω όμως εγώ, η κρίση η δική μου είναι αληθινή, γιατί δεν είμαι μόνος, αλλά είμαι εγώ και ο Πατέρας που με έστειλε. 17 Και λοιπόν, στο νόμο το δικό σας είναι γραμμένο ότι η μαρτυρία δύο ανθρώπων είναι αληθινή. 18 Εγώ είμαι αυτός που μαρτυρώ για τον εαυτό μου και μαρτυρεί επίσης για μένα ο Πατέρας που με έστειλε». 19 Έλεγαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Πού είναι ο Πατέρας σου;» Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Ούτε εμένα ξέρετε ούτε τον Πατέρα μου· αν εμένα ξέρατε, και τον Πατέρα μου θα ξέρατε». 20 Αυτά τα λόγια λάλησε στο θησαυροφυλάκιο διδάσκοντας στο ναό. Και κανείς δεν τον έπιασε, γιατί δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα του.
«Όπου εγώ πηγαίνω, εσείς δε δύναστε να έρθετε»
21 Είπε λοιπόν πάλι σ’ αυτούς: «Εγώ πηγαίνω και θα με ζητήσετε, αλλά θα πεθάνετε μέσα στην αμαρτία σας. Όπου εγώ πηγαίνω, εσείς δε δύναστε να έρθετε». 22 Έλεγαν τότε οι Ιουδαίοι: «Μήπως θα αυτοκτονήσει, επειδή λέει: “Όπου εγώ πηγαίνω εσείς δε δύναστε να έρθετε”;» 23 Επίσης τους έλεγε: «Εσείς είστε από τα κάτω, εγώ είμαι από τα πάνω. Εσείς είστε από τούτο τον κόσμο, εγώ δεν είμαι από τούτο τον κόσμο. 24 Σας είπα, λοιπόν, ότι θα πεθάνετε μέσα στις αμαρτίες σας. Γιατί, αν δεν πιστέψετε ότι Εγώ Είμαι, θα πεθάνετε μέσα στις αμαρτίες σας». 25 Έλεγαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Εσύ ποιος είσαι;». Τους απάντησε ο Ιησούς: «Είμαι από την αρχή, αυτό που επίσης σας λέω τώρα. 26 Πολλά έχω να λέω και να κρίνω για σας. Αλλά εκείνος που με έστειλε είναι αληθινός, κι εγώ, όσα άκουσα από αυτόν, αυτά μιλώ στον κόσμο». 27 Δεν κατάλαβαν ότι τους έλεγε για τον Πατέρα. 28 Ο Ιησούς, λοιπόν, τους είπε: «Όταν υψώσετε τον Υιό του ανθρώπου, τότε θα γνωρίσετε ότι Εγώ Είμαι, και ότι από τον εαυτό μου δεν κάνω τίποτα, αλλά καθώς με δίδαξε ο Πατέρας, αυτά λέω. 29 Και αυτός που με έστειλε είναι μαζί μου. Δε με άφησε μόνο, γιατί εγώ κάνω πάντοτε τα αρεστά σ’ αυτόν». 30 Ενώ αυτός μιλούσε αυτά, πολλοί πίστεψαν σ’ αυτόν.
«Η αλήθεια θα σας ελευθερώσει»
31 Ο Ιησούς, λοιπόν, έλεγε προς τους Ιουδαίους που είχαν πιστέψει σ’ αυτόν: «Αν εσείς μείνετε στο λόγο το δικό μου, είστε αληθινά μαθητές μου, 32 και θα γνωρίσετε την αλήθεια, και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει». 33 Έλαβαν το λόγο και είπαν προς αυτόν: «Σπέρμα του Αβραάμ είμαστε και σε κανέναν δεν έχουμε γίνει δούλοι ποτέ ως τώρα. Πώς εσύ λες: “Ελεύθεροι θα γίνετε”;» 34 Τους αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω ότι καθένας που κάνει την αμαρτία είναι δούλος της αμαρτίας. 35 Και ο δούλος δε μένει μέσα στην οικία στον αιώνα. Ο γιος μένει στον αιώνα. 36 Αν λοιπόν σας ελευθερώσει ο Υιός, όντως θα είστε ελεύθεροι. 37 Ξέρω ότι είστε σπέρμα του Αβραάμ· αλλά ζητάτε να με σκοτώσετε, γιατί ο λόγος ο δικός μου δε χωρά μέσα σας. 38 Εγώ μιλώ γι’ αυτά που έχω δει από τον Πατέρα. Κι εσείς, λοιπόν, κάνετε αυτά που ακούσατε από τον πατέρα [σας]».
«Πατέρας σας είναι ο Διάβολος»
39 Αποκρίθηκαν και του είπαν: «Ο πατέρας μας είναι ο Αβραάμ». Τους λέει ο Ιησούς: «Αν ήσασταν τέκνα του Αβραάμ, θα κάνατε τα έργα του Αβραάμ. 40 Αλλά τώρα ζητάτε να με σκοτώσετε, έναν άνθρωπο που σας έχω μιλήσει την αλήθεια που άκουσα από το Θεό· αυτό ο Αβραάμ δεν το έκανε. 41 Εσείς κάνετε τα έργα του πατέρα σας». Είπαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Εμείς δεν έχουμε γεννηθεί από πορνεία. Έναν Πατέρα έχουμε: το Θεό». 42 Τους είπε ο Ιησούς: «Αν ο Θεός ήταν Πατέρας σας, θα αγαπούσατε εμένα, γιατί εγώ από το Θεό εξήλθα και έχω έρθει. Επειδή, επίσης, δεν έχω έρθει από τον εαυτό μου, αλλά εκείνος με απέστειλε. 43 Γιατί δεν καταλαβαίνετε τη λαλιά τη δική μου; Επειδή δε δύναστε να ακούτε το λόγο το δικό μου! 44 Εσείς είστε από τον πατέρα σας, το Διάβολο, και τις επιθυμίες του πατέρα σας θέλετε να κάνετε. Εκείνος ήταν ανθρωποκτόνος από την αρχή και δεν έχει σταθεί στην αλήθεια, γιατί δεν υπάρχει αλήθεια μέσα του. Όταν λαλεί το ψεύδος, από τα δικά του λαλεί, γιατί είναι ψεύτης και ο πατέρας του ψεύδους. 45 Εγώ, όμως, επειδή λέω την αλήθεια, δε με πιστεύετε. 46 Ποιος από εσάς με ελέγχει για αμαρτία; Αν λέω αλήθεια, γιατί εσείς δε με πιστεύετε; 47 Όποιος είναι από το Θεό ακούει τα λόγια του Θεού. Γι’ αυτό εσείς δεν ακούτε: γιατί δεν είστε από το Θεό».
«Πριν γεννηθεί ο Αβραάμ Εγώ Είμαι»
48 Οι Ιουδαίοι έλαβαν το λόγο και του είπαν: «Εμείς δε λέμε καλά ότι εσύ είσαι Σαμαρείτης και έχεις δαιμόνιο; 49 Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Εγώ δεν έχω δαιμόνιο, αλλά τιμώ τον Πατέρα μου ενώ εσείς με ατιμάζετε. 50 Εγώ όμως δε ζητώ τη δόξα μου· υπάρχει αυτός που τη ζητά και κρίνει. 51 Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, αν κάποιος τηρήσει το δικό μου λόγο, δε θα δει θάνατο στον αιώνα». 52 Είπαν λοιπόν σ’ αυτόν οι Ιουδαίοι: «Τώρα έχουμε καταλάβει ότι έχεις δαιμόνιο. Ο Αβραάμ πέθανε, και οι προφήτες, κι εσύ λες: “Αν κάποιος τηρήσει το λόγο μου, δε θα γευτεί θάνατο στον αιώνα”. 53 Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Αβραάμ, που πέθανε; Και οι προφήτες πέθαναν. Ποιον κάνεις τον εαυτό σου;» 54 Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Αν εγώ δοξάσω τον εαυτό μου, η δόξα μου δεν είναι τίποτα. Είναι ο Πατέρας μου που με δοξάζει, για τον οποίο εσείς λέτε: “Είναι Θεός μας”. 55 Αλλά δεν τον έχετε γνωρίσει, εγώ όμως τον ξέρω. Κι αν πω ότι δεν τον ξέρω, θα είμαι όμοιος μ’ εσάς ψεύτης. Αλλά τον ξέρω και τηρώ το λόγο του. 56 Ο Αβραάμ ο πατέρας σας αγαλλίασε, επιθυμώντας να δει την ημέρα τη δική μου, και την είδε και χάρηκε». 57 Είπαν λοιπόν οι Ιουδαίοι προς αυτόν: «Ακόμα δεν έχεις συμπληρώσει πενήντα έτη, και έχεις δει τον Αβραάμ;» 58 Τους είπε ο Ιησούς: «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, πριν υπάρξει ο Αβραάμ Εγώ Είμαι». 59 Σήκωσαν τότε λίθους, για να τους ρίξουν πάνω του. Ο Ιησούς όμως κρύφτηκε και εξήλθε από το ναό.
Κεφάλαιον 9
Η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού
1 Και περπατώντας εκεί κοντά είδε έναν άνθρωπο τυφλό εκ γενετής. 2 Και τον ρώτησαν οι μαθητές του, λέγοντας: «Ραβί, ποιος αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί τυφλός;» 3 Αποκρίθηκε ο Ιησούς: «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του. Αλλά για να φανερωθούν τα έργα του Θεού σ’ αυτόν, 4 εμείς πρέπει να κάνουμε τα έργα εκείνου που με έστειλε ωσότου είναι ημέρα. Έρχεται νύχτα που κανείς δε δύναται να εργάζεται. 5 Όσο είμαι στον κόσμο, είμαι φως του κόσμου». 6 Αφού είπε αυτά, έφτυσε χάμω και έκανε πηλό από το πτύελο και επέχρισε τον πηλό στα μάτια του 7 και του είπε: «Πήγαινε, νίψου στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ» (που ερμηνεύεται, “Αποσταλμένος”). Έφυγε, λοιπόν, και νίφτηκε και ήρθε βλέποντας. 8 Οι γείτονες, τότε, και εκείνοι που τον έβλεπαν προηγουμένως ότι ήταν ζητιάνος έλεγαν: «Αυτός δεν είναι εκείνος που καθόταν και ζητιάνευε;» 9 Άλλοι έλεγαν: «Αυτός είναι». Άλλοι έλεγαν: «Όχι, αλλά είναι όμοιος με αυτόν». Εκείνος έλεγε: «Εγώ είμαι». 10 Τον ρωτούσαν λοιπόν: «Πώς τότε σου ανοίχτηκαν τα μάτια;» 11 Εκείνος αποκρίθηκε: «Ο άνθρωπος που λέγεται Ιησούς έκανε πηλό και μου επέχρισε τα μάτια και μου είπε: “Πήγαινε στο Σιλωάμ και νίψου”. Όταν πήγα λοιπόν και νίφτηκα, βρήκα το φως μου». 12 Τότε του είπαν: «Πού είναι εκείνος;» Τους λέει: «Δεν ξέρω».
Οι Φαρισαίοι ανακρίνουν τον θεραπευμένο
13 Φέρνουν αυτόν προς τους Φαρισαίους, τον άλλοτε τυφλό. 14 Ήταν τότε Σάββατο η ημέρα κατά την οποία ο Ιησούς έκανε τον πηλό και του άνοιξε τα μάτια. 15 Πάλι λοιπόν τον ρωτούσαν και οι Φαρισαίοι πώς βρήκε το φως του. Εκείνος τους είπε: «Πηλό μου έθεσε πάνω στα μάτια, και νίφτηκα και βλέπω». 16 Έλεγαν τότε μερικοί από τους Φαρισαίους: «Δεν είναι από το Θεό αυτός ο άνθρωπος, γιατί το Σάββατο δεν τηρεί». Άλλοι όμως έλεγαν: «Πώς δύναται άνθρωπος αμαρτωλός να κάνει τέτοια θαυματουργικά σημεία;» Και υπήρχε σχίσμα ανάμεσά τους. 17 Λένε τότε πάλι στον τυφλό: «Εσύ τι λες γι’ αυτόν, επειδή σου άνοιξε τα μάτια;» Εκείνος είπε: «Είναι προφήτης». 18 Δεν πίστεψαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι γι’ αυτόν ότι ήταν τυφλός και βρήκε το φως του, ωσότου φώναξαν τους γονείς αυτού που βρήκε το φως του 19 και τους ρώτησαν: «Αυτός είναι ο γιος σας, που εσείς λέτε ότι γεννήθηκε τυφλός; Πώς λοιπόν βλέπει τώρα;» 20 Αποκρίθηκαν τότε οι γονείς του και είπαν: «Ξέρουμε ότι αυτός είναι ο γιος μας και ότι γεννήθηκε τυφλός. 21 Πώς όμως τώρα βλέπει δεν ξέρουμε, ή ποιος του άνοιξε τα μάτια εμείς δεν ξέρουμε. Αυτόν ρωτήστε, έχει ώριμη ηλικία, αυτός θα μιλήσει για τον εαυτό του». 22 Αυτά είπαν οι γονείς του, επειδή φοβούνταν τους Ιουδαίους άρχοντες. Γιατί ήδη είχαν συμφωνήσει οι Ιουδαίοι άρχοντες, αν κάποιος τον ομολογήσει Χριστό, να γίνει αποσυνάγωγος. 23 Γι’ αυτό οι γονείς του είπαν: «Έχει ώριμη ηλικία, αυτόν επερωτήστε». 24 Φώναξαν λοιπόν για δεύτερη φορά τον άνθρωπο που ήταν τυφλός και του είπαν: «Δώσε δόξα στο Θεό· εμείς ξέρουμε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι αμαρτωλός». 25 Εκείνος τότε αποκρίθηκε: «Αν είναι αμαρτωλός, δεν ξέρω· ένα ξέρω, ότι ενώ ήμουν τυφλός τώρα βλέπω». 26 Είπαν λοιπόν σ’ αυτόν: «Τι σου έκανε; Πώς σου άνοιξε τα μάτια;» 27 Αποκρίθηκε σ’ αυτούς: «Σας το είπα ήδη και δεν ακούσατε· γιατί πάλι θέλετε να ακούτε; Μήπως κι εσείς θέλετε να γίνετε μαθητές του;» 28 Τότε τον έβρισαν και του είπαν: «Εσύ είσαι μαθητής εκείνου, εμείς όμως είμαστε μαθητές του Μωυσή. 29 Εμείς ξέρουμε ότι στο Μωυσή έχει μιλήσει ο Θεός, αλλά αυτός δεν ξέρουμε από πού είναι». 30 Αποκρίθηκε ο άνθρωπος και τους είπε: «Σ’ αυτό βρίσκεται πράγματι το θαυμαστό σημείο: εσείς δεν ξέρετε από πού είναι, και όμως μου άνοιξε τα μάτια. 31 Ξέρουμε ότι αμαρτωλούς ο Θεός δεν ακούει, αλλά αν κάποιος είναι θεοσεβής και το θέλημά του κάνει, αυτόν ακούει. 32 Από την αρχή του αιώνα δεν ακούστηκε ότι κάποιος άνοιξε τα μάτια σ’ έναν που έχει γεννηθεί τυφλός. 33 Αν δεν ήταν αυτός από το Θεό, δε θα μπορούσε να κάνει τίποτα». 34 Αποκρίθηκαν και του είπαν: «Εσύ γεννήθηκες όλος μέσα σε αμαρτίες, κι εσύ διδάσκεις εμάς;» Και τον πέταξαν έξω.
Η πνευματική τυφλότητα
35 Άκουσε ο Ιησούς ότι τον πέταξαν έξω και, αφού τον βρήκε, του είπε: «Εσύ πιστεύεις στον Υιό του ανθρώπου;» 36 Εκείνος αποκρίθηκε και είπε: «Και ποιος είναι, Κύριε, για να πιστέψω σ’ αυτόν;» 37 Του είπε ο Ιησούς: «Και τον έχεις δει, και αυτός που μιλάει μαζί σου, εκείνος είναι». 38 Αυτός είπε: «Πιστεύω, Κύριε». Και τον προσκύνησε. 39 Τότε είπε ο Ιησούς: «Για καταδίκη εγώ ήρθα στον κόσμο τούτο, για να βλέπουν όσοι δε βλέπουν και να γίνουν τυφλοί όσοι βλέπουν». 40 Άκουσαν μερικοί από τους Φαρισαίους αυτά, όσοι ήταν μαζί του, και του είπαν: «Μήπως κι εμείς είμαστε τυφλοί;» 41 Ο Ιησούς τούς απάντησε: «Αν ήσασταν τυφλοί, δε θα είχατε αμαρτία. Τώρα όμως λέτε: “Βλέπουμε”. Η αμαρτία σας μένει».
Κεφάλαιον 10
Ο ποιμένας και η αυλή των προβάτων
1 «Αλήθεια, αλήθεια σας λέω, όποιος δεν εισέρχεται από τη θύρα στην αυλή των προβάτων, αλλά ανεβαίνει από αλλού, εκείνος είναι κλέφτης και ληστής. 2 Όποιος όμως εισέρχεται από τη θύρα είναι ποιμένας των προβάτων. 3 Σε αυτόν ο θυρωρός ανοίγει και τα πρόβατα ακούνε τη φωνή του, και τα δικά του πρόβατα τα φωνάζει με το όνομά τους και τα βγάζει έξω. 4 Όταν όλα τα δικά του πρόβατα τα βγάλει έξω, πορεύεται μπροστά τους, και τα πρόβατα τον ακολουθούν, γιατί ξέρουν τη φωνή του. 5 Έναν ξένο όμως δε θα ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, γιατί δεν ξέρουν τη φωνή των ξένων». 6 Αυτήν την παραβολή τους είπε ο Ιησούς. Εκείνοι όμως δεν κατάλαβαν για ποιον ήταν αυτά